Ολοταχώς προς τη χρεοκοπία
Ολοταχώς προς τη χρεοκοπία
Η Ελλάδα βρίσκεται λίγο πριν από τη χρεοκοπία, προειδοποιούσαν οι αναλυτές ήδη από την αρχή του 2009, ενώ ο αξιολογικός οίκος Standard & Poor’s υποβάθμιζε ήδη από τον Ιανουάριο την πιστοληπτική φερεγγυότητα της χώρας, γιατί το ύψος του δημόσιου χρέους της ήταν πια σχεδόν ίσο (99,2 %) με το ΑΕΠ της. Ακολούθησαν ο ξέφρενος υψηλότοκος δανεισμός της χώρας και η υπαγωγή της σε κατάσταση επιτήρησης από την Ευρωπαϊκή Ένωση στις 27-4-2009. Αυτά τα γεγονότα δεν εμπόδισαν όμως καθόλου τον Καραμανλή το μικρό να συνεχίσει απτόητος την εφαρμογή του κοινωνικού φιλελευθερισμού προς όφελος των τραπεζών και των επιχειρήσεων. Η κυβέρνηση της ΝΔ αύξησε ιλιγγιωδώς το δημόσιο δανεισμό, για να δωρίσει δεκάδες δισεκατομμύρια στους τοκογλύφους και τους χρυσοκάνθαρους των χρηματιστηρίων, ξεπούλησε κερδοφόρες κρατικές επιχειρήσεις όπως ο ΟΤΕ και ο ΟΛΠ, έκλεινε στην αρχή τα μάτια μπροστά στην κραυγαλέα φοροδιαφυγή των επιχειρηματιών και στην από μέρους τους κατακράτηση του ΦΠΑ. Kαι στο τέλος νομιμοποίησε αυτή τη φοροκλοπή, για να ενισχύσει την κερδοφορία και των μικρών και των μεγάλων επιχειρήσεων και να τις εφοδιάσει με πρόσθετα κεφάλαια κίνησης.
Αποτέλεσμα της ταξικά σκόπιμης κατάρρευσης των κρατικών εσόδων και της εσκεμμένης απογείωση του κρατικού δανεισμού είναι η εκτίναξη του ελλείμματος του προϋπολογισμού περίπου στο 12,5 % του ΑΕΠ, του δημόσιου χρέους στα 300 δις. ευρώ ή στο 120 % του ΑΕΠ. Με τέτοιες αρνητικές επιδόσεις, αν η χώρα δεν ήταν στην ευρωζώνη, θα είχε ήδη καταποντιστεί στην άβυσσο μιας κλασικής χρεοκοπίας: το δημόσιο θ’ αδυνατούσε να εξυπηρετήσει το χρέος του, οι πιστωτές του θα σπεύδανε να επαναδιαπραγματευτούν τους όρους εξόφλησης του και να περισώσουν τα κεφάλαιά τους με την επιβολή της χρεοκοπημένης χώρας στον έλεγχο διεθνών ιμπεριαλιστικών οργανισμών, η συναλλαγματική ισοτιμία της δραχμής θα καταβαραθρωνόταν και ο υπερπληθωρισμός θα εξανέμιζε καταθέσεις, μισθούς και ημερομίσθια. Όμως, λόγω της ένταξής της στη ζώνη του ευρώ, η χώρα βαδίζει ολοταχώς προς μια ιστορικά νέα μορφή χρεοκοπίας, που ευφημιστικά λέγεται υπαγωγή στην κοινοτική επιτήρηση.
Με την πλήρη υπαγωγή μιας χώρας στην κοινοτική επιτήρηση, η δημοσιονομική και οικονομική πολιτική της μπαίνει κάτω από τον ασφυκτικό έλεγχο της ΕΕ. Με πρόσχημα την επαναφορά του ελλείμματος κάτω από το 3%, επιβάλλονται πολιτικές διαχρονικής λιτότητας και ιδιωτικοποιήσεων, δραματικής μείωσης των δημοσίων δαπανών, κατακόρυφης αύξησης της φορολογίας των εργαζομένων, χρόνιας καθήλωσης των αποδοχών των μισθωτών, αποσκοπώντας στην ακώλυτη εξυπηρέτηση του δημόσιου χρέους, στην προστασία των συμφερόντων των δανειστών του δημοσίου, στην ενίσχυση της κερδοφορίας του κεφαλαίου. Οι δηλώσεις Προβόπουλου, με τις οποίες απαιτείται να μειωθεί το έλλειμμα κατά τα δύο τρίτα με περικοπή των κρατικών δαπανών και κατά το ένα τρίτο με την αύξηση της φορολογίας, την ώρα που οι κατ’ έτος αποπληρωνόμενοι τόκοι ισούνται με το σύνολο των εσόδων από το ΦΠΑ, αποτελούν πρόγευση για όσα θ’ ακολουθήσουν.
Σε περίπτωση που η επιτηρούμενη χώρα δεν πειθαρχήσει στις υποδείξεις του Ekofin, της επιβάλλονται κυρώσεις, όπως η αναστολή των χρηματοδοτήσεων από το Ταμείο Συνοχής, η διακοπή της χρηματοδότησης της από την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων, η αναγκαστική άτοκη κατάθεση στα κοινοτικά ταμεία ποσού ικανού να συμβάλλει στη μείωση του ελλείμματος, η επιβολή προστίμων, ο ασφυκτικός έλεγχος και η παρακώλυση σύναψης νέων δανείων και έκδοσης χρεογράφων με την απαίτηση δημοσίευσης νέων στοιχείων. Η διαδικασία επιτήρησης έχει λοιπόν για τη χώρα και για τους μισθωτούς τις συνέπειες μιας κλασικής χρεοκοπίας: η χώρα τίθεται αμέσως υπό αυστηρότατο διεθνή οικονομικό έλεγχο, η δημοσιονομική της ανεξαρτησία εκμηδενίζεται, ενώ οι μισθοί συμπιέζονται, για να αποπληρωθεί ένα δημόσιο χρέος που υπερδιογκώθηκε με τη λεηλασία των δημόσιων πόρων από την κρατικοδίαιτη αστική μας τάξη.
Η κούρσα προς τη χρεοκοπία επιταχύνεται από την πολιτική αστάθεια και την επιδείνωση της οικονομικής κρίσης στη Νοτιοανατολική Ευρώπη, όπου τα επισφαλή δάνεια στις αρχές του 2010 θα αυξηθούν στο 15-20 % των συνολικών δανείων, σύμφωνα με σχετική μελέτη της Deutsche Bank. Η νομοτελειακή μείωση των δημόσιων εσόδων εξαιτίας της οικονομικής κρίσης θα συνδυαστεί στην περίπτωση της Ελλάδας με τη συρρίκνωση των εισροών από το ευρωπαϊκό πρόγραμμα αγροτικής ανάπτυξης 2007- 20013, καθώς τα 2/3 του σχετικού προγράμματος έχουν ήδη απορροφηθεί από το Γ΄ ΚΠΣ. Και η χρηματοδοτική δυσπραγία θα μετατραπεί σε πιστωτική ασφυξία, καθώς για το δημόσιο δανεισμό κλείνει ο παγκόσμιος τριαντάχρονος κύκλος των χαμηλών και ανοίγει ο κύκλος των ακριβών επιτοκίων. Με τις ευρωπαϊκές επιδοτήσεις να στερεύουν και με το δανεισμό ν’ ακριβαίνει η ελληνική αστική τάξη χάνει τους δυο πακτωλούς που της επέτρεψαν να εκφυλίσει το ριζοσπαστισμό του λαϊκού κινήματος της δεκαετίας του 1970.
Η ευρωρεφορμιστική αριστερά, παραβλέποντας τις απαγορεύσεις των σχετικών συνθηκών, καλλιεργεί την αυταπάτη ότι η χώρα μπορεί να δανειστεί φτηνό χρήμα από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα. Όπως όμως επισημαίνει η Frankfurter Allgemeine Zeitung, η ΕΚΤ μπορεί να στηρίξει τα υπό χρεοκοπία κράτη της ευρωζώνης μόνον αγοράζοντας μέρος των δανείων τους. Επίσης κατά τον Dirk Mauer, συνεργάτη της Νeue Zürcher Zeitung και καθηγητή της πολιτικής οικονομίας, μόνον η διμερής πιστωτική βοήθεια και η έκδοση κοινοτικών ομολόγων είναι οι θεσμικά επιτρεπτοί τρόποι στήριξης των υπερχρεωμένων χωρών της ευρωζώνης από τη Γερμανία-με τίμημα όμως τη μεγαλύτερη επιτοκιακή επιβάρυνση των δανείων που συνάπτει το γερμανικό δημόσιο.
H οικονομική διευκόλυνση των χωρών που θα επωφεληθούν, θα συνδυαστεί βέβαια με την παραχώρηση πολιτικών και οικονομικών ανταλλαγμάτων και με τη μονομερή παραπέρα εκχώρηση εθνικών κυριαρχικών δικαιωμάτων στα όργανα της ΕΕ. Τα πράγματα λοιπόν διαμορφώνονται έτσι, ώστε η έξοδος από την ΕΕ όλο και περισσότερο θα τείνει να ταυτιστεί με την πραγματοποίηση της προλεταριακής επανάστασης.
Χ. Βλόσιος
ΥΓ. Η συγγραφή αυτού του άρθρου είχε ολοκληρωθεί όταν η Ευρωπαϊκή Επιτροπή πρότεινε στο Συμβούλιο υπουργών Οικονομικών της ΕΕ να αποφασίσει ότι, σύμφωνα με την παρ. 8 του άρθρου 104 του συμφώνου σταθερότητας, η Ελλάδα δεν ανέλαβε αποτελεσματική δράση για τη μείωση του ελλείμματος. Ενεργοποιείται δηλαδή η επόμενη φάση της διαδικασίας περί υπερβολικού ελλείμματος, που θα οδηγήσει τη χώρα σε στενότερη κοινοτική επιτήρηση και σε επιβολή κυρώσεων.