Μια προσπάθεια αποτίμησης της ηρωικής απεργίας των Χαλυβουργών

Μια προσπάθεια αποτίμησης της ηρωικής απεργίας των Χαλυβουργών


Το Σάββατο 28 Ιουλίου μετά από μια συγκινητική Γενική Συνέλευση, το Σωματείο των εργαζομένων της Ελληνικής Χαλυβουργίας στο Ασπρόπυργο, αποφάσισε την αναστολή της απεργίας με τον όρο ότι θα απομακρυνθούν τα ΜΑΤ από την πύλη του εργοστάσιου, όπως και έγινε. Η απόφαση αυτή ήρθε χωρίς να επαναπροσληφθούν οι 120 απολυμένοι και μετά από 272 μέρες απεργίας. Μετά την λήξη της απεργίας η εταιρία απέλυσε 6 ακόμα εργαζόμενους, που ανήκαν στη απεργιακή περιφρούρηση και είχαν συλληφθεί όταν η αστυνομία κατέλαβε την πύλη του εργοστάσιου. Το κλίμα τρομοκρατίας σήμερα είναι κυρίαρχο στο εργοστάσιο.

Ο αγώνας των Χαλυβουργών ήταν μεγαλειώδης και ηρωικός, ανέδειξε τα τεράστια αγωνιστικά αποθέματα της εργατικής τάξης και την τεράστια αλληλεγγύη που μπορεί να δείξει ο λαός μας. Συγκέντρωσε τις ελπίδες της εργατικής τάξης της χωράς μας, που στο πρόσωπο των Χαλυβουργών έβλεπε τον εαυτό της. Ο αγώνας των Χαλυβουργών συγκράτησε για μεγάλο χρονικό διάστημα τους εργοδότες σε ολόκληρη των περιοχή του Θριασίου έτσι ώστε να μην προχωρήσουν σε εκτεταμένες μειώσεις μισθών ή απολύσεις για να μην συναντηθούν αγωνιστικά με τους Χαλυβουργούς άλλα Σωματεία της περιοχής.

Παρόλα αυτά οι κομμουνιστές δεν πρέπει να μείνουν σε αυτά. Και δυστυχώς τα περισσότερα έντυπα της Aριστεράς το κάνουν. Ο αγώνας έχασε και οι κομμουνιστές πρέπει να το συζητήσουν και να το εξηγήσουν. Γιατί εάν δεν το κάνουν αυτοί, τότε αυτό που θα μείνει σαν αποτίμηση της εμπειρίας θα είναι αυτή που κάνει η αστική τάξη. Δηλαδή, ότι οι Χαλυβουργοί έχασαν γιατί οι αγώνες σήμερα δεν μπορούν να κερδίσουν και όποιος καλεί τους εργάτες σε αγώνα είναι ανεύθυνος και θα τους πάρει στο λαιμό του.

Από τον αγώνα των Χαλυβουργών μπορούν να προκύψουν συμπεράσματα πολύτιμα για τους αγώνες της εργατικής τάξης σε συνθήκες καπιταλιστικής οικονομικής κρίσης.

Πολλά από αυτά τα έχουμε θίξει σε άλλα φύλλα της ΕΠ. Έχουμε αναφέρει ότι ο αγώνας είχε διεξαχθεί σε ένα δυσμενές πεδίο που διαμορφωνόταν από την κυριαρχία του εργοδοτικού συνδικαλισμού στα Σωματεία της περιοχής και γενικότερα.

Οι δυνάμεις αυτές κηρύσσουν την ηττοπάθεια, την ταξική συνεργασία, την λογική ότι “εμείς μπορεί να εξαιρεθούμε”. Έχουν γαλουχήσει τους εργάτες με τη λογική ότι το Σωματείο είναι για την επιχείρηση και ότι δεν μπορούμε να απεργήσουμε εάν ο εργοδότης μας “δεν μας έχει πειράξει”. Έτσι και αλλιώς ο συντονισμός και η κοινή πάλη των εργοστασιακών Σωματείων είναι κάτι που φαντάζει πολύ δύσκολο για να πραγματοποιηθεί. Η λογική αυτή, που είναι διασπαστική, απομόνωσε τους απεργούς της ελληνικής Χαλυβουργίας και συνέβαλλε στην ήττα τους που τελικά είναι ήττα ολόκληρης της εργατικής τάξης.

Ένα δεύτερο στοιχείο είναι η κομματικοποίηση και η διάσπαση του συνδικαλιστικού κινήματος. Η ταύτιση του Σωματείου της Ελληνικής Χαλυβουργίας με το ΠΑΜΕ και το ΚΚΕ έδινε τη δικαιολογία ώστε ο εργοδοτικός συνδικαλισμός να κρατάει αποστάσεις από την απεργία και να ακολουθεί τη γνωστή διασπαστική τακτική του.

Ένα τρίτο στοιχείο είναι σχετικά με την δομή του συνδικαλιστικού κινήματος που βασίζεται στο εργοστασιακό Σωματείο και που επιτρέπει στους καπιταλιστές να χτυπούν σε κάθε χώρο δουλειάς ξεχωριστά. Εάν η δομή του συνδικαλιστικού κινήματος ήταν το Σωματείο-Συνδικάτο ανά κλάδο παραγωγής πράγμα που σημαίνει ότι, για παράδειγμα, οι εργάτες της Ελληνικής Χαλυβουργίας στον Ασπρόπυργο και το Βόλο, της Χαλυβουργικής, της ΣΙΔΕΝΟΡ και γενικότερα ολόκληρου του κλάδου του μετάλλου θα είχαν ένα κοινό Σωματείο-Συνδικάτο με παραρτήματα κατά εργοστάσιο, τότε τα πράγματα θα ήταν διαφορετικά.

Το Σωματείο θα ήταν ένα πανίσχυρο εργαλείο όχι μόνο για διεκδικούν οι εργάτες από τον εργοδότη τους αλλά για να συγκρούονται με όλες τους τις δυνάμεις με τους καπιταλιστές του κλάδου αλλά και γενικότερα, με την κυβέρνηση και το κράτος τους. Το οικονομικό αλλά και πολιτικό πρόβλημα, που θα δημιουργούσε μια απεργία για παράδειγμα σε όλο τον κλάδο του μετάλλου, είναι κάτι που δύσκολα θα μπορούσε να αγνοηθεί.

Στον αγώνα αυτόν θα μπορούσε να υπάρξει μεγαλύτερος συντονισμός των εργαζομένων στον κλάδο, αλλά και των κλάδων που εμπλέκονται στη διαδικασία της μεταφοράς, της επεξεργασίας, της τοποθέτησης του σιδήρου που παράγεται στην εν λόγω βιομηχανία. Θα μπορούσαν και θα έπρεπε να εμπλακούν σ' αυτό τον αγώνα οι οδηγοί των φορτηγών, οι ναυτεργάτες, η Ομοσπονδία Οικοδόμων κ.α. Το περισσότερο σίδερο της Χαλυβουργίας στο Βόλο στην οποία η παραγωγή συνεχίζονταν προορίζονταν για εξαγωγές οπότε μια οδηγία των συνδικάτων προς τους οδηγούς και τους ναυτεργάτες να μην μεταφέρουν τα προϊόντα της θα ήταν πολύ σημαντική. Ομοίως για το σίδερο που προορίζονταν για το εσωτερικό η ομοσπονδία οικοδομών, η οποία εμπλέκεται αντικειμενικά διότι οι οικοδόμοι διαμορφώνουν και τοποθετούν το σίδερο που παράγει η Χαλυβουργία, και κυριαρχείται από τις δυνάμεις του ΠΑΜΕ, έπρεπε να βγάλει μια οδηγία προς τους οικοδόμους να σαμποτάρουν τα προϊόντα της Χαλυβουργίας του Βόλου.

Αυτό θα δημιουργούσε ένα ισχυρό μέτωπο το οποίο όμως θα είχε απέναντί του, όλους τους καπιταλιστές, το κράτος και την κυβέρνησή τους και έπρεπε να απαντήσει σε όλους, ανάλογα.

Την ίδια στιγμή που οι Χαλυβουργοί ήταν διασπασμένοι, ο Μάνεσης είχε μαζί του ενάντια στους εργάτες, το κράτος και τους νόμους, την κυβέρνηση και την Τρόικα, τους άλλους καπιταλιστές του Κλάδου, τα ΜΜΕ.

Ένα τέταρτο στοιχείο είναι ότι η προβοκάτσια της Χρυσής Αυγής και η έλλειψη πολιτικών αντανακλαστικών από τον πρόεδρο του Σωματείου που δέχτηκε και αντιφώνησε τους φασίστες, πράγμα που περιόρισε κατά πολύ την αλληλεγγύη και την στήριξη του αγώνα. Είναι σημαντικό οι αγωνιστές του κινήματος να περιμένουν τέτοιες αλλά και χειρότερες κινήσεις από τους φασίστες και να είναι προετοιμασμένοι.

Ένα τελευταίο συμπέρασμα είναι ότι σε περίοδο οικονομικής κρίσης ένας οικονομικός αγώνας ιδιαίτερα εάν περιορίζεται σε ένα χώρο δεν μπορεί εύκολα να κερδίσει. Τα παραδείγματα αγώνων που κέρδισαν, αφορούν, κατά κανόνα, κλάδους που ακόμα και σήμερα παραμένουν κερδοφόροι. Τέτοιο είναι το παράδειγμα της απεργίας στη ΜΕΒΓΑΛ, στην Coca Cola 3E αλλά και στην εταιρίας Ανακύκλωσης στην Κρήτη. Στην περίπτωση της Χαλυβουργίας ήταν διαφορετικά. Ο κλάδος του μέταλλου είναι ένας κλάδος που έχει χτυπηθεί σκληρά από την κρίση και την πτώση της οικοδομικής δραστηριότητας. Έτσι δεν υπήρχαν παραγγελίες αλλά και αυτές που υπήρχαν εξυπηρετούνταν εύκολα από το εργοστάσιο στον Βόλο, που συνέχισε να λειτουργεί. Η απεργία σχεδόν δεν πίεζε οικονομικά τον εργοδότη.

Ο αγώνας των Χαλυβουργών, ανεξάρτητα από τι πίστευαν αυτοί που τον έκαναν, ήταν πολιτικός. Ξεκίνησε μετά από πολιτική παρέμβαση, που ήταν οι αντεργατικοί νόμοι, που ψηφίστηκαν στα πλαίσια του μνημονίου και έλυσαν τα χέρια του Μάνεση, ώστε να προχωρήσει στην απαίτηση για μείωση μισθών και εκ περιτροπής εργασία και μπορούσε να κερδίσει και πάλι με πολιτική παρέμβαση. Αυτή βέβαια μπορούσε να έρθει μόνο μετά από σκληρή ταξική μάχη. Ο αγώνας ήταν το σύμβολο του κινήματος ενάντια στα μνημόνια και την τρόικα. Με τις εκλογές του Μάη, τον καταποντισμό των μνημονιακών κομμάτων και την εμφάνιση της δυνατότητας μιας αριστερής κυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ, ενός κόμματος με ανεφάρμοστο πολιτικό πρόγραμμα, που όμως δήλωνε ότι θα καταργούσε τα μνημόνια και τους αντεργατικούς νόμους, εμφανίστηκε μια δυνατότητα πολιτικής λύσης του προβλήματος. Ο αγώνας των Χαλυβουργών είχε συμβάλλει σημαντικά στην ανάπτυξη του κινήματος ενάντια στα μνημόνια και αυτό με την σειρά του συνέβαλλε αποφασιστικά στη διαμόρφωση του εκλογικού αποτελέσματος. Το Σωματείο όμως της Χαλυβουργίας δεν πρόβαλλε καμιά πολιτική διεκδίκηση. Δεν ζητούσαν από την κυβέρνηση ή οποιαδήποτε κυβέρνηση προκύψει από τις εκλογές να καταργήσει τους αντεργατικούς νόμους να βγάλει παράνομες τις απολύσεις και εάν ο εργοδότης προχωρήσει στο κλείσιμο του εργοστάσιου, όπως απειλούσε, να το κρατικοποιήσει χωρίς αποζημίωση, κατάσχοντας την περιουσία του και να το λειτουργήσει με εργατικό έλεγχο αρχικά για τις ανάγκες των δημοσίων έργων. Ευθυγραμμιζόταν με την λογική της πλειοψηφίας της κομμουνιστικής αριστεράς, που πάλευε για να γενικευτεί ο αγώνας, να γίνει όλη η Ελλάδα Χαλυβουργία, αλλά στην ουσία δεν έβαζε καμία πολιτική προοπτική. Είναι χαρακτηριστικό ότι όταν επισκέπτονταν οι βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ το εργοστάσιο οι συνδικαλιστικοί εκπρόσωποι του Σωματείου περιορίζονταν στη λογική “που ήσασταν τόσο καιρό; - γιατί ήρθατε τώρα που έχουμε εκλογές;”. Δεν τους ζητούσαν να δεσμευτούν ότι θα δώσουν λύση σαν κυβέρνηση ή θα πιέσουν οποιαδήποτε κυβέρνηση προκύψει να το κάνει. Με τον τρόπο αυτό θα ανάγκαζαν όλα τα πολιτικά κόμματα,ακόμα και την Χ.Α, να τοποθετηθούν και να δεσμευτούν πάνω στα αιτήματά τους.

Την ίδια στιγμή κομμουνιστές εργάτες έπρεπε να αναδείξουν το ζήτημα του εργατικού ελέγχου και να κινηθούν για την συγκρότηση εργοστασιακής επιτροπής, εκλεγμένης από όλους τους εργάτες της εν λόγω επιχείρησης, η οποία θα ασκήσει τον εργατικό έλεγχο, διεκδικώντας την άμεση κατάργηση του επιχειρηματικού και τραπεζικού απόρρητου, εργατική πρόσβαση σε όλα τα βιβλία, έλεγχο στα αποθέματα, στα δάνεια και στις επιδοτήσεις τις οποίες καρπώθηκε ο Μάνεσης και αν αυτές πήγαν στην παραγωγή και όχι κάπου αλλού. Και θα αναδείκνυαν κατόπιν τα αποτελέσματα ενός τέτοιου ελέγχου. Με τον τρόπο αυτό θα αναδείκνυαν και το σαμποτάρισμα της παραγωγής που διαπράττουν οι καπιταλιστές, οι οποίοι, συχνά, θεωρούν επικερδές να σταματήσουν την παραγωγή είτε για να εξαναγκάσουν τους λιμοκτονούντες εργάτες να συμμορφωθούν με τις σκληρότερες συνθήκες δουλειάς, ή για να γλιτώσουν από την υποχρέωση να κάνουν νέες επενδύσεις κεφαλαίων σε περιόδους κρίσης. Η αμυντική πάλη ενάντια σ' αυτό το σαμποτάζ της παραγωγής από τους καπιταλιστές, ενώνει τους εργάτες, ανεξάρτητα από τις πολιτικές τους πεποιθήσεις, και γι' αυτό οι εργοστασιακές επιτροπές, είναι οι πιο πλατιές μαζικές οργανώσεις του προλεταριάτου.

Η πλάστιγγα έγειρε εναντίον του αγώνα των Χαλυβουργών με τις εκλογές του Ιούνη στις οποίες η εργατική τάξη δεν μπόρεσε να ολοκληρώσει το βήμα που έκανε το Μάη. Από τις εκλογές αυτές προέκυψε μνημονιακή κυβέρνηση αποφασισμένη να εφαρμόσει τον νόμο και την τάξη και η κομμουνιστική αριστερά, έπεσε στα χαμηλότερα της ποσοστά τα τελευταία χρόνια και ταυτίστηκε με μια δύναμη διαμαρτυρίας που δεν θέλει κυβερνητικές ευθύνες.

Έτσι μέσα στο γενικότερο κλίμα ήττας, απογοήτευσης και κινηματικής νηνεμίας ήταν εύκολο για τον Σαμαρά να δώσει την εντολή να εφαρμοστεί ο νόμος, καθ υπόδειξη της ίδιας της αστικής τάξης, να καταλειφθεί από την αστυνομία η πύλη του εργοστασίου και να ανοίξει για την εταιρία και τους απεργοσπάστες.

Η κατάληψη της πύλης από τις αστυνομικές δυνάμεις ήταν μια κρίσιμη στιγμή για την απεργία και με αυτή ο Σαμαράς, σαν νέος πρωθυπουργός έδωσε το στίγμα της νέας κυβέρνησης.

Στο σημείο αυτό το ΔΣ του Σωματείου δεν επέλεξε να περάσει ο αγώνας σε μια τροχιά σκληρής σύγκρουσης με την κυβέρνηση και να καλέσει την εργατική τάξη, τα Σωματεία της και τα κόμματα της να διώξουν την αστυνομία από την πύλη του εργοστάσιου. Διοργάνωσε δυο εθιμοτυπικές συγκεντρώσεις και πορείες την μια στην πύλη του εργοστασίου στον Ασπρόπυργο και την άλλη στο κέντρο της Αθήνας στις οποίες ο πρόεδρος του ΔΣ έλεγε ότι οι Χαλυβουργοί είναι ήδη νικητές γιατί έχουν αντέξει 9 μήνες.

Μετά από αυτό ήταν λογικό να περάσει η απεργία σε μια φάση εκφυλισμού.

Είναι χαρακτηριστικό ότι την Πέμπτη 26/7 μπήκαν στο εργοστάσιο περίπου 100 απεργοσπάστες που χωρίστηκαν σε βάρδιες και ξεκίνησαν την συντήρηση του εξοπλισμού. Από το σημείο αυτό δεν υπήρχε άλλη λύση παρά το Σάββατο 28/7 να ανασταλεί η απεργία.

Η λήξη της απεργίας των εργατών της Ελληνικής Χαλυβουργίας σηματοδοτεί την λήξη μιας ολόκληρης περιόδου αγώνα της εργατικής τάξης απέναντι στην βίαιη υποβάθμιση της ζωής της με την πολιτική του μνημονίου.

Στην περίοδο της οικονομικής κρίσης μόνο ο ενωτικός και συντονισμένος πολιτικός αγώνας που προβάλλει μια πολιτική προοπτική συνολικής λύσης μπορεί να είναι νικηφόρος.

Σήμερα με την υπάρχουσα δομή αλλά και τους υπάρχοντες συσχετισμούς στο συνδικαλιστικό κίνημα η τακτική που πρέπει να ακολουθήσουν τα Σωματεία είναι αυτή του γνήσιου συντονισμού Σωματείων που θα προετοιμάσουν Γενική Πολιτική Απεργία Διαρκείας, που θα παλέψει για την παραίτηση, την πτώση της κυβέρνησης και την ανάδειξη-εγκαθίδρυση κυβέρνησης που θα διαγράψει το χρέος, θα απαγκιστρώσει τη χώρα απ το ευρώ και την ΕΕ, θα ικανοποιήσει τα εργατικά αιτήματα.