[2023-05-09] Εκλογική διακήρυξη της κ.ο. ΑΝΑΣΥΝΤΑΞΗ
Εκλογική διακήρυξη της κ.ο. ΑΝΑΣΥΝΤΑΞΗ
Η χώρα βαδίζει προς τις εκλογές μέσα σε ένα διεθνές κλίμα που επιβαρύνεται από την επερχόμενη οικονομική κρίση και τις συγκρούσεις ανάμεσα στις μεγάλες δυνάμεις.
Συνεχίζεται η περαιτέρω αποσάθρωση του συστήματος της λεγόμενης «παγκοσμιοποίησης», δηλαδή, της κυριαρχίας των ΗΠΑ και των συμμάχων της στην παγκόσμια οικονομία και το παγκόσμιο εμπόριο. Αποσάθρωση που ξεκίνησε από την οικονομική κρίση του 2008 και συνεχίζεται, καθώς η οικονομική κρίση δεν έχει βρει μια μόνιμη λύση, δηλαδή, δεν έχει βρεθεί τρόπος για μια πιο σταθερή άνοδο του ποσοστού κέρδους των καπιταλιστών. Αντίθετα, τα αστικά επιτελεία προβλέπουν νέα ύφεση για το άμεσο μέλλον, πράγμα που θα επηρεάσει και τη βαρυφορτωμένη με χρέη ελληνική οικονομία (βλ. νέα λιτότητα και πιθανά μνημόνια).
Η άνοδος της Κίνας αλλά και άλλων χωρών διασπά το παγκόσμιο ιμπεριαλιστικό σύστημα, οδηγεί σε συγκρούσεις ανάμεσα στις μεγάλες δυνάμεις, που εκφράζονται και με πολεμικές συγκρούσεις, όπως αυτή της Ουκρανίας (όπου στην ουσία πολεμούν οι Ρώσοι εναντίον των Αμερικανών και του ΝΑΤΟ μέσω αντιπροσώπου, του Ουκρανικού λαού). Η ελληνική αστική τάξη έχει διαλέξει στρατόπεδο, το Νατοϊκό, και έχει μετατρέψει τη χώρα σε ορμητήριο του ΝΑΤΟ. Η επιθετική πολιτική της οδηγεί σε πιθανή πολεμική σύγκρουση με την Τουρκία.
Ο παγκόσμιος καπιταλισμός σαπίζει. Παρά την αύξηση του πλούτου, παρά τις πρωτοφανείς δυνατότητες της τεχνολογίας και της επιστήμης να εξασφαλίσει ένα λαμπρό μέλλον για την ανθρωπότητα, χωρίς φτώχεια και χωρίς πολέμους, ο καπιταλισμός και η κινητήρια μηχανή του, το κυνήγι του καπιταλιστικού κέρδους, σέρνουν την ανθρωπότητα στο χείλος της εξαθλίωσης, της κλιματικής-περιβαλλοντικής καταστροφή, στον όλεθρο του πολέμου και στην εξαθλίωση της παγκόσμιας εργατικής τάξης.
Στη Ελλάδα, το τραγικό δυστύχημα–κρατικό έγκλημα στα Τέμπη αποτελεί ένα εμβληματικό γεγονός που αποτυπώνει την ταξική φύση του σημερινού αστικού μνημονιακού καθεστώτος. Ευθύνη για το έγκλημα έχουν οι εταιρείες που είχαν αναλάβει την ολοκλήρωση του συστήματος τηλεδιοίκησης (ΑΚΤΩΡ, ALSTOM) και οι πολιτικές ηγεσίες που τους επέτρεψαν να καθυστερούν και να εκβιάζουν για να αποσπάσουν περισσότερα κέρδη.
Η κατάσταση που βιώνει η εργατική τάξη και τα φτωχά λαϊκά στρώματα είναι σε μεγάλο βαθμό προϊόν του ριζικού ξεθεμελιώματος εργατικών κατακτήσεων και του στερεώματος των προνομίων της κυρίαρχης τάξης που υλοποιήθηκε με τις μνημονιακές πολιτικές.
Τα μνημόνια ήταν η απάντηση της αστικής τάξης στην κρίση. Η απάντηση που έδωσαν οι μνημονιακές πολιτικές στο ερώτημα «Ποιος θα πληρώσει την κρίση;» ήταν: «Η εργατική τάξη!».
Έτσι, ενώ οι κατακτήσεις της εργατικής τάξης σαρώθηκαν (μείωση μισθών και συντάξεων, διευκόλυνση απολύσεων, ελαστικοποίηση εργασιακών σχέσεων, ξεπούλημα δημόσιων επιχειρήσεων, ξεθεμέλιωμα δημόσιων υπηρεσιών, εμπορευματοποίηση υγείας και παιδείας), τα προνόμια των κεφαλαιοκρατών προστατεύθηκαν.
Με τα μνημόνια λοιπόν προστατεύθηκαν:
-Η ιδιωτική ιδιοκτησία στις τράπεζες, οι οποίες διασώθηκαν με κρατικά κεφάλαια που φορτώθηκαν στο δημόσιο χρέος. Σήμερα, το μεγαλύτερο μέρος των ιδίων κεφαλαίων τους είναι ο αναβαλλόμενος φόρος, ο οποίος «αναβλήθηκε» εκ νέου το 2021 με μια ρύθμιση βάθους 20ετίας. Το τραπεζικό σύστημα είναι σήμερα υπόδειγμα κρατικοδίαιτης επιχειρηματικότητας: οι τράπεζες επιβιώνουν χάρη στη στήριξη του κράτους, τα κέρδη μοιράζονται στους μετόχους και οι ζημιές φορτώνονται στο κράτος.
-Η διατήρηση του –συνταγματικά κατοχυρωμένου– αφορολόγητου του εφοπλιστικού κεφαλαίου και των «κεφαλαίων εξωτερικού».
-Το αφορολόγητο της εκκλησίας και η μισθοδοσία του κλήρου από το κράτος. Η ελλαδική εκκλησία παραμένει ο μεγαλύτερος ιδιοκτήτης ακινήτων και γης στη χώρα (40.000 ακίνητα, 1 εκατομμύριο στρέμματα) και παρόλα αυτά εξακολουθεί να απομυζά τουλάχιστον 200 εκ. ευρώ το χρόνο για τη μισθοδοσία των παπάδων, και να μη πληρώνει φόρους ακίνητης περιουσίας.
-Η συνεχιζόμενη εκμετάλλευση των εθνικών δρόμων από τις κατασκευαστικές εταιρείες με ληστρικές συμβάσεις που «αποζημιώνουν» τους εκμεταλλευτές, αν η κίνηση δεν είναι η προσδοκώμενη.
-Κυρίως προστατεύθηκε το «δικαίωμα» των κεφαλαιοκρατών να εκμεταλλεύονται τους εργαζόμενους.
Για να υλοποιηθούν όλα τα παραπάνω, χρειάστηκε το κατάλληλο πολιτικό προσωπικό που πειθήνια εφάρμοσε τις μνημονιακές πολιτικές. Το προσωπικό αυτό βρίσκεται στα κόμματα της Νέας Δημοκρατίας, του ΠΑΣΟΚ και του ΣΥΡΙΖΑ και ζητάει εκ νέου την ψήφο μας. Απαραίτητος κολαούζος των κυβερνητικών κομμάτων, τα κόμματα της άκρας δεξιάς που χρηματοδοτήθηκαν από τους κεφαλαιοκράτες και παρόλο που δεν άσκησαν κυβερνητική εξουσία, στήριξαν τα συμφέροντα των αφεντικών τους με τη στάση τους μέσα κι έξω από τη Βουλή.
Χρειάστηκε επίσης, να ηττηθεί η αγωνιζόμενη εργατική τάξη παρά τις μεγάλες και διαρκείς κινητοποιήσεις της περιόδου 2010-12 που οδήγησαν τα πράγματα σε συνθήκες επαναστατικής κατάστασης στα τέλη του 2011.
Οι «κατακτήσεις» των κεφαλαιοκρατών απέναντι στις καταπιεζόμενες τάξεις τούς επέτρεψαν να φορτώσουν τα βάρη της καπιταλιστικής κρίσης στην εργατική τάξη και τα μεσαία στρώματα. Επίσης, τους παρέχουν τα εργαλεία για να αντιμετωπίσουν τη νέα επερχόμενη κρίση και πάλι φορτώνοντάς την στην εργατική τάξη.
Απέναντι στην πραγματικότητα του αστικού μνημονιακού καθεστώτος
Επαναστατικό μεταβατικό πρόγραμμα
Το έγκλημα στα Τέμπη ανέδειξε τους κινδύνους των ιδιωτικοποιήσεων και την ανάγκη οι υποδομές να φύγουν από τα χέρια των κεφαλαιοκρατών. Η κρατικοποίηση των σιδηροδρόμων, των ακτοπλοϊκών γραμμών, της ενέργειας, των επικοινωνιών και των διοδίων στους εθνικούς δρόμους, είναι οι θεμέλιοι λίθοι ενός προγράμματος σύμφωνου με τα συμφέροντα της εργατικής τάξης.
Κρίσιμος κρίκος του επαναστατικού μεταβατικού προγράμματος είναι η μονομερής διαγραφή του δημόσιου χρέους. Η μονομερής διαγραφή πραγματοποιείται με παύση πληρωμών και με δήλωση της κυβέρνησης ότι δεν αναγνωρίζει και δεν πρόκειται να αποπληρώσει το χρέος. Εξαιρούνται τα χρέη προς τα (ελληνικά και ξένα) ασφαλιστικά ταμεία.
Μια τέτοια κίνηση είναι στην ουσία πολεμική ενέργεια ενάντια στους θεσμούς του παγκόσμιου καπιταλισμού (ΔΝΤ, Παγκόσμια τράπεζα, ΠΟΕ), αλλά και ενάντια στους πιστωτές του ελληνικού κράτους, καθώς καταστρέφει κεφάλαια εκατοντάδων δισ. ευρώ. Οι κάτοχοι χρεογράφων του ελληνικού δημοσίου θα δουν την αξία των τοποθετήσεών τους να μηδενίζεται. Άμεση συνέπεια της μονομερούς διαγραφής του χρέους είναι ο εξοβελισμός της χώρας από τους διεθνείς οργανισμούς στους οποίους συμμετέχει, όπως το ΔΝΤ (στο οποίο πληρώνει ετήσια συνδρομή) και η Ευρωπαϊκή Ένωση (προς την οποία κατευθύνεται τμήμα των κρατικών εσόδων).
Η διαγραφή του δημόσιου χρέους δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί με κάποιο μαγικό κόλπο. Μπορεί να πραγματοποιηθεί μόνο από μια αποφασισμένη κυβέρνηση που στηρίζεται στην αποφασισμένη και κινητοποιημένη εργατική τάξη της χώρας.
Η διαγραφή του δημόσιου χρέους οδηγεί στη χρεοκοπία το τραπεζικό σύστημα.
Οι ελληνικές τράπεζες διασώθηκαν και επιβιώνουν χάρη στην γενναία στήριξή τους από το κράτος. Τα δισ. ευρώ που διατέθηκαν για τη διάσωση των τραπεζών φορτώθηκαν στο δημόσιο χρέος, όμως το κουμάντο στις τράπεζες γίνεται από τους ιδιώτες μετόχους. Στο κόστος που είχε η πολιτική στήριξης των τραπεζών πρέπει να υπολογιστεί και το χάρισμα δημόσιας περιουσίας, όπως π.χ. τα περιουσιακά στοιχεία της Αγροτικής Τράπεζας, η οποία χαρίστηκε σε ιδιωτική τράπεζα. Η χρεοκοπία των τραπεζών θα αντιμετωπιστεί με κρατικοποίηση χωρίς αποζημίωση του συνόλου του τραπεζικού συστήματος.
Η κρατικοποίηση των τραπεζών μεταφέρει στα χέρια του κράτους σχεδόν το σύνολο της οικονομικής δραστηριότητας της χώρας. Οι τράπεζες κατέχουν μετοχικό κεφάλαιο σε επιχειρήσεις, ενώ έχουν απαιτήσεις (δάνεια) από άλλες. Σε πολλές περιπτώσεις, τα δάνεια αυτά ξεπερνάνε την αξία της επιχείρησης.
Ο χωρισμός κράτους-εκκλησίας είναι ένα επίσης αναγκαίο στοιχείο του επαναστατικού προγράμματος. Στόχος μας ένα κοσμικό κράτος στο οποίο η άσκηση των θρησκευτικών καθηκόντων θα είναι ιδιωτική υπόθεση και καμία εκκλησία δεν θα έχει λόγο στις πολιτικές υποθέσεις. Η διακοπή της μισθοδοσίας του κλήρου από το κράτος και η δήμευση της εκκλησιαστικής περιουσίας είναι απολύτως αναγκαίες πολιτικές για να σταματήσει η εργατική τάξη να χρηματοδοτεί με το στανιό αυτούς που την αποβλακώνουν. Η κατάργηση του μεσαιωνικού άβατου του Αγίου Όρους είναι επίσης μια στοιχειώδης αστικοδημοκρατική μεταρρύθμιση για την οποία δεν μιλάει κανένας (από δεξιά και αριστερά) και φαίνεται ότι δεν μπορεί να υλοποιηθεί σε συνθήκες αστικής εξουσίας.
Ένα τέτοιο πρόγραμμα είναι ασύμβατο με την παραμονή της χώρας στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Η Ε.Ε. είναι –μεταξύ άλλων– ένας μηχανισμός προστασίας της ιδιωτικής ιδιοκτησίας και η εφαρμογή ενός τέτοιου προγράμματος συνεπάγεται την έξοδο της χώρας από την Ε.Ε. και κατά συνέπεια και από την Ευρωζώνη. Η εισαγωγή εθνικού νομίσματος είναι μια παράπλευρη συνέπεια της υλοποίησης του επαναστατικού μεταβατικού προγράμματος.
Η έξοδος από το ΝΑΤΟ και η απομάκρυνση των βάσεων είναι επίσης προϋπόθεση για την ολοκλήρωση ενός τέτοιου προγράμματος. Οι ΝΑΤΟϊκές δυνάμεις παίζουν τον ρόλο του χωροφύλακα και στο εσωτερικό των κρατών–μελών του και είναι βέβαιο ότι θα επιδιώξουν να παρέμβουν στην περίπτωση που οι εξελίξεις κινηθούν σε επαναστατική κατεύθυνση. Απέναντι στις ΝΑΤΟϊκές δυνάμεις, όπλο μας είναι η οργάνωση της εργαζόμενης πλειοψηφίας και η διεθνιστική αλληλεγγύη της παγκόσμιας εργατικής τάξης.
Το πρόγραμμα αυτό είναι μεταβατικό με την έννοια ότι περιγράφει τη μετάβαση από τη σημερινή κατάσταση της αστικής εξουσίας (δικτατορίας της αστικής τάξης) στο κράτος της δικτατορίας του προλεταριάτου.
Το μεταβατικό πρόγραμμα υλοποιείται στο σύνολό του από μια επαναστατική εργατική κυβέρνηση, μια κυβέρνηση που προκύπτει από την επαναστατική ανατροπή της αστικής εξουσίας. Η έναρξη της εφαρμογής του μπορεί να επιχειρηθεί από μια εργατική κυβέρνηση, προκαλώντας την αντίδραση της αστικής τάξης, η οποία θα τσακιστεί από την επαναστατική διαδικασία και θα μετατρέψει την εργατική κυβέρνηση σε επαναστατική εργατική κυβέρνηση.
-Μονομερής διαγραφή του δημόσιου χρέους, εκτός αυτού προς τα ασφαλιστικά ταμεία. -Κρατικοποίηση των τραπεζών χωρίς αποζημίωση, συγχώνευση σε ένα τραπεζικό ίδρυμα και λειτουργία τους με εργατικό έλεγχο. -Κρατικοποίηση των επιχειρήσεων κοινής ωφέλειας και των μεγάλων επιχειρήσεων. Λειτουργία τους με εργατικό έλεγχο. -Χωρισμός εκκλησίας–κράτους. Δήμευση της εκκλησιαστικής περιουσίας, αποδημοσιοϋπαλληλοποίηση του κλήρου. Κατάργηση του άβατου του Αγίου Όρους. -Έξοδος από την Ευρωπαϊκή Ένωση. -Έξοδος από το ΝΑΤΟ. Κλείσιμο των βάσεων. |
Μαύρο στο μνημονιακό μπλοκ και την άκρα δεξιά
Οι στόχοι αυτοί αποτελούν τη βάση του επαναστατικού μεταβατικού προγράμματος. Στη βάση αυτή η Αριστερά οφείλει να διατυπώσει πρόταση διεκδίκησης της εξουσίας σήμερα και όχι σε κάποιο αόριστο μέλλον.
Η κατάκτηση της κυβέρνησης από ένα κόμμα εργατικής αναφοράς δεν είναι ίδια με την κατάκτηση της εξουσίας από την εργατική τάξη. Φυσικά, η κατάκτηση της εξουσίας από την εργατική τάξη συνεπάγεται οπωσδήποτε την κατάκτηση και της κυβέρνησης. Και ενίοτε (αλλά όχι πάντα), η κατάκτηση της κυβέρνησης μπορεί να αποδειχτεί χρήσιμη στην πάλη για την κατάκτηση της εξουσίας.
Στις επερχόμενες εκλογές, η Αριστερά εμφανίζεται είτε αδιάφορη για την κατάκτηση της εξουσίας κι επομένως χωρίς πρόταση για την κατάκτηση της κυβέρνησης στις σημερινές συνθήκες (κομμουνιστική και κομμουνιστογενής Αριστερά), είτε χωρίς συνεκτικό πρόγραμμα (ΜΕΡΑ25).
Είναι επομένως αναμενόμενη η κυριαρχία των μνημονιακών δυνάμεων στην κάλπη, οι οποίες με κάποιο συνδυασμό μεταξύ ΝΔ, ΣΥΡΙΖΑ και ΠΑΣΟΚ θα καταφέρουν να σχηματίσουν μια ακόμα μνημονιακή κυβέρνηση είτε σε αυτήν είτε σε κάποια επόμενη εκλογική αναμέτρηση.
Στεκόμαστε απέναντι στο μνημονιακό μπλοκ και την άκρα δεξιά–κολαούζο του συστήματος. Επιδιώκουμε να δυσκολέψουμε όσο μπορούμε τον σχηματισμό της επόμενης μνημονιακής κυβέρνησης. Χωρίς αυταπάτες για τα όρια και τον ρόλο που μπορεί να παίξει η σημερινή Αριστερά, καλούμε σε ψήφο καταδίκης του μνημονιακού μπλοκ, χρησιμοποιώντας τα ψηφοδέλτια της Αριστεράς.
κομμουνιστική οργάνωση ΑΝΑΣΥΝΤΑΞΗ
[2023-04-24] Η πρόσφατη κρίση στον τραπεζικό τομέα
Η πρόσφατη κρίση στον τραπεζικό τομέα
H χρεοκοπία της Credit Suisse και της Silicon Valley Bank (SVB) είναι ο πιο πρόσφατος κρίκος σε μια αλυσίδα εξελίξεων, των οποίων η άμεση αιτία είναι ο πόλεμος στην Ουκρανία και το σπάσιμο των εφοδιαστικών αλυσίδων, αλλά το υπόστρωμα είναι η οικονομική κρίση του 2008-9, η γενικότερη κρίση του παγκόσμιου καπιταλισμού και ο ανταγωνισμός των μεγάλων δυνάμεων.
Ας πάρουμε τα πράγματα με τη σειρά. Εκ πρώτης όψεως, η SVB χρεοκόπησε όταν πολλοί από τους μεγαλοκαταθέτες της έκαναν μαζικά αναλήψεις και η τράπεζα δεν διέθετε τα απαιτούμενα ρευστά διαθέσιμα για να καλύψει αυτές τις αναλήψεις. Η συγκεκριμένη τράπεζα εξυπηρετούσε κυρίως επιχειρήσεις στον χώρο της υψηλής τεχνολογίας. Οι τελευταίες αντιμετωπίζουν σοβαρά προβλήματα το τελευταίο διάστημα, κυρίως διότι τα περιθώρια κέρδους τους μειώνονται, με αποτέλεσμα να χρησιμοποιούν τις καταθέσεις τους για να συνεχίσουν να παραμένουν σε λειτουργία. Επιπλέον, οι μεγάλοι καταθέτες διαπιστώνουν ότι οι καταθέσεις αποφέρουν ελάχιστα σε σχέση με άλλα στοιχεία χαρτοφυλακίου (π.χ., κρατικά ομόλογα), καθώς η άνοδος των επιτοκίων αυξάνει τα επιτόκια των ομολόγων, ενώ οι τράπεζες συνεχίζουν να διατηρούν σχετικά χαμηλά τα επιτόκια καταθέσεων. Για παράδειγμα, την εβδομάδα που κατάρρευσε η SVB η απόδοση των διετών κρατικών ομολόγων των ΗΠΑ είχε φτάσει στο 4,16%, όταν οι καταθέσεις έχουν επιτόκιο 0,2%. Το αποτέλεσμα ήταν ότι τις τελευταίες εβδομάδες, καθώς τα επιτόκια αυξάνονταν, πολλοί έσπευσαν να αποσύρουν τις καταθέσεις τους, ιδιαίτερα οι μεγαλο-επενδυτές (funds που επενδύουν σε εταιρείες υψηλής τεχνολογίας). Η τράπεζα δεν είχε ρευστό στα χρηματοκιβώτια της για να καλύψει όλες αυτές τις αναλήψεις. Για να αποκτήσει ρευστό, πούλησε στην αγορά κρατικά ομόλογα που είχε αγοράσει και τα οποία θα έληγαν κάποια χρόνια μετά, και θα απέδιδαν τότε τον καθορισμένο τόκο με τον οποίο αγοράστηκαν. Όμως, η άνοδος των επιτοκίων είχε μειώσει την αξία αυτών των ομολόγων στην αγορά, αφού είχαν εκδοθεί με χαμηλότερο επιτόκιο από αυτό με το οποίο εκδίδονται τα πιο πρόσφατα ομόλογα, τα οποία εκδίδονται σε ένα περιβάλλον ανόδου των επιτοκίων. Το αποτέλεσμα είναι η SVB να πουλάει αυτά τα ομόλογα με απώλειες, δηλαδή, σε χαμηλότερες τιμές από αυτές που τα είχε αγοράσει. Όταν αυτό έγινε γνωστό, οι μεγαλοκαταθέτες άρχισαν να αποσύρουν ακόμα πιο μαζικά τις καταθέσεις τους από φόβο ότι η τράπεζα δεν θα έχει επαρκή ρευστότητα για να τους καλύψει. Και αυτό πράγματι έγινε.
Αυτή η περιγραφή, όμως, δεν εξηγεί τίποτα. Απλώς, περιγράφει την κατάσταση. Τα ερωτήματα που τίθενται είναι: γιατί αυξάνεται ο πληθωρισμός; Γιατί η Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ (γνωστή ως Fed) αυξάνει τα επιτόκια για να αντιμετωπίσει τον πληθωρισμό; Γιατί γίνονται μαζικά αναλήψεις το τελευταίο διάστημα; Πού πάνε τα χρήματα που ρευστοποιούνται; Πώς αντιμετωπίζει το πρόβλημα της κατάρρευσης αυτών των τραπεζών η αστική τάξη και το κράτος της; Και κυρίως: έχουν τελειώσει τα προβλήματα για το τραπεζικό σύστημα των ΗΠΑ (και του κόσμου);
[2023-04-10] Απόφαση Πολιτικής Επιτροπής (28.3.2023)
Απόφαση Πολιτικής Επιτροπής
Διεθνείς εξελίξεις: Οι αλυσιδωτές συνέπειες του πολέμου στην Ουκρανία
H χρεοκοπία της Credit Suisse και της Silicon Valley Bank (SVB) είναι ο πιο πρόσφατος κρίκος σε μια αλυσίδα εξελίξεων, των οποίων η άμεση αιτία ξεκινάει από τον πόλεμο στην Ουκρανία, αλλά η βαθύτερη πάει πίσω στην κρίση του 2008-9 και τα προγράμματα ποσοτικής χαλάρωσης (Quantitative Easing ή QE, όπως τα ονομάζουν στα αγγλικά) για την αντιμετώπιση της κρίσης.
Στο προσκήνιο λοιπόν, ο πληθωρισμός οφείλεται σε προβλήματα από την πλευρά της προσφοράς και όχι από την αυξημένη ζήτηση και πυροδοτήθηκε από τη διακοπή της ροής ενεργειακών πόρων από τη Ρωσία, επηρεάζοντας όλες τις οικονομίες (και των ΗΠΑ που καταγράφουν πληθωρισμό πάνω από 6%). Πίσω από αυτήν την άμεση αιτία, υπάρχει το υπόβαθρο της κρίσης του 2008 και του τρόπου αντιμετώπισής της. Η κατάρρευση της Lehman Brothers τον Σεπτέμβριο του 2008, και η επακόλουθη οικονομική ύφεση του παγκόσμιου καπιταλισμού – με την εξαίρεση της Κίνας – οδήγησε τους εκπροσώπους του καπιταλισμού σε μέτρα πάσης θυσίας αποφυγής της κατάρρευσης τραπεζών, ιδίως των μεγάλων. Αντί να επιτρέψουν στην κρίση να επιτελέσει το καταστροφικό της έργο σε βάρος του κεφαλαίου (και όχι μόνο), χρησιμοποίησαν το όπλο της παροχής ρευστότητας (ποσοτική χαλάρωση) από τις Κεντρικές Τράπεζες για να αυξήσουν την αξία των περιουσιακών στοιχείων των καπιταλιστών (μετοχές, ομόλογα, αλλά και αύξηση των τιμών ακινήτων) ως αντιστάθμισμα για τις απώλειες που είχαν από τον δανεισμό με βάση τα παράγωγα υποθηκών υψηλού ρίσκου. Αυτή η πολιτική που στηριζόταν στην παροχή ρευστότητας με πολύ χαμηλά, συχνά μηδενικά, επιτόκια, δεν μπόρεσε να αντιμετωπίσει τη ρίζα του προβλήματος που είναι η πτωτική τάση του ποσοστού κέρδους. Οι κεντρικοί τραπεζίτες καθυστέρησαν όσο μπορούσαν την αύξηση των επιτοκίων αλλά δεν μπορούσαν να την αποφύγουν από τη στιγμή που ο πληθωρισμός άρχισε να ανεβαίνει ως αποτέλεσμα της πανδημίας αρχικά, του πολέμου στην Ουκρανία κατόπιν, αλλά και της γενικότερης αποσύνδεσης των αλυσίδων παραγωγής και του κατακερματισμού των αγορών εξαιτίας της σύγκρουσης των ΗΠΑ με την Κίνα. Όλα τα παραπάνω αυξάνουν το κόστος παραγωγής, δημιουργούν προβλήματα στην πλευρά της προσφοράς και αύξηση των τιμών, ενώ η παροχή όλης αυτής της ρευστότητας διατήρησε πολλές επιχειρήσεις στην αγορά, ειδικά των ΗΠΑ. Ταυτόχρονα, η αύξηση του πληθωρισμού, δηλαδή, η ακρίβεια, ωθεί την εργατική τάξη σε αγώνα για αύξηση των μισθών. Η αύξηση των επιτοκίων στοχεύει στη μείωση της ρευστότητας, στη συγκράτηση της ζήτησης, στην αναδιανομή των μεριδίων υπεραξίας υπέρ του χρηματιστικού κεφαλαίου, αλλά και στην αύξηση της πίεσης στην εργατική τάξη (μέσω του κλεισίματος επιχειρήσεων θα αυξηθεί η ανεργία και επομένως θα πέσουν και οι μισθοί), ώστε να ανακάμψει η κερδοφορία. Μ’ αυτό το όπλο, την αύξηση των επιτοκίων δανεισμού, οι Κεντρικές Τράπεζες προσπαθούν να τισαθεύσουν τον πληθωρισμό. Όμως, η τακτική αυτή έχει συνέπειες σε βάρος της οικονομικής ανάπτυξης, οδηγώντας τον παγκόσμιο καπιταλισμό σε νέα ύφεση.
Η αύξηση των επιτοκίων που οι κεντρικές τράπεζες χρησιμοποιούν σαν φάρμακο στον αυξανόμενο πληθωρισμό, αλλά και σαν όπλο ενάντια στις αυξήσεις μισθών για τους εργαζόμενους, οδηγεί σε ξαφνικό θάνατο τις επιχειρήσεις που λειτουργούσαν με οριακά κέρδη και βασίζονταν στο – σχεδόν – μηδενικό κόστος δανεισμού, ενώ προκαλεί κατάρρευση των προβληματικών τραπεζών.
H χρεοκοπία της SVB οφείλεται στην αύξηση των επιτοκίων από την FED, δηλαδή στην αύξηση του επιτοκίου δανεισμού των ΗΠΑ και στην επακόλουθη πτώση της αξίας των ομολόγων που διακρατούσε. Η προσπάθεια της τράπεζας να αντιμετωπίσει προβλήματα ρευστότητας πουλώντας ομόλογα κατέληξε σε μη διαχειρίσιμες απώλειες. Τα προβλήματα ρευστότητας της τράπεζας παρουσιάστηκαν το τελευταίο διάστημα, όταν οι εταιρείες υψηλής τεχνολογίας, που ήταν οι βασικοί πελάτες της συγκεκριμένης τράπεζας, αναγκάστηκαν να κάνουν αναλήψεις για να αντιμετωπίσουν τα δικά τους προβλήματα, ουσιαστικά, τη μείωση των κερδών τους. Επιπλέον, όταν τα επιτόκια αυξάνονται δεν έχει νόημα για τους καπιταλιστές να κρατάνε τα χρήματα τους στις τράπεζες, όπου θα εισπράττουν χαμηλότερο τόκο (τα επιτόκια της Ομοσπονδιακής Τράπεζας των ΗΠΑ είχαν φτάσει την εβδομάδα πριν την κατάρρευση στο 4,6% όταν οι καταθέσεις απέδιδαν μόλις 0,2%). Αυτό οδηγεί επίσης σε τάση ανάληψης των καταθέσεων, ιδιαίτερα από τους πιο πλούσιους καταθέτες. Όταν η SVB προσπάθησε να πουλήσει τα ομόλογα του δημοσίου που διακρατούσε στη δευτερογενή αγορά για να αντλήσει ρευστότητα, έπρεπε να το κάνει αυτό σε χαμηλότερες τιμές από αυτές με τις οποίες τα αγόρασε (πράγμα λογικό από την πλευρά των καπιταλιστών, αφού η άνοδος των επιτοκίων κάνει τα νέα εκδιδόμενα ομόλογα να αποφέρουν μεγαλύτερες αποδόσεις από τα παλιότερα που είχε στα χέρια της η τράπεζα). Το πρόβλημα αυτό μπορεί να αφορά περισσότερες – και μεγαλύτερες από την SVB – τράπεζες. Σύμφωνα με υπολογισμούς ερευνητών από το Πανεπιστήμιο της Νέας Υόρκης, η αύξηση των επιτοκίων άφησε τις αμερικάνικες τράπεζες με απραγματοποίητες απώλειες 1,7 τρισ. δολαρίων, σχεδόν όσο τα ίδια κεφάλαιά τους (2,1 τρισ.).
Η αύξηση των επιτοκίων επαναφέρει στο προσκήνιο το ζήτημα του δημόσιου χρέους και ενισχύει την τάση για επιστροφή σε περιοριστικές δημοσιονομικές πολιτικές. Η διεκδίκηση αυξήσεων στους μισθούς από τους εργαζόμενους είναι μια ακόμα συνέπεια του αυξημένου πληθωρισμού. Η πρόσφατη απεργία στη Γερμανία είναι ένα δείγμα άμεσης σύνδεσης των αυξημένων τιμών με τις εργατικές διεκδικήσεις. Όμως και η μακράς διάρκειας αναταραχή στη Γαλλία με αφορμή την αύξηση των ορίων ηλικίας για σύνταξη, τροφοδοτείται από τη δυσαρέσκεια που προκαλεί το ροκάνισμα του εργατικού εισοδήματος από την αύξηση των τιμών.
Σε τελική ανάλυση, οι εξελίξεις είναι προϊόντα της καπιταλιστικής κρίσης και της όξυνσης της διαπάλης μεταξύ των μεγάλων δυνάμεων που προκαλεί η κρίση. Η κρίση κλιμάκωσε την αντιπαράθεση στην Ουκρανία σε ανοιχτή πολεμική σύγκρουση μεταξύ Ρωσίας και ΝΑΤΟ (που πολεμάει με αντιπρόσωπο τη σημερινή ουκρανική κυβέρνηση) και σε αποκοπή της Ρωσίας από την ΕΕ. Τα – μέχρι στιγμής – κέρδη των ΗΠΑ από τις εξελίξεις, πέρα από τον έλεγχο των ενεργειακών ροών στην Ευρώπη, αποτυπώνονται – μεταξύ άλλων – και στο χαμηλότερο ποσοστό ανεργίας μετά τον δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο. Οι αναταράξεις όμως, στον παγκόσμιο καπιταλισμό ενισχύουν το αναμενόμενο κύμα ύφεσης. Παρά τα προβλήματα που πυροδότησε ο πόλεμος και οι επακόλουθες ανακατατάξεις, οι ΗΠΑ και οι σύμμαχοί τους δεν πρόκειται να αφήσουν την Ουκρανία χωρίς στήριξη. Η στήριξη αυτή δεν είναι μόνο υλική, αλλά και πολιτική. Η προσπάθεια να φτιαχτεί ένα πιο ευνοϊκό για το ΝΑΤΟ περιβάλλον, που θα βοηθήσει την πολεμική προσπάθειά του στην Ουκρανία, θα ξεδιπλωθεί σε διάφορες χώρες της περιοχής, όπως στην Τουρκία, όπου μια ενδεχόμενη ήττα του Ερντογάν θα ευνοήσει την Ατλαντική συμμαχία.
Οι προβλέψεις για την παγκόσμια οικονομία είναι δυσοίωνες για τα επόμενα 2 χρόνια. Οι βασικοί υπερεθνικοί μηχανισμοί, αλλά και ιδιωτικοί φορείς προβλέπουν ύφεση. Ακόμα και η Κίνα έθεσε στόχο ανάπτυξης το 5%, που θεωρείται μετριοπαθής μετά την άρση των περιορισμών λόγω Covid, που αντικειμενικά θα δώσει σημαντική ώθηση στην εσωτερική κινέζικη αγορά.
Ο ελληνικός καπιταλισμός και η πρόκληση της επερχόμενης ύφεσης
Μπροστά στη διαφαινόμενο υφεσιακό κύμα, η ελληνική αστική τάξη φαίνεται να είναι καλύτερα προετοιμασμένη σε σχέση με το 2007-08. Έχει στη διάθεσή της περισσότερα εργαλεία μετά τη μνημονιακή επέλαση, καθώς έχει κάμψει αυτό που οι νεοφιλελεύθεροι ονομάζουν «δυσκαμψίες της αγοράς εργασίας», κοινώς οι επιχειρήσεις μπορούν ευκολότερα να απολύουν, να μειώνουν μισθούς και να τροποποιούν ωράρια. Αυτό σημαίνει άλλωστε «ελαστικοποίηση» της αγοράς εργασίας. Ταυτόχρονα, το αστικό κομματικό σύστημα είναι πλέον – στο μεγαλύτερο μέρος του – προσαρμοσμένο στη «μνημονιακή» πραγματικότητα και υπάρχει ένα βασικό κυβερνητικό κόμμα που είναι πολιτικά και ιδεολογικά προσανατολισμένο στην εξυπηρέτηση των επιχειρηματικών συμφερόντων.
Ωστόσο, οι χρόνιες αδυναμίες του ελληνικού καπιταλισμού, αδυναμίες που οφείλονται στην ίδια την αστική τάξη, απειλούν ανά πάσα στιγμή να αναδυθούν στην επιφάνεια ανατρέποντας τους σχεδιασμούς της αστικής τάξης.
Ακριβώς μια τέτοια περίπτωση είχαμε στο σιδηροδρομικό δυστύχημα στα Τέμπη. Ο ελληνικός σιδηρόδρομος από την αρχή της δημιουργίας του αντιμετώπισε την υπονόμευση από την κυρίαρχη μερίδα των ελλήνων κεφαλαιοκρατών, τους εφοπλιστές. Ενώ το 60% των σιδηροδρομικών γραμμών παγκόσμια έχουν εύρος 1,5 μέτρο (1.435 χιλιοστά) , στην Ελλάδα επιλέχτηκε τελικά (μετά από ακύρωση της αρχικής σύμβασης που προέβλεπε εύρος 1,5 μέτρο) το μετρικό σύστημα (απόσταση 1 μέτρο ανάμεσα στις σιδηροτροχιές) με το οποίο κατασκευάστηκε η σιδηροδρομική γραμμή και το οποίο παραμένει ακόμα στο δίκτυο της Πελοποννήσου. Σημαντικό μέρος του σιδηροδρομικού δικτύου το κληρονόμησε το ελληνικό κράτος από την Οθωμανική αυτοκρατορία (Θεσσαλονίκη – Αλεξανδρούπολη), ενώ μεγάλες περιοχές της χώρας δεν είχαν ποτέ σιδηρόδρομο. Ακόμα κι αυτές οι περιορισμένες, σε σχέση με τις ανάγκες, επενδύσεις στο σιδηρόδρομο τινάχτηκαν στον αέρα με τα μνημόνια που στο όνομα της καταπολέμησης των ελλειμμάτων ιδιωτικοποίησαν την εκμετάλλευση των γραμμών και αποψίλωσαν το προσωπικό.
Το δυστύχημα στα Τέμπη αποτέλεσε τη μεγαλύτερη δοκιμασία για την κυβέρνηση Μητσοτάκη. Μια κυβέρνηση που στα τέσσερα σχεδόν χρόνια της θητείας της αντιμετώπισε πολύ αδύναμη αντίσταση από την πλευρά του εργατικού κινήματος, βρέθηκε ξαφνικά αντιμέτωπη με τη μεγαλύτερη απεργιακή συγκέντρωση από το 2012. Επίσης, περιορίστηκε σημαντικά το ισχυρό δημοσκοπικό προβάδισμα που απολάμβανε η Νέα Δημοκρατία από το 2016 και το οποίο επιβεβαιώθηκε στις κάλπες του 2019.
Το έγκλημα στα Τέμπη και η πολιτική διαχείρισή του
Ανεξάρτητα από οποιαδήποτε πρόθεση, το έγκλημα των Τεμπών υπονομεύει την κυρίαρχη ιδεολογία για την αποτελεσματικότητα, αναγκαιότητα και το αναπόφευκτο της εφαρμογής των αστικών, μνημονιακών πολιτικών, και επομένως, φθείρει και τον κατεξοχήν εκφραστή τους, τη ΝΔ και τον Μητσοτάκη. Αυθόρμητα, μεγάλες εργατικές μάζες αντιλαμβάνονται ότι αυτό που ζούνε είναι μια άθλια ζωή που μπορεί να διακοπεί με τον πιο βίαιο, απάνθρωπο, και εντελώς αποφευκτέο τρόπο. Η εργατική τάξη συνειδητοποιεί ότι αυτή και τα παιδιά της ζουν από τύχη. Ότι το σύστημα που έχει φτιάξει η υποταγή στα κελεύσματα των καπιταλιστών για αύξηση της κερδοφορίας, η κυριαρχία της ιδεολογίας του ατομικισμού και του βολέματος στα πλαίσια της αστικής εξουσίας, όχι μόνο δεν της προσφέρει τίποτα άλλο εκτός από συνεχή ανασφάλεια και μίζερη ζωή, αλλά τελικά τρέφεται από το ίδιο της το αίμα. Με αυτό το γεγονός, επανήλθε στην επιφάνεια το πολιτικό και κοινωνικό πρόβλημα, το πρόβλημα δηλαδή της σταθερότητας του αστικού πολιτικού συστήματος στην Ελλάδα και το πρόβλημα της ταξικής εξουσίας, που η εφαρμογή των μνημονιακών πολιτικών έφερε στο προσκήνιο την περίοδο του 2011-12 (και σε μικρότερο βαθμό με το δημοψήφισμα του 2015).
Η απεργία της 8ης Μάρτη, που συνοδεύτηκε από τη πιο μαζική απεργιακή συγκέντρωση μετά το 2012, ήταν εκδήλωση της επαναφοράς αυτού του ζητήματος στο προσκήνιο. Ταυτόχρονα, αποτέλεσε εκδήλωση και της αδυναμίας του εργατικού κινήματος να διεξάγει πολιτικό αγώνα.
Οι μαζικές διαδηλώσεις της 8ης, αλλά και της 16ης Μάρτη χαρακτηρίστηκαν από έλλειψη πολιτικού στόχου και γι’ αυτό ήταν είτε βουβές είτε εξαντλήθηκαν σε συναισθηματικού τύπου συνθήματα. Οι εργατικές πολιτικές και συνδικαλιστικές οργανώσεις δεν μπόρεσαν ή δεν θέλησαν να δώσουν προσανατολισμό στο κίνημα.
Ακόμα και σε σχέση με τις ευθύνες για το έγκλημα, οι εμπλεκόμενες εταιρείες δεν μπήκαν ποτέ στο κάδρο των ευθυνών. Το όνομα των εταιρειών ΑΚΤΩΡ και ALSTOM (που είχαν αναλάβει την εκτέλεση της σύμβασης 717) δεν ακούστηκε πουθενά κι από κανέναν (εκτός από την αναφορά της ΑΚΤΩΡ στα τρικάκια της κ.ο. ΑΝΑΣΥΝΤΑΞΗ).
Τα μνημονιακά κόμματα της αντιπολίτευσης (ΚΙΝΑΛ, ΣΥΡΙΖΑ) ήταν λογικό να αναλωθούν σε γενικολογίες, καθώς έχουν μερίδιο ευθύνης κι επιπλέον δεν μπορούν να προτείνουν καμία πολιτική πέρα από τα μνημονιακά όρια. Όμως και το ΚΚΕ αναλώθηκε σε γενικολογίες και άνοιξε μάλιστα αντιπαράθεση με όσους υποστήριξαν τον στόχο της κρατικοποίησης των σιδηροδρόμων. Η ηγεσία του ΚΚΕ, άλλωστε, έχει εγκαταλείψει εδώ και καιρό τη διεκδίκηση για κρατικοποίηση βασικών τομέων της οικονομίας ή σημαντικών επιχειρήσεων, στη λογική ότι δεν έχει σημασία αν μια επιχείρηση ή ένας τομέας της οικονομίας είναι ιδιωτικός ή κρατικός, αφού και το κράτος είναι αστικό. Αυτή η θέση είναι υποχώρηση στην αστική ιδεολογία και εγκατάλειψη βασικών και ιστορικών θέσεων των προλεταριακών και κομμουνιστικών κομμάτων και δυνάμεων από την εποχή που αυτές υπάρχουν. Να θυμίσουμε μόνο ότι η διεκδίκηση για πέρασμα στον έλεγχο του κράτους βασικών τομέων της οικονομίας, όπως οι μεταφορές, υπάρχει από την εποχή του Μανιφέστου του Κομμουνιστικού Κόμματος. Αλλά το πιο κρίσιμο στην εγκατάλειψη αυτής της θέσης είναι ότι αφήνει το κίνημα χωρίς στόχο. Δεν υπάρχει τρόπος, για παράδειγμα, να μετατραπούν σε συγκεκριμένα αιτήματα οι διεκδικήσεις για «φθηνές και ασφαλείς μεταφορές» (ή για φθηνή ενέργεια, τηλεπικοινωνίες, νερό, είδη διατροφής, παιδεία, υγεία, ασφάλιση). Είναι απλώς ευχολόγια. Μόνο το πέρασμα όλων αυτών των μέσων παραγωγής και υπηρεσιών στα χέρια του κράτους και υπό εργατικό έλεγχο και χωρίς αποζημίωση στους ιδιώτες ιδιοκτήτες βάζει ένα πραγματικό στόχο στην εργατική τάξη στο σήμερα που είναι σύμφωνος με τα συμφέροντά της και την ιστορική της αποστολή και γι’ αυτό το λόγο παίζει και σοβαρό διαπαιδαγωγητικό ρόλο.
Οι εκλογές της 21ης Μάη
Το δυστύχημα στα Τέμπη οδήγησε σε αλλαγή πολιτικού σκηνικού και πλέον οι επερχόμενες εκλογές φαίνεται ότι δεν θα είναι περίπατος για τη ΝΔ. Παρά τη μείωση της εκλογικής επιρροής της ΝΔ στις δημοσκοπήσεις, αυτή εξακολουθεί να διατηρεί το βασικό πολιτικό της πλεονέκτημα απέναντι στο ΣΥΡΙΖΑ, το οποίο συνίσταται στο ότι δεν μπορεί ο ΣΥΡΙΖΑ να διατυπώσει κυβερνητική πρόταση εκτός του μνημονιακού πλαισίου. Αυτό φάνηκε και στην υπόθεση του δυστυχήματος των Τεμπών. Καμία κινητοποίηση δεν έγινε από τον ΣΥΡΙΖΑ, καθώς δεν μπορούσε να διατυπώσει κανένα αίτημα που να ξεφεύγει από τα εσκαμμένα.
Η κυβέρνηση πρακτικά εξαντλεί την πρώτη τετραετία της και αυτό είναι επιτυχία της, όντας η πρώτη κυβέρνηση στην ελληνική ιστορία που το καταφέρνει. Ο ΣΥΡΙΖΑ θα μπορούσε να επικαλεστεί ότι πέτυχε το ίδιο κατόρθωμα, (αν αγνοήσουμε την αριστερή παρένθεση από τον Γενάρη μέχρι τον Ιούλη του 2015), αν δεν είχε αναγκαστεί να πάει εσπευσμένα σε εκλογές μετά την βαριά ήττα των ευρωεκλογών. Η ΝΔ μπορεί να το επικαλεστεί, καθώς επιλέγει η ίδια το χρόνο των εκλογών.
Η επιδίωξη της αστικής τάξης για σταθερό 4ετή εκλογικό κύκλο, σκόνταψε τελικά στα δομικά προβλήματα του ελληνικού καπιταλισμού και στο ευάλωτο – παρά τη σταθερότητα των τελευταίων χρόνων – κομματικό του σύστημα.
Το ζητούμενο για την αστική τάξη σε αυτόν τον εκλογικό κύκλο που μπορεί να διαρκέσει μέχρι το τέλος του καλοκαιριού (αν τελικά έχουμε 3 εκλογικές αναμετρήσεις), είναι η ανάδειξη μιας σταθερής – και με ευρεία κοινοβουλευτική πλειοψηφία – μνημονιακής κυβέρνησης, που θα έχει την απαιτούμενη αποφασιστικότητα και συνοχή για να αντιμετωπίσει την κρίση φορτώνοντάς την στην εργατική τάξη. Θα ήθελε, επίσης, αυτό να πραγματοποιηθεί χωρίς να «καούν» εφεδρείες. Από αυτήν την άποψη, η καλύτερη λύση για τους καπιταλιστές θα ήταν μια αυτοδύναμη κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας. Σε κάθε περίπτωση πάντως, με βάση τα σημερινά δεδομένα, θα σχηματιστεί τελικά κάποιου τύπου μνημονιακή κυβέρνηση είτε αυτοδύναμη είτε συνεργασίας με κάποιο συνδυασμό μεταξύ Νέας Δημοκρατίας, ΣΥΡΙΖΑ και ΚΙΝΑΛ.
Παρόλο που οι πρώτες εκλογές προσφέρονται για ψήφο διαμαρτυρίας, είναι σε αυτές τις εκλογές που θα δουλέψουν με τους μέγιστους ρυθμούς οι ρουσφετολογικοί μηχανισμοί, καθώς τα μνημονιακά κόμματα βασίζονται κυρίως (αν όχι αποκλειστικά) στους μηχανισμούς των βουλευτών λόγω της αποδιάρθρωσης των κομματικών μηχανισμών. Είναι οι πρώτες εκλογές αυτές στις οποίες η εκλογή βουλευτών γίνεται με σταυρό, ενώ στις επόμενες επιβάλλεται από τον εκλογικό νόμο λίστα. Επομένως, οι πρώτες εκλογές θα καθορίσουν τη σειρά εκλογής. Η τακτική των κομμάτων που διεκδικούν την κυβέρνηση θα βασιστεί κυρίως στα πολιτικά διλήμματα στις δεύτερες (ή και τις τρίτες εκλογές).
Ο ΣΥΡΙΖΑ φαίνεται να έχει μια ευκαιρία σε αυτές τις εκλογές και να αποφεύγει μια ακόμα σαρωτική ήττα που θα τον οδηγούσε σε κρίση και σε γρήγορη αποσυσπείρωση. Όμως, μετά τα τελευταία γεγονότα, μια ήττα – ακόμα και με μικρή διαφορά – που θα επιτρέψει στη ΝΔ να σχηματίσει και πάλι κυβέρνηση, θα είναι επίσης σοβαρό χτύπημα για τον ΣΥΡΙΖΑ και μπορεί και πάλι να τον βυθίσει σε κρίση. Κρίσιμο για τις μετεκλογικές εξελίξεις θα είναι το αν θα ξεπεράσει το ποσοστό του 2019. Αν στο τέλος των 2 ή 3 εκλογικών αναμετρήσεων, το ποσοστό που θα έχει καταγράψει είναι κάτω από το 31,5% του 2019, είναι πιθανό να αρχίσει να αμφισβητείται από την εκλογική του βάση η δυνατότητά του να ξανακερδίσει εκλογές.
Το ΠΑΣΟΚ θα αντιμετωπίσει πίεση κυρίως από τη ΝΔ. Για να πιάσει ποσοστά νίκης, η ΝΔ πρέπει να λεηλατήσει το ΠΑΣΟΚ, κάτι που είναι πιθανό στις δεύτερες και τις τρίτες εκλογές.
Πίεση αντιμετωπίζει η ΝΔ από την άκρα δεξιά. Εκτός από τον απατεώνα Βελόπουλο, θέση στη Βουλή διεκδικούν και οι ναζί του Κασιδιάρη. Έχοντας χτίσει δεσμούς με το αντιδραστικό «αντιεμβολιαστικό κίνημα» διεκδικούν την παλιά επιρροή της Χρυσής Αυγής. Η πολιτική της απαγόρευσης του μορφώματος αυτού είναι επικίνδυνη και μπορεί να στραφεί μελλοντικά ενάντια στις επαναστατικές και κομμουνιστικές δυνάμεις. Το μόρφωμα αυτό πρέπει να αντιμετωπιστεί στο δρόμο με συνεργασία των δυνάμεων της Αριστεράς και της αναρχίας που θα στερήσει από τους ναζί τη δυνατότητα παρέμβασης.
Με τον ΣΥΡΙΖΑ σε απόσταση βολής από τη ΝΔ και με διπλές ή τριπλές εκλογές, η πίεση στην Αριστερά θα είναι ασφυκτική. Σε δύσκολη θέση θα βρεθούν ΚΚΕ και ΜΕΡΑ25, τα οποία ήδη λεηλατούν τους λιγοστούς ψήφους της εξωκοινοβουλευτικής Αριστεράς.
Το βασικό πρόβλημα της κομμουνιστικής Αριστεράς είναι η εγκατάλειψη του αγώνα για την εξουσία, δηλαδή αυτού που είναι η ουσία της πολιτικής. Η κατάκτηση της κυβέρνησης από ένα εργατικό κόμμα βέβαια, δεν ισοδυναμεί με κατάκτηση της εξουσίας από την εργατική τάξη. Αντίθετα, η κατάκτηση της εξουσίας σημαίνει οπωσδήποτε την κατάκτηση και της κυβέρνησης. Και ενίοτε (αλλά όχι πάντοτε), η κατάκτηση της κυβέρνησης μπορεί να είναι αναγκαία στο δρόμο για την κατάκτηση της εξουσίας.
Η εγκατάλειψη του αγώνα για την εξουσία σχεδόν από το σύνολό της κομμουνιστικής και κομμουνιστογενούς Αριστεράς, την οδηγεί σε μια αξεδιάλυτη αντίφαση, η οποία είναι σχεδόν προφανής: υπόσχεται ότι μπορεί να καταφέρει «θαύματα» σαν ισχυρή αντιπολίτευση, ενώ ταυτόχρονα διακηρύττει σε όλους τους τόνους ότι «καμμία αστική κυβέρνηση δεν μπορεί να ασκήσει φιλολαϊκή πολιτική» (ΚΚΕ) ή «ότι δεν μπορεί να υπάρξει ενδιάμεση κατάσταση» (ΑΝΤΑΡΣΥΑ). Αν όμως καμία κυβέρνηση δεν μπορεί να ασκήσει φιλολαϊκή πολιτική, τότε δεν μπορεί να κάνει και παραχωρήσεις, ανεξάρτητα από το πόσο ισχυρή είναι η αντιπολίτευση ή πόσο ενεργό είναι το κίνημα, κάτι που το είδαμε στον παλλαϊκό ξεσηκωμό του 2011. Είναι ακριβώς εξαιτίας του ότι «καμία αστική κυβέρνηση δεν μπορεί να ασκήσει φιλολαϊκή πολιτική» και του ότι «δεν υπάρχει ενδιάμεση κατάσταση» που καθίσταται αναγκαία η διατύπωση άμεσης πρότασης εξουσίας.
Η απόσυρση της κομμουνιστικής Αριστεράς από το στίβο της διεκδίκησης της κυβερνητικής εξουσίας, καθιστά αριστερό άκρο του κομματικού συστήματος το ΜΕΡΑ25. Οι 7 τομές που παρουσιάζει σαν κυβερνητικό πρόγραμμα, είναι ένα άθροισμα επιμέρους στόχων, χωρίς να συνιστούν πρόγραμμα. Το πρόγραμμα δεν είναι ένα άθροισμα στόχων και αιτημάτων, αλλά εξηγεί τον τρόπο με τον οποίον μπορούν να επιτευχθούν οι διακηρυγμένοι στόχοι. Το ΜΕΡΑ25, όντας σοσιαλδημοκρατικό πολιτικό μόρφωμα, αδυνατεί να συγκροτήσει «περιεκτικό, ολοκληρωμένο, συγκροτημένο, λογικά συνεπές πρόγραμμα ρήξης», όπως διακήρυξε σε σχετική πρόταση που απηύθυνε στις οργανώσεις της Αριστεράς, καθώς αδυνατεί να εκτιμήσει τις λογικές συνεπαγωγές της υλοποίησης των διακηρύξεών του, όπως συνήθως συμβαίνει με τις οργανώσεις της αριστερής σοσιαλδημοκρατίας που έχουν καλές προθέσεις, αλλά ελλιπή ανάγνωση της πραγματικότητας. Η πρόταση διαλόγου τελικά κατέληξε – χωρίς διάλογο – σε ένα σχήμα του τύπου «ΜΕΡΑ25 and friends» που βαφτίστηκε «συμμαχία για τη ρήξη». Αξιοσημείωτη είναι η συμμετοχή της ΛΑΕ, η οποία εγκατέλειψε εν μία νυκτί την «αριστερή πρωτοβουλία διαλόγου και δράσης» στην οποία συμμετείχε, σε μια πολιτικάντικη κίνηση χωρίς καμία προγραμματική βάση.
Μαύρο στο μνημονιακό μπλοκ και την άκρα δεξιά
Σε αυτό το σκηνικό που εξακολουθεί να καθορίζεται από την ήττα της μνημονιακής δεκαετίας, οι εκλογές της 21ης Μάη θα επιβεβαιώσουν την κυριαρχία του μνημονιακού μπλοκ και την αδυναμία των δυνάμεων εργατικής αναφοράς. Όποιος και να είναι ο εκλογικός και κοινοβουλευτικός συσχετισμός, είναι δεδομένο με βάση την εκλογική αριθμητική που προκύπτει από το εκλογικό σύστημα της απλής αναλογικής, ότι θα επιβεβαιωθεί η αδυναμία σχηματισμού κυβέρνησης και θα ακολουθήσει δεύτερη εκλογική αναμέτρηση.
Σαν κ.ο. ΑΝΑΣΥΝΤΑΞΗ δεν θα συμμετέχουμε στις εκλογές και με δεδομένο τον χαρακτήρα της συγκεκριμένης εκλογικής αναμέτρησης, καλούμε σε ψήφο καταδίκης των μνημονιακών κομμάτων και της άκρας δεξιάς, χρησιμοποιώντας τα ψηφοδέλτια της Αριστεράς, από το ΜΕΡΑ25 μέχρι το ΚΚΕ και την εξωκοινοβουλευτική Αριστερά, χωρίς αυταπάτες για τις δυνατότητές τους και το ρόλο που μπορούν να παίξουν.
Η Πολιτική Επιτροπή, 28.03.2023
[2023-03-02] Δεν είναι λάθος, είναι έγκλημα
Τα δάκρυα τελείωσαν, ας περισσέψει η οργή.
Κράτος και κεφάλαιο δολοφονούν.
Το σιδηροδρομικό δυστύχημα στα Τέμπη δεν ήταν «τραγικό ανθρώπινο λάθος». Ήταν προδιαγεγραμμένο έγκλημα. Και ξέρουμε τους εγκληματίες:
- Η σημερινή αστική κυβέρνηση του Μητσοτάκη, που επιδιώκει να ιδιωτικοποιήσει τα πάντα και συνεχίζει να προσφέρει τους σιδηροδρόμους με λεόντειες συμβάσεις στα τρωκτικά των μεγάλων επιχειρήσεων [στη συγκεκριμένη περίπτωση των Ιταλών καπιταλιστών της Ferrovie dello Stato Italiane Group (FSI)], ακολουθώντας τον δρόμο που άνοιξε η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ.
- Η σημερινή αστική κυβέρνηση του Μητσοτάκη, που ακολουθεί το δόγμα της ατομικής ευθύνης και οδηγεί το κράτος στην απόσυρση από κάθε λειτουργία προστασίας των εργαζομένων. Όπως και οι χιλιάδες νεκροί της πανδημίας είναι δολοφονίες της κυβέρνησης, έτσι και οι νεκροί των Τεμπών είναι δολοφονίες της κυβέρνησης. Κάθε μορφή προστασίας των εργαζομένων αντιμετωπίζεται ως κόστος: κόστος σε βάρος των κερδών των επιχειρήσεων, το μόνο πράγμα που είναι διατεθειμένη να προστατέψει η κυβέρνηση με κάθε μέσο. Έτσι, και ο ΟΣΕ και οι υποδομές του απαξιώθηκαν εντελώς με αποτέλεσμα να μην τηρούνται ούτε τα αυτονόητα μέτρα ασφάλειας.
- Οι καπιταλιστές, που αποσπούν τεράστια κέρδη στις πλάτες των εργαζομένων, μειώνοντας προσωπικό και μέτρα προστασίας και αρπάζοντας εκατομμύρια από συμβάσεις με το δημόσιο που έχουν γραφτεί με όρους νέο-αποικιακού τύπου. Για παράδειγμα, η FSI, με βάση την τελευταία σύμβαση που υπέγραψε με το ελληνικό δημόσιο το 2022, θα εισπράττει 50 εκ. ευρώ τον χρόνο για μια δεκαπενταετία, ενώ και οι όποιες επενδύσεις σε τρένα θα γίνουν με λεφτά του δημοσίου. Πρακτικά, το κράτος (δηλαδή, τελικά η εργατική τάξη), επιδοτούν και εγγυούνται τα κέρδη της εταιρείας. Η σύμβαση μάλιστα γίνεται με το σκεπτικό της επιδότησης των άγονων γραμμών στις οποίες συμπεριλαμβάνεται και η γραμμή Αθήνας-Θεσσαλονίκης!
- Οι εφοπλιστές –δεσπόζουσα μερίδα της ελληνικής κεφαλαιοκρατίας– που υπονόμευσαν διαχρονικά την ανάπτυξη του σιδηρόδρομου, ως ανταγωνιστικού μέσου.
- Η ΕΕ που απαίτησε από τη χώρα την ιδιωτικοποίηση των σιδηροδρόμων ως προαπαιτούμενο των μνημονίων και προωθεί παντού την ασυδοσία του κεφαλαίου, υπό το μανδύα του ελεύθερου ανταγωνισμού.
Ο καπιταλισμός δολοφονεί γιατί βάζει τα κέρδη των καπιταλιστών πάνω από τις ζωές των εργαζομένων. Από αυτήν τη σκοπιά, ο ελληνικός καπιταλισμός δεν διαφέρει σε τίποτα από τον καπιταλισμό στις άλλες χώρες.
Η μόνη ιδιαιτερότητα του ελληνικού καπιταλισμού τα τελευταία χρόνια είναι η βαθιά οικονομική κρίση που πέρασε μετά το 2010 και η τρομακτική επίθεση των καπιταλιστών και των κυβερνήσεων τους που συμπυκνώθηκε στα μνημόνια. Αυτή η επίθεση έληξε με νίκη των καπιταλιστών και ήττα της εργατικής τάξης και των δυνάμεων με αναφορά στα ταξικά συμφέροντα της εργατικής τάξης. Η ήττα αυτή ρίχνει βαριά τη σκιά της σε κάθε εξέλιξη. Από τη διάλυση του συστήματος υγείας, παιδείας, και ασφάλισης, μέχρι τη διάλυση των υποδομών σε κάθε μέσο μεταφοράς. Από τους νεκρούς της πανδημίας, στους δεκάδες νεκρούς από εργατικά ατυχήματα-δολοφονίες στους χώρους εργασίας. Από τους νεκρούς των πυρκαγιών, των πλημμυρών μέχρι και τους νεκρούς στα Τέμπη.
Οι ήττες πληρώνονται με αίμα. Οι εργαζόμενοι θα συνεχίζουμε να πληρώνουμε με το αίμα μας αυτήν την ήττα, αν δεν την αντιστρέψουμε. Είναι πλέον ζήτημα ζωής και θανάτου:
-Να ηττηθούν οι μνημονιακές πολιτικές και οι κυβερνήσεις που τις υπηρετούν.
-Να αναστραφούν οι ιδιωτικοποιήσεις. Να περάσουν οι σιδηρόδρομοι στα χέρια του κράτους χωρίς καμιά αποζημίωση στους καπιταλιστές ιδιοκτήτες.
-Να τιμωρηθούν παραδειγματικά οι πολιτικοί υπεύθυνοι και οι καπιταλιστές για το έγκλημα στα Τέμπη.
κ.ο. ΑΝΑΣΥΝΤΑΞΗ
[2023-02-01] Σχετικά με την πρόταση διαλόγου του ΜΕΡΑ25
Σχετικά με την πρόταση διαλόγου του ΜΕΡΑ25
«Αν σας εμπιστευόμασταν την κυβέρνηση, τι θα κάνατε τις πρώτες 100 ημέρες;»
«Πώς, και με τι εργαλεία, θα διαχειριζόσασταν τη λυσσαλέα αντίδραση της Ολιγαρχίας-χωρίς-σύνορα;»
Τα δύο αυτά ερωτήματα που διατυπώνονται στην πρόταση διαλόγου του ΜΕΡΑ 25 που δημοσιοποιήθηκε με άρθρο του γραμματέα του, είναι κρίσιμα για κάθε αριστερή πολιτική δύναμη που επιδιώκει την ανατροπή της σημερινής καταθλιπτικής κατάστασης. Κι αυτό, γιατί κάθε πολιτική πρόταση κρίνεται και οφείλει να κρίνεται σαν πρόταση εξουσίας. Άλλωστε, η ουσία της πολιτικής είναι η διεκδίκηση της εξουσίας.
Και η επιδίωξη της διαμόρφωσης ενός «περιεκτικού, ολοκληρωμένου, συγκροτημένου, λογικά συνεπούς Προγράμματος Ρήξης» είναι επιδίωξη για τη διαμόρφωση ενός προγράμματος εξουσίας και ως τέτοια είναι μια επιδίωξη ενδιαφέρουσα.
Απέναντι σε αυτήν την επιδίωξη και στο κάλεσμα που τη συνοδεύει, σημειώνουμε τα εξής:
Η βάρβαρη ταξική πολιτική που συμπυκνώθηκε στα αλλεπάλληλα μνημόνια:
Απάντησε στην κρατική χρεοκοπία εξασφαλίζοντας την αποπληρωμή του χρέους και επιβάλλοντας διεθνή οικονομική επιτροπεία και, σε αντάλλαγμα για την παραχώρηση του μεριδίου της εθνικής κυριαρχίας που συνιστά η επιτροπεία, πρόσφερε στην αστική τάξη ένα ονειρεμένο (για τους κεφαλαιοκράτες) νομοθετικό οπλοστάσιο απέναντι στον εσωτερικό εχθρό.
Ταυτόχρονα προστάτευσε τα προνόμια της κυρίαρχης αστικής τάξης, όπως το αφορολόγητο του εφοπλιστικού κεφαλαίου, τη ληστρική εκμετάλλευση των εθνικών δρόμων από το κατασκευαστικό κεφάλαιο, την ιδιωτική ιδιοκτησία στις τράπεζες παρά τα τεράστια κρατικά κεφάλαια που δαπανήθηκαν για τη διάσωσή τους και φορτώθηκαν στο δημόσιο χρέος, την απομύζηση του κρατικού κορβανά από την εκκλησία κλπ.
Η πολιτική αυτή ήταν η μοναδική δυνατή πολιτική για την αστική τάξη. Γι’ αυτό και καμία κυβέρνηση δεν υποχώρησε παρά τις θυελλώδεις αντιδράσεις που κορυφώθηκαν στα τέλη του 2011 με το μεγαλύτερο απεργιακό κύμα στη σύγχρονη ελληνική ιστορία και παρά τη μαζική αποστοίχιση οπαδών, μελών και ψηφοφόρων από τα μνημονιακά κόμματα.
Απέναντι σε αυτήν τη –μοναδική δυνατή για την αστική τάξη– πολιτική, η μόνη δυνατή πολιτική για την εργατική τάξη ήταν η επαναστατική ανατροπή του αστικού καθεστώτος. Όμως, καμία από τις πολιτικές οργανώσεις της εργατικής τάξης δεν υιοθέτησε μια τέτοια πολιτική κατεύθυνση, παρά τους μαζικούς αγώνες του 2010-12 που στην κορύφωσή τους το 2011, οδήγησαν τη χώρα σε επαναστατική κατάσταση.
Η ανυποχώρητη στάση των μνημονιακών κυβερνήσεων με τη στήριξη της ΕΕ και η αδυναμία των εργατικών οργανώσεων (συνδικαλιστικών και πολιτικών) οδήγησε στην κατεδάφιση κατακτήσεων δεκαετιών, εξέλιξη που χωρίς αμφιβολία συνιστά ήττα για την εργατική τάξη και το κίνημά της.
Η εργατική τάξη και τα φτωχά λαϊκά στρώματα αναζήτησαν πολιτική λύση μέσα στην ήττα και η μοναδική πολιτική λύση που τους προτάθηκε ήταν το ανεδαφικό πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ. Ανεδαφικό γιατί υποσχόταν επιστροφή στην προηγούμενη κατάσταση χωρίς να θίξει κανένα από τα προνόμια της τάξης που βρίσκεται στην εξουσία και ήταν κερδισμένη από τη μνημονιακή πολιτική.
Η προκήρυξη του δημοψηφίσματος το 2015 ήταν ο ειδικός τρόπος που εκδηλώθηκε η νομοτελειακή αποτυχία της κυβέρνησης της «αριστερής παρένθεσης» (Γενάρης 2015 με Ιούλιο 2015) και αποτέλεσε εκδήλωση της συντριβής του προγράμματος του ΣΥΡΙΖΑ από την πραγματικότητα. Ταυτόχρονα, αποτέλεσε και μια μεγάλη ευκαιρία για την εργατική τάξη να ανατρέψει την κατάσταση. Ευκαιρία που σχεδόν όλες οι πολιτικές οργανώσεις της εργατικής τάξης την αντιμετώπισαν κοντόφθαλμα, σαν ευκαιρία να πάρουν ρεβάνς από τον ΣΥΡΙΖΑ και να πάρουν πίσω τα «κλεμμένα» (ψήφους και επιρροή).
Αντίθετα με τα κόμματα της Αριστεράς που δεν έβλεπαν πέρα απ’ τη μύτη τους, τα επιτελεία της αστικής τάξης κατάλαβαν τον κίνδυνο. Σε άρθρα που αναφέρονται στο 2015 γράφτηκε ότι περάσαμε «ξυστά απ’ τον εμφύλιο». Το ότι οι αστοί αντιλαμβάνονταν έτσι την κατάσταση, σημαίνει ότι προετοιμάζονταν για εμφύλιο, κάτι που προκύπτει και από δηλώσεις και ενέργειες εκείνης της περιόδου. Από το «ο αστικός κόσμος θα αντιδράσει» του Μεϊμαράκη και την σχεδόν απροκάλυπτη ομολογία προετοιμασίας πραξικοπήματος του Στουρνάρα, μέχρι την υπόγεια κινητοποίηση όλων των μηχανισμών της αστικής τάξης. Μέχρι και στο συνδικαλιστικό κίνημα, οι πράκτορες της αστικής τάξης είχαν προετοιμαστεί να καλέσουν σε συνελεύσεις και διαδηλώσεις, αν ο Τσίπρας δεν έφερνε συμφωνία.
Η αστική τάξη δεν χρειάστηκε να χρησιμοποιήσει όλα τα όπλα της. Η απλή επίδειξή τους αρκούσε για να σύρει στον εξευτελισμό μια κυβέρνηση που νόμιζε ότι η διαπραγμάτευση με την τρόικα θα ήταν σαν να έκανε περίπατο στην εξοχή και κατάλαβε πολύ αργά ότι περπατούσε σε ναρκοπέδιο.
Τα γεγονότα του 2015 βάρυναν ακόμα περισσότερο την ήττα του 2010-12, οδήγησαν την εργατική τάξη στην απογοήτευση και τον αναχωρητισμό και δημιούργησαν γόνιμο έδαφος για την επόμενη κυβέρνηση της ΝΔ. Ήδη από το 2016, η ΝΔ του Μητσοτάκη είχε κατακτήσει την πολιτική ηγεμονία και απλά την επιβεβαίωσε στις εκλογές του 2019.
Σε λίγους μήνες η κυβέρνηση Μητσοτάκη συμπληρώνει τέσσερα χρόνια στην κυβερνητική εξουσία. Η ΝΔ διήνυσε αυτήν την τετραετία αξιοποιώντας το μεγάλο πολιτικό πλεονέκτημα που της χάρισε η Αριστερά σε όλες της τις εκδοχές. Το πλεονέκτημα αυτό συνίσταται στο ότι δεν εμφανίζεται καμία άλλη συγκροτημένη και ρεαλιστική πρόταση εξουσίας, πέρα από μικρές παραλλαγές του μνημονιακού προγράμματος που ήδη το εφαρμόζει η σημερινή κυβέρνηση. Αυτή η συνθήκη εξηγεί και γιατί η κυβέρνηση δεν αντιμετώπισε ιδιαίτερες αντιστάσεις από την εργατική τάξη και το κίνημά της. Ένας αγώνας, για να έχει διάρκεια και αντοχή, χρειάζεται πολιτική προοπτική και καμία διαφορετική πολιτική προοπτική δεν εμφανίζεται σήμερα.
Η πολιτική κυριαρχία του μνημονιακού μπλοκ και η ηγεμονία της Νέας Δημοκρατίας πιέζει τις δυνάμεις της Αριστεράς, οι οποίες μετακινούνται σε πιο «ρεαλιστικές» θέσεις. Αυτό φαίνεται στα προγραμματικά κείμενα που κατατίθενται από νέες ή παλιότερες συλλογικότητες. Το πλέον χαρακτηριστικό στοιχείο αυτής της μετατόπισης, είναι η απουσία κάθε αναφοράς στη διαγραφή του δημόσιου χρέους. Ο στόχος της διαγραφής του δημόσιου χρέους είχε πλατιά αποδοχή από την αγωνιζόμενη εργατική τάξη, είχε γραφτεί σε πανό, είχε γίνει σύνθημα και τα χρόνια των αντιμνημονιακών αγώνων είχε υιοθετηθεί σχεδόν από το σύνολο των πολιτικών δυνάμεων της Αριστεράς. Σήμερα, όμως εξαφανίζεται από το προσκήνιο με ευθύνη των πολιτικών δυνάμεων που αναζητούν πιο «άμεσα» προτάγματα.
Το ΜΕΡΑ25 κατάφερε να εκπροσωπηθεί κοινοβουλευτικά, όχι επειδή εμφανίστηκε σαν μια αριστερή διαφωνία στον ΣΥΡΙΖΑ, αλλά επειδή πιστώθηκε τη στάση του γραμματέα του κατά τη διάρκεια της θητείας του σαν Υπουργού Οικονομικών. Από τη θέση αυτή, εμφάνισε ένα συγκεκριμένο σχέδιο για το χρέος και έδειξε ότι είχε την απαιτούμενη αποφασιστικότητα να το φτάσει μέχρι το τέλος. Ανεξάρτητα από τις διαφωνίες μας με το συγκεκριμένο σχέδιο, αναγνωρίζουμε ότι αυτό το σχέδιο, μαζί με την ανυποχώρητη στάση που το συνόδευσε, αποτέλεσε το πολιτικό κεφάλαιο του ΜΕΡΑ 25.
Θεωρούμε επίσης, ότι το ζήτημα του χρέους εξακολουθεί να είναι ο «κρίσιμος κρίκος» της όλης κατάστασης και παρά το ότι η εξυπηρέτησή του είναι σήμερα διαχειρίσιμη, αργά ή γρήγορα θα αποτελέσει και πάλι σοβαρό πρόβλημα. Κανένα «περιεκτικό, ολοκληρωμένο και λογικά συνεπές Πρόγραμμα Ρήξης» δεν μπορεί να εκπονηθεί, χωρίς να θέσει στο επίκεντρό του το ζήτημα του δημόσιου χρέους.
Αυτό πρέπει να είναι και το σημείο εκκίνησης ενός σοβαρού και συγκροτημένου διαλόγου που μπορεί να καταλήξει σε ολοκληρωμένο και λογικά συνεπές πρόγραμμα. Και σε ένα τέτοιο διάλογο έχουμε τη διάθεση να συμβάλλουμε.
κομμουνιστική οργάνωση ΑΝΑΣΥΝΤΑΞΗ, 30-1-2023
[2023-01-08] 32 χρόνια από τη δολοφονία Τεμπονέρα
32 χρόνια από τη δολοφονία Τεμπονέρα
Το αίμα των νεκρών αγωνιστών βάφει κόκκινο το μέλλον των λαών
32 χρόνια πριν η κυβέρνηση του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη δολοφόνησε τον κομμουνιστή καθηγητή Νίκο Τεμπονέρα γιατί στάθηκε στο πλευρό των αγωνιζόμενων μαθητών του. Οι μαθητές αγωνίζονταν με καταλήψεις σχολείων και διαδηλώσεις για να μην περάσει ο αντιδραστικός νόμος του υπουργού Παιδείας Κοντογιαννόπουλου για την εκπαίδευση και είχαν τη συμπαράσταση όλου του εργαζόμενου λαού. Μέσα από τις καταλήψεις των μαθητών μεγάλα τμήματα της εργατικής τάξης έπαιρναν τη δική τους εκδίκηση για τα αντεργατικά μέτρα που είχε καταφέρει να περάσει η κυβέρνηση του Κων. Μητσοτάκη. Η κυβέρνηση αντέδρασε με λυσσαλέα βία ενάντια στους μαθητές και έδωσε την εντολή στα αποβράσματα των κομματικών της οργανώσεων για την ανακατάληψη των σχολείων. Αυτό οδήγησε στη δολοφονία του καθηγητή Τεμπονέρα από τον πρόεδρο της ΟΝΝΕΔ Πάτρας και δημοτικό σύμβουλο Καλαμπόκα έξω από σχολείο της Πάτρας.
Τα γεγονότα εκείνων των ημερών δεν χάνουν τη σημασία τους σήμερα. Πολλοί θέλουν να ξεχαστεί η δολοφονία Τεμπονέρα. Η αστική τάξη και τα κόμματά της θέλουν να ξεχαστεί γιατί τους χαλάει το αφήγημα του εκσυγχρονισμού που επιφέρουν οι αστικές πολιτικές και της συναίνεσης που αυτές απολαμβάνουν. Όμως, οι πολιτικές της αστικής τάξης και των κομμάτων της εκσυγχρονίζουν την εκμετάλλευση και την εξαθλίωση των μαζών και συναντούν συνεχώς της αντίστασή τους που μόνο με την βία κάμπτεται. Η επίσημη αριστερά στέκεται αμήχανα απέναντι στο γεγονός γιατί ήταν απούσα από αυτούς τους αγώνες, καθώς η ίδια είχε ανοίξει το δρόμο της διακυβέρνησης από τη ΝΔ και τον φιλελεύθερο οδοστρωτήρα με την οικουμενική κυβέρνηση Ζολώτα στην οποία συμμετείχε, και πιο πριν με την κυβέρνηση Τζαννετάκη.
Σήμερα που η κυβέρνηση τσακίζει κάθε δικαίωμα και κατάκτηση της εργατικής τάξης. Σήμερα που η κυβέρνηση δολοφονεί και αρρωσταίνει κατά χιλιάδες τα πιο αδύναμα μέλη της κοινωνίας με την πολιτική της στην υγεία και την παιδεία, με την πολιτική της στην εργασία, και τον καθημερινό της αυταρχισμό. Σήμερα που, από τη μια, οι αστοί πολιτικοί και οι καπιταλιστές κηρύττουν την «εγκράτεια» στο λαό και την ίδια ώρα κλέβουν ατιμώρητοι τον ιδρώτα του, ενώ από την άλλη η απλήρωτη βενζίνη 20 ευρώ ενός 16χρονου τσιγγάνου τιμωρείται με θάνατο από τα τάγματα ασφαλείας του καθεστώτος. Σήμερα που η κυβέρνηση αφήνει ελεύθερους τους παιδοβιαστές της και δεν κάνει τίποτα για να προστατέψει τα παιδιά από τα νύχια των ιδιωτικών ΜΚΟ. Σήμερα που η κυβέρνηση καμαρώνει για τις συνθήκες ζούγκλας που έχει δημιουργήσει για τους εργαζόμενους, παράδεισο όμως για τα αφεντικά. Σήμερα που η κυβέρνηση επαίρεται για τον πατριωτισμό της και την τουρκοφάγα διάθεσή της προσφέροντας τη χώρα ως οικόπεδο στα σχέδια των αμερικανών ιμπεριαλιστών, ετοιμάζοντας τη νεολαία ως τροφή για τα κανόνια και στερώντας πόρους από τα νοσοκομεία και τα σχολεία. Σήμερα που ο δολοφόνος Καλαμπόκας, όπως και κάθε δολοφόνος στην υπηρεσία του καθεστώτος, κυκλοφορεί ελεύθερος αλλά τα μέλη της 17 Νοέμβρη ή των αναρχικών δεν μπορούν ούτε τις νόμιμες άδειες από τη φυλακή να πάρουν.
Σήμερα που συμβαίνουν όλα αυτά, και θα συμβούν ακόμα χειρότερα, καθώς ο καπιταλισμός σαπίζει, εμείς οι προλετάριοι και οι επαναστάτες πρέπει να κρατήσουμε στη μνήμη μας τον Τεμπονέρα και τα γεγονότα εκείνης της περιόδου. Γιατί δείχνουν το επίπεδο που πρέπει να φτάσουμε για να γίνουμε πραγματικά ελεύθεροι άνθρωποι:
Ένα ισχυρό κίνημα και η θυσία ενός κομμουνιστή δεν φτάνει για να ανατραπεί το σάπιο καθεστώς που θα γεννά συνεχώς εκμετάλλευση, καταπίεση και εξαθλίωση. Χρειάζεται συνειδητός αγώνας για την τελική ανατροπή του ίδιου του καπιταλισμού και για την εγκαθίδρυση της εξουσίας της εργατικής τάξης, της δικτατορίας του προλεταριάτου.
Τότε, οι Μητσοτάκηδες και οι Καλαμπόκες του κόσμου θα τιμωρηθούν όπως τους αξίζει, μαζί με τους αφεντικά του κόσμου αυτού. Για να πάρουν τα όνειρά μας εκδίκηση.
Όλες και όλοι
τη Δευτέρα 9 Γενάρη στις 6.30μ.μ.
στα Σχολεία Τεμπονέρα
κ.ο. ΑΝΑΣΥΝΤΑΞΗ, www.anasyntaxi.gr
[2022-11-16] Τιμάμε την εξέγερση του Πολυτεχνείου
Τιμάμε την εξέγερση του Πολυτεχνείου
Δυναμώνουμε τον αγώνα για την ανατροπή της κυβέρνησης
Οργανώνουμε τις δυνάμεις μας για την ανατροπή του καπιταλισμού
Η ήττα του εργατικού κινήματος και του αντιμνημονιακού αγώνα της περιόδου 2010-2012 καθόρισε τις εξελίξεις μέχρι πρόσφατα. Δημιούργησε το έδαφος της πολιτικής κυριαρχίας της ΝΔ, η οποία μετέτρεψε την ήττα της εργατικής τάξης σε μέτρα εμπέδωσης της αστικής κυριαρχίας (ιδιωτικοποιήσεις, διάλυση των εργασιακών σχέσεων, αύξηση της εκμετάλλευσης και ασυδοσία του κεφαλαίου στον χώρο εργασίας, ένταση του αυταρχισμού με μέτρα εναντίον των απεργιών, των διαδηλώσεων, του συνδικαλισμού, κ.τ.λ.).
Όμως, η εργατική τάξη δεν μπορεί να μείνει υποταγμένη για πολύ και το αποκρουστικό πρόσωπο του καπιταλισμού δεν μπορεί να κρυφτεί. Η ανάγκη για αύξηση των κερδών των καπιταλιστών που μπαίνει πάνω από όλα οδηγεί σε ένταση των συγκρούσεων, σε πολέμους, όπως αυτός που μαίνεται στην Ουκρανία, σε αύξηση της εξαθλίωσης, σε συνεχή ξεσπάσματα πανδημικών ασθενειών, σε εντεινόμενη περιβαλλοντική και κλιματική καταστροφή του πλανήτη.
Στην Ελλάδα, το επιτελικό κράτος της ΝΔ φέρνει στην επιφάνεια όλη τη δυσωδία των κρατικών μηχανισμών και του πολιτικού προσωπικού της αστικής τάξης με τις παρακολουθήσεις από τις κρατικές υπηρεσίες, τα σκάνδαλα των στελεχών της ΝΔ που εμπλέκονται σε κυκλώματα παιδικής πορνείας (Μίχος) ή σε πλουτισμό μέσα από τη «νόμιμη» εξαγορά κόκκινων δανείων (Πάτσης). Αυτά προστίθενται στους χιλιάδες θανάτους από την πανδημία –για τους οποίους η ΝΔ φέρει εγκληματικές ευθύνες– και τη συνεχιζόμενη φτωχοποίηση της εργατικής τάξης και των εργαζόμενων μικροαστών. Η ΝΔ δεν έχει να δώσει τίποτα άλλο στην εργατική τάξη παρά τα ψίχουλα των επιδοτήσεων και αυξήσεις που εξαερώνονται πριν καλά-καλά μπουν στην τσέπη μας. Μόνο απολύσεις, περικοπές μισθών, και καταστολή προσφέρει πλουσιοπάροχα η πολιτική της στην εργατική τάξη, την ίδια στιγμή που τα κέρδη των εταιρειών ενέργειας, πετρελαίου, τροφίμων, των αλυσίδων σουπερμάρκετ σπάνε ρεκόρ.
Αυτή η κατάσταση θα σπρώχνει την εργατική τάξη σε αντίσταση και αγώνα. Αυτό φάνηκε στις συγκεντρώσεις της απεργίας της 9ης Νοέμβρη και στους αγώνες που ξεσπάνε σε διάφορους χώρους.
Είναι ακριβώς αυτή η άθλια κατάσταση που φέρνει στο προσκήνιο την επικαιρότητα της εξέγερσης του Πολυτεχνείου. Μόνο που τώρα η εργατική τάξη, η νεολαία, οι εργαζόμενοι μικροαστοί χρειάζονται κάτι παραπάνω: μια πραγματική επανάσταση που θα ανατρέψει συθέμελα το σάπιο καθεστώς του καπιταλισμού στην Ελλάδα, και όχι απλώς την πολιτική του έκφραση.
Αυτό ακριβώς φοβούνται η κυβέρνηση, τα αστικά κόμματα και οι κεφαλαιοκράτες. Γι’ αυτό επιθυμούν και προσπαθούν να υπονομεύσουν, να ξεδοντιάσουν, να θάψουν το Πολυτεχνείο.
Η επέτειος της εξέγερσης του Πολυτεχνείου πρέπει να γίνει ένας ακόμα σταθμός στην άνοδο του κινήματος ενάντια στη δυστοπική κατάσταση που μας ετοιμάζει η αστική τάξη και οι ανάγκες του καπιταλισμού.
Να βροντοφωνάξουμε το Ψωμί-Παιδεία-Ελευθερία ξανά. Να αντιπαλέψουμε την πείνα, το κρύο, τον πόλεμο. Για ουσιαστικές αυξήσεις στους μισθούς-μεροκάματα-συντάξεις. Για την κρατικοποίηση των δομών παραγωγής και μεταφοράς ενέργειας, της παραγωγής και μεταφοράς πετρελαίου και φυσικού αερίου, την κατάργηση του χρηματιστηρίου ενέργειας. Να παλέψουμε για την ήττα του ΝΑΤΟ και των Αμερικανών και Ευρωπαίων ιμπεριαλιστών, για την ήττα της δικής μας αστικής τάξης και των πολεμοχαρών σχεδίων της, για το κλείσιμο των αμερικανικών βάσεων, την απεμπλοκή από τον πόλεμο στην Ουκρανία.
Αγώνες για να επιτύχουν τέτοιους στόχους δεν απαιτούν απλώς μεγαλύτερη μαζικότητα και περισσότερο κίνημα, ούτε αρκεί η διαρκής ζύμωση και προβολή της ανωτερότητας του σοσιαλισμού. Απαιτούν να μπουν μπροστά οι πρωτοπόρες δυνάμεις της εργατικής τάξης και να οργανώσουν συνολικά τον αγώνα για την ανατροπή της σημερινής κυβέρνησης και κάθε κυβέρνησης που θα εφαρμόζει το πρόγραμμα των μνημονίων, της ΕΕ, του ΝΑΤΟ. Απαιτούν την ενίσχυση των πολιτικών χαρακτηριστικών του αγώνα ώστε να διεκδικήσουμε όχι απλώς μια πιο φιλολαϊκή πολιτική αλλά την ανατροπή του καπιταλισμού, την εγκαθίδρυση της εξουσίας της εργατικής τάξης, της δικτατορίας του προλεταριάτου.
Όλοι στις πορείες για την εξέγερση του Πολυτεχνείου
Προσυγκέντρωση κ.ο. ΑΝΑΣΥΝΤΑΞΗ
στην Αθήνα Σταδίου και Βουκουρεστίου, 4:30 μμ
κομμουνιστική οργάνωση ΑΝΑΣΥΝΤΑΞΗ www.anasyntaxi.gr
[2022-11-14] Επίδειξη οπορτουνισμού, γραφειοκρατικού και κρατικού συνδικαλισμού από το ΠΑΜΕ και το ΚΚΕ στην Πάτρα
Επίδειξη οπορτουνισμού, γραφειοκρατικού και κρατικού συνδικαλισμού από το ΠΑΜΕ και το ΚΚΕ στην Πάτρα
Οι δυνάμεις του ΠΑΜΕ στον Σύλλογο Ιδιωτικών Εκπαιδευτικών Λειτουργών (Σ.Ι.Ε.Λ.) νομού Αχαΐας, υπό την καθοδήγηση της διοίκησης του Εργατικού Κέντρου Πατρών, που ελέγχεται από το ΠΑΜΕ, προσέφυγαν στα αστικά δικαστήρια για να διοριστεί προσωρινή διοίκηση στο σωματείο.
Οι δυνάμεις του ΠΑΜΕ κατέχουν μία από τις πέντε θέσεις του Δ.Σ. του σωματείου, από τις προηγούμενες εκλογές του 2020 (βλ. εδώ), ενώ τις υπόλοιπες τις κατέχει η Αγωνιστική Παρέμβαση που είναι δύναμη της εξωκοινοβουλευτικής αριστεράς (βλ. ανακοίνωσή της εδώ). Οι εκλογές για νέο Δ.Σ. ήταν να γίνουν τον Ιούνιο, αλλά το Δ.Σ. ομόφωνα αποφάσισε να μεταθέσει τις εκλογές για τον Νοέμβριο, ώστε να υπάρξει μεγαλύτερη συμμετοχή. Και ενώ οι δυνάμεις της Αγωνιστικής Παρέμβασης βρισκόταν σε συνεννόηση με τις δυνάμεις του ΠΑΜΕ για τη διεξαγωγή των εκλογών (είχε προγραμματιστεί ήδη η εκλογικο-απολογιστική συνέλευση του σωματείου και εκλογή εφορευτικής επιτροπής για την Κυριακή 6 Νοεμβρίου με ομόφωνη απόφαση του Δ.Σ.), οι δυνάμεις του ΠΑΜΕ κατέθεσαν προσφυγή για τον διορισμό προσωρινής διοίκησης λόγω εκπρόθεσμης θητείας, και μάλιστα ζήτησαν από το αστικό δικαστήριο η προσωρινή διοίκηση να αποτελείται από μέλη μόνο της δικής τους παράταξης!
Είναι γνωστό τοις πάσι πως το ΠΑΜΕ καθοδηγείται από την Κ.Ε. του ΚΚΕ. Ως εκ τούτου οι ευθύνες επιμερίζονται στην ηγεσία του ΠΑΜΕ και στην Κ.Ε. του ΚΚΕ.
Τι να πρωτοθαυμάσει κανείς σ’ αυτές τις ενέργειες;
Το πρώτο και πιο σημαντικό είναι η προσφυγή στο αστικό κράτος από τις δυνάμεις του ΚΚΕ και του ΠΑΜΕ για να διορίσει το αστικό κράτος, μέσω των δικαστηρίων, προσωρινή διοίκηση. Όταν ο δικαστής ανακηρύσσεται απόλυτος κυρίαρχος στα ζητήματα ζωής και δράσης των σωματείων, δεν είναι δυνατόν να γίνεται λόγος όχι μόνο για την ταξική τους ανεξαρτησία αλλά ούτε για την οργανωτική. Το ΠΑΜΕ, από τη μια, διακηρύσσει την αναγκαιότητα για ταξικά σωματεία, και αυτο-ανακηρύσσει τον εαυτό του ως ταξική δύναμη, ενώ, από την άλλη, προσκαλεί το αστικό κράτος να παρέμβει στις διεργασίες του κινήματος. Και αυτό το κάνει με τον πιο χυδαίο τρόπο, τον τρόπο των εργοδοτικών και αστικών δυνάμεων του εργατικού κινήματος, οι οποίες δεν ντρέπονται να καλούν την αστική δικαιοσύνη να ανακηρύξει τους ίδιους στη διοίκηση των σωματείων επικαλούμενοι τυπικές διατάξεις του αστικού νόμου, τις οποίες έχουν παραβιάσει πρώτοι οι ίδιοι. Δεν πρέπει να διαφύγει της προσοχής μας ότι προσφεύγοντας στα αστικά δικαστήρια εναντίον της διοίκησης του Σ.Ι.Ε.Λ νομού Αχαΐας, οι δυνάμεις του ΠΑΜΕ προσφεύγουν και εναντίον του εαυτού τους, αφού συμμετείχαν σε όλες τις ενέργειες της διοίκησης.
Δυστυχώς, είναι διαδεδομένο, όχι μόνο στις αστικές δυνάμεις αλλά και σε δυνάμεις εργατικής αναφοράς, να θεωρούν τον αστικό νόμο και τον αστικό τύπο πιο σημαντικά από την ίδια την ταξική ανεξαρτησία της εργατικής τάξης, του κινήματός της και των οργανώσεων της. Ελάχιστοι, και στις πιο αριστερές δυνάμεις στο κίνημα, αναρωτιούνται γιατί θα έπρεπε τα σωματεία να ακολουθούν τις διατάξεις του αστικού νόμου, ο οποίος καθορίζει τη συγκρότηση, τη «νόμιμη» σύσταση και τη λειτουργία των σωματείων. Γιατί θα έπρεπε να αποφασίζουν τα δικαστήρια για τις εσωτερικές διαδικασίες των σωματείων και για το πότε αυτές είναι ή δεν είναι νόμιμες. Αλήθεια, οι σύντροφοι του ΚΚΕ και του ΠΑΜΕ (αλλά και άλλων δυνάμεων της αριστεράς) θα σκέφτονταν ως φυσιολογικό να αποφασίζουν τα δικαστήρια για τη συγκρότησή και για τις εσωτερικές διεργασίες των οργανώσεων τους; Θα τους φαινόταν φυσιολογικό να παρευρίσκεται εκπρόσωπος του κράτους στις αρχαιρεσίες τους; Η ανάμειξη της αστικής εξουσίας έχει γίνει τόσο συνηθισμένη στην περίπτωση των σωματείων που δεν προκαλεί πια εντύπωση. Όπως έγραφε ο Κώστας Μπατίκας:
«Εκπρόθεσμη διοίκηση, έστω και για μια μέρα, αποτελεί έγκλημα καθοσιώσεως για τους συνδικαλιστές κάθε απόχρωσης, ενώ η προσφυγή και η αίτηση για διορισμό διοίκησης, ευλογημένη πράξη, ή, σε κάθε περίπτωση, ασήμαντο πλημμέλημα» (Κώστας Μπατίκα, Συνδικάτα και πολιτική, εκδ. Εργοεκδοτική, Αθήνα: 1994, σελ. 239).
Και συνεχίζει:
«… η συνηθισμένη, καθημερινή, πλατιά διαδεδομένη πρακτική των διορισμών στη συνδικαλιστική ζωή της χώρας μας δημιούργησε φαινόμενα εκφυλισμού και παρακμής και γελοίες καταστάσεις που δείχνουν το χαμηλό επίπεδο και τη φτώχεια όχι μόνο του κρατικού συνδικαλισμού αλλά και του ρεφορμισμού και όλων των παραλλαγών της αστικής επιρροής, που μετέφεραν στις εργατικές οργανώσεις τη μικροαστική υποκουλτούρα της καθυστέρησης και της μιζέριας, με την αποπνικτική της δυσοσμία. Αυτή η υποκουλτούρα καμιά σχέση δεν έχει, και δεν θα μπορούσε να έχει, με την κουλτούρα και τα ιδανικά της εργατικής τάξης» (ό.π.).
Όταν οι σύντροφοι του ΚΚΕ και του ΠΑΜΕ με τόση ελαφρότητα, και τόσο αυτοεξευτελισμό, αποφασίζουν να προσφύγουν στην αστική δικαιοσύνη για τον διορισμό προσωρινής διοίκησης, πώς ακριβώς ελπίζουν ότι θα πείσουν την εργατική τάξη να ανατρέψει «στην πράξη», όπως διακηρύσσουν, τον νόμο Χατζηδάκη; Τι παραπάνω κάνει ο νόμος Χατζηδάκη από το να επιβάλει τον ασφυκτικό έλεγχο του κράτους στα σωματεία;
Ένα δεύτερο σημείο αυτής της ντροπιαστικής ενέργειας των δυνάμεων του ΚΚΕ και του ΠΑΜΕ είναι ότι οργανώθηκε, όπως φαίνεται, από το Εργατικό Κέντρο, καθώς στο δικαστήριο εμφανίστηκε εκπρόσωπος της διοίκησης του Εργατικού Κέντρου Πάτρας για να υποστηρίξει το «δίκαιο» αίτημα της μειοψηφίας της διοίκησης του Σ.Ι.Ε.Λ. Αχαΐας για διορισμό προσωρινής διοίκησης. Δεν φτάνει που ανακατεύεται η αστική δικαιοσύνη στα εσωτερικά των σωματείων, έρχεται τώρα και η δευτεροβάθμια οργάνωση να ρίξει και αυτή το βάρος της υπέρ της τοποθέτησης προσωρινής διοίκησης, παίρνοντας το μέρος της μειοψηφίας. Αλήθεια, γι’ αυτό ήθελαν να πάρουν τον έλεγχο του Εργατικού Κέντρου στην Πάτρα οι δυνάμεις του ΚΚΕ, για να επιβάλουν την αλλαγή συσχετισμών με τη βοήθεια της αστικής δικαιοσύνης;
Μετά από όλα τα παραπάνω, είναι δύσκολο να πιστέψει κανείς στα καλέσματα του ΚΚΕ προς την εργατική τάξη για συμπόρευση και αγώνες με το ΚΚΕ. Σε τι να συμπορευτεί η εργατική τάξη με το ΚΚΕ; Στον αποκλεισμό των άλλων φωνών που έχουν άλλη αντίληψη για το κίνημα από αυτήν του ΚΚΕ; Στην επέμβαση του αστικού κράτους στα εσωτερικά του κινήματος; Έ, όχι. Η ανασύνταξη του ταξικού εργατικού κινήματος δεν περνάει μέσα από αυτές τις πρακτικές αλλά σε σύγκρουση με αυτές.
Βάιος Παπαθεοχάρης