Εργατική απάντηση στην καπιταλιστική βαρβαρότητα, στα αδιέξοδα της αστικής πολιτικής
Εργατική απάντηση στην καπιταλιστική βαρβαρότητα, στα αδιέξοδα της αστικής πολιτικής
Η κατάσταση της διεθνούς οικονομίας εξακολουθεί να παραμένει ζοφερή και να μην συμφωνεί με τις ενέσεις αισιοδοξίας και τη συστηματική προπαγάνδα των αστικών επιτελείων για γρήγορο ξεπέρασμα της καπιταλιστικής κρίσης. Οι φόβοι για διπλή ύφεση επανέρχονται στο προσκήνιο και οξύνεται το σύνολο των αντιθέσεων σαν λογική συνέπεια της κρίσης. Η όξυνση των ενδοιμπεριαλιστικών ανταγωνισμών εκδηλώνεται με τον εν εξελίξει νομισματικό πόλεμο, ενώ η όξυνση των ταξικών ανταγωνισμών σε όλα τα κράτη που αγκαλιάζει η κρίση παίρνει τη μορφή της συστηματικής προσπάθειας γκρεμίσματος των εργατικών κατακτήσεων και έντασης της εκμετάλλευσης της εργατικής τάξης. Τελευταίο παράδειγμα, το πρόγραμμα λιτότητας που εξαγγέλθηκε στη Μεγάλη Βρετανία, το οποίο προβλέπει την απόλυση του 10 % των δημοσίων υπαλλήλων (περίπου 500.000) μέχρι το 2014.
Οι κεφαλαιοκράτες εκμεταλλεύονται στο έπακρο τις δύο κύριες διεξόδους που έχουν για να αξιοποιήσουν τα λιμνάζοντα κεφάλαιά τους: Από τη μία επενδύουν σε κρατικά ομόλογα, δηλαδή δανείζουν κράτη και φυσικά φροντίζουν να πάρουν πίσω τα επενδυμένα κεφάλαια τους με τον προβλεπόμενο τόκο. Και από την άλλη κατεδαφίζουν τις εργατικές κατακτήσεις και φτηναίνουν την εργατική δύναμη για να κερδίσουν έδαφος στον καπιταλιστικό ανταγωνισμό. Το αποτέλεσμα είναι το διπλό ξεζούμισμα της εργατικής τάξης. Απευθείας από τους κεφαλαιοκράτες και έμμεσα από το κράτος τους.
Στην Ελλάδα τα συμπτώματα της κρίσης εκδηλώνονται με ακόμα μεγαλύτερη ένταση. Η αστική τάξη της χώρας απαντά ακολουθώντας τον ίδιο δρόμο με τους κεφαλαιοκράτες σε όλον τον κόσμο. Τα ιδιαίτερα ζητήματα που έχει να αντιμετωπίσει, έχουν να κάνουν με την ενσωμάτωση και εκτόνωση του εκρηκτικού κοινωνικού κλίματος που διαμορφώνεται. Στο επίπεδο του συνδικαλιστικού κινήματος η αστική τάξη έχει καταφέρει σημαντικά αποτελέσματα. Αξιοποιώντας τους πράκτορές της στις γραμμές του εργατικού κινήματος έχει καταφέρει να καθηλώσει τις εργατικές αντιδράσεις, χάρη και στην καταστροφική τακτική του ΠΑΜΕ και των δυνάμεων της εξωκοινοβουλευτικής Αριστεράς. Στο επίπεδο του κομματικού συστήματος όμως, δεν διαφαίνεται μια σαφής κατεύθυνση αλλά αλληλοσυγκρουόμενες τακτικές των διαφορετικών αστικών κέντρων. Σε αυτό το κλίμα πραγματοποιούνται οι εκλογές για τοπική διοίκηση σε δήμους και περιφέρειες. Το αποτέλεσμά τους θα παίξει ρόλο στο σχεδιασμό των αστικών επιτελείων, στους ρυθμούς εφαρμογής της κυβερνητικής πολιτικής, αλλά και στα σχέδια αναδιάταξης του κομματικού συστήματος. Οι εκλογές της 7ης Νοέμβρη, πέρα από τη γενικότερη πολιτική σημασία τους, έχουν επιπλέον βαρύτητα καθώς – ειδικά στην περιφέρεια Αττικής - δοκιμάζονται τα διάφορα σενάρια αναδιάταξης του κομματικού σκηνικού.
Οι πολλαπλές υποψηφιότητες από το χώρο του ΠΑΣΟΚ αποτελούν σαφώς σύμπτωμα και της αδυναμίας της σοσιαλδημοκρατίας, αλλά και της αποστοίχισης δυνάμεων από το χώρο αυτό. Πρέπει ωστόσο, να εντοπιστεί ότι σε όλα τα ψηφοδέλτια της σοσιαλδημοκρατίας που συμμετέχουν στις εκλογές για την περιφέρεια Αττικής (Δημαράς, Μητρόπουλος, Αλαβάνος) και που εμφανίζουν αντιπολιτευτική διάθεση, εμφανίζονται διαφορετικές αποχρώσεις μιας κοινής αντίληψης. Η αντίληψη αυτή θεωρεί ότι μπορεί να υπάρξει μια «άλλη», μια διαφορετική, μια φιλολαϊκή διαχείριση που μπορεί να αντικαταστήσει την κυβερνητική πολιτική του μνημονίου, χωρίς πολλές «ρήξεις» και χωρίς ιδιαίτερες συγκρούσεις. Η αντίληψη αυτή μπορεί να συγκινεί τα λαϊκά στρώματα που νοσταλγούν τις εποχές των «παχιών αγελάδων», είναι όμως εκτός πραγματικότητας, καθώς δεν λαμβάνει υπ’ όψη τα πραγματικά δεδομένα της διεθνούς κρίσης και βασίζεται σε έναν τρόπο σκέψης που δεν αμφισβητεί το πλαίσιο του κεφαλαιοκρατικού συστήματος. Το δυστύχημα είναι, ότι αυτή η «θέση» βρίσκει οπαδούς και ανάμεσα στους διανοούμενους και τα στελέχη των οργανώσεων που δηλώνουν «επαναστατική Αριστερά».
Διαμορφώνονται έτσι, στο έδαφος αυτής της κοινής αντίληψης, πολλαπλές δυνατότητες συμμαχιών και οικοδόμησης νέων πολιτικών μετώπων που θα μπορούν να αντικαταστήσουν τις σημερινές μετωπικές συμμαχίες. Όπως όμως, κανένα από τα «αντιμνημονιακά» ψηφοδέλτια δεν μπορεί να δώσει απάντηση και διέξοδο στην εργατική τάξη, έτσι και καμία από τις συμμαχίες που μπορεί να προκύψουν την επαύριο των εκλογών δεν μπορεί να κάνει τίποτα διαφορετικό από το να χρωματίσει με μια δόση κοινωνικής ευαισθησίας ή ριζοσπαστισμού το αστικό κομματικό σύστημα.
Σε αυτό το σκηνικό καλούνται οι κομμουνιστές να αναδείξουν την εργατική απάντηση και στη μάχη των εκλογών. Καλούνται να διαδώσουν μια άλλη αντίληψη από αυτή των απολογητών του καπιταλιστικού συστήματος. Την αντίληψη ότι χωρίς μετωπική σύγκρουση με τους κεφαλαιοκράτες, χωρίς απαλλοτρίωση της ιδιοκτησίας τους και χωρίς αμφισβήτηση της ταξικής τους κυριαρχίας η σημερινή κατάσταση θα παγιωθεί και η επίθεση στις εργατικές κατακτήσεις θα κλιμακώνεται συνέχεια, βυθίζοντας τους εργαζόμενους σε μια κατάσταση εξαθλίωσης χωρίς διέξοδο.
Αξιοποιώντας την εκλογική αναμέτρηση, πρέπει να στρέψουμε τη δυσαρέσκεια ενάντια στις πραγματικές αιτίες της σημερινής κατάστασης, ενάντια στον καπιταλισμό. Πρέπει να δείξουμε τους δρόμους για την πάλη και την οργάνωση της εργατικής τάξης σε όλα τα επίπεδα. Στο επίπεδο του συνδικαλιστικού κινήματος μιλώντας για την ανάγκη της ανασυγκρότησης του, με τους εργάτες να έχουν τα σωματεία στα χέρια τους. Στο επίπεδο της πολιτικής οργάνωσης, κερδίζοντας τα πιο πρωτοπόρα στοιχεία στην προσπάθεια για την ενότητα των κομμουνιστών και την οικοδόμηση επαναστατικού κόμματος. Τέλος, στο επίπεδο της πολιτικής πρότασης και του πολιτικού προγράμματος, προπαγανδίζοντας την ανώτερη μορφή κρατικής οργάνωσης, όπου οι εργάτες θα έχουν στα χέρια τους όλες τις λειτουργίες του κράτους.