[2019-11-12] Το ενιαίο μέτωπο, η εργατική κυβέρνηση και οι καινούργιοι «κλασικοί»

Το ενιαίο μέτωπο, η εργατική κυβέρνηση και οι καινούργιοι «κλασικοί»

Στο άρθρο του με τίτλο «Η θεωριτικοποίηση της ασέβειας» το οποίο δημοσιεύτηκε στην ιστοσελίδα της Κίνησης Κομμουνιστών – Εργατικός Αγώνας, ο σ. Γεράσιμος Αραβανής (στο εξής ΓΑ) ασκεί κριτική στις απόψεις της Αλέκας Παπαρήγα όπως αυτές διατυπώθηκαν στο άρθρο της με τίτλο «Η ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗ ΣΗΜΑΣΙΑ ΤΗΣ ΑΡΝΗΣΗΣ ΣΥΜΜΕΤΟΧΗΣ ΤΟΥ ΚΚΕ ΣΕ ΑΣΤΙΚΗ ΚΥΒΕΡΝΗΣΗ (2012-2015), το οποίο δημοσιεύτηκε στο τεύχος 5 του 2019 της ΚΟΜΕΠ.

Γράφει μεταξύ άλλων στο άρθρο του ο ΓΑ στο υποκεφάλαιο με τίτλο «Η λαϊκή συνείδηση στην εποχή των μνημονίων»:

«Η τοποθέτηση των δυνάμεων της αριστεράς σχετικά με την εκτίμηση της συγκυρίας που διαμορφώθηκε μετά το 2009 όντως έχει μεγάλο εύρος. Υπήρχαν τοποθετήσεις, κυρίως από αριστερίστικες οργανώσεις, ότι διερχόμαστε περίοδο προεπαναστατική, περίπου περίοδο επαναστατικής κατάστασης και άρα έπρεπε να τεθεί θέμα άμεσης διεκδίκησης της εξουσίας και από την αντίθετη πλευρά ότι οι εξελίξεις αυτές δεν είναι κάτι ουσιαστικά διαφορετικό από ότι πριν, συνεχίζονται οι προ κρίσης συνθήκες, δεν έχουν διαμορφωθεί νέες δυνατότητες και ανάγκες προσαρμογής της πολιτικής. Τέτοιες ήταν οι αντιλήψεις του ΚΚΕ. Και η μία και η άλλη άποψη είναι εντελώς λανθασμένες και η επικράτησή τους θα απέβαινε καταστροφική» (ΓΑ, ό.π.).

Ο ΓΑ απορρίπτει και τις δύο απόψεις, πιάνει το κέντρο, και καταθέτει τη δική του πρόταση:

«…Η εξέλιξη αυτή, σε συνδυασμό με την πολύ πλατιά κινητοποίηση των εργαζομένων, διαμόρφωσε ιδιαίτερα θετικό έδαφος για ανάπτυξη των αγώνων και σοβαρή ενδυνάμωση του κινήματος και φυσικά παράλληλη αμφισβήτηση της αστικής στρατηγικής με στόχο την ανατροπή της. Τη δυνατότητα αυτή δεν μπορούσαν να την αποδώσουν μόνο ορισμένα αιτήματα ανακούφισης των φτωχότερων στρωμάτων, ούτε φυσικά η ζύμωση της αναγκαιότητας του σοσιαλισμού και της λαϊκής εξουσίας, αλλά η διεκδίκηση μιας δέσμης στόχων ουσιαστικής ανακούφισης του λαού: η διεκδίκηση της ανατροπής των μνημονίων, η έξοδος από την ΕΕ, η διαγραφή του χρέους και η εθνικοποίηση των τραπεζών. Ένα πλέγμα δηλαδή σημαντικότατων πολιτικών στόχων που αμφισβητούσαν συνολικά την αστική στρατηγική και έφερναν στο προσκήνιο την αναγκαιότητα μιας άλλης πολιτικής που θα εφάρμοζε μία άλλη κυβέρνηση μία κυβέρνηση του εργαζόμενου λαού. Μόνο κατ’ αυτόν τον τρόπο μπορούσε να συνενωθεί η αγωνία του λαού για την επιβίωση με την ανάγκη ριζικών αλλαγών, οι πολιτικά απαίδευτοι εργαζόμενοι με τους πιο πολιτικοποιημένους και με την πρωτοπορία. Τότε ήταν δυνατή η αμφισβήτηση της αστικής στρατηγικής» (ΓΑ, ό.π.).

«…αυτό συμβαίνει πάντα: τις λαϊκές μάζες κινούν οι ανάγκες τους, οι ανάγκες επιβίωσης καταρχήν αλλά και οι κάθε είδους ανάγκες -όχι μόνο υλικές- και στην πορεία προς την επαναστατική κατάσταση μεγάλο τμήμα της εργατικής τάξης το απασχολεί η προοπτική της ανάγκης ξεπεράσματος του καπιταλισμού και της επιβολής μιας άλλης δίκαιης κοινωνίας» (ΓΑ, ό.π.).

Με την πρόταση του ο ΓΑ δίνει όπλα στην ηγεσία του ΚΚΕ και στην Παπαρήγα, αντί να της αφαιρεί όπως επιδιώκει. Ενισχύει τα επιχειρήματά της αντί να τα αποδυναμώνει. Και αυτό επειδή συμφωνεί και αυτός πως, την επίμαχη περίοδο μετά το 2009, δεν δημιουργήθηκαν και δεν υπήρχαν οι κατάλληλες συνθήκες για επανάσταση, ούτε βέβαια για την εργατική εξουσία. Μα αυτό λέει και το ΚΚΕ! Αυτό που προσπαθεί να προσθέσει ο σ. Αραβανής είναι πως, δημιουργήθηκαν συνθήκες για μια άλλη κυβέρνηση, η οποία, σύμφωνα με τον ίδιο, θα εφάρμοζε ένα πρόγραμμα και θα «…μπορούσε να συνενωθεί η αγωνία του λαού για την επιβίωση με την ανάγκη ριζικών αλλαγών, οι πολιτικά απαίδευτοι εργαζόμενοι με τους πιο πολιτικοποιημένους και με την πρωτοπορία. Τότε ήταν δυνατή η αμφισβήτηση της αστικής στρατηγικής».

Ο ΓΑ περιγράφει επακριβώς τη θεωρία των σταδίων, την ίδια στιγμή που την αρνείται. Μας λέει λίγο-πολύ ότι ο λαός δεν ήταν ώριμος για την εργατική εξουσία και για αυτό χρειάζονταν μια κυβέρνηση του εργαζόμενου λαού η οποία θα εφάρμοζε το πρόγραμμα που αυτός προτείνει και τότε θα ωρίμαζε ο λαός και η εργατική τάξη και «Τότε ήταν δυνατή η αμφισβήτηση της αστικής στρατηγικής»!

Να θυμίσουμε στον ΓΑ ότι μια άλλη κυβέρνηση υπήρξε! Ήταν η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ! Και όντως έγινε δυνατή η αμφισβήτηση της αστικής στρατηγικής, όπως αποτυπώθηκε με το αποτέλεσμα του Δημοψηφίσματος. Φυσικά η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ δεν πραγματοποίησε το πρόγραμμα που ο ίδιος πρότεινε, ούτε καν τις προγραμματικές δηλώσεις της, και αυτό διότι μια τέτοια κυβέρνηση ήταν αδύνατο να υλοποιήσει ένα τέτοιο πρόγραμμα. Αυτό αποδείχθηκε στο Δημοψήφισμα. Η υλοποίηση του ΟΧΙ οδηγούσε με μαθηματική ακρίβεια σε εμφύλιο πόλεμο. Και μόνο μία στις χίλιες πιθανότητα να αμφισβητηθεί η παραμονή της χώρας, δηλαδή της αστικής της τάξης, στην Ευρωζώνη, οδήγησε τον Μεϊμαράκη να απειλήσει με εμφύλιο πόλεμο από το βήμα της Βουλής το βράδυ του Δημοψηφίσματος, και τον Στουρνάρα να ετοιμάζει πραξικόπημα, όπως ο ίδιος ομολόγησε στην τηλεόραση του ΣΚΑΙ το 2016. Παρόλα αυτά, ο σ. Αραβανής εξακολουθεί να υποστηρίζει σήμερα, το 2019, ότι τότε, το 2011-12 ή και αργότερα ίσως, «... την αναγκαιότητα μιας άλλης πολιτικής που θα εφάρμοζε μία άλλη κυβέρνηση μία κυβέρνηση του εργαζόμενου λαού.» Ε, αυτό και αν είναι αυταπάτη και βούτυρο στο ψωμί της Αλέκας!

Η άποψη του ΚΚΕ, όπως την περιγράφει ο ΓΑ, επικράτησε στο κομμουνιστικό κίνημα, παρά την περί του αντιθέτου γνώμη του, και η επικράτησή της αποδείχθηκε όντως καταστροφική για το εργατικό κίνημα συνολικά, αφού το κατέστησε ανάπηρο, το οδήγησε σε ήττα και σε συνολική αποδυνάμωση των οργανώσεών του.

Επικράτησε δηλαδή αυτό που υποστήριζε το ΚΚΕ, ότι δεν δημιουργήθηκαν συνθήκες επαναστατικής κατάστασης και ότι ο λαϊκός παράγοντας ήταν ανώριμος για επανάσταση. Αυτό υποστήριξε τότε και η ΑΝΤΑΡΣΥΑ, αυτό υποστηρίζει και ο ΓΑ.

Η άλλη άποψη, η «αριστερίστικη», που εμείς σαν κομμουνιστική οργάνωση ΑΝΑΣΥΝΤΑΞΗ υποστηρίξαμε, και έλεγε ότι «διανύουμε  περίοδο επαναστατικής κατάστασης και άρα έπρεπε να τεθεί θέμα άμεσης διεκδίκησης της εξουσίας», δεν κατάφερε να ξεφύγει από το καθεστώς της απομόνωσης στο εσωτερικό της κομμουνιστικής αλλά και της ευρύτερης Αριστεράς και ηττήθηκε. Θα ήταν άραγε καταστροφική αν επικρατούσε, όπως υποστηρίζει ο ΓΑ;

Να δούμε συνοπτικά τι έλεγε αυτή η «αριστερίστικη» άποψη:

«…Στην κατεύθυνση ικανοποίησης των εργατικών και λαϊκών διεκδικήσεων και απεμπλοκής απ τις αντιλαϊκές και υποδουλωτικές συμφωνίες με την Τρόικα, καθίσταται κατεπείγουσα η ανάγκη διατύπωσης πρότασης εξουσίας από τη μεριά των πολιτικών οργανώσεων της εργατικής τάξης. Μια τέτοια πρόταση συμπυκνώνεται στο σύνθημα για εργατική κυβέρνηση. Είναι πλέον άμεση ανάγκη η συγκρότηση πολιτικού μετώπου που θα διεκδικήσει την εξουσία με στόχο την υλοποίηση του προγράμματος που απαντάει στην κρίση από τη σκοπιά των εργατικών συμφερόντων, παίρνοντας υπόψη ότι η κατάσταση, όπως διαμορφώνεται, έχει όλα τα χαρακτηριστικά επαναστατικής κατάστασης. Απ’ τη στάση που θα κρατήσουν και την απάντηση που θα δώσουν σ αυτή την αναγκαιότητα θα κριθούν, (πρέπει να κριθούν εάν ανταποκρίνονται ή όχι σε αυτό που επαγγέλλονται), οι οργανώσεις και τα κόμματα που αναφέρονται στην εργατική τάξη και στα φτωχά λαϊκά στρώματα. Όπως η αστική τάξη παρέταξε και στοίχησε όλες τις δυνάμεις της απέναντι στο λαό, ανάλογα πρέπει να πράξει και η εργατική τάξη και να παρατάξει όλες της τις δυνάμεις απέναντι στην αστική τάξη, με στόχο την ανατροπή της εξουσίας της και την υλοποίηση ενός προγράμματος εξουσίας που αντιστοιχεί στα συμφέροντά της:

  • Μονομερής διαγραφή του δημόσιου χρέους, εκτός αυτού προς τα ασφαλιστικά ταμεία. Να χάσουν τα κεφάλαιά τους οι εγχώριοι και διεθνείς τοκογλύφοι αντί να ληστευθεί η εργατική τάξη και τα εργαζόμενα στρώματα για να πληρωθούν οι απαιτήσεις των καπιταλιστών-παράσιτων.
  • Διαγραφή των χρεών των εργατικών οικογενειών και των φτωχών αγροτών, των αυτό-απασχολουμένων και επαγγελματιών που προλεταριοποιούνται. Ρύθμιση των χρεών των εργαζόμενων επαγγελματιών.
  • Ανατροπή του αντεργατικού Προγράμματος Σταθερότητας, του μνημονίου, του μεσοπρόθεσμου σφαγείου, κατάργηση των αντιλαϊκών νόμων.
  • Έξοδος από την ΟΝΕ, την Ευρωπαϊκή Ένωση και το ΝΑΤΟ.
  • Κρατικοποίηση τραπεζών, μεγάλων επιχειρήσεων, οργανισμών κοινής ωφέλειας, χωρίς αποζημίωση και με εργατικό έλεγχο.
  • Χωρισμός κράτους-εκκλησίας. Δήμευση της εκκλησιαστικής περιουσίας.
  • Απαγόρευση των απολύσεων. Αυξήσεις στους μισθούς. Μείωση του χρόνου εργασίας. Δουλειά για όλους. Ικανοποίηση των εργατικών και λαϊκών διεκδικήσεων. Τιμωρία όλων όσων εμπλέκονται σε πράξεις βίας ενάντια στο κίνημα, όσων ευθύνονται για τη διασπάθιση του δημόσιου χρήματος, την εκποίηση της δημόσιας περιουσίας, την εκχώρηση πόρων και κυριαρχίας της χώρας.»

[Η Πολιτική Επιτροπή της κομμουνιστικής οργάνωσης ΑΝΑΣΥΝΤΑΞΗ, Νοέμβρης 2011]

 

Δεν γνωρίζουμε με σιγουριά αν η απόφαση αυτή και η πρόταση της κ.ο ΑΝΑΣΥΝΤΑΞΗ έφτασαν στα αυτιά του ΓΑ. Μάλλον ευθυνόμαστε εμείς αν δεν έφτασαν. Αυτό που ξέρουμε όμως με σιγουριά είναι πως το «ξεπέταγμα» των απόψεων δεν βοήθησε το κίνημα σε τίποτα. Η κ.ο ΑΝΑΣΥΝΤΑΞΗ, βέβαια ,ήταν τότε και εξακολουθεί να είναι σήμερα, μικρή οργάνωση. Ίσως η οργάνωση που συμμετέχει τώρα ο σ. Αραβανής να είναι μεγαλύτερη. Είδαμε όμως και τις μεγαλύτερες και τις μεγάλες οργανώσεις τι έκαναν…

Με την τοποθέτησή του αυτή ο ΓΑ  ακυρώνει τη σωστή, σε πολλά επιμέρους σημεία, κριτική του στην πολιτική του ΚΚΕ και στην Παπαρήγα, και αφετέρου δείχνει πως δεν κατανόησε την περίοδο και τον κίνδυνο που διέτρεξε η αστική εξουσία στην Ελλάδα, και δεν πήρε οριστικό διαζύγιο από τη θεωρία των σταδίων, παρόλο που υποστηρίζει πως «…τα στάδια στην αντίληψη του ΚΚΕ είχαν σε σημαντικό βαθμό ξεπεραστεί από το 12ο συνέδριο του και έμενε να διαμορφωθεί στη βάση αυτή ολοκληρωμένο πρόγραμμα» (Γ.Α., ό.π.). Και αυτό διότι μπερδεύει και ταυτίζει την επαναστατική κατάσταση με την επαναστατική κρίση και χωρίζει με τείχη την κυβέρνηση που προτείνει από την συνολική επαναστατική διαδικασία, αντί να την εντάξει σε αυτήν δίνοντάς της βέβαια τον ανάλογο χαρακτήρα.  Και ακόμα «πριν αλέκτορα φωνήσαι» αρνιέται τις επεξεργασίες της 3ης ΚΔ που ο ίδιος υποστηρίζει σε άρθρα του. Δείχνει ασυνεπής στην υποστήριξη των επεξεργασιών της 3ης ΚΔ σχετικά με το ενιαίο μέτωπο και την εργατική κυβέρνηση, την ορθότητα των οποίων ο ίδιος υποστήριξε με άρθρο του το 2017, αλλά και σε άλλα σημεία του τωρινού άρθρου του. Αντί της εργατικής κυβέρνησης υποστηρίζει ότι στην μνημονιακή περίοδο αυτό που χρειαζόταν ήταν  «μία άλλη κυβέρνηση μία κυβέρνηση του εργαζόμενου λαού», η οποία θα αποτελούσε  στάδιο πριν την επανάσταση, η οποία επανάσταση, όπως ο ίδιος υποστηρίζει στα γραπτά του, δεν ήταν στην άμεση ημερήσια διάταξη.

Μια τέτοια κυβέρνηση, του εργαζόμενου λαού, αποκομμένη από την επαναστατική διαδικασία, ένα, ή μάλλον δύο στάδια πριν από αυτή, προφανέστατα δεν είναι μια εργατική κυβέρνηση, αλλά μια κυβέρνηση των μικροαστών. Και δεν εντάσσεται καν στους τύπους των κυβερνήσεων που περιγράφει στις επεξεργασίες του το 4ο Συνέδριο της 3ης ΚΔ και στις οποίες μπορούν να συμμετέχουν οι κομμουνιστές. Και φυσικά μια τέτοια κυβέρνηση δεν μπορεί να υλοποιήσει τους στόχους και τις διεκδικήσεις που θεωρεί αναγκαίες, και προτείνει ο ΓΑ, όπως «… η διεκδίκηση της ανατροπής των μνημονίων, η έξοδος από την ΕΕ, η διαγραφή του χρέους και η εθνικοποίηση των τραπεζών» (ΓΑ, ό.π.).

Μια κυβέρνηση «του εργαζόμενου λαού» θα έκανε αυτό που έκανε ο Τσίπρας.

Mε την πρόταση του ΓΑ αναδεικνύονται ορισμένα ερωτήματα: ποια πολιτική δύναμη, ή ποιες πολιτικές δυνάμεις θα πρόβαλαν την αναγκαιότητα «μιας κυβέρνησης του εργαζόμενου λαού»; Οι κομμουνιστές έπρεπε να προβάλουν μια τέτοιου τύπου κυβέρνηση; Οι πολιτικές δυνάμεις με εργατική αναφορά, έπρεπε να εγκαταλείψουν την αναφορά και τη φυσιογνωμία τους και να προβάλουν κάτι διαφορετικό;

Ο ΓΑ, παρόλο που μέμφεται την Παπαρήγα σε σχέση με το ποια πρέπει να είναι η αντιμετώπιση του ζητήματος της κυβέρνησης εκ μέρους των κομμουνιστών, οι οποίοι κομμουνιστές, όπως ο ίδιος γράφει στο άρθρο του «H θεωριτικοποίηση της ασέβειας», «…δεν απορρίπτουν όμως apriori τη στήριξη εργατικής κυβέρνησης με βασική επιδίωξη το δυνάμωμα του κινήματος και την όξυνση της αντιπαράθεσης με την αστική τάξη, με στόχο τη σύγκρουση και την διεκδίκηση της εξουσίας συνολικά, αρκεί φυσικά να συντρέχουν οι αναγκαίες προϋποθέσεις όπως τις έθεσε η Κομιντέρν», ο ίδιος φτάνει σε κάποιο άλλο συμπέρασμα, σε κάποια άλλη πρόταση!

Δεν μένει πιστός στις υποδείξεις που ο ίδιος κάνει στην Παπαρήγα, και αντί να προβάλει αυτό που ο ίδιος επισημαίνει σε άρθρα του, μια εργατική κυβέρνηση, προτείνει μια «κυβέρνηση του εργαζόμενου λαού», η οποία υποτίθεται θα πάρει μέτρα ανακούφισης του λαού, δεν θα εντάσσεται στην ενιαία επαναστατική διαδικασία που οδηγεί στη δικτατορία του προλεταριάτου, αλλά θα πρόκειται για στάδιο πριν από αυτή. Όπως άλλωστε σαν στάδιο πριν την επανάσταση τοποθετεί και την εργατική κυβέρνηση, όπως την κατανοεί ο ίδιος. Τελικά, σύμφωνα με την ανάλυση του σ. Αραβανή, τα στάδια πριν την επανάσταση, μαζεύονται πολλά: «κυβέρνηση του εργαζόμενου λαού», «εργατική κυβέρνηση» και πάει λέγοντας…

Δεν είναι συνεπής σε σχέση με τα δικά του γραφόμενα. Στο άρθρο του με τίτλο «Τα προτεινόμενα μέτωπα και ο αγώνας για τα λαϊκά συμφέροντα», ασκεί κριτική στις απόψεις των Θ. Μαργιόλη, Δ. Καλτσώνη, και Κ. Παπουλή, όπως αυτές εκφράζονται στο βιβλίο με τίτλο Μετωπικό πρόγραμμα δι-εξόδου από την κρίση, με το οποίο οι συγγραφείς προτείνουν ένα συγκεκριμένο πρόγραμμα καθώς και την «ανάδειξη Λαϊκής Δημοκρατικής κυβέρνησης ως μοναδικό δρόμο για την έξοδο από την κρίση υπέρ του λαού με προοπτική το σοσιαλισμό…»

Ο ΓΑ φτάνει στο συμπέρασμα ότι «…θεωρούμε ότι το συγκεκριμένο πρόγραμμα δεν μπορεί να αποτελέσει σχέδιο εξόδου από την κρίση υπέρ των εργαζομένων και να οδηγήσει σε βαθιές τομές στο δρόμο του σοσιαλισμού.». Και στο ζήτημα της κυβέρνησης ο ίδιος προβάλει το σύνθημα της «εργατικής κυβέρνησης», αντί της «Λαϊκής Δημοκρατικής κυβέρνησης»!

Με το τωρινό άρθρο του προτείνει «μία κυβέρνηση του εργαζόμενου λαού», δηλαδή μια κυβέρνηση των μικροαστών! Τι ισχύει τελικά;

Η πρόταση των κομμουνιστών στη μνημονιακή περίοδο έπρεπε να είναι αυτή που τους αντιστοιχεί σε σχέση με τα κοινωνικά συμφέροντα που εκπροσωπούν και που παράλληλα αντιστοιχούσε στην κατάσταση που διαμορφώθηκε.

Μόνο μια εργατική κυβέρνηση, η εγκαθίδρυση της οποίας με κοινοβουλευτικό τρόπο θα αποτελούσε «τη θεσμική έναρξη της επαναστατικής διαδικασίας που οδηγεί στην δικτατορία του προλεταριάτου», μπορούσε να ξεκινήσει και να επιχειρήσει να υλοποιήσει τους στόχους και τις διεκδικήσεις που προτείνει ο σ. Αραβανής και οι οποίοι στόχοι βέβαια μας έβρισκαν και τότε και μας βρίσκουν και σήμερα σύμφωνους. Τους στόχους αυτούς μπορούσε να υλοποιήσει στο σύνολό τους και πιο διευρυμένους μόνο η εργατική εξουσία, δηλαδή η δικτατορία του προλεταριάτου.

Η κ.ο ΑΝΑΣΥΝΤΑΞΗ προσπάθησε με συνέπεια να αξιοποιήσει και να επικαιροποιήσει τις επεξεργασίες της 3ης ΚΔ, της Λενινιστικής περιόδου, αναλύοντας την Ελληνική πραγματικότητα στην μνημονιακή περίοδο. Αυτή η προσπάθεια αποτυπώθηκε στην απόφαση της 3ης Συνδιάσκεψης και συμπυκνώθηκε στο σύνθημα δράσης «εργατική κυβέρνηση».

Η εργατική κυβέρνηση για την οποία εμείς μιλούσαμε και στην οποία αναφερόμαστε, δεν είναι «κυβέρνηση της δικτατορίας του προλεταριάτου», «ούτε ιστορικά αναπόφευκτο στάδιο μετάβασης στη δικτατορία», είναι όμως, οπουδήποτε κι αν πραγματωθεί «μια σημαντική αφετηρία για την κατάκτηση αυτής της δικτατορίας». Αυτό που εμείς κατανοήσαμε ήταν το γεγονός πως σαν σύνθημα άμεσης δράσης απέκτησε τεράστια σημασία για το κίνημα στην Ελλάδα, διότι: «Ως επίκαιρο πολιτικό σύνθημα δράσης (Losung) ωστόσο, η εργατική κυβέρνηση έχει την πιο μεγάλη σπουδαιότητα σ’ εκείνες εκεί τις χώρες, στις οποίες η αστική κοινωνία είναι ιδιαιτέρως ανασφαλής, στις οποίες ο συσχετισμός δύναμης ανάμεσα στα εργατικά κόμματα και την αστική τάξη θέτει ως πρακτική αναγκαιότητα στην ημερήσια διάταξη την τελική κρίση του ζητήματος της διακυβέρνησης...».

Και γράφαμε τότε για την αναγκαιότητα αλλά και για τον χαρακτήρα της εργατικής κυβέρνησης που προτείναμε:

«…Η κυβέρνηση που θα προσπαθήσει να υλοποιήσει αυτό το πρόγραμμα μπορεί να είναι μόνο κυβέρνηση της εργατικής τάξης και των εργαζόμενων μικροαστών που υπό το φάσμα της επικείμενης προλεταριοποίησής τους «δεν υπερασπίζουν τα σημερινά, αλλά τα μελλοντικά τους συμφέροντα, εγκαταλείπουν τη δική τους άποψη για να πάνε με την άποψη του προλεταριάτου.» (Κομμουνιστικό Μανιφέστο)

Για τους κομμουνιστές είναι ξεκάθαρο ότι μια εργατική κυβέρνηση με αυτό το πρόγραμμα μπορεί να νοηθεί μόνο ως η αφετηρία της επανάστασης και ότι όλα κρίνονται από τη δυνατότητα του κινήματος που την επέβαλε να τη χρησιμοποιήσει ως μοχλό και να συνεχίσει τον αγώνα μέχρι την οριστική εγκαθίδρυση της δικτατορίας του προλεταριάτου

Και ακόμα «Η επιδιωκόμενη εργατική κυβέρνηση μέσα στις τρέχουσες συνθήκες μιας σχετικής κοινοβουλευτικής ομαλότητας, δε θα είναι ένα βήμα προς την επανάσταση αλλά το πρώτο βήμα της επανάστασης. Θα είναι ή η θεσμική έναρξη της επανάστασης από τις ηγεμονικές επαναστατικές πολιτικές δυνάμεις ή η θεσμική ήττα της επανάστασης και των επαναστατικών πολιτικών δυνάμεων από τις ρεφορμιστικές δυνάμεις και τη φίλιά τους αστική τάξη, οπότε θα πρέπει να ανατραπεί.»

[Απόφαση 3ης Συνδιάσκεψης της κ.ο. ΑΝΑΣΥΝΤΑΞΗ]

Όπως γράψαμε παραπάνω, δεν γνωρίζουμε αν η πρότασή μας ήρθε τότε σε γνώση του σ. Αραβανή. Τώρα όμως ήρθε. Αν εξακολουθεί να την θεωρεί «αριστερίστικη» και «καταστροφική» στην περίπτωση που επικρατούσε, τότε θα του συστήναμε να επανεξετάσει την σχέση του με τις επεξεργασίες της 3ης ΚΔ της Λενινιστικής περιόδου.

Σε σχέση με τη διαμόρφωση, ή μη, επαναστατικής κατάστασης το 2011-12, η προσέγγιση του σ. Αραβανή είναι υποκειμενική και λαθεμένη και ταυτίζεται σε πολλά με την άποψη της Παπαρήγα.

Γράφει ο ίδιος στο υποκεφάλαιο με τίτλο «Η λαϊκή συνείδηση στην εποχή των μνημονίων»:  «…Το πρώτο ζήτημα που απασχολούσε το λαό ήταν η επιβίωση, η αντιμετώπιση των συνεπειών του μνημονίου, εξάλλου αυτό συμβαίνει πάντα: τις λαϊκές μάζες κινούν οι ανάγκες τους, οι ανάγκες επιβίωσης καταρχήν αλλά και οι κάθε είδους ανάγκες -όχι μόνο υλικές- και στην πορεία προς την επαναστατική κατάσταση μεγάλο τμήμα της εργατικής τάξης το απασχολεί η προοπτική της ανάγκης ξεπεράσματος του καπιταλισμού και της επιβολής μιας άλλης δίκαιης κοινωνίας» (ΓΑ, ό.π.).

Ο ΓΑ όπως και η ηγεσία του ΚΚΕ, ταυτίζει την επαναστατική κατάσταση με την επαναστατική κρίση και την επανάσταση, παρόλο που αυτές δεν ταυτίζονται:

«Για ένα μαρξιστή δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η επανάσταση είναι αδύνατο να γίνει χωρίς επαναστατική κατάσταση, μα κάθε επαναστατική κατάσταση δεν οδηγεί σε επανάσταση. Ποια είναι, μιλώντας γενικά, τα γνωρίσματα μιας επαναστατικής κατάστασης; Ασφαλώς δεν θα πέσουμε έξω, αν υποδείξουμε τρία βασικά γνωρίσματα, τα παρακάτω:

1) Η αδυναμία των κυρίαρχων τάξεων να διατηρήσουν σε αναλλοίωτη μορφή την κυριαρχία τους· η μια ή άλλη κρίση των «κορυφών», η κρίση της πολιτικής της κυρίαρχης τάξης που δημιουργεί ρωγμή, απ' όπου εισχωρεί η δυσαρέσκεια και ο αναβρασμός των καταπιεζομένων τάξεων. Συνήθως, για να ξεσπάσει η επανάσταση δεν είναι αρκετό «τα κάτω στρώματα να μη θέλουν», μα χρειάζεται ακόμη και «οι κορυφές να μην μπορούν» να ζήσουν όπως παλιά.

2) Επιδείνωση, μεγαλύτερη από τη συνηθισμένη, της ανέχειας και της αθλιότητας των καταπιεζομένων τάξεων.

3) Σημαντικό ανέβασμα για τους παραπάνω λόγους της δραστηριότητας των μαζών, που σε «ειρηνική» εποχή αφήνουν να «τις ληστεύουν ήσυχα, ενώ σε καιρούς θύελλας τραβιούνται τόσο απ' όλες τις συνθήκες της κρίσης, όσο και από τις ίδιες τις «κορυφές», σε αυτοτελή ιστορική δράση»

[Λένιν, «Η χρεοκοπία της ΙΙ Διεθνούς». Άπαντα Λένιν, τόμος 26, σελ. 220, εκδ. Σύγχρονη Εποχή].

Και ακόμα «Χωρίς αυτές τις αντικειμενικές αλλαγές» έλεγε ο Λένιν, «που δεν εξαρτούνται ούτε απ’ τη θέληση ορισμένων χωριστών ομάδων και κομμάτων, μα ούτε και από τη θέληση ορισμένων χωριστών τάξεων, η επανάσταση είναι, κατά γενικό κανόνα, αδύνατη. Το σύνολο αυτών των αντικειμενικών αλλαγών είναι εκείνο που ονομάζεται επαναστατική κατάσταση».

Σε σχέση με την «κρίση των κορυφών» να θυμίσουμε το Ζάππειο 1 και 2, όπου η ηγεσία Σαμαρά αμφισβητούσε το μνημόνιο, πράγμα που δημιούργησε την απαραίτητη ρωγμή «απ’ όπου εισχωρεί η δυσαρέσκεια και ο αναβρασμός των καταπιεζομένων τάξεων».

Συμπερασματικά: η επαναστατική κατάσταση είναι αντικειμενική κατάσταση και δεν πρόκειται για κάποια πορεία που δρομολογείται, κατά την οποία «..μεγάλο τμήμα της εργατικής τάξης το απασχολεί η προοπτική της ανάγκης ξεπεράσματος του καπιταλισμού και της επιβολής μιας άλλης δίκαιης κοινωνίας.», όπως νομίζει ο σ. Αραβανής. Τέτοια κατάσταση, επαναστατική κατάσταση, εμείς υποστηρίξαμε και εξακολουθούμε να υποστηρίζουμε ότι δημιουργήθηκε το 2011-12, αλλά δεν την αντιλήφθηκε η πλειοψηφική κομμουνιστική Αριστερά, το ΚΚΕ, η ΑΝΤΑΡΣΥΑ, το ΜΛ-ΚΚΕ, το ΚΚΕ (μ-λ), η ΟΚΔΕ, οι αναρχοκομουνιστές, κ.ά., όπως δεν την αντιλήφθηκε και ο σ. Αραβανής. Εκτός βέβαια εάν κάποιοι την αντιλήφθηκαν και έκαναν το κορόιδο…

Η αστική τάξη αντιλήφθηκε πολύ καλύτερα από τους κομμουνιστές και τις ηγεσίες της κομμουνιστικής Αριστεράς την κατάσταση που διαμορφώθηκε το 2011, και πανικοβλήθηκε μπροστά στον κίνδυνο να ξεσπάσει επανάσταση. Μπροστά σε αυτό τον κίνδυνο κατευθύνθηκε στο τελευταίο καταφύγιο που μπορούσε να καταφύγει: στην αντεπανάσταση! Χρηματοδότησε, έδωσε βήμα, προώθησε, στήριξε, ενίσχυσε με διάφορους τρόπους, πρόβαλε μαζικά την Χρυσή Αυγή! Τα τάγματα εφόδου δεν είχαν κανένα άλλο σκοπό παρά μόνο να πνίξουν την πιθανότητα ξεσπάσματος της επανάστασης και αν αυτή ξεσπούσε, την ίδια την επανάσταση. Φασιστικό κίνημα δεν αναπτύχθηκε στην Ελλάδα. Η ΧΑ στηρίζονταν αποκλειστικά στην αστική τάξη και στο κράτος της. Αυτό φάνηκε καθαρά στην σχετικά πρόσφατη προηγούμενη περίοδο, όπου, όταν η αστική τάξη ξεπέρασε τον κίνδυνο και αισθάνθηκε ασφάλεια και πως μπορεί να ελέγξει πλέον τα πράγματα με τον κοινοβουλευτικό τρόπο και με ένα νέο δικομματισμό, πέταξε τη ΧΑ στο περιθώριο και έξω από το κοινοβούλιο.

Όσο αφορά στο ΚΚΕ, τη στάση του στην μνημονιακή περίοδο, αλλά και την προσπάθεια της Παπαρήγα να την δικαιολογήσει με δικές της θεωρητικές κατασκευές, πρέπει να πούμε το εξής: η Παπαρήγα, η ηγεσία του ΚΚΕ συνολικά, κατασκευάζει δικιά της θεωρία η οποία καταλήγει συμπυκνωμένη στην άρνηση της πολιτικής του ενιαίου μετώπου και της εργατικής κυβέρνησης που είναι απόρροια αυτής της πολιτικής. Αυτές της τις θεωρίες κάνει ότι μπορεί να τις εμπεδώσουν τα μέλη του αλλά και να υιοθετηθούν και από άλλα κομμουνιστικά και εργατικά κόμματα, από το παγκόσμιο κομμουνιστικό κίνημα.

Και έφτασε στο συμπέρασμα ότι όλες οι κυβερνήσεις, μαζί και η εργατική, όπως την επεξεργάστηκε το 4ο Συνέδριο της 3ης ΚΔ, ζώντος και παρόντος του Λένιν, είναι αστικές κυβερνήσεις και η πολιτική του ενιαίου μετώπου είναι λαθεμένη και παρωχημένη. Τις εν λόγω κυβερνήσεις, όπως διατυμπανίζεται από την ηγεσία του, το ΚΚΕ ούτε τις προβάλει, ούτε τις προτείνει, ούτε τις στηρίζει, ούτε βεβαίως, πολύ περισσότερο, συμμετέχει σε αυτές. Αυτές οι «επεξεργασίες», που φαντάζουν περισσότερο σαν προφάσεις εν αμαρτίαις, συμπληρώθηκαν άρον-άρον το 2013 για να απαντήσουν και να δικαιολογήσουν στα μέλη του ΚΚΕ την στάση της ηγεσίας του το 2011-12, αλλά και κατόπιν. Βεβαίως προκαλούν μεγάλη ζημιά αφού δημιουργούν σύγχυση στο μυαλό αγωνιστών κομμουνιστών, και ταυτόχρονα σκορπίζουν αμφιβολίες για τις επεξεργασίες της 3ης ΚΔ της Λενινιστικής περιόδου. Όπως ζημιά προκαλεί και η κακοποίηση και η διαστρέβλωση της Λενινιστικής και μπολσεβίκικης πολιτικής από τον Φλεβάρη μέχρι τον Οκτώβρη του 1917, σε σχέση με τη Δημοκρατική Δικτατορία του Προλεταριάτου και της Αγροτιάς και την, υποτιθέμενη, εγκατάλειψη της από τον Λένιν για χάρη της δικτατορίας του προλεταριάτου.

Η Παπαρήγα και η ηγεσία του ΚΚΕ, όπως φαίνεται, ερμηνεύουν την «εργατική κυβέρνηση» όπως ο σ. Αραβανής: σαν στάδιο πριν την επανάσταση, σαν μια κυβέρνηση κάτω από αστική κυριαρχία. Η έκφραση που χρησιμοποιούν, αυτοί αλλά και άλλοι, «κυβέρνηση στο έδαφος του καπιταλισμού» δεν είναι σωστή, είναι λαθεμένη. Και αυτό διότι οποιαδήποτε κοινωνικο-πολιτική μεταβολή συμβεί, θα συμβεί στο έδαφος του καπιταλισμού εφόσον στον καπιταλισμό ζούμε και παιδιά του είμαστε. Η προλεταριακή επανάσταση θα ξεσπάσει, θα γίνει «στο έδαφος του καπιταλισμού» με σκοπό να ανατρέψει την αστική εξουσία και να εγκαθιδρύσει την εργατική, την δικτατορία του προλεταριάτου. Και πάνω σε αυτό το έδαφος θα πάρει μέτρα «οικοδόμησης του σοσιαλισμού».

Η Παπαρήγα στο άρθρο της με τίτλο «Η ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗ ΣΗΜΑΣΙΑ ΤΗΣ ΑΡΝΗΣΗΣ ΣΥΜΜΕΤΟΧΗΣ ΤΟΥ ΚΚΕ ΣΕ ΑΣΤΙΚΗ ΚΥΒΕΡΝΗΣΗ (2012-2015)», παρακάμπτει επίτηδες την προηγούμενη περίοδο για να απαντήσει σε αυτό που αυτή θέλει και το θεωρεί πιο εύκολο: στην κατάσταση που το ΚΚΕ άφησε να διαμορφωθεί, αφού το ίδιο δεν πήρε την πρωτοβουλία των κινήσεων, αφού δεν πήρε καμία πρωτοβουλία για να δώσει πολιτική διέξοδο στην εργατική τάξη και το λαό που υπόφεραν από τα απανωτά μνημονιακά χτυπήματα και τον μνημονιακό οδοστρωτήρα που έθεσε σε κίνηση η καπιταλιστική κρίση.

Η εργατική τάξη και ο εργαζόμενος λαός άρχισαν να στρέφονται προς την κομμουνιστική Αριστερά από τις αρχές του 2010. Αυτή η στροφή εκφράστηκε και στις περιφερειακές εκλογές με την σοβαρή ενίσχυση και την αύξηση των δυνάμεων του ΚΚΕ και της ΑΝΤΑΡΣΥΑ (700.000 ψήφοι) και την ταυτόχρονη μείωση των δυνάμεων του ΣΥΡΙΖΑ εφόσον πολλοί οπαδοί του ψήφισαν κυρίως τα ψηφοδέλτια της ΑΝΤΑΡΣΥΑ.

Η κ.ο ΑΝΑΣΥΝΤΑΞΗ συμμετείχε στις περιφερειακές εκλογές με τις δυνάμεις της ΑΝΤΑΡΣΥΑ και έπαιξε ρόλο στην επεξεργασία, την αποτύπωση και προβολή του λεγόμενου μεταβατικού προγράμματος, τους βασικούς άξονες του οποίου περιγράψαμε πιο πάνω. Το ΚΚΕ και η ΑΝΤΑΡΣΥΑ, αντί να ανοίξουν τα μάτια τους να δουν, να κατανοήσουν και να αξιοποιήσουν παραπέρα αυτήν την τάση, δίνοντας προοπτική στο κίνημα, δέσμιοι στην ιδεολογική τους αγκύλωση σε ηττημένες και ηττοπαθείς απόψεις που αρνούνταν την κυβερνητική εξουσία στο όνομα της επανάστασης, για την οποία, όμως, ο λαός, υποτίθεται, ήταν ανώριμος, παρέμειναν στο στάδιο της αντίστασης του κινήματος απέναντι στην επίθεση των καπιταλιστών και των κυβερνήσεων τους!

Και δεν έκαναν συγκεκριμένη ανάλυση της συγκεκριμένης κατάστασης που διαμορφώθηκε από το μνημονιακό καθεστώς με τα μαρξιστικά-λενινιστικά κριτήρια και με σκοπό την επαναστατική ανατροπή της αστικής εξουσίας. Επέδειξαν πλήρη ανικανότητα και απέδειξαν ότι δεν αποτελούν την επαναστατική πρωτοπορία της εργατικής τάξης.

Πράγμα που δεν απαντιέται με τον «κεντρισμό» του ΓΑ, παρά μόνο με την κατανόηση και την υιοθέτηση της μπολσεβίκικης πολιτικής, με την υπεράσπιση της πολιτικής του ενιαίου μετώπου όπως την επεξεργάστηκε η 3ης ΚΔ της Λενινιστικής περιόδου και η οποία έχει εξοστρακιστεί ακόμα και φραστικά από το σύνολο σχεδόν των ομάδων, των οργανώσεων και των κομμάτων της κομμουνιστικής Αριστεράς και βέβαια με την κάθε φορά συγκεκριμένη ανάλυση της συγκεκριμένης κατάστασης. Και που η εγκατάλειψή της, σε συνδυασμό βέβαια με την μπερνσταϊκή πολιτική τους, αποτελούν τη βασική αιτία που η εργατική τάξη δεν κοίταξε προς το μέρος τους, καθώς δεν προσμένει τίποτα από αυτούς. Και που η κουτσουρεμένη εφαρμογή της, δηλαδή, η μη εφαρμογή της σε όλο της το εύρος από αυτούς που εξακολουθούν να την επικαλούνται και να την προβάλουν, μεταξύ των άλλων και ημών, οδήγησε επίσης στην περιθωριοποίηση και στη θέση του απολογούμενου-κατηγορούμενου.

Μπορούσε όμως την επίμαχη περίοδο να υπάρξει μια εργατική κυβέρνηση σαν αυτή που εμείς προβάλαμε; Από την πλευρά των αντικειμενικών συνθηκών, ΝΑΙ ΜΠΟΡΟΎΣΕ! Από την πλευρά των υποκειμενικών συνθηκών δεν μπορούσε και αυτό αποδείχθηκε από το γεγονός ότι δεν έγινε. Και δεν έγινε διότι οι κομμουνιστές και οι μαζικοί πολιτικοί φορείς τους δεν κατανόησαν την κατάσταση και δεν πήραν την πρωτοβουλία των κινήσεων, δεν πήραν καμία πρωτοβουλία επειδή δεν ήταν, και δεν είναι ακόμα,  ώριμοι να το κάνουν. Διότι δεν υπήρχε και δεν υπάρχει ακόμα επαναστατική πρωτοπορία να φωτίσει τα γεγονότα. Και το δικό μας λυχνάρι δεν επαρκούσε.

Και όπως έχουμε ξαναγράψει, ανάμεσα στους τυφλούς βασίλεψε ο μονόφθαλμος, η ρεφορμιστική πολιτική του ΣΥΡΙΖΑ.

Η εργατική κυβέρνηση πρέπει να αποτελεί και σήμερα σύνθημα ζύμωσης των κομμουνιστών: «Η εργατική κυβέρνηση (ενδεχομένως εργατοαγροτική κυβέρνηση/κυβέρνηση εργατών και αγροτών) μπορεί και πρέπει να χρησιμοποιείται σχεδόν παντού ως γενικό προπαγανδιστικό σύνθημα ζύμωσης(Parole) ..». (11ο κεφαλαίο της απόφασης του 4ου συνεδρίου της ΙΙΙ Διεθνούς για την τακτική της).

Δημήτρης Κάβουρας