Συμπεράσματα από την απεργία της 17ης Δεκέμβρη 2009
Συμπεράσματα από την απεργία της 17ης Δεκέμβρη 2009
Η απεργία στις 17/12/09, την οποία οργάνωσε το ΠΑΜΕ και στην οποία συμμετείχαν 9 ομοσπονδίες, 15 εργατικά κέντρα και πρωτοβάθμια σωματεία, ήταν ένα, ούτως ή άλλως, πολιτικό γεγονός, τη σημασία και το βάθος του οποίου πρέπει να διερευνήσουμε. Την απεργία στήριξαν πολιτικά και συνδικαλιστικά το ΚΚΕ και δυνάμεις της εξωκοινοβουλευτικής αριστεράς, δευτερευόντως δε δυνάμεις του ΣΥΡΙΖΑ.
Σε πείσμα του Γ. Ελαφρού, ο οποίος είδε ότι «Κι όμως, έγινε απεργία χωρίς τη ΓΣΕΕ!» (Πριν, 20/12/09), δεν ήταν η πρώτη φορά που έγινε ανάλογη απεργία. Αυτή ήταν η πέμπτη φορά που έγινε απεργιακή κινητοποίηση χωρίς απόφαση της ΓΣΕΕ.
Η πρώτη ήταν στις 3/4/02 την οποία προκάλεσε το ΠΑΜΕ, Η δεύτερη ήταν στις 21/03/03 στην οποία συμμετείχαν 10 ομοσπονδίες και 25 εργατικά κέντρα. Η τρίτη ήταν στις 17/3/05,, η τέταρτη στις 16/4/08, την οποία προκάλεσαν Ομοσπονδίες, Εργατικά Κέντρα και σωματεία που πρόσκεινται στο ΠΑΜΕ και η πέμπτη αυτή στις 17/12/09.
Στις απεργίες αυτές συμμετείχαν σταθερά 7-10 ομοσπονδίες, οι 8 εκ των οποίων πρόσκεινται στο ΠΑΜΕ [τύπου και χάρτου, οικοδόμων, εργαζομένων στο φάρμακο (ΟΕΦΣΕΕ), ΟΙΚΕΔΕ, λογιστών, εργαζομένων γάλακτος-τροφίμων-ποτών, νοσηλευτικών ιδρυμάτων, θεάματος-ακροάματος, η Πανελλαδική Ομοσπονδία Ειδικού Τεχνικού Εργαστηριακού Προσωπικού ΑΕΙ και η Πανελλήνια Ομοσπονδία Εργαζομένων Ιδιωτικού Δικαίου στο Δημόσιο]. Στη τελευταία απεργία δεν συμμετείχε η θεάματος-ακροάματος, ενώ συμμετείχαν οι ενώσεις νοσοκομειακών γιατρών. Αυτές οι ομοσπονδίες συμμετέχουν σε όλες σχεδόν τις κινητοποιήσεις. Σταθερά βέβαια απ’ τα Ναυτεργατικά Σωματεία συμμετέχουν η ΠΕΜΕΝ και ο «ΣΤΕΦΕΝΣΟΝ». Στις κινητοποιήσεις συμμετείχε και η ΟΛΜΕ σχεδόν πάντα, όχι όμως κάτω από την ομπρέλα του ΠΑΜΕ, αλλά αυτοτελώς. Η ΟΛΜΕ βέβαια δεν μνημονεύεται από το ΠΑΜΕ, διότι κατά την εκπρόσωπό του στους εκπαιδευτικούς κα Θεοδώρα Δριμάλα «η αντιλαϊκή πολιτική που εφαρμόζεται δεν μπορεί να αντιπαλευτεί με κλαδικές κινητοποιήσεις και πολύ περισσότερο δεν μπορεί να αποκρουστεί με αποσπασμένες κλαδικές διασπαστικές απεργίες (!!!)» {« Ρ» 17/12/09}. Ώστε λοιπόν διασπαστική η ΟΛΜΕ και η ΔΟΕ! Μόνο που στο σπίτι του κρεμασμένου δεν μιλάνε για σκοινί!
Βλέπουμε λοιπόν ότι με ελάχιστες παραλλαγές, οι ίδιες δυνάμεις συμμετέχουν στις απεργιακές κινητοποιήσεις του ΠΑΜΕ εδώ και 10 χρόνια, απ’ την ίδρυση του. Στην τελευταία απεργία, αν εξαιρέσουμε κάποιους εργαζομένους με stage, οι ίδιες δυνάμεις συμμετείχαν, συνεπικουρούμενες από δυνάμεις της εξωκοινοβουλευτικής αριστεράς.
Η τελευταία απεργία δουλεύτηκε καλύτερα, προπαγανδίστηκε καλύτερα κι έδωσε τη δυνατότητα να συγκλίνουν προς αυτή την ημερομηνία και σωματεία που ήθελαν να απεργήσουν και να διεκδικήσουν δικά τους αιτήματα, όπως οι νοσοκομειακοί γιατροί, οι εργαζόμενοι στα ΜΜΕ στην Αττική κ.α., χωρίς απαραίτητα να συμπίπτουν με το ΠΑΜΕ, πράγμα που φάνηκε απ’ το ότι συγκεντρώθηκαν σε διάφορους χώρους (οι γιατροί διαχύθηκαν σε όλες τις συγκεντρώσεις και οι εργαζόμενοι στα ΜΜΕ στην ΕΣΗΕΑ). Η απεργιακή κινητοποίηση φάνηκε πρακτικά στο λιμάνι του Πειραιά όπου δεν έλυσαν τα πλοία. Κατά τα άλλα ήταν όπως τις άλλες φορές.
Τα οξυμένα όμως προβλήματα της εργατικής τάξης και η εκρηκτικότατη κατάσταση που υποβόσκει, αφήνουν ανοιχτό το ενδεχόμενο να ξεσπάσει εργατική θύελλα ανά πάσα στιγμή. Αυτό φοβήθηκε η πλειοψηφία της ΓΣΕΕ, η ΠΑΣΚΕ και γι’ αυτό προχώρησε στο γνωστό απεργοσπαστικό διάβημα.
Αυτή όμως την κατάσταση δεν είναι σε θέση να αξιοποιήσει το ΠΑΜΕ λόγω της λανθασμένης μικροαστικής-διασπαστικής του γραμμής, η οποία θέλει εδώ και τώρα να υποταχτούν όλοι στο ΠΑΜΕ, να υιοθετήσουν, να υποκλιθούν, να δεχθούν τη γραμμή του και την πρακτική του, ειδάλλως είναι προδότες, πράκτορες του εχθρού, διασπαστές κλπ. Η μόνη παραχώρηση που κάνει είναι «να ‘ρθουν μαζί μας έστω κι αν δεν συμφωνούν σε όλα».
Η γραμμή που κυριαρχεί στο ΠΑΜΕ και η πρακτική του, έχει διάφορες εναλλαγές, οι οποίες κατά βάση έχουν μέσα τους τη μικροαστική αδημονία να γίνουν όλα τώρα, ετσιθελικά και γι’ αυτό στέλνουν συνεχώς τελεσίγραφα, συνεπικουρούμενοι από δυνάμεις του ΝΑΡ οι οποίοι είναι πρώτοι διδάξαντες, αλλά δεν είναι σε θέση, από μόνοι τους, να πραγματώσουν αυτή την πολιτική. Ας δούμε μερικά τελεσίγραφα: «Σήμερα η ΓΣΕΕ είναι αντίπαλος του εργατικού κινήματος, όργανο του κεφαλαίου, των αστικών και οπορτουνιστικών δυνάμεων και ως αντίπαλος πρέπει να αντιμετωπιστεί. Δεν υπάρχει καμιά ψευδαίσθηση ότι η σημερινή ΓΣΕΕ μπορεί να αλλάξει με κάποιο καλύτερο συσχετισμό…». Αυτά είπε ο Χρήστος Κατσώτης εκ μέρος της εκτελεστικής γραμματείας του ΠΑΜΕ στην Παναθηναϊκή Συνδιάσκεψή του το Σάββατο, 19/12/09. Λίγο πριν ο Γ. Πέρρος απ’ το βήμα του Συμβουλίου της ΓΣΕΕ κάλεσε τους εργαζομένους «να κόψουν τον ομφάλιο λώρο απ’ τη ΓΣΕΕ» και να συνταχτούν με το ΠΑΜΕ.
Στο ίδιο μοτίβο και οι πρώτοι διδάξαντες, πέραν του Γ. Ελαφρού, επιχαίρουν για το ότι το ΠΑΜΕ επιτέλους καλεί τους εργαζομένους να κόψουν τον ομφάλιο λώρο με τη ΓΣΕΕ.
Δεν πρόκειται για φραστικό λάθος ούτε ειπώθηκε εν τη ρύμη του λόγου. Πρόκειται για γραμμή και κατεύθυνση η οποία δείχνει να κυριαρχεί στο ΠΑΜΕ. Στην ουσία, το ΚΚΕ και το ΠΑΜΕ υλοποιούν στο μαζικό κίνημα τη γραμμή του ΝΑΡ το οποίο πρώτο έθεσε τη ΓΣΕΕ στο αστικό μπλοκ εξουσίας. Και στο ΚΚΕ-ΠΑΜΕ και στο ΝΑΡ υπάρχουν δύο γραμμές όσον αφορά την προσέγγιση στη ΓΣΕΕ:
Η πρώτη είναι αυτή που περιγράφηκε παραπάνω, η οποία θεωρεί την τριτοβάθμια συνδικαλιστική οργάνωση τελειωμένη υπόθεση, άρα χρειάζεται να ανοίξει ένα νέο μέτωπο, πλάι στο μέτωπο με τους καπιταλιστές και την κυβέρνηση, πράγμα που εκφράστηκε παραστατικά με τον πρωτοσέλιδο τίτλο του Κυριακάτικου «Ρ»στις 3/1/2010
Η ΓΣΕΕ ξεπουλά δικαιώματα και ανάγκες των εργαζομένων στο όνομα της κρίσης. Το ΠΑΜΕ καλεί όλους τους εργαζόμενους να καταδικάσουν την ΓΣΕΕ, τον ΣΕΒ, την κυβέρνηση και τη ΝΔ, που προσπαθούν να τους φορτώσουν νέα βάρη στις πλάτες τους, ρίχνοντάς τους στη φτώχεια και την εξαθλίωση, να διεκδικήσουν τον πλούτο που παράγουν.”
Η τάση αυτή, που σήμερα κυριαρχεί και έχει το πάνω χέρι, προτάσσει την αναγκαιότητα της «συνολικής πολιτικοσυνδικαλιστικής παρέμβασης και της παραπέρα πολιτικοποίησης του μαζικού κινήματος», κόντρα στους θεσμούς όπως «δικαιοσύνη, ΓΣΕΕ-ΑΔΕΔΥ κλπ».
Βλέπουμε εδώ τις ομοιότητες και την επίδραση του ΝΑΡ στα αριστερά του ΠΑΜΕ.
Υπάρχει όμως και η άλλη τάση που μειοψηφεί, η οποία συνεχίζει να έχει αναφορά στην ηγεσία της ΓΣΕΕ, λέγοντας ότι: «η εκτίμηση του ΚΚΕ ότι η συνδικαλιστική πλειοψηφία της ΓΣΕΕ δεν είναι απλά ρεφορμιστική και ενδοτική στις αξιώσεις της πλουτοκρατίας, αλλά ένας ακόμα πολιορκητικός κριός της κυρίαρχης τάξης, δικαιώνεται πανηγυρικά για πολλοστή φορά» [Κώστας Ζιώγας, εφημερίδα Ριζοσπάστης 25/12/09 (Ο Κώστας Ζιώγας είναι μέλος της Κ.Ε. του ΚΚΕ, αντιπρόεδρος της Ομοσπονδίας Οικοδόμων, μέλος του Δ.Σ. του Συνδικάτου Οικοδόμων Αθήνας και μέλος της Διοίκησης της ΓΣΕΕ.)]. Και συνεχίζοντας παρακάτω αναφέρει ότι «όσο ταχύτερα οι εργαζόμενοι κάνουν κουρελόχαρτο τα σχέδιά τους και τους καταδικάσουν στην απομόνωση (σ.σ. την πλειοψηφία της ΓΣΕΕ), τόσο ταχύτερα θα ανοίξει ο δρόμος για να πνεύσει άνεμος ανάτασης του εργατικού κινήματος».
Οι δύο γραμμές είναι διακριτές. Η μία λέει ότι η ΓΣΕΕ τέλειωσε κι άρα πάμε γι’ άλλα και η άλλη στοχεύει στην αλλαγή της ηγεσίας της, στην αλλαγή του συσχετισμού στο υπάρχον κίνημα. Το ίδιο με παραλλαγές συμβαίνει στο ΝΑΡ.
Ας επανέλθουμε όμως στο ΠΑΜΕ. Το γεγονός ότι μια μειοψηφία στο ΠΑΜΕ έχει μια σχετικά σωστή θέση απέναντι στο συσχετισμό δύναμης και τη ΓΣΕΕ, δεν την καθιστά συνολικά σωστή από ταξική άποψη. Η μειοψηφία αυτή δέχεται την πίεση δυνάμεων που μιλάνε για συντονισμό σωματείων, ομοσπονδιών και εργατικών κέντρων, παίρνει πρωτοβουλίες σ’ αυτή την κατεύθυνση, αλλά κάτω απ’ την πίεση της πλειοψηφίας του ΠΑΜΕ περιορίζεται στο συντονισμό των «ταξικών σωματείων». Επίσης διαφοροποιείται και σε αιτήματα. Πρωτοβουλίες της, με βάση τη γραμμή της, είναι η απεργία με τις ομοσπονδίες και τα εργατικά κέντρα, η σύσκεψη σωματείων για το συντονισμό δράσης που έλαβε χώρα στις 22/7/09 στην αίθουσα του Συνδικάτου Οικοδόμων Αθήνας κ.α.
Ένα απ’ τα αιτήματα που τη διαφοροποιούν απ’ τις αποφάσεις του ΠΑΜΕ αλλά και του ΚΚΕ, είναι η θέση για την υγεία-περίθαλψη-πρόνοια, για την οποία, το μεν ΚΚΕ και ΠΑΜΕ ζητάει να είναι «δημόσια-δωρεάν, με χρηματοδότηση απ’ το κράτος και τους εργοδότες», η δε μειοψηφία «δημόσια-δωρεάν με κρατική χρηματοδότηση», (όπως καταγράφηκε στη σύσκεψη των σωματείων για το συντονισμό δράσης «Ρ» 24/7/09), απαλλάσσοντας με τον τρόπο αυτό τους καπιταλιστές από μια ακόμα υποχρέωση, προσθέτοντας στην τσέπη τους τη διαφορά.
Με ανάλογο τρόπο εξηγούν οι δύο πλευρές και τη λαϊκή εξουσία-λαϊκή οικονομία. Η μεν πλειοψηφία ως εργατική εξουσία, η δε μειοψηφία ως λαϊκοδημοκρατική εξουσία. (υποθέτουμε ότι και ο όρος πλουτοκρατία που συχνά- πυκνά χρησιμοποιείται, καθιερώθηκε απ’ τη μειοψηφία χρησιμοποιείται όμως και απ’ την πλειοψηφία. Ο όρος αυτός, τουλάχιστον σήμερα, είναι αντιεπιστημονικός και δεν εκφράζει την πραγματικότητα. Ο σωστός όρος είναι καπιταλιστές, κεφαλαιοκράτες, κεφαλαιοκρατία κλπ).
Προσπαθήσαμε να φέρουμε στο φως ορισμένα παραδείγματα έκφρασης των δύο γραμμών που συνυπάρχουν στο ΚΚΕ και στο ΠΑΜΕ. Αυτά όμως είναι οικογενειακά προβλήματα. Σε κάθε περίπτωση η γραμμή που κυριαρχεί, εφόσον τραβήξει ανεμπόδιστα το δρόμο που έχει χαράξει και φτάσει σε ένα σημείο όπου η επιστροφή θα είναι πιο μακρινή και επώδυνη απ’ το τέρμα, είναι καταστροφική για το κίνημα, οδηγεί στη διάσπαση του συνδικαλιστικού κινήματος, στην αποδυνάμωση της διαπραγματευτικής του ικανότητας, στην παραπέρα απομαζικοποίηση και περιθωριοποίησή του. Διευκολύνει το πέρασμα αντεργατικών μέτρων και νόμων, διευκολύνει τους καπιταλιστές στην καταπάτηση των εργατικών κατακτήσεων.
Για τους κομμουνιστές είναι γνωστό ότι η πολυδιάσπαση διευκολύνει τους καπιταλιστές και τις κυβερνήσεις τους, γι’ αυτό όχι μόνο την απεύχονται, αλλά παίρνουν μέτρα για να την αποφύγουν (όπου έγινε ιστορικά, έγινε με ευθύνη και πρωτοβουλία της αστικής τάξης και των οργάνων της). Τα λογοπαίγνια για ενότητα υπό τη ΓΣΕΕ ή ταξική ενότητα υπό το ΠΑΜΕ είναι ψεύτικα διλήμματα. Οι κομμουνιστές έχουν λύσει αυτό το ζήτημα και απέναντι στα ψευτοδιλήμματα προτάσσουν το ενιαίο πανεργατικό μέτωπο στη βάση των προβλημάτων, ενάντια στον καπιταλισμό, το οποίο παύει να έχει απόλυτη ισχύ μόνο σε ειδικές περιπτώσεις (π.χ. εμφύλιος πόλεμος). Σήμερα, στο πρακτικό εργατικό κίνημα, η μορφή του συντονισμού Ομοσπονδιών-Εργατικών Κέντρων-σωματείων, είναι η απάντηση απέναντι στην απροθυμία της συνδικαλιστικής ηγεσίας να οργανώσει αγώνες, στην αδράνειά της, ακόμα και στη συνειδητή προσπάθειά της να παρεμποδίσει την οργάνωση αγώνων ή να τους στρέψει σε ανώδυνους για το σύστημα και την κυβέρνηση δρόμους.
Με το γνήσιο συντονισμό και με αποφάσεις βγαλμένες μέσα από μαζικές-αμεσοδημοκρατικές διαδικασίες βάσης όλων όσων θέλουν να αναπτύξουν δράση για τα εργατικά δικαιώματα-αιτήματα-συμφέροντα και όχι μόνο κάποιων «ταξικών συνδικάτων», τα εμπόδια των συνδικαλιστικών ηγεσιών αποφεύγονται και παραμερίζονται και το συνδικαλιστικό κίνημα δεν διασπάται.
Η κ.ο. Ανασύνταξη για μια ακόμα φορά επισημαίνει τον κίνδυνο διάσπασης του εργατικού συνδικαλιστικού κινήματος και τις επιπτώσεις από μια τέτοια εξέλιξη. Με βάση τα παραπάνω οι κομμουνιστές πρέπει να κινηθούν στην κατεύθυνση ανάπτυξης κοινής δράσης με όλες τις δυνάμεις, πρωτίστως της αριστεράς, που έχουν αναφορά στην ενότητα του κινήματος, που υπηρετούν έστω και με ταλαντεύσεις αυτήν την ενότητα, που θέλουν να κινηθούν στην κατεύθυνση αποδυνάμωσης της προοπτικής της διάσπασης και ενδυνάμωσης της ενότητας του κινήματος. Τέτοιες δυνάμεις υπάρχουν στην κοινοβουλευτική και εξωκοινοβουλευτική αριστερά, αλλά και σε άλλους χώρους.
Χωρίς κανένα ενδοιασμό μην τυχόν και μας χαρακτηρίσουν «αριστερό πεζοδρόμιο», «ακολουθητές», «παπαγαλάκια» της ΓΣΕΕ κ.α. πρέπει να υπηρετήσουμε την ενιαιομετωπική πολιτική, προβάλλοντας ταυτόχρονα αποφασιστικά τις απόψεις μας και τη γραμμή μας στο κίνημα. Τη γραμμή που λέει ότι «το κίνημα σήμερα για να έχει κατακτήσεις πρέπει να αμφισβητήσει συνολικά τους καπιταλιστές και το σύστημά τους», και η οποία πρέπει να γίνει κτήμα περισσότερων κομμουνιστών, περισσότερων εργατών, εξηγώντας το και μεταφράζοντάς το πρακτικά στο μαζικό εργατικό κίνημα για να μετατραπεί η επιστημονική θεωρία σε υλική δύναμη.
Συμπερασματικά, η απεργία της 17ης Δεκέμβρη ήταν μια μάχη, η οποία αν και δεν δόθηκε με καλούς όρους, ακόμα κι αν πλήγωσε το κίνημα, ακόμα κι αν η πλατιά εργατική βάση δεν συμμετείχε στην απεργία είναι μία ακόμα πηγή συμπερασμάτων. Εμείς έτσι κι αλλιώς ήμασταν μέσα σ’ αυτή τη μάχη, στην προσπάθειά μας να αξιοποιήσουμε κάθε ευκαιρία για την κινητοποίηση της εργατικής τάξης. Δώσαμε τη μάχη για να παρθούν από τους εργαζόμενους, από τις γενικές συνελεύσεις και από τις συνδικαλιστικές οργανώσεις αποφάσεις συμμετοχής στην απεργία. Παρά τις επιμέρους αντιρρήσεις μας στα πλαίσια, τα αιτήματα ή την τακτική, συμμετείχαμε στην απεργία πειθαρχώντας στις αποφάσεις των Ομοσπονδιών, σωματείων και Εργατικών Κέντρων στα οποία ανήκουμε. Με στόχο την απόκρουση της επίθεσης των καπιταλιστών θα συνεχίσουμε να κινούμαστε στην κατεύθυνση της ενιαίας πανεργατικής δράσης και της ενότητας του εργατικού συνδικαλιστικού κινήματος.
Κάβουρας Δημήτρης