Για την πορεία και την προοπτική του ΝΑΡ
Για την πορεία και την προοπτική του ΝΑΡ
Το παρακάτω άρθρο αποτελεί περίληψη κειμένου που κατατέθηκε στα πλαίσια του εσωοργανωτικού διαλόγου στο ΝΑΡ και παραθέτει τα βασικά του σημεία. Αφορμή για την συγγραφή του κειμένου, αποτέλεσαν τα γεγονότα στο περσινό συνέδριο του ΕΚΑ, γεγονότα που αποκάλυψαν σε όλο της το βάθος την κρίση που σοβούσε στο εσωτερικό του ΝΑΡ. Το κείμενο αυτό στόχευε στην αποκάλυψη των αντιφάσεων που διαπερνούσαν το θεωρητικό κεκτημένο του ΝΑΡ και να εξηγήσει την κρίση του και την οργανωτική του καθήλωσή.
Μια σειρά γεγονότα τον τελευταίο καιρό δείχνουν ότι το ΝΑΡ βρίσκεται σε πολύ δύσκολη κατάσταση που αγγίζει τα όρια της βαθιάς και αξεπέραστης κρίσης.
(…) Η σημερινή κατάσταση από μόνη της εγείρει ερωτήματα που πρέπει να απασχολήσουν όλους μας στον προσυνεδριακό διάλογο. Το βασικό ερώτημα που πρέπει ν’ απαντηθεί είναι : Πως μια οργάνωση με υποτίθεται πρωτοπόρες αναλύσεις και τόσο σημαντική συνεισφορά στην ανασυγκρότηση του επαναστατικού κινήματος φτάνει ένα βήμα πριν τη διάλυση; (…)και σε σχέση με τις εσωτερικές διαφωνίες προκύπτει ένα επιπλέον ερώτημα: Πως είναι δυνατόν μια οργάνωση που βγαίνει από ένα συνέδριο με σχεδόν το σύνολο των μελών της να στηρίζουν τις αποφάσεις και τη γραμμή που εκεί αποφασίστηκε, μέσα σε λίγα χρόνια να γίνεται θρύψαλα με αλληλοσπαρασσόμενες ομάδες που δε μπορούν να συμφωνήσουν ούτε σε απλά τακτικά ζητήματα;
Για μας το βασικό πρόβλημα βρίσκεται στο ίδιο το θεωρητικό κεκτημένο του ΝΑΡ που θεωρούμε πως είναι γεμάτο αντιφάσεις και λάθη (…) (και) παρ’ όλες τις αναφορές στο μαρξισμό, κυρίως βασίζεται σε μαρξίζουσες, αστικής κατεύθυνσης αντιλήψεις.
(…) Στην κατάσταση που φτάσαμε σήμερα δεν υπάρχουν πολλές επιλογές: ανατροπή αυτής της θεωρητικής και ιδεολογικοπολιτικής κατεύθυνσης, απόκρουση των αστικών αντιλήψεων και κατάκτηση μαρξιστικών θεμελίων ή παρακμή, σήψη και – πιθανότατα - διάλυση του ΝΑΡ! Άλλος δρόμος δεν υπάρχει.
Το ζητούμενο είναι να κατανοηθούν οι αιτίες, να βγουν τα απαραίτητα συμπεράσματα και να γίνουν κτήμα της οργάνωσης ή τουλάχιστον ενός τμήματος του πολύτιμου επαναστατικού δυναμικού που είτε συσπειρώνεται στο ΝΑΡ είτε παρακολουθεί την προσπάθειά του ή εκφράζει παρόμοιες αντιλήψεις, ώστε να μπορέσει να συμβάλλει στο βασικό καθήκον της εποχής που είναι η συγκρότηση της επαναστατικής πρωτοπορίας της εποχής μας.
(…)Μπορεί να είμαστε εξαιρετικά απαισιόδοξοι για την κατάληξη του εγχειρήματος του ΝΑΡ, όμως είμαστε αισιόδοξοι για την προοπτική της επαναστατικής πάλης και του κομμουνιστικού κινήματος στην Ελλάδα. Δεν είμαστε ούτε ‘’κουρασμένα παλικάρια’’, ούτε γενικώς και αορίστως ‘’απογοητευμένοι’’. Γι’ αυτό άλλωστε και θεωρήσαμε αναγκαίο να καταγράψουμε την γνώμη μας για την κρίση του ΝΑΡ. Με αυτό το κείμενο, στόχο έχουμε να συμβάλουμε στη διερεύνηση των αιτιών της φθίνουσας πορείας του ΝΑΡ, να γνωστοποιήσουμε τους προβληματισμούς μας ελπίζοντας σε μια γόνιμη συζήτηση για την υπέρβαση της κρίσης.
Δηλώνουμε διατεθειμένοι να στηρίξουμε οποιαδήποτε προσπάθεια ανασυγκρότησης του ΝΑΡ σε μαρξιστική βάση εν’ όψει του 2ου συνεδρίου, διαδικασία που για μας είναι η τελευταία ευκαιρία να αποφευχθεί η οριστική απαξίωση του ΝΑΡ και το άδοξο τέλος αυτού του εγχειρήματος.
Και αν αυτό δεν σταθεί δυνατό, να συμβάλουμε μαζί με όσους κινούνται σε αντίστοιχη κατεύθυνση, στην προσπάθεια ενάντια στην αποστράτευση, που συνήθως επακολουθεί μετά από περιόδους κρίσης. Για να μείνουν οι αγωνιστές στις επάλξεις και να δώσουν τη μάχη για την εκπλήρωση του διακηρυγμένου στόχου της ανασυγκρότησης του επαναστατικού κινήματος στη χώρα μας.
ΤΟ ΘΕΩΡΗΤΙΚΟ ΚΕΚΤΗΜΕΝΟ ΤΟΥ ΝΑΡ
Η θεωρία του νέου σταδίου του καπιταλισμού
Η μεθοδολογία του ‘νέου’
(…) Το βασικό πρόβλημα για μας, είναι η αντίληψη ότι με βάση μια υποτιθέμενη ‘’νέα’’ κατάσταση στον καπιταλισμό μπορούν να απορριφτούν πλευρές του ‘’παραδοσιακού’’ μαρξισμού και να αντικατασταθούν από ‘’νέες’’ θεωρίες.
(…) Αυτή η μεθοδολογία ωστόσο, είναι εντελώς αντιεπιστημονική καθώς ο καπιταλισμός ανεξάρτητα από τις διάφορες φάσεις ή στάδιά του παραμένει ενιαίος σαν τρόπος παραγωγής. Αν οι βασικές αρχές του μαρξισμού αποδεικνύονται λανθασμένες σήμερα, αυτό σημαίνει ότι ήταν πάντα λανθασμένες και αντίστροφα αν ήταν επαρκείς και αποδείχτηκαν σωστές παλιότερα παραμένουν σε ισχύ και σήμερα.
Η βασική αντίθεση κεφαλαίου - εργασίας
(…) «Τα πράγματα αλλάζουν άρδην στο σημερινό τρίτο στάδιο του παγκόσμιου καπιταλισμού………..Σ’ αυτές τις συνθήκες, προβάλλει για πρώτη φορά σε πρώτο πλάνο όχι ο ανταγωνισμός των κυρίαρχων τάξεων και των κρατών τους, αλλά η βασική αντίθεση Κεφαλαίου – Εργασίας, κι αυτό όχι μόνο σε κάποιες ‘’έκτακτες’’ περιστάσεις επαναστατικής έξαρσης, αλλά και στην ‘’ήρεμη’’ καθημερινή βαρβαρότητα (…)» (Θέσεις για το 1ο συνέδριο του ΝΑΡ). Το βασικό νέο στοιχείο, λοιπόν, σύμφωνα με το κείμενο των θέσεων και τη θεωρία περί τρίτου σταδίου του καπιταλισμού, είναι το ότι η βασική αντίθεση Κεφαλαίού – Εργασίας βγαίνει γυμνή στο προσκήνιο.
(…) Η βασική αντίθεση κεφαλαίου – εργασίας μπορεί μεν να καθορίζει (σε τελική ανάλυση) τα πάντα, όμως δυστυχώς δεν εμφανίζεται ποτέ γυμνή ώστε να μας επιτρέψει να κάνουμε πολιτική, απαλλαγμένοι από τις αβαρίες της πολιτικής τακτικής, αλλά πάντα διαμεσολαβούμενη από δευτερεύουσες αντιθέσεις.
(…) Μόνο σε επαναστατικές περιόδους η βασική αντίθεση βγαίνει γυμνή στο προσκήνιο, με την έννοια ότι το ζήτημα της ταξικής εξουσίας αποτελεί άμεσο ζήτημα και τότε είναι δυνατόν άνθρωποι που δεν είναι κομμουνιστές ή γενικά επαναστάτες να συνταχθούν με την πάλη για την εργατική εξουσία. Αντίθετα, σε περιόδους σαν τη σημερινή, η πολιτική πάλη για την εργατική εξουσία, παραμένει υπόθεση των συνειδητών επαναστατών.
(….) Η θέση αυτή, εκτός από το να διαμορφώνει τα μεσοπρόθεσμα καθήκοντα του ΝΑΡ, έχει και άμεσες πολιτικές συνέπειες, καθώς (…) οδηγεί σε μια ανάλυση της πραγματικότητας στην οποία το βασικό στοιχείο είναι η απ’ ευθείας σύγκρουση του παγκόσμιου κεφαλαίου με την παγκόσμια εργατική τάξη.
(…) Λίγους μήνες μετά το 1ο συνέδριο, έγινε η επέμβαση του ΝΑΤΟ στη Γιουγκοσλαβία (…)
Σταχυολογούμε ορισμένα χαρακτηριστικά αποσπάσματα από το ‘’Πριν’’ εκείνης της περιόδου: «...το νέο δόγμα του ΝΑΤΟ (…) επιδιώκει κυρίως το βάθεμα και την επέκταση των όρων εκμετάλλευσης των εργαζόμενων (…) », «Απροκάλυπτα ταξικός γίνεται ο πόλεμος», «Πρόκειται για έναν πόλεμο βαθιά ταξικό, πόλεμο τάξης εναντίον τάξης, του κεφαλαίου εναντίον της εργασίας στα Βαλκάνια, σε κάθε χώρα και παγκόσμια.»
(…) Όμως, η χρήση πολεμικής βίας για την ‘’επέκταση και το βάθεμα των όρων εκμετάλλευσης των εργαζομένων’’ και πολύ περισσότερο ένας πόλεμος που χαρακτηρίζεται ‘’πόλεμος τάξης εναντίον τάξης’’ δεν συμβιβάζεται με μια εργατική τάξη παθητικό υποκείμενο που πολεμάει κάτω από τις σημαίες του αστικού κράτους, αλλά προϋποθέτει την ύπαρξη εργατικής τάξης που έχει γίνει πια ‘’τάξη για τον εαυτό της’’ και απειλεί άμεσα την αστική κυριαρχία (…).
Το επαναστατικό υποκείμενο
Η απελευθέρωση της εργατικής τάξης με ‘τις δικές της δυνάμεις’
«Η απελευθέρωση της εργατικής τάξης θα είναι έργο της ίδιας ή δεν θα υπάρξει.(…)Μ’ αυτά τα λόγια ο Μαρξ τεκμηρίωνε την ιστορική μοναδικότητα της εργατικής τάξης αποδεικνύοντας ότι είναι η μοναδική καταπιεζόμενη τάξη στην ιστορία που έχει τη δυνατότητα να ανατρέψει το σύστημα που τη γεννάει ενώ ταυτόχρονα δεν μπορεί να επιβάλλει το δικό της τρόπο ιδιοποίησης σαν κυρίαρχο (…) Η ιστορική της αποστολή είναι να αυτοκαταργηθεί σαν τάξη απελευθερώνοντας το σύνολο της κοινωνίας.
Το ΝΑΡ διατυπώνει μια άποψη εντελώς διαφορετική από τη μαρξιστική: «Σε αντίθεση με τη ρομαντική εξιδανίκευση του προλεταριάτου ως ‘’περιούσιας επαναστατικής τάξης’’ – κατ’ αναλογία προς τον ‘’περιούσιο λαό’’ της Εβραϊκής μυθολογίας – η διαμόρφωση της εργατικής τάξης στον καπιταλισμό είναι βαθιά αντιφατική.»
(…) Η άρνηση της ιστορικής αποστολής της εργατικής τάξης συμπληρώνεται με την άποψη για τη διπλή φύση του ‘’είναι’’ της τάξης : «Αυτή η ‘’συγκατοίκηση’’ των δύο τάσεων δεν σημαίνει ότι το ‘’είναι’’ της εργατικής τάξης είναι εξ’ ορισμού αντικαπιταλιστικό – επαναστατικό, ενώ η συνείδησή της είναι εξαρτημένη από την αστική τάξη (…).
(…) Η μαρξιστική άποψη αντίθετα θεωρεί ότι το ‘’είναι’’ της εργατικής τάξης είναι επαναστατικό, (…) το αντικειμενικό συμφέρον της τάξης είναι η ανατροπή του καπιταλισμού και η οικοδόμηση μιας νέας κοινωνίας και αυτό είναι που καθιστά το ‘’είναι’’ της επαναστατικό. Αυτό που διαπερνιέται από αντεπαναστατικά στοιχεία είναι η συνείδηση της τάξης.
Τα συνδικάτα
(…) Η γραμμή του ΝΑΡ σε σχέση με τα συνδικάτα, πέρα από τις διάφορες κατά καιρούς ταλαντεύσεις είχε ορισμένα αναλλοίωτα στοιχεία αντίληψης τα οποία καταγράφονται και στο 1ο συνέδριο: «Μ’ αυτό το χαρακτήρα τα σημερινά συνδικάτα (η δομή τους, οι αρχές τους, η πολιτική τους) αποτελούν μορφές ηγεμονίας της ενσωμάτωσης απέναντι στην τάση χειραφέτησης της εργασίας, μορφές οργάνωσης της αστικής ηγεμονίας γενικότερα, μέσα στην εργατική τάξη (…) Και ακόμα : «…….έχουμε φτάσει πλέον σήμερα στην πλήρη και ανοιχτή αστικοποίηση των φορέων που γεννήθηκαν ως όργανα της εργατικής τάξης και της πάλης της: στην μετατροπή τους……….σε όργανα εχθρικά προς την εργατική τάξη και τους αγώνες για τα δικαιώματά της(…)
Το ότι το συνδικαλιστικό κίνημα είναι σήμερα ολοκληρωτικά κάτω από την αστική επιρροή είναι αδιαμφισβήτητο. Αυτό είναι μια από τις συνέπειες της ήττας του εργατικού κινήματος. Η πάλη για την απόσπαση των συνδικάτων από τα χέρια της αστικής τάξης είναι πλευρά της πάλης για την ανασυγκρότηση του εργατικού κινήματος και την εμφάνιση μαζικού επαναστατικού ρεύματος.
Η άποψη του ΝΑΡ είναι ωστόσο διαφορετική. Παρ’ όλο που στα κείμενα του καταγράφονται μια σειρά από εύστοχες παρατηρήσεις σχετικά με την σημερινή κατάσταση των σωματείων, αρνείται να αποδεχτεί ότι όλα τα χαρακτηριστικά που περιγράφει είναι εκδήλωση των αρνητικών συσχετισμών και είναι επομένως αντιστρέψιμα με την πάλη στα πλαίσια του συνδικαλιστικού κινήματος. Δεν στοχεύει στην ηγεμονία της επαναστατικής αντίληψης στα σωματεία. Θεωρεί ότι τα συνδικάτα είναι πλέον όργανα εχθρικά για την εργατική τάξη και ότι χρειάζεται κάτι εντελώς καινούργιο.
(…) Η όλη αντίληψη του ΝΑΡ για τα συνδικάτα και την συνδικαλιστική πάλη αποπνέει μια αγωνία δραπέτευσης από την δύσκολη πραγματικότητα της αστικής ηγεμονίας, σε κάτι που δεν μπορεί να το προσδιορίσει και να το διαμορφώσει και γι’ αυτό κάθε του προσπάθεια καταλήγει σε άλμα στο κενό (…).
Η εργατική πολιτική
«(…) Επομένως, αν η πολιτική είναι, πρώτα απ’ όλα, πάλη για τον προσανατολισμό και τα καθήκοντα του κράτους, η εργατική πολιτική, με την πλήρη της έννοια, δεν μπορεί παρά να είναι η άμεση συνολική πάλη στις σημερινές συνθήκες για την ανατροπή της αστικής κυριαρχίας, για την κατάκτηση της πολιτικής εξουσίας.»
Με τις διατυπώσεις αυτές από το σχέδιο εισήγησης της Συντονιστικής επιτροπής για τη 3η συνδιάσκεψη του ΝΑΡ συμφωνούμε. (…) Με βάση αυτά προκύπτει το ερώτημα: ποιος κάνει εργατική πολιτική; Σε περιόδους σαν τη σημερινή που η βασική αντίθεση παραμένει καλά κρυμμένη από τις δευτερεύουσες, εργατική πολιτική, δηλαδή πολιτικό αγώνα για την επανάσταση και την εργατική εξουσία κάνουν οι συνειδητές επαναστατικές δυνάμεις. Δηλαδή, όσοι κατανοούν τον ταξικό χαρακτήρα της κοινωνίας, του κράτους και της πολιτικής, αντιλαμβάνονται την αναγκαιότητα και τη δυνατότητα της σοσιαλιστικής επανάστασης και της οικοδόμησης του κομμουνισμού και συνειδητοποιούν την ανάγκη οργάνωσης των πρωτοπόρων δυνάμεων σε ξεχωριστό κόμμα. Και αυτό συμβαίνει γιατί σε περιόδους σαν τη σημερινή, η επαναστατική πάλη είναι μια εντελώς συνειδητή πάλη που δεν μπορούν να την διεξάγουν αυθόρμητες δυνάμεις ακριβώς γιατί δεν έχουν τη συνείδηση της αναγκαιότητάς της.
(…) Η πρόταση για οργάνωση της εργατικής τάξης στα επαναστατικά συμβούλια περνάει σε πρώτο πλάνο, γίνεται άμεσο και συγκεκριμένο καθήκον και υλοποιείται όταν εμφανίζονται οι αντικειμενικές δυνατότητες. Δεν αποτελεί μια άμεση πρόταση προς υλοποίηση σε κάθε φάση της ταξικής πάλης. Κι αυτό γιατί δεν αποτελεί άμεση και συγκεκριμένη πρόταση έτοιμη για υλοποίηση σε κάθε φάση της ταξικής πάλης η ίδια η νικηφόρα επανάσταση, αν και μπορεί να ζυμώνεται σε οποιαδήποτε κατάσταση.
Όρος (…) τόσο για την εμφάνιση των οργάνων της εργατικής εξουσίας, όσο και για την ηγεμονία των συνειδητών επαναστατικών δυνάμεων στα πλαίσιά τους και την νικηφόρα επανάσταση είναι η οικοδόμηση ισχυρής πολιτικής πρωτοπορίας, δηλαδή μαζικού επαναστατικού εργατικού κόμματος. Το επαναστατικό κόμμα είναι η κύρια μορφή που μπορεί να πάρει η οργάνωση των δυνάμεων της εργατικής πολιτικής στην σημερινή φάση της ταξικής πάλης, ενώ είναι η μοναδική μορφή οργάνωσης των δυνάμεων της εργατικής πολιτικής που μπορεί να καθοδηγήσει τον αγώνα για εργατική εξουσία και να «παράγει πολιτική».
Η βασική αντίφαση της πολιτικής πρότασης του ΝΑΡ
(…) Γιατί δεν προχώρησε το Αριστερό Ριζοσπαστικό Μέτωπο (…); Το ΑΡΜ προβαλλόταν ως «το κύριο πεδίο της εργατικής πολιτικής σήμερα», ενώ θα ήταν «η βασική διαδικασία ανασυγκρότησης του αυτοτελούς μαζικού κινήματος», «ο βασικός μοχλός ανατροπής και βελτίωσης των σημερινών συντριπτικά αρνητικών συσχετισμών», «η πρακτική διαδικασία σύνδεσης της τακτικής με τη στρατηγική του εργατικού κινήματος», «η προσπάθεια διατύπωσης μιας συνολικής εργατικής πολιτικής πρότασης για το σύνολο των καθηκόντων ενός επαναστατικού ρεύματος», «μια γραμμή που αφορά και κρίνεται σ’ όλη τη γραμμή του μετώπου της ταξικής αντιπαράθεσης» (…) «συσπείρωση των πιο διαφορετικών αντικαπιταλιστικών δυνάμεων και πολιτικών τάσεων, όλων όσων παλεύουν εμβρυακά ή ολοκληρωμένα για την αντικαπιταλιστική ανατροπή».
(…) Είναι καθήκον της κομμουνιστικής οργάνωσης να προσπαθεί να τραβήξει με την πλευρά της εργατικής πολιτικής κάθε ξέσπασμα. Είναι καθήκον να παλεύει για να κάνει το αυθόρμητο συνειδητό. Όμως, αυτό δεν μπορεί να γίνει ανακηρύσσοντας σε πρωταρχικό πεδίο της εργατικής πολιτικής ένα μέτωπο που το πρόγραμμα του «δεν προϋποθέτει από την αρχή πλήρη ιδεολογική συμφωνία και ταύτιση σε όλες τις πλευρές μιας ολοκληρωμένης εργατικής πολιτικής». Αυτό αποτελεί κραυγαλέα αντίφαση. Ένα ‘μέτωπο εργατικής πολιτικής’ που δεν απαιτεί συμφωνία με την εργατική πολιτική αλλά αποτελεί το κύριο πεδίο άσκησης της. Αυτό με απλά λόγια αποτελεί υποταγή στο αυθόρμητο (…)
Η τάση να αποδοθούν χαρακτηριστικά συνειδητής πρωτοπορίας στο μέτωπο είναι φανερή και στην αντίληψη που επικρατεί για το κόμμα (…): «(…)Το κόμμα επιδιώκει την αποκατάσταση της διαλεκτικής ενότητας του πολιτικού και κοινωνικού υποκειμένου της κομμουνιστικής επανάστασης σε ανώτερο επίπεδο και τελικά την ίδια την αντικατάσταση του από το κόμμα (…) Εδώ βρίσκονται τα σπάργανα της σημερινής κατάστασης καθώς η εξέλιξη αυτών των αρχικών αντιλήψεων οδήγησε σε μια οργάνωση πλασιέ μετώπων. (…)
Όντως, το κόμμα συμβάλλει στη μετατροπή της τάξης σε τάξη για τον εαυτό της. Για την ακρίβεια όμως δεν συμβάλλει απλά. Χωρίς το κόμμα πότε η τάξη δεν θα φτάσει αυθόρμητα να υψωθεί σε τάξη για τον εαυτό της. Και το κόμμα ποτέ δεν πρόκειται να αντικατασταθεί από την τάξη. (…) Το κόμμα αποτελεί έκφραση των ταξικών συμφερόντων της τάξης. Και όσο υπάρχουν τάξεις θα υπάρχουν και κόμματα. Το κόμμα θα πάψει να υπάρχει όταν θα πάψουν να υπάρχουν οι τάξεις, οι ταξικές αντιθέσεις, το κράτος, η εξουσία. (…)
H απομάκρυνση από το μαρξιστικό και λενινιστικό κεκτημένο για το κόμμα καταγράφεται σαφέστατα στην αναφορά για το τι συνθέτει το ’επαναστατικό πολιτικό υποκείμενο’’. (…): «η δική μας τομή σε σχέση με το παραδοσιακό κομμουνιστικό κίνημα δε βρίσκεται μόνο στο ότι, στη θέση του κόμματος με την παραδοσιακή έννοια του όρου, βάζουμε το ¨κόμμα¨ με την πλατιά μαρξιστική έννοια του όρου…». Ποιο είναι λοιπόν αυτό το νέο κόμμα; «Ακρογωνιαίος λίθος της δικιάς μας αντίληψης είναι ότι η αναπτυσσόμενη μεταβατική επαναστατική οργάνωση και το αριστερό ριζοσπαστικό μέτωπο στα πλαίσια τους αντικαπιταλιστικής δράσης της τάξης, στη διαλεκτική τους αλληλοεπίδραση, παράγουν ταξική συνείδηση και διαμορφώνουν την υλική δύναμη της επαναστατικής πάλης…Η διαλεκτική αυτή ενότητα αποτελεί τον πρωταρχικό πυρήνα του επαναστατικού υποκειμένου, του ¨κόμματος με την ευρεία έννοια¨ που διατύπωσε ο Μαρξ» (…).
Είναι προφανές που οδηγεί η ‘’τομή’’ που εξαγγέλλεται. Ξεκινά αποδίδοντας στην κλασσική έννοια του κόμματος το χαρακτηρισμό ‘’παραδοσιακό’’. (…) Το ‘’νέο’’, είναι η αντικατάσταση του ‘’στενού κόμματος’’ με το ‘’πλατύ’’. Μια ‘νέα’ πρωτοπορία στη θέση της ‘παλιάς’. Σε τι διαφέρει λοιπόν αυτό το νέο, που μάλιστα, βαφτίζεται μαρξιστικό, από το παλιό ; Ποια είναι η νέα πρωτοπορία; Είναι το μέτωπο, μαζί με την οργάνωση που αποτελεί τον κρίκο για να φτιαχτεί το μέτωπο (…).
‘Όμως μόνο αυτή την κατάληξη μπορεί να έχει η εγκατάλειψη της μαρξιστικής ορολογίας ‘’κόμμα πρωτοπορίας της επαναστατικής τάξης’’ και η υιοθέτηση της ορολογίας ‘’το επαναστατικό πολιτικό υποκείμενο συγκροτείται σε τρία επίπεδα : οργάνωση – μέτωπο – κίνημα’’ είτε στην πιο πολιτική και αριστερή είτε στην αυθορμησιακή εκδοχή του. Στην υιοθέτηση μιας ‘’αριστερής’’ εκδοχής του μετώπου της ‘’νέας αριστεράς’’ και της αυτονομίας, με μια οργάνωση βοηθητικό εργαλείο για τη συγκρότηση του. Και η σημερινή πολιτική και οργανωτική κατάσταση του ΝΑΡ το αποδεικνύει περίτρανα (…)
Μαρξιστικά, το ζήτημα είναι απαντημένο: υποκείμενο της επανάστασης είναι η εργατική τάξη, σε συμμαχία – υπό την ηγεμονία της – με άλλα κοινωνικά στρώματα, η οποία δημιουργεί τα όργανα της εργατικής πολιτικής, το επαναστατικό κόμμα, τα επαναστατικά συνδικάτα και τα επαναστατικά συμβούλια τα οποία αποτελούν το εργατικό κράτος μετά την νίκη της προλεταριακής επανάστασης. Πολιτική πρωτοπορία της εργατικής τάξης και της επανάστασης είναι το κόμμα της εργατικής τάξης, δηλαδή το οργανωμένο πρωτοπόρο και συνειδητό κομμάτι της τάξης που εκφράζει μέχρι τέλους τα στρατηγικά της συμφέροντα και έχει το ρόλο του μπροστάρη, της καθοδήγησης του προλεταριάτου.
Το ζήτημα του προγράμματος
(…) Για μας η ύπαρξη πολιτικής πρωτοπορίας, δηλαδή κομμουνιστικής οργάνωσης που παλεύει για την ηγεμονία στην εργατική τάξη, βασίζεται στην ύπαρξη προγραμματικής πρότασης. Ξέρουμε ότι ακόμα και το πιο ολοκληρωμένο πολιτικό πρόγραμμα που μπορεί να διατυπώσει ένα μαζικό κομμουνιστικό κόμμα δεν αποτελεί αναλλοίωτο θέσφατο που ισχύει αιώνια, αλλά εμπλουτίζεται από την συνειδητή επαναστατική δράση της τάξης. Όμως, η τάξη δεν πρόκειται ποτέ να φτάσει ως την συνειδητή επαναστατική δράση αυθόρμητα. Πρέπει να κερδηθεί με την εργατική πολιτική, με την πάλη για την εργατική εξουσία και αυτός ακριβώς είναι ο ρόλος της κομμουνιστικής οργάνωσης. (…)
Το επαναστατικό πολιτικό πρόγραμμα πρέπει να περιλαμβάνει ταυτόχρονα τον στρατηγικό στόχο για μια άλλη κοινωνική οργάνωση, την σχετικά ολοκληρωμένη πρόταση εξουσίας της εργατικής δημοκρατίας καθώς και πλαίσια αιτημάτων για την βελτίωση της κατάστασης της εργατικής τάξης και άλλων στρωμάτων και κοινωνικών κατηγοριών στα πλαίσια του καπιταλισμού. Πρέπει επίσης να διακηρύττει την σοσιαλιστική επανάσταση σαν αναγκαίο βήμα για την εργατική εξουσία.
(…) Η διατύπωση ολοκληρωμένου και αναλυτικού επαναστατικού πολιτικού προγράμματος είναι βέβαια αδύνατη σήμερα για το ΝΑΡ, καθώς κάτι τέτοιο απαιτεί βαθύτερη σύνδεση με την εργατική τάξη. Η διατύπωση όμως σχεδίου προγράμματος και η συμφωνία πάνω σε προγραμματικές αρχές και στη σχέση ανάμεσα στον τελικό σκοπό, το πρόγραμμα της εργατικής εξουσίας και τα προγράμματα πάλης είναι απολύτως αναγκαία για τη συγκρότηση κομμουνιστικής οργάνωσης. (…)