Προσχέδιο Διαμαντοπούλου – Το Μνημόνιο στην Τριτοβάθμια Εκπαίδευση
Προσχέδιο Διαμαντοπούλου – Το Μνημόνιο στην Τριτοβάθμια Εκπαίδευση
Ήδη από την εποχή που υπογράφηκε η Σύμβαση της Μπολόνια, το «εκπαιδευτικό Μάαστριχτ» όπως χαρακτηρίστηκε, έγινε ξεκάθαρη η στρατηγική της Ευρωπαϊκής Ένωσης να υπαγάγει τα πανεπιστήμια στον έλεγχο των πολυεθνικών και των μεγάλων μονοπωλιακών επιχειρήσεων διευκολύνοντας με αυτό τον τρόπο την κερδοφορία του κεφαλαίου και την καπιταλιστική ιδιοποίηση της επιστήμης και την αντικατάσταση του επιστημονικού δυναμικού με μια μάζα φθηνού και ευέλικτου εργατικού δυναμικού.
Εκεί αποσκοπούσε η δημιουργία του Ευρωπαϊκού Χώρου Ανώτατης Εκπαίδευσης που είχε ως σημείο αναφοράς τη μείωση των προπτυχιακών σπουδών σε τρία έτη (bachelor) και την καθιέρωση πανεπιστημίων – πτυχίων πολλαπλής ταχύτητας. Με αυτό τον τρόπο τα προγράμματα σπουδών θα αντιπροσωπεύουν μια γενική συρραφή αποσπασματικών γνώσεων και δεξιοτήτων πλήρως προσαρμοσμένων στις ανάγκες της αγοράς εργασίας με ό,τι αυτό συνεπάγεται. Η μείωση του προπτυχιακού χρόνου σπουδών ισοδυναμεί στην πράξη με καίριο πλήγμα στο κύρος του πτυχίου και στα εργασιακά δικαιώματα που αυτό κατοχυρώνει. Ο στόχος αυτής της ρύθμισης είναι διπλός: αφενός μεν να μειώσει το κόστος σπουδών αφετέρου δε να μειώσει την αξία της εργατικής δύναμης των αποφοίτων συμβάλλοντας έτσι στην κερδοφορία του κεφαλαίου.
Αυτή την επιδίωξη έρχεται να υλοποιήσει το προσχέδιο νόμου που κατατέθηκε πρόσφατα από το Υπουργείο Παιδείας με στόχο να μετατρέψει τα πανεπιστήμια σε επιχειρήσεις, να απαξιώσει ακόμα περισσότερο τα πτυχία και να καταστήσει την παιδεία ταξικό προνόμιο εντείνοντας τους ιδιωτικοοικονομικούς όρους λειτουργίας των ιδρυμάτων.
Τις τελευταίες μέρες γινόμαστε μάρτυρες της ενορχηστρωμένης προπαγάνδας της κυβέρνησης και των ιδεολογικών της μηχανισμών να πείσουν την κοινή γνώμη ότι το νομοσχέδιο ενισχύει την αυτοδιοίκηση και κυρίως δεν αμφισβητεί την υποχρέωση της κρατικής χρηματοδότησης των πανεπιστημίων. Το μέγεθος της πολιτικής αγυρτείας όμως αποκαλύπτεται αν αναλογισθεί κανείς ότι η διοίκηση του πανεπιστημίου ανατίθεται σε ένα παντοδύναμο Συμβούλιο το οποίο θα απαρτίζεται από «εξωπανεπιστημιακές προσωπικότητες» και η στρόφιγγα της κρατικής χρηματοδότησης θα κλείνει κάθε φορά που το πανεπιστήμιο αξιολογείται αρνητικά από «ανεξάρτητους εμπειρογνώμονες».
Κατάργηση του αυτοδιοίκητου των πανεπιστημίων – καταστρατήγηση του άρθρου 16
Η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ μαθημένη να κινείται εκτός των πλαισίων της αστικής – συνταγματικής νομιμότητας θεσμοθετεί τη δημιουργία ενός Συμβουλίου Διοίκησης το οποίο θα απαρτίζεται κατά την κυνική ομολογία από εξωπανεπιστημιακές προσωπικότητες (κατά το ήμισυ) και θα συγκεντρώνει όλες τις αποφασιστικές αρμοδιότητες λειτουργώντας εν είδει Διευθυντηρίου. Συγκεκριμένα θα είναι αυτό που θα «χαράσσει τη στρατηγική του ιδρύματος σε εθνικό και διεθνές επίπεδο», θα καταρτίζει τον Οργανισμό και τον Εσωτερικό Κανονισμό Λειτουργίας των Πανεπιστημίων, θα εγκρίνει τον προϋπολογισμό, θα εκλέγει και θα παύει τα υπόλοιπα όργανα του πανεπιστημίου, ενώ θα έχει τη γενική εποπτεία και τον έλεγχο της αξιολόγησης, της διαχείρισης των πόρων και της διαμόρφωσης των ορίων της ακαδημαϊκής ελευθερίας (άσυλο). Το φοιτητικό κίνημα θα έχει μάλλον διακοσμητική παρουσία στο Συμβούλιο Διοίκησης, αφού όπως προβλέπεται στο νομοσχέδιο η φοιτητική κοινότητα θα έχει μόνον ένα εκπρόσωπο, ο οποίος θα εκλέγεται με ενιαίο ψηφοδέλτιο.
Εισαγωγή εξωτερικής αξιολόγησης – δημιουργία μηχανισμού πιστοποίησης των προγραμμάτων σπουδών
Τα προγράμματα σπουδών θα εγκρίνονται από την Αρχή Διασφάλισης και πιστοποίησης της ποιότητας στην ανώτατη εκπαίδευση. Πρόκειται για μηχανισμό αξιολόγησης της «ανταγωνιστικότητας» των πανεπιστημίων, από τις εκτιμήσεις του οποίου θα εξαρτάται η ίδια η λειτουργία του πανεπιστημίου! Για την αποτελεσματικότητα του έργου της αξιολόγησης το νομοσχέδιο προβλέπει τη δυνατότητα της Αρχής να εισηγηθεί στο Υπουργείο Παιδείας την ολική ή μερική αναστολή της κρατικής χρηματοδότησης ενός ιδρύματος, αν το ίδρυμα με δική του υπαιτιότητα, δεν παρέχει το απαιτούμενο υλικό πληροφόρησης και την απαραίτητη τεκμηρίωση. Σε κάθε περίπτωση η ίδια η έκδοση αρνητικής πιστοποίησης συνεπάγεται τον περιορισμό της κρατικής χρηματοδότησης του εν λόγω ιδρύματος.
Ως εκ τούτου, τα πανεπιστήμια είναι καταδικασμένα εκ των προτέρων να πειθαρχήσουν στις κυβερνητικές εντολές και να ευθυγραμμιστούν για παράδειγμα με τα τριετή προγράμματα σπουδών ή με την κατάρτιση προγραμματικών συμφωνιών από τις οποίες θα εξαρτάται η κρατική χρηματοδότηση.
Τρεις κύκλοι σπουδών - σύστημα πιστωτικών μονάδων - Βασική διοικητική μονάδα η Σχολή και όχι το Τμήμα
Οι σπουδές διαρθρώνονται σε τρεις κύκλους. Ο πρώτος κύκλος σπουδών συνίσταται στην παρακολούθηση ενός προγράμματος σπουδών και περιλαμβάνει μαθήματα που αντιστοιχούν κατ’ ελάχιστο σε 180 ακαδημαϊκές μονάδες. Συνεπώς, οδηγούμαστε σε τριετείς σπουδές αφού αυτή είναι η διαδεδομένη ευρωπαϊκή πρακτική, όπως προέκυψε από τη Διακήρυξη της Μπολόνια και της ανάγκης του κεφαλαίου για την μείωση του επιστημονικού δυναμικού και την ταυτόχρονη παραγωγή μιας πλατιάς μάζας ήμι-ειδικευμένου, ευέλικτου και φθηνού εργατικού δυναμικού. Ο δεύτερος κύκλος θα είναι ο μεταπτυχιακός στον οποίο θα μετατίθεται η πραγματική γνώση του επιστημονικού αντικειμένου και ο τρίτος κύκλος θα είναι ο διδακτορικός όπου θα επιδιώκεται η ειδίκευση του επιστημονικού αντικειμένου. Μέσα στα πανεπιστήμια θα υπάρχουν και κέντρα αριστείας που θα προετοιμάζουν μια «ελίτ επιστημόνων» η οποία θα στελεχώσει τη διοίκηση των καπιταλιστικών επιχειρήσεων και τον κρατικό μηχανισμό.
Πλέον, με τις ρυθμίσεις του νομοσχεδίου ως βασική ακαδημαϊκή μονάδα ορίζεται η σχολή και όχι το τμήμα. Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι οι φοιτητές εισάγονται μέσω εισαγωγικών εξετάσεων σε σχολή και όχι σε τμήμα και στη συνέχεια εισάγονται σε προγράμματα σπουδών από το δεύτερο έτος. Η μεταπήδηση σε σχολή γίνεται βάσει κλειστού αριθμού εισακτέων οι οποίοι θα έχουν ολοκληρώσει επιτυχώς το γενικό πρόγραμμα σπουδών του πρώτου ακαδημαϊκού έτους και θα κατατάσσονται ανάλογα με το βαθμό των εισαγωγικών εξετάσεων και τις επιδόσεις τους στο πρώτο αυτό εισαγωγικό έτος. Πρόκειται επομένως για προπαρασκευαστικό – δοκιμαστικό έτος από το οποίο θα κρίνεται η συνέχεια των σπουδών. Οι φοιτητές μετά το σκόπελο των πανελλαδικών εξετάσεων θα έχουν να ξεπεράσουν πλέον και τη δοκιμασία του προπαρασκευαστικού έτους που θα μετατρέψει τα πανεπιστήμια σε εκπαιδευτικά κάτεργα.
Η πλήρης εφαρμογή του συστήματος των πιστωτικών μονάδων θα επιταχύνει τη διασύνδεση των πανεπιστημίων με τα προγράμματα δια βίου μάθησης, δηλαδή μετά κάθε λογής κέντρα κατάρτισης και επανακατάρτισης. Μόνο τυχαία, άλλωστε, δεν πρέπει να θεωρείται η αναφορά στο Εθνικό Πλαίσιο Προσόντων και η δυνατότητα των πανεπιστημίων να οργανώσουν προγράμματα «σύντομου κύκλου σπουδών» (μέχρι δύο έτη) και προγράμματα εξ αποστάσεως εκπαίδευσης.
Περιστολή των δημοκρατικών ελευθεριών μέσα στο πανεπιστήμιο
– κατάργηση του ασύλου
Στο πανεπιστήμιο – επιχείρηση δεν μπορεί να έχει θέση το συνδικαλιστικό κίνημα των φοιτητών. Για το λόγο αυτό προβλέπεται ότι οι εκπρόσωποι των φοιτητών στα συλλογικά όργανα θα γίνεται μέσω ενιαίου ψηφοδελτίου, ενώ επιδιώκεται η υποκατάσταση της συλλογικής διεκδίκησης μέσω ενός κέντρου παραπόνων, που θα λέγεται ο «Συνήγορος του Φοιτητή».
Η πιο ακραία μορφή επίθεσης στα δημοκρατικά κεκτημένα του φοιτητικού κινήματος γίνεται μέσω της σιωπηρής κατάργησης του ασύλου. Συγκεκριμένα, το νομοσχέδιο δεν κάνει την παραμικρή αναφορά στο άσυλο αποφεύγοντας συνειδητά τη νομοθετική κατοχύρωσή του προκειμένου να νομιμοποιήσει εκ των προτέρων τις αστυνομικές επεμβάσεις εντός του πανεπιστημίου. Επιπλέον, οποιαδήποτε διακοπή του εκπαιδευτικού έργου και της εν γένει λειτουργίας του ιδρύματος θα επιτρέπεται μόνο με απόφαση του πρύτανη και αυτό σε εξαιρετικές περιπτώσεις. Αυτό σημαίνει ότι κάθε μορφή κινητοποίησης εντός του πανεπιστημίου θα μπορεί να διώκεται.
Νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου – Επώνυμες έδρες
Το κάθε ίδρυμα θα έχει το δικό του νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου με τη μορφή ανώνυμης εταιρείας, το οποίο θα δραστηριοποιείται αξιοποιώντας την περιουσία του πανεπιστημίου εκτός της κρατικής χρηματοδότησης. Θα μπορεί για παράδειγμα να ιδρύει εκδοτικούς οίκους ή να διαχειρίζεται με ιδιωτικοοικονομικά κριτήρια τη σίτιση και τη στέγαση των φοιτητών.
Επιπλέον, όμως, το πανεπιστήμιο θα μπορεί να ιδρύει επώνυμες έδρες διδασκαλίας και έρευνας σε συγκεκριμένη γνωστική περιοχή. Όπως αναφέρεται χαρακτηριστικά: «για την ίδρυση της απαιτείται η δωρεά στο ίδρυμα από οποιαδήποτε φυσικό ή νομικό πρόσωπο κεφαλαίου για την κάλυψη των δαπανών της διδακτικής και της γενικότερης επιστημονικής δραστηριότητας της έδρας». Φυσικά, οι «μαικήνες» που θα χρηματοδοτούν τις έδρες θα ανταμείβονται ιδιοποιούμενοι τα αποτελέσματα της επιστημονικής έρευνας των πανεπιστημίων τα οποία θα εφαρμόζονται έτσι άμεσα στην παραγωγική διαδικασία.
Η ιδιωτικοποίηση της πανεπιστημιακής εκπαίδευσης και η πρόσδεση της στο άρμα της ανταγωνιστικότητας της οικονομίας και της μείωσης του κόστους εργασίας συνδέεται άμεσα με το βάθεμα της οικονομικής κρίσης, που στον ελληνικό καπιταλισμό εκδηλώνεται μέσα από την κρίση του δημοσίου χρέους. Το συγκεκριμένο νομοσχέδιο δεν είναι τίποτε παραπάνω από μια ιδιότυπη εφαρμογή του Μνημονίου στην πανεπιστημιακή εκπαίδευση. Το καπιταλιστικό κράτος είναι αυτή τη στιγμή ένα βήμα πριν κηρύξει στάση πληρωμών στην εκπαίδευση καταδικάζοντας τα σχολεία και τα πανεπιστήμια σε χρεοκοπία. Προκειμένου να αποφύγει αυτό το ενδεχόμενο προβαίνει σε δραματική μείωση της χρηματοδότησης στα πανεπιστήμια πειθαρχώντας παράλληλα και στις επιταγές της Ευρωπαϊκής Ένωσης που θέλουν τα πανεπιστήμια μηχανισμούς αναπαραγωγής των ελαστικών σχέσεων εργασίας. Δημιουργείται με αυτό τον τρόπο η ταξική βάση συσπείρωσης και συγκρότησης ενός πλατιού κοινωνικού μετώπου φοιτητών και εργατών στη βάση των προβλημάτων που γεννάει η οικονομική κρίση. Είναι καθήκον της επαναστατικής αριστεράς που δραστηριοποιείται εντός των πανεπιστημίων να οργανώσει τους πολιτικούς όρους συγκρότησης αυτού του μετώπου που θα θέσει το ζήτημα της μονομερούς διαγραφής του χρέους προτάσσοντας παράλληλα το πολιτικό πρόγραμμα της εργατικής κυβέρνησης.