Συντονισμός των σωματείων ή της εξωκοινοβουλευτικής Αριστεράς;

Συντονισμός των σωματείων ή της εξωκοινοβουλευτικής Αριστεράς;


Η απεργία της 11ης Μάρτη, αποτέλεσε αφορμή για την εκδήλωση προβλημάτων και διασπαστικών τάσεων μεταξύ των σωματείων που είχαν συγκροτήσει το τελευταίο διάστημα μια διαδικασία συντονισμού για την πάλη ενάντια στην κυβερνητική πολιτική. Στην ουσία, εκδηλώθηκαν διαφορετικές αντιλήψεις για το συνδικαλιστικό κίνημα και το ρόλο του, αντιλήψεις οι οποίες προϋπήρχαν αλλά δεν εκδηλώνονταν κάτω από την πίεση των γεγονότων. Οι εξελίξεις αυτές είναι σίγουρα αρνητικές, προσφέρουν όμως μια καλή ευκαιρία για να ξεκαθαριστούν αντιλήψεις και να γίνει διάλογος στην ουσία των ζητημάτων.


Σε σχέση με τα γεγονότα


Η αντιπαράθεση επικεντρώνεται στα εξής:

  1. Στο χώρο του Μουσείου εμφανίστηκε μικροφωνική, στην οποία διαβαζόταν η ανακοίνωση του συντονισμού των πρωτοβάθμιων σωματείων. Η μεγάλη πλειοψηφία των εκπροσώπων σωματείων του συντονισμού είχε τοποθετηθεί αρνητικά απέναντι στην πρόταση για στήσιμο μικροφωνικής, καθώς κάτι τέτοιο σηματοδοτούσε την οργάνωση χωριστής συγκέντρωσης. Όσοι πήραν την ευθύνη για το στήσιμο της μικροφωνικής, δεν σεβάστηκαν τις διαδικασίες του συντονισμού.

  2. Η πλειοψηφία των συμμετεχόντων στο συντονισμό πήρε το πανώ του συντονισμού, αποχώρησε από το χώρο του Μουσείου και κινήθηκε προς την 3ης Σεπτεμβρίου για να συναντήσει την κεφαλή της πορείας. Σε αυτήν την ενέργεια ασκήθηκε κριτική, ωστόσο η κίνηση αυτή ήταν σύμφωνη με την απόφαση του συντονιστικού των σωματείων για κοινή πορεία στην ίδια διαδρομή με τη ΓΣΕΕ, με διακριτό μπλοκ. Επιπλέον, οι συνάδελφοι που κινήθηκαν σε αυτήν την κατεύθυνση είχαν κάθε δικαίωμα να αποχωρήσουν από το χώρο που είχε στηθεί η μικροφωνική και να μην καλύψουν μια κίνηση με την οποία διαφωνούσαν.

  3. Όταν έγινε επίθεση από τα ΜΑΤ στην Πατησίων, το μπλοκ του συντονισμού συνέχισε να πορεύεται στην 3ης Σεπτεμβρίου. Κάποιοι σύντροφοι σε ανακοίνωση με υπογραφή «Πρωτοβάθμια σωματεία ιδιωτικού και δημόσιου τομέα», εμφανίζονται «… σίγουροι ότι η επίθεση αυτή έγινε σε πλήρη γνώση και κατά παραγγελία των κυβερνητικών συνδικαλιστών της ΓΣΕΕ» Με βάση αυτήν τη σιγουριά, ασκούν κριτική σε όσους πορεύτηκαν πίσω από το πανώ του συντονισμού κατηγορώντας τους ουσιαστικά σαν συνοδοιπόρους της συνδικαλιστικής γραφειοκρατίας, η οποία κατά την εκτίμησή τους έδωσε εντολή για χτύπημα της πορείας. Ωστόσο, δεν γίνεται σαφές σε τι ακριβώς συνίσταται η κριτική. Στο ότι πορεύτηκαν «πιο κοντά» στην κεφαλή της πορείας από τους υπόλοιπους ή στο ότι δεν γύρισαν πίσω μαζί με το πανώ του συντονισμού για να δώσουν τη μάχη με τα ΜΑΤ; Το πρώτο είναι τουλάχιστον γελοίο, το δεύτερο θα μπορούσε να θεωρηθεί βάσιμο αν είχαμε να κάνουμε με μια συγκροτημένη κατάσταση που μπορούσε να απαντήσει άμεσα σε τέτοια γεγονότα. Ωστόσο, όπως φάνηκε, το μπλοκ του συντονισμού κινήθηκε ανοργάνωτα και ασύνταχτα, με πολλούς συναγωνιστές – μέλη των σωματείων που στήριξαν το πανώ – να μένουν πίσω και τους επικεφαλής του μπλοκ να μην έχουν εικόνα για την κατάσταση. Αυτό φυσικά δεν απαλλάσσει κανέναν από την ευθύνη για την κακή εικόνα και την ελλιπή συγκρότηση του μπλοκ πίσω από το πανώ του συντονισμού και την παρεπόμενη αδυναμία να απαντηθεί η επίθεση που δέχτηκε η πορεία. Ευθύνη όμως, έχουν και οι δυνάμεις που με τις κινήσεις τους εξανάγκασαν την πλειοψηφία των συμμετεχόντων στο συντονισμό σε αποχώρηση από το χώρο του Μουσείου.

  4. Αμέσως μετά την πορεία, καλέστηκε «συντονιστικό σωματείων», χωρίς να ειδοποιηθούν οι εκπρόσωποι σωματείων που στήριξαν το πανώ του συντονισμού. Στη σύσκεψη που έγινε αποφασίστηκαν μια σειρά κινήσεις, μεταξύ των οποίων ήταν και νέα συνεδρίαση του «συντονισμού σωματείων». Η ενέργεια αυτή ήταν καθαρά διασπαστική και έξω από τις κατακτημένες διαδικασίες συνεννόησης.


Η ουσία του ζητήματος: Συντονισμός σωματείων ή «κέντρο αγώνα»


Η τακτική του συντονισμού των σωματείων εφαρμόστηκε από τις δυνάμεις της εξωκοινοβουλευτικής Αριστεράς για πρώτη φορά, πριν μερικά χρόνια στη μάχη για το ασφαλιστικό. Μέχρι τότε και σε όλες τις προηγούμενες μάχες του εργατικού κινήματος, η τακτική που επικρατούσε ήταν αυτή του «κέντρου αγώνα», δηλαδή της συνάθροισης οργανώσεων, κινήσεων, παρατάξεων και σωματείων σε ένα ενιαίο μπλοκ με προωθημένο περιεχόμενο. Αυτός ο «αχταρμάς» ήταν λογική και άμεση συνέπεια της ιδεολογικής σύγχυσης που δεν μπορούσε να διακρίνει το ρόλο που παίζουν οι διαφορετικές μορφές οργάνωσης της εργατικής τάξης, ενώ ταυτόχρονα θεωρούσε το συνδικαλιστικό κίνημα κάτι ξεπερασμένο και σε κάποιες περιπτώσεις εχθρικό.

Η γραμμή του «κέντρου αγώνα», αν και υποχώρησε κάτω από την πίεση της πραγματικότητας και των μηδενικών αποτελεσμάτων, στην ουσία ποτέ δεν έπαψε να εκφράζεται, οδηγώντας σε βάλτωμα τη διαδικασία του συντονισμού σωματείων που συγκροτήθηκε τότε στην Αθήνα. Αυτή η γραμμή είναι που βγαίνει πάλι στο προσκήνιο σήμερα: ελάχιστα σωματεία με πραγματικές διαδικασίες, κάποια ακόμα μεταξύ φθοράς και αφθαρσίας με αποφάσεις που χρονολογούνται αρκετούς μήνες πριν, παρατάξεις και μειοψηφίες σωματείων και μεμονωμένοι αγωνιστές που σε κάποιες περιπτώσεις εμφανίζονται να εκπροσωπούν ολόκληρα σωματεία, φιλοδοξούν να δημιουργήσουν έναν «άλλο συντονισμό». Στην ουσία, αναπαλαιώνουν το παλιό «κέντρο αγώνα» μεταμφιεσμένο σε έναν ψευδεπίγραφο συντονισμό σωματείων.

Η γραμμή αυτή δεν κάνει τίποτε άλλο παρά να αναπαράγει τη γραφειοκρατία με άλλες μορφές. Οδηγεί στη συγκρότηση μιας «υπερδιαδικασίας», συνελευσιακού υποτίθεται χαρακτήρα, στην οποία αποφασίζονται τα πάντα «εν λευκώ», χωρίς να λαμβάνονται υπ’ όψη οι διαδικασίες και οι αποφάσεις των ίδιων των σωματείων. Αντίθετα, ο συντονισμός σωματείων πρέπει να βασίζεται στις διαδικασίες των ίδιων των σωματείων και οι αποφάσεις των σωματείων να δεσμεύουν τους εκπροσώπους τους.

Η γραμμή του “κέντρου αγώνα” είναι στην ουσία της συντονισμός πολιτικών γραφείων της εξωκοινοβουλευτικής Αριστεράς και δεν έχει σχέση με το συντονισμό σωματείων. Οι σύντροφοι που υποστηρίζουν αυτήν την άποψη, πρέπει να σταματήσουν να κρύβονται πίσω από τον όρο «συντονισμός σωματείων», να πούνε καθαρά τη γνώμη τους και να ξεδιπλώσουν το σύνολο της αντίληψής τους. Μόνο με αυτόν τον τρόπο μπορεί να γίνει ουσιαστικός διάλογος γύρω από τα ζητήματα του συνδικαλιστικού κινήματος.


Βασίλης Θεοφανόπουλος