Αποφατική πολιτική υποταγής ή πρωτοκαθεδρία των εργατικών συμφερόντων;
Αποφατική πολιτική υποταγής ή πρωτοκαθεδρία των εργατικών συμφερόντων;
Πίσω απ’ τα μεγάλα λόγια, τα χαμογελαστά χείλια , τους βοστρύχους των ρητορικών σχημάτων, των σοφισμάτων, των πολύσημων εκφράσεων / ανάγλυφα στο μαλαματένιο σκέπασμα της πολιτικής σας ύπαρξης/ ένα σημείο σκοτεινό που ταξιδεύει σαν το ψάρι/ μέσα στην προεκλογική γαλήνη του πελάγου της ιστορίας και το βλέπουμε:/ένα κενό παντού μαζί σας.
Αυτούς τους παραλλαγμένους στίχους του Σεφέρη μπορεί να τους απευθύνει οποιοσδήποτε συνειδητός εργάτης , οποιοσδήποτε πολιτικός του προλεταριάτου σε όλα σχεδόν τα κόμματα και σε όλες σχεδόν τις οργανώσεις της ελληνικής ( και όχι μόνο) αριστεράς, αφού ο πυρήνας του πολιτικού λόγου όλης σχεδόν της αριστεράς είναι ο αποφατισμός, ο αυτοπροσδιορισμός της όχι με βάση το τι είναι, αλλά με βάση το τι δεν είναι. Η πλειοψηφία της αριστεράς, αντί να προσδιορίσει την τρέχουσα πολιτική της θετικά και μονοσήμαντα, αρνείται να καθορίσει χωρίς διφορούμενα τη στάση της απέναντι στον αστισμό και στους μικροαστούς, αποφεύγει να αναλάβει δημόσιες δεσμεύσεις έναντι της εργατικής τάξης χωρίς ταυτόχρονα να καταφεύγει σε βολικές γενικολογίες και σε παραπλανητικές αποφατικές πολυσημίες.
Ό,τι όμως είναι όχι μαύρο δεν είναι λογικά και αναγκαία λευκό. Μπορεί επίσης να είναι γαλάζιο, πράσινο, ροζ, κίτρινο κτλ. Ό,τι είναι αντινεοφιλελεύθερο, αντιμονοπωλιακό, αντικαπιταλιστικό δεν είναι λογικά και αναγκαία εργατικό, προλεταριακό, κομμουνιστικό. Μπορεί επίσης να είναι αστικό ή μικροαστικό. Ωστόσο, η λογική αδιαφάνεια της αποφατικής ορολογίας αποκρύπτει το (δια)ταξικό πολυσυλλεκτικό περιεχόμενο των εννοιών αυτών. Έτσι ο αποφατισμός και η πολυσημία της έκφρασης γίνονται όργανα χειραγώγησης των εργατών, που κατά ψυχολογική αναγκαιότητα τείνουν να αποδώσουν σε αυτούς τους όρους εργατικό ταξικό περιεχόμενο, χωρίς όμως αυτή η νοηματοδότηση να δεσμεύει τους αυθεντικούς ερμηνευτές του νοήματος αυτών των όρων. Οι ηγεσίες της αντινεοφιλελεύθερης, της αντιμονοπωλιακής και της αντικαπιταλιστικής αριστεράς από τη μια με τους όρους αυτούς υπνωτίζουν και χαλιναγωγούν, χαβώνουν την εργατική τάξη, και από την άλλη διατηρούν αποκλειστικά για τον εαυτό τους το μονοπώλιο της αυθεντικής ερμηνείας αυτών των όρων. Αλλ΄ όταν έλθ’ η ώρα των πραγματικών πολιτικών αποφάσεων, με τες δικές της συμβουλές, με τους συμβιβασμούς της, και με τες υποσχέσεις της, στην ίδια μοιραία χαρά της ταξικής συνεργασίας ξαναπιαίνουν - παρά τους όρκους πίστης στην εργατική τάξη που πολλές από αυτές τις ηγεσίες ομνύουν κάθε τόσο. Όποιος λοιπόν έχει στοιχειώδεις γνώσεις κοινωνιολογίας, πολιτικών επιστημών και πολιτικής οικονομίας και στοιχειώδη πολιτική μνήμη αντιλαμβάνεται ότι οι αριστερές αυτές ηγεσίες στο πρόγραμμά τους το ‘χουν δίπορτο, για να υποτάσσουν τα συμφέροντα των εργατών στα συμφέροντα των αστών και των μικροαστών, μέσω των συμμαχιών που εξυπονοούν με τα αντί τους.
Η αντινεοφιλελεύθερη αριστερά εξυπονοεί ότι μπορεί να υπάρξει μια συμμαχία της εργατικής τάξης και των μικροαστών με κάποιον αόρατο δια γυμνού οφθαλμού αστισμό της κοινωνικής ευαισθησίας και του κοινωνικού κράτους, ο οποίος υποτίθεται ότι πολιτικά εκφράζεται από το ΠΑΣΟΚ. Η αντιμονοπωλιακή αριστερά επαγγέλεται μια συμμαχία της εργατικής τάξης και των μικροαστών με τη μη μονοπωλιακή αστική τάξη. Και η αντικαπιταλιστική αριστερά φιλοδοξεί να εκφράσει τους εργάτες και τους μικροαστούς. Αποκρύπτεται ωστόσο με επιμέλεια, , ,ότι σε όλες αυτές τις συμμαχίες η εργατική τάξη είναι από χέρι, δυνητικά ή αναγκαστικά, η μεγάλη χαμένη του πολιτικού παιχνιδιού, μια και οι οργανώσεις που διατείνονται ότι την εκπροσωπούν, στην πράξη αποφεύγουν να προβάλλουν την πρωτοκαθεδρία των συμφερόντων της εργατικής τάξης.
Το πιο απλό εργατικό αίτημα, όταν διεκδικηθεί με συνέπεια στην πράξη, μια μερική ή γενική αύξηση των μισθών που ξεπερνά τις αντοχές της οικονομίας, τινάζει αμέσως στον αέρα όλα τα αντινεοφιλελεύθερα και αντιμονοπωλιακά μέτωπα, γιατί σημαίνει αντίστοιχη μείωση του γενικού ποσοστού κέρδους και της κερδοφορίας όλων των κεφαλαιοκρατικών (και αρκετών μικρών) επιχειρήσεων. Έτσι εξηγείται γιατί και η αντινεοφιλελεύθερη και η αντιμονοπωλιακή αριστερά καταβάλλουν τόσο φιλότιμες προσπάθειες να κρατήσουν τις εργατικές διεκδικήσεις μέσα σε ανεκτά από την αστική τάξη όρια, ώστε να μη λακίσει η αντινεοφιλελεύθερη και η μη μονοπωλιακή αστική τάξη από τις αντίστοιχες συμμαχίες.
Η αντικαπιταλιστική αριστερά επίσης μας αποκρύπτει ότι οι μικροαστοί της πόλης και του χωριού, καθώς και προνομιούχα τμήματα των μισθωτών του δημόσιου τομέα μπορεί να είναι αντικαπιταλιστές σε μια άλλη βάση από τους προλετάριους, και μπορεί να μετατραπούν σε επαναστάτες μόνον όταν επίκειται η ταξική τους υποβάθμιση, το κατρακύλισμά τους στην κατάσταση του προλετάριου. Διαφορετικά, οι μικροαστοί επιθυμούν τη διαιώνιση της μικρής επιχείρησης με τη βοήθεια ενός ισχυρού κράτους, το οποίο θα κρατικοποιήσει τις μεγάλες επιχειρήσεις ή θα επιβάλλει άγρια φορολογία στην εργατική τάξη, για να εξασφαλίσει στους περίφημους μικρομεσαίους προνομιακή τραπεζική μεταχείριση κι επιδοτήσεις, προνομιακό εφοδιασμό με πρώτες ύλες ( ρεύμα, καύσιμα, λιπάσματα, σπόρους κλπ.), προνομιακές τιμές, προνομιακές φοροαπαλλαγές ( π.χ. επιστροφή ΦΠΑ ) κλπ. Προνομιούχοι μισθωτοί του δημόσιου τομέα, εδώ και δεκαετίες, έχουν επιβάλλει ντε γιούρε και ντε φάκτο μια μικροαστική ιδιωτικοποίηση του κράτους. Οι γιατροί π.χ. που τσεπώνουν τα φακελάκια τους για εγχειρήσεις ή εξετάσεις σε δημόσιο νοσοκομείο και διατηρούν ιδιωτικό ιατρείο μέσα και έξω από το δημόσιο νοσοκομείο, είναι από συμφέρον αντίθετοι στην πώληση των δημόσιων νοσοκομείων στους κεφαλαιοκράτες, φορούν το προσωπείο του αντικαπιταλιστή, χωρίς αυτό να τους καθιστά φιλικούς προς την εργατική τάξη και τους φτωχούς εργαζόμενους. Και ο καθένας μπορεί να πολλαπλασιάσει τα παραδείγματα από τους χώρους της παιδείας, της τοπικής αυτοδιοίκησης, των οικονομικών υπηρεσιών κλπ. κλπ.
Ποιους παραπλανεί π.χ. η αντικαπιταλιστική αριστερά, όταν υπόσχεται σε όλους δημόσια και δωρεάν ιατροφαρμακευτική περίθαλψη, δημόσια και δωρεάν παιδεία κλπ., και συνάμα ο προεκλογικός της πολιτικός λόγος δε στρέφεται κατά της τυπικής και άτυπης μικροαστικής ιδιωτικοποίησης του δημόσιου τομέα; Πόσο κομμουνιστικός είναι ο λόγος της, όταν τη μεγαλόστομη απαίτηση για επιστροφή όλης της κλεμμένης υπεραξίας τη συνοδεύει με την απαίτηση για προνομιακές επιδοτήσεις των φτωχομεσαίων αγροτών ως ανεξάρτητων παραγωγών και των συνεταιρισμών γενικά, εδώ και τώρα; Γιατί απουσιάζει από τον αντικαπιταλιστικό λόγο οποιαδήποτε αναφορά στην αισχρή χρηματοδότηση της ασφάλισης των αγροτών από τις ασφαλιστικές εισφορές που καταβάλλουν δεκάδες χιλιάδες εργάτες γης στον ΟΓΑ και όχι στο ΙΚΑ;
Γιατί κάποιες αντικαπιταλιστικές οργανώσεις (π.χ. ΑΡΑΝ- ΑΡΑΣ- ΣΕΚ), ενώ υπερασπίζουν τα συνταγματικά κατοχυρωμένα ατομικά δικαιώματα των αλλοδαπών, υποβαθμίζουν ή ξεχνούν εντελώς στις προεκλογικές τους διακηρύξεις τα κοινωνικά και πολιτικά δικαιώματα των αλλοδαπών εργατών; Αν το σύνταγμα της Συμβατικής (1793) και το Σύνταγμα του Ρήγα Φεραίου (1797 ) πολιτογραφούσαν Έλληνες και Γάλλους όλους τους αλλοδαπούς της Γαλλίας και της Ελλάδας που ζούσαν από την εργασία τους, αν η Ε.Ε. σχεδιάζει την παραχώρηση μειωμένων πολιτικών δικαιωμάτων στους αλλοδαπούς, τότε τι πρέπει να κάνει η αντικαπιταλιστική αριστερά που τάζει εργατικούς ελέγχους και κοινωνίες των ελεύθερων παραγωγών στην ελληνική εργατική τάξη, μέγα μέρος της οποίας στερείται σήμερα κάθε κοινωνικό και πολιτικό δικαίωμα; Η πάλη για την πολιτική δημοκρατία δεν είναι πια αναπόσπαστο μέρος της πάλης για το σοσιαλισμό;
Οι προλετάριοι και οι κομμουνιστές δε χρειάζονται κρυπτικές αποφατικές πολιτικές. Στις εκλογές δηλώνουμε ανοιχτά την ταξική μας αναφορά στην εργατική τάξη΄ την εργατική τάξη πρέπει να προειδοποιήσουμε για την επίθεση που θα εξαπολύσει μετεκλογικά εναντίον της όλη η αστική τάξη΄ την εργατική τάξη πρέπει να εμψυχώσουμε, να διαφωτίσουμε, να οργανώσουμε΄ να συμβάλλουμε στην ενίσχυση της αυτενέργειάς της και στην ταξική αναγέννηση των συνδικάτων, που είναι η κατ΄ εξοχήν οργάνωση όλης της εργατικής τάξης και η βάση του μαζικού κινήματος΄ την τάξη μας πρέπει να τη βοηθήσουμε να υψωθεί σε τάξη εν ενεργεία με τη δημιουργία πολιτικού κόμματος της τάξης, ικανού να οδηγήσει τους εργάτες και τα άλλα εργαζόμενα στρώματα στην προλεταριακή επανάσταση και στην κατάληψη της κρατικής εξουσίας με τη συντριβή της αστικής κρατικής μηχανής και την εγκαθίδρυση της μιας ή της άλλης μορφής της δικτατορίας του προλεταριάτου.
Αυτή η δικτατορία, μέσα από μια μακρά μεταβατική περίοδο επιμέρους επαναστατικών μετασχηματισμών σε όλα τα επίπεδα της μεταβατικής κοινωνίας, θα κοινωνικοποιήσει και τη μεγάλη και τη μικρή επιχείρηση και θα οργανώσει την προώθηση της προλεταριακής επανάστασης και την οικοδόμηση του κομμουνισμού σε παγκόσμιο επίπεδο.
Χ. Φουσέκης