Αντικομμουνιστικό Μνημόνιο: Το «φάντασμα του κομμουνισμού» πλανιέται πάνω από την Ευρώπη

Της Σύνταξης

Ένα κύμα αντικομμουνιστικής υστερίας ξαπλώθηκε τις τελευταίες εβδομάδες καθώς ήταν σε εξέλιξη μια προσπάθεια να γίνει ο αντικομμουνισμός επίσημη απόφαση διεθνών ιμπεριαλιστικών οργανισμών.

Στις 14/12/2005 με εισήγηση του Σουηδού Ευρωβουλευτή Γ. Λίμτμπλαντ η Πολιτική Επιτροπή της Κοινοβουλευτικής Συνέλευσης του Συμβουλίου της Ευρώπης ψήφισε κατά πλειοψηφία υπέρ του αντικομμουνιστικού μνημονίου που έφερε τον τίτλο, «Ανάγκη διεθνούς καταδίκης των εγκλημάτων των ολοκληρωτικών κομμουνιστικών καθεστώτων», και το παρέπεμψε στην Ολομέλεια του Συμβουλίου στα τέλη του Γενάρη του 2006.

Τι λέει αυτό το μνημόνιο; Κατ’ αρχήν, εξισώνει την κομμουνιστική ιδεολογία με το ναζισμό. Γράφει: «Όταν κανείς αναλύει τις συνέπειες της κομμουνιστικής ιδεολογίας, δεν μπορεί να αγνοήσει τις ομοιότητες με τις συνέπειες μιας άλλης ιδεολογία του 20ού αιώνα, και συγκεκριμένα του ναζισμού». Ε, θα πει κανείς, αυτό δεν αποτελεί κάτι καινούργιο. Πάντα η ιμπεριαλιστική αστική προπαγάνδα, οι πολιτικοί του ιμπεριαλισμού και οι διάφοροι αστοί κονδυλοφόροι το ίδιο έλεγαν. Στο μνημόνιο υπάρχει ωστόσο κάτι καινούργιο. Το καινούργιο είναι ότι γίνεται προσπάθεια, αυτή η ανιστόρητη εξίσωση να ξεφύγει από το γενικό θεωρητικό-προπαγανδιστικό πλαίσιο των ιμπεριαλιστικών δυνάμεων και να αποκτήσει διεθνές θεσμικό βάθρο, να καταδικαστεί ο κομμουνισμός από ένα διεθνές όργανο, όπως είναι το Συμβούλιο της Ευρώπης, και να νομιμοποιηθεί και επίσημα ο αντικομμουνισμός από τα κράτη-μέλη του.

Στο κείμενο διαφαίνεται η πικρία του σκληρού πυρήνα του ιμπεριαλισμού για το γεγονός ότι το γνήσιο τέκνο του, ο ναζισμός-φασισμός έχει λογοδοτήσει εδώ και μισό αιώνα και καταδικάστηκε διεθνώς. Πρέπει λοιπόν να καταδικαστεί, «να λογοδοτήσει» και ο κομμουνισμός, και «να αντιμετωπίσει η κομμουνιστική ιδεολογία μια συγκρίσιμη αντίδραση» από τη διεθνή κοινότητα.

Οι εμπνευστές του μνημονίου έχουν επίγνωση ότι η κομμουνιστική ιδεολογία ήταν εκείνη που κατόρθωσε να επηρεάσει και να συσπειρώσει πλατιές λαϊκές μάζες στον αντιφασιστικό αγώνα, τη θεωρούν, και σωστά, υπεύθυνη για τη συντριβή του φασισμού. Αισθάνονται γι’ αυτό μίσος κατά του κομμουνισμού και προσπαθούν να προλάβουν, ματαιοδοξώντας ότι θα εξαφανίσουν το «φάντασμα του κομμουνισμού». Αυτό δεν το κάνουν από ιστορική πίκα για το γεγονός ότι ο κομμουνισμός στραγγάλισε το παιδί-τέρας του παγκόσμιου ιμπεριαλισμού. Έχουν στραμμένα τα βλέμματά τους στο παρόν και στο μέλλον, καθώς το καπιταλιστικό τους σύστημα στο ανώτατο, στο ιμπεριαλιστικό του στάδιο γεννάει καθημερινά τη φασιστική αντίδραση. Προσπαθούν λοιπόν να πάρουν τα μέτρα τους, γιατί ίσως κατανοούν, ότι αυτή τη φορά δεν κινδυνεύει μόνο ο φασισμός τους αλλά το ίδιο το καπιταλιστικό σύστημα στο σύνολό του. Θεωρούν μάλλον επείγουσα ανάγκη να πάρουν μέτρα και να εμποδίσουν με κάθε τρόπο το εργατικό κίνημα, που αναγεννιέται και αρχίζει να συνέρχεται από τη βαθιά κρίση στην οποία βρέθηκε, να μην του επιτρέψουν να κάνει κτήμα του τη μαρξιστική ιδεολογία, και αν δεν μπορέσουν να το εξαφανίσουν, τουλάχιστον να σπείρουν τη σύγχυση ώστε αυτό να σταματήσει στον αντιφασισμό και στη συνεργασία με «δημοκρατικές» δυνάμεις της αστικής τάξης, όπως έγινε και πριν από δεκαετίες και έτσι να μην κινδυνεύσει ο καπιταλισμός.

Έχουμε να κάνουμε με τα ίδια ιμπεριαλιστικά ιδεολογικά κέντρα που πριν 15 χρόνια είχαν κηρύξει το τέλος των ιδεολογιών και μέσα στον οίστρο του μεθυσμένου νικητή υπόσχονταν αιώνια ειρήνη στην ανθρωπότητα και «χρυσά κουτάλια» σε εκείνους τους λαούς που είχαν ανατρέψει κάποτε την αστική εξουσία και πέρασαν στα χέρια του κράτους τα βασικά μέσα παραγωγής.

Αλλά η κοινωνική εξέλιξη και η ιστορία δεν κλείνεται στα δογματικά-αντιεπιστημονικά κλισέ της χρεοκοπημένης πια αστικής ιδεολογίας. Έντρομοι ανακαλύπτουν ότι η κομμουνιστική ιδεολογία δεν πέθανε. Και φυσικά δεν πεθαίνει επειδή κάτι τέτοιο επινόησε η φαντασία των ιμπεριαλιστικών κονδυλοφόρων και επιδιώκει διακαώς ο ιμπεριαλισμός. Τώρα επείγονται να κατατροπώσουν κάτι, το θάνατο του οποίου είχαν αναγγείλει εν μέσω έξαλλων πανηγυρισμών.

Ο εισηγητής του μνημονίου Γ. Λίντμπλαντ τρέχει να προλάβει. «Υπάρχει μια επείγουσα ανάγκη για μια δημόσια συζήτηση για τα εγκλήματα του κομμουνισμού και για την καταδίκη τους σε διεθνές επίπεδο», γράφει. Στόχος του, οι νέες γενιές που δεν πρέπει να «μολυνθούν» από το μικρόβιο της κομμουνιστικής ιδεολογίας, γι’ αυτό και η αγωνιώδης κραυγή του: «Αυτή η διαδικασία πρέπει να προωθηθεί για πολλούς λόγους αμέσως, χωρίς καμιά άλλη καθυστέρηση». Κάτι τέτοιο «έχει ιδιαίτερη σημασία για τις νέες γενιές… Μια ξεκάθαρη τοποθέτηση της διεθνούς κοινότητας για το παρελθόν μπορεί να αποτελέσει σημείο αναφοράς για τις μελλοντικές της δράσεις».

Ανησυχεί σφόδρα, διαπιστώνοντας ότι στις χώρες εκείνες στις οποίες ο ιμπεριαλισμός έταζε «χρυσά κουτάλια», ο κόσμος δεν είναι ευχαριστημένος από την καπιταλιστική παλινόρθωση. «Φαίνεται», γράφει, «ότι σε ορισμένες χώρες είναι ζωντανό ακόμα ένα είδος νοσταλγίας για τον κομμουνισμό. Αυτό το γεγονός δημιουργεί τον κίνδυνο ο κομμουνισμός να κερδίσει την εξουσία στη μια ή την άλλη χώρα». Για το λόγο αυτό πρέπει να ενημερωθεί ο κόσμος για τα εγκλήματα της κομμουνιστικής ιδεολογίας και αυτό αποτελεί έναν από τους σκοπούς του μνημονίου: «Σκοπός της παρούσας έκθεσης είναι να συμβάλει στη γενική ενημέρωση για την ιστορική διαδρομή αυτής της ιδεολογίας».

Εμείς πάλι, χωρίς να υποτιμούμε τις "ιμπεριαλιστικές ενημερώσεις" δεν νομίζουμε ότι από μόνες τους μπορούν να στερεώσουν και να διαιωνίσουν την ιμπεριαλιστική κυριαρχία, αφού ο σημερινός καπιταλισμός δεν μπορεί πλέον να προσφέρει λύσεις στην ανθρωπότητα ούτε και στους λαούς της Ανατολικής Ευρώπης, παρά μόνο φτώχια, ανέχεια και το θάνατο. Οι λαοί των χωρών αυτών δεν έζησαν βέβαια στον κομμουνισμό, ούτε καν στην πρώτη φάση της κομμουνιστικής κοινωνίας, στο σοσιαλισμό, αλλά δεν θρηνούσαν κιόλας εκατοντάδες και χιλιάδες νεκρούς, που τώρα πεθαίνουν άστεγοι, πεινασμένοι και άρρωστοι στις παγωμένες πλατείες της Μόσχας, της Πετρούπολης, της Σόφιας ή της Βαρσοβίας.

Η μεταβατική περίοδος από τον καπιταλισμό στο σοσιαλισμό και οι μεταβατικές κοινωνίες που προέκυψαν με τη νίκη της Οκτωβριανής επανάστασης έλυσαν βασικά ζητήματα διαβίωσης των ανθρώπων και θα μπορούσαν να οδηγηθούν ως την τελική συντριβή του ιμπεριαλισμού και στη νίκη του σοσιαλισμού-κομμουνισμού, αν μέσα στις δοσμένες αντικειμενικές συνθήκες και τους παγκόσμιους συσχετισμούς δύναμης η ηγεσία του εργατικού κινήματος, τα Κομμουνιστικά Κόμματα είχαν αντέξει, αν είχαν αποτρέψει την γραφειοκρατικοποίηση και δεν προχωρούσαν στη νόθευση, στη στρέβλωση και εγκατάλειψη της κομμουνιστικής ιδεολογίας, διαπράττοντας το μεγαλύτερο έγκλημα κατά της κομμουνιστικής υπόθεσης, αφού στρέβλωσαν, ανέκοψαν και αντέστρεψαν από ένα σημείο και μετά τη μεταβατική περίοδο, πράγμα που οδήγησε τελικά στην παλινόρθωση του καπιταλισμού και στην ήττα την πρώτη προσπάθεια οικοδόμησης της νέας αταξικής κοινωνίας και απελευθέρωσης του ανθρώπου.

Αγανακτεί και διαμαρτύρεται εντόνως για το γεγονός ότι υπάρχουν και σήμερα δραστήρια κομμουνιστικά κόμματα σε διάφορες χώρες που χρησιμοποιούν ανενδοίαστα ακόμα και τα κομμουνιστικά σύμβολα, τη στιγμή που ο αγκυλωτός σταυρός του φασισμού υπόκειται σε απαγόρευση. Υποδεικνύει τη νομική δίωξη και απαιτεί να συρθούν άμεσα ενώπιον της δικαιοσύνης: «Τα κομμουνιστικά εγκλήματα σπάνια έχουν υποστεί μια νομική δίωξη και πολλοί από τους αυτουργούς δεν έχουν ποτέ συρθεί στη δικαιοσύνη. Κομμουνιστικά κόμματα εξακολουθούν να είναι δραστήρια σε κάποιες χώρες, και δεν έχουν καν πάρει αποστάσεις από το παρελθόν, όταν υποστήριζαν και συνεργάζονταν με τα εγκληματικά κομμουνιστικά καθεστώτα. Τα κομμουνιστικά σύμβολα χρησιμοποιούνται ανοιχτά, και η δημόσια συνείδηση για τα κομμουνιστικά εγκλήματα είναι πολύ ισχνή. Η εκπαίδευση των νέων γενιών σε πολλές χώρες ασφαλώς δεν βοηθά να μειωθεί αυτή η απόσταση».

Η νόμιμη δράση των κομμουνιστών ακόμη και η απλή εμφάνιση του σφυροδρέπανου προκαλεί φρίκη στους ιμπεριαλιστές, γι’ αυτό όπου μπορούν φροντίζουν να απαγορεύουν και τη νόμιμη δράση, και την εμφάνιση των κομμουνιστικών συμβόλων, όπως αυτό συμβαίνει στις χώρες της Βαλτικής όπου η τοπική αντίδραση με τη συνδρομή των διεθνών ιμπεριαλιστικών κέντρων κλείνει τους κομμουνιστές στη φυλακή και καλλιεργεί ένα πρωτόγονο φασιστικό κλίμα που περιλαμβάνει την ανέγερση ναζιστικών μνημείων και το ελεύθερο ανέμισμα της σβάστικας του φασισμού. Το ίδιο θα ήθελαν να κάνουν παντού αν τους το επέτρεπε το εργατικό και λαϊκό κίνημα.

Προφανώς οι ιμπεριαλιστές δεν έχουν κανένα άλλο πλέον μέσο να αντιμετωπίσουν την κομμουνιστική ιδεολογία. Η φασιστική αντίδραση και η γυμνή βία είναι τα μόνα που τους απέμειναν για να υπερασπιστούν το εκμεταλλευτικό καπιταλιστικό τους σύστημα. Και αυτό δεν αποτελεί ιδιοτροπία κάποιων περιθωριακών φασιστοειδών ανθρωπόμορφων, ομοίων με το Σουηδό Ευρωβουλευτή, αποτελεί εσωτερική ανάγκη του ιμπεριαλιστικού καπιταλισμού.

Αυτή η εσωτερική ανάγκη του ιμπεριαλισμού είναι εκείνη που ωθεί τους εμπνευστές του αντικομμουνιστικού μνημονίου. Και είναι επείγουσα ανάγκη των εκμεταλλευτών, που νοιώθουν το τέλος τους να πλησιάζει, και αισθάνονται τον τρόμο μπροστά στον κίνδυνο κατάργησης των προνομίων τους, μπροστά στον θανάσιμο κίνδυνο να καταργηθεί η εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο και να κυριαρχήσει το κομμουνιστικό μέλλον της ανθρωπότητας.

Γι’ αυτό πανικόβλητοι απευθύνουν επείγουσες εκκλήσεις. Ακριβώς γι’ αυτό οι εισηγητές του μνημονίου απαιτούν από το ιδεολογικό κυρίως όργανο του ευρωπαϊκού ιμπεριαλισμού, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, να μείνει πιστό στους στόχους που οδήγησαν στην ίδρυσή του το 1949, (και που ήταν η καταπολέμηση του κομμουνισμού), και να πάρει άμεσα μέτρα, χωρίς καμιά καθυστέρηση. «Ως εισηγητής, έχω τη γνώμη πως δεν πρέπει να υπάρχει περαιτέρω καθυστέρηση στην καταδίκη της κομμουνιστικής ιδεολογίας και εγκλημάτων σε διεθνές επίπεδο. Αυτό πρέπει να γίνει τόσο από τη συνέλευση σε κοινοβουλευτικό επίπεδο, όσο και από την Επιτροπή Υπουργών σε διακυβερνητικό επίπεδο… Η Συνέλευση θα πρέπει να συστήσει στην Επιτροπή Υπουργών τη συγκρότηση μιας επιτροπής, που θα διεξάγει ολοκληρωμένες έρευνες, αναφορικά με τα κομμουνιστικά εγκλήματα στις χώρες-μέλη του Συμβουλίου της Ευρώπης. Παράλληλα, τα κράτη-μέλη που δεν το έχουν πράξει θα πρέπει να ενθαρρυνθούν να φτιάξουν τέτοιες επιτροπές σε εθνικό επίπεδο…Τέλος, αλλά όχι τελευταίο, η Επιτροπή Υπουργών θα πρέπει να εκκινήσει μια καμπάνια πληροφόρησης στα κράτη-μέλη του Συμβουλίου της Ευρώπης για τα εγκλήματα του Κομμουνισμού. Αυτό θα περιλαμβάνει την αναθεώρηση των σχολικών βιβλίων. Τα κράτη-μέλη θα πρέπει να ενθαρρυνθούν να το πράξουν σε εθνικό επίπεδο».

Ο εισηγητής προειδοποιεί εκείνους που δεν κατανοούν την κρισιμότητα της στιγμής και βάζουν εμπόδια στη λήψη μιας τέτοιας απόφασης. Απορεί, πώς είναι δυνατόν να υπάρχουν πολιτικοί εκπρόσωποι της αστικής τάξης που ταλαντεύονται σε ένα τόσο σημαντικό για τον ιμπεριαλισμό ζήτημα.

Ελεηνολογεί εκείνους τους αστούς πολιτικούς-βουλευτές που επιμένουν σε αρχέγονες αρχές της αστικής δημοκρατίας, όπως αυτή που λέει ότι δεν μπορούν να καταδικάζονται ιδεολογίες, αρχές που έχασαν πλέον κάθε σημασία και δεν συμβιβάζονται σε καμιά περίπτωση με το σημερινό επίπεδο ανάπτυξης του καπιταλισμού.

Βλέπει με κάποια συγκατάβαση εκείνους τους αστούς πολιτικούς, οι οποίοι έλκονται ακόμα από την "ισότητα" και την "κοινωνική δικαιοσύνη" της αστικής επανάστασης, αλλά τους μέμφεται ανοιχτά και καθαρά γιατί δεν κατάλαβαν, ότι αυτά τα συνθήματα των αστικοδημοκρατικών καιρών έχουν παρέλθει ανεπιστρεπτί και αποτελούν απολιθώματα του αστικού παρελθόντος.

Μελαγχολεί για το γεγονός ότι «μερικά στοιχεία της κομμουνιστικής ιδεολογίας, όπως η ισότητα, η κοινωνική δικαιοσύνη, ακόμα ασκούν έλξη σε ορισμένους πολιτικούς, οι οποίοι φοβούνται ότι η καταδίκη των εγκλημάτων του Κομμουνισμού θα ταυτισθεί με την καταδίκη της Κομμουνιστικής Ιδεολογίας» και αναλαμβάνει να τους διαφωτίσει. Στον κομμουνισμό, τους λέει, θεωρία και πράξη ταυτίζονται. Τα εγκλήματα προκύπτουν από την εγκληματική κομμουνιστική ιδεολογία. Και πώς να μην είναι εγκληματική για τους εκπροσώπους του ιμπεριαλισμού, αφού θέλει να καταργήσει τον ιμπεριαλισμό; «Δεν συμμερίζομαι», λέει, «τη θέση κάποιων συναδέλφων πώς θα πρέπει να γίνει μια καθαρή διάκριση μεταξύ ιδεολογίας και πρακτικής. Η τελευταία απορρέει από την πρώτη».

Έτσι λοιπόν, διατυπώνει την προσταγή ότι τα εγκλήματα «είναι ευθέα αποτελέσματα της θεωρίας της πάλης των τάξεων» και της θεωρίας της δικτατορίας του προλεταριάτου, και «οι ιστορικοί κομμουνιστές ηγέτες δεν έκρυψαν ποτέ τους στόχους τους, που ήταν η δικτατορία του προλεταριάτου».

Στη συζήτηση του αντικομμουνιστικού μνημονίου στην Ολομέλεια του Συμβουλίου της Ευρώπης στα τέλη του Γενάρη του 2006, και παρά τις πιέσεις, οι περισσότεροι βουλευτές προτίμησαν την αποχή. Από του 146 παρόντες σε σύνολο 315 τακτικών μελών του Συμβουλίου, οι 85 ψήφισαν υπέρ του αντικομμουνιστικού μνημονίου, 50 κατά και 11 λευκά. Κατά, ψήφισαν και οι βουλευτές όλων των ελληνικών κομμάτων. Έτσι δεν συμπληρώθηκαν τα 2/3 των ψηφισάντων προκειμένου να μπορεί σύμφωνα με τους κανονισμούς να εισαχθεί για συζήτηση στο Συμβούλιο Υπουργών. Έμεινε ψήφισμα «μη συνιστώμενο».

Προς το παρόν λοιπόν αποτράπηκε να πάρει η αντικομμουνιστική υστερία τη μορφή επίσημου κειμένου ενός διεθνούς οργάνου. Αλλά αυτό δεν πρόκειται να γίνει και στο μέλλον.

Ο κ. Λίντμπλαντ έχει δίκαιο. Οι αστικές δημοκρατικές αρχές είναι παρωχημένες στο προχωρημένο ιμπεριαλιστικό στάδιο του καπιταλισμού. Ανήκουν σε μια άλλη εποχή, στα πρώτα στάδια της καπιταλιστικής ανάπτυξης. Αυτό το νοιώθουμε καθημερινά και είναι πλέον η αντίδραση σε όλη τη γραμμή, για την οποία μίλησε ο Λένιν. Έκφραση αυτής της αντίδρασης είναι και το αντικομμουνιστικό μνημόνιο. Αποτελεί έκφραση της χρεοκοπίας του αστικού κοινοβουλευτισμού και μπροστά στις αναγκαιότητες του σημερινού ολοκληρωμένου ιμπεριαλιστικού σταδίου του καπιταλισμού θα εκλείψουν και οι τελευταίες αστικοδημοκρατικές "επιβιώσεις".

Όποιος σήμερα θέλει πραγματικά να υπερασπιστεί τη δημοκρατία οφείλει να προσχωρήσει στο αγωνιστικό μέτωπο υπέρ της εργατικής δημοκρατίας, υπέρ της δημοκρατίας που οι κλασικοί του μαρξισμού ονόμασαν "δικτατορία του προλεταριάτου". Είναι η μόνη δημοκρατία που είναι πλέον δυνατή και αναγκαία, το ανώτατο και τελευταίο στάδιο της πολιτικής δημοκρατίας, η μόνη που μπορεί να απονεκρωθεί και να παραχωρήσει τη θέση της στην "αυτοδιοίκηση των παραγωγών". Οι ιμπεριαλιστές τρέμουν μπροστά σε αυτή την προοπτική. Και θα υπάρξουν ακόμα πολλά αντικομμουνιστικά μνημόνια και θα ενταθεί η αντιδραστική πρακτική σε όλα τα μήκη και πλάτη του πλανήτη και η καπιταλιστική εκμετάλλευση και καταπίεση.

Οι εργάτες και οι λαοί οφείλουν στην καθημερινή τους πάλη για την υπεράσπιση και διεύρυνση των κατακτήσεών τους να υπερασπιστούν ως το τέλος τα δημοκρατικά δικαιώματα και ελευθερίες, ενάντια στην ιμπεριαλιστική αντίδραση. Για να το πετύχουν αυτό πρέπει να συνδέσουν αυτή την πάλη με την πάλη για την ανώτερη δημοκρατία, για τη δικτατορία του προλεταριάτου και την κατάργηση του καπιταλισμού. Μόνο τότε η δημοκρατία θα θριαμβεύσει και θα ανοίξει ο δρόμος για την κοινωνική απελευθέρωση, για την τελική εκμηδένιση του καπιταλισμού και την κατάκτηση της κοινωνίας χωρίς εκμετάλλευση και καταπίεση.