κ.ο. ΑΝΑΣΥΝΤΑΞΗ: 2η Συνδιάσκεψη

κ.ο. ΑΝΑΣΥΝΤΑΞΗ

2η Συνδιάσκεψη


Στις 13 και 14 Ιούνη θα πραγματοποιηθεί η 2η συνδιάσκεψη της κ.ο. ΑΝΑΣΥΝΤΑΞΗ. Βασικός στόχος της συνδιάσκεψης είναι η αξιοποίηση της οργανωτικής εμπειρίας των δύο χρόνων που μεσολάβησαν από την ίδρυση της οργάνωσης και η καλύτερη οργάνωση της πολιτικής δουλειάς σε όλα τα επίπεδα, με βάση τις αλλαγές της γενικότερης πολιτικής και κοινωνικής κατάστασης και λαμβάνοντας υπ’ όψη την οργανωτική μας ανάπτυξη, η οποία διαμορφώνει νέα δεδομένα στις υποχρεώσεις της οργάνωσης.

Η εισήγηση της συνδιάσκεψης, εκτός από τον αναγκαίο πολιτικό και οργανωτικό απολογισμό, κάνει εκτίμηση της καπιταλιστικής κρίσης και της κατάστασης που διαμορφώνεται διεθνώς και στο εσωτερικό της χώρας. Αποσπάσματα της εισήγησης δημοσιεύονται παρακάτω.

Η νέα παγκόσμια οικονομική κρίση είναι κρίση υπερσυσσώρευσης/ υπερπαραγωγής κεφαλαίου: από τη μια έχουμε την παραγωγή μιας πληθώρας εμπορευμάτων που αδυνατούν να πραγματοποιηθούν και συγκροτούν μια υπερσυσσώρευση κεφαλαίου μαζί με τα αδρανή χρηματικά κεφάλαια που είναι αδύνατο να επανεπενδυθούν με ικανοποιητικό για τους κεφαλαιοκράτες ποσοστό κέρδους, ίσο δηλ. τουλάχιστο με το μέσο ποσοστό κέρδους που απολάμβαναν στο πρόσφατο παρελθόν τα ήδη επενδυμένα κεφάλαια· από την άλλη αρχίζουν να κάνουν ξανά την εμφάνισή τους, απειλώντας να πάρουν δραματικές διαστάσεις η φτώχεια, η οικονομική δυσπραγία, η συρρίκνωση της αγοραστικής δύναμης των εργαζομένων και ιδιαίτερα της εργατικής τάξης. Η αναπτυσσόμενη νέα μαζική φτώχεια και τα συναφή με αυτή φαινόμενα οφείλονται στους παράγοντες που προκάλεσαν την παρελθούσα κεφαλαιοκρατική επέκταση και επιδεινώνονται από την κρίση, την εκδήλωση της οποίας και επιτάχυναν.

[…………….]

Η ένταση λοιπόν της παρούσας κρίσης και το μέγεθος των αδιεξόδων της είναι το αποτέλεσμα τόσο των ενδογενών αντιθέσεων όσο και των επιτυχημένων στρατηγικών του κεφαλαίου και των νικών τού ηγεμονικού εθνικού και κοινωνικού του σχηματισμού, των ΕΠΑ, στο πρόσφατο παρελθόν. Τα φάρμακα που βοήθησαν το κεφαλαιοκρατικό σύστημα να αμβλύνει και να ξεπερνάει τις κρίσεις του από το ‘73 και πέρα, τώρα μετατρέπονται σε φαρμάκια που το δηλητηριάζουν, τα όπλα με τα οποία το κεφάλαιο κατατρόπωνε, από τη δεκαετία ‘70 και πέρα, την εργασία τώρα γίνονται μπούμερανγκ που στρέφονται εναντίον του.

[……………..]

Ξεκινώντας από τη χρηματοπιστωτική σφαίρα και τις υπερδιογκωμένες εικονικές «αξίες» της, η τρέχουσα κρίση αποτελεί ένα είδος Νέμεσης που κατακεραυνώνει τον οικονομικό ετσιθελισμό του χρηματιστικού κεφαλαίου και χλευάζει τις σοφιστείες των θεωρητικών του ταγών για δήθεν πλήρη αποσύνδεση της πλασματικής οικονομίας από την πραγματική οικονομία. Το γεγονός, ωστόσο, ότι η κυριαρχία του νόμου της αξίας πάνω στην πρώτη μπορεί πια να επιβάλλεται κυρίως με τη μορφή μιας παγκόσμιας κρίσης της συνολικής οικονομίας, αποτελεί ένα αμάχητο τεκμήριο για την οριστική παρακμή του νόμου της αξίας και της πιο αναπτυγμένης ιστορικής μορφής εμφάνισής του, τού κεφαλαιοκρατικού τρόπου παραγωγής: μόνον ένας τρόπος παραγωγής που δε διέπεται από το νόμο της αξίας και άρα δεν αποτελεί μορφή εμπορευματικής αλλά κοινοκτημονικής παραγωγής, μόνον ο κομμουνιστικός τρόπος παραγωγής μπορεί να επιτρέψει την απρόσκοπτη πρόοδο των παραγωγικών δυνάμεων και να εγγυηθεί την ευημερία της ανθρωπότητας στο παρόν και στο μέλλον.

[………………]

Όλα αυτά έχουν ως συνέπεια την αναζωπύρωση της ταξικής πάλης στο εσωτερικό των διάφορων εθνικών κοινωνιών και την όξυνση των ανταγωνισμών ανάμεσα σε όλους τους κρίκους της ιμπεριαλιστικής αλυσίδας. Η σφοδρότητα όμως της κρίσης και ο βαθμός όξυνσης της ταξικής πάλης μέσα σε κάθε εθνική κοινωνία δεν καθορίζεται μόνον από αυτή καθεαυτή την κρίση, αλλά και από τη θέση που κατέχει στην ιμπεριαλιστική αλυσίδα η κάθε χώρα, από το αν αυτή η θέση τής επιτρέπει να χρησιμοποιήσει την ισχύ της για να εξαγάγει την κρίση της σε άλλες χώρες- προπάντων στις πιο αδύναμες και στις εξαρτημένες χώρες. Έτσι, χώρες με χαμηλό δημόσιο χρέος σε σύγκριση με το ΑΕΠ τους (π.χ. ΕΠΑ, Γερμανία, Γαλλία κλπ., ΝΕΑ/4-12-08), έχουν τη δυνατότητα να αυξήσουν το δημόσιο δανεισμό τους και να προχωρήσουν σε σημαντικές κρατικές παρεμβάσεις στην οικονομία, όπως η κρατικοποίηση προβληματικών επιχειρήσεων ή η αγορά τοξικών ομολόγων, σε δημόσιες επενδύσεις όπως έργα υποδομής, και σε δαπάνες συμβατές με τη βασική συστημική τάση τής μεγιστοποίησης του κέρδους όπως οι στρατιωτικές δαπάνες- με στόχο πάντα την άμβλυνση των συνεπειών της κρίσης.

[……………]

Η αναμενόμενη κατακόρυφη αύξηση της δυστυχίας των μαζών και η διαφαινόμενη αδυναμία της άρχουσας τάξης να συνεχίσει να ζει όπως παλιότερα, αποτελούν το αντικειμενικό υπόβαθρο για την εκδήλωση πολιτικών κρίσεων και την ανάκυψη επαναστατικών καταστάσεων. Ελλείψει όμως ενός διεθνούς επαναστατικού πολιτικού κινήματος της εργατικής τάξης, οι πολιτικές αυτές κρίσεις και οι δυνάμει επαναστατικές καταστάσεις έχουν πολύ λιγότερες πιθανότητες να καταλήξουν σε επαναστατικό ξεπέρασμα της κρίσης με την πραγματοποίηση της προλεταριακής επανάστασης και την εγκαθίδρυση της δικτατορίας του προλεταριάτου, και πολύ περισσότερες πιθανότητες να συμβάλλουν στην επιβολή αντιδραστικών, αντιδημοκρατικών και αυταρχικών εκτροπών με ή χωρίς κοινοβουλευτικό μανδύα. Από δω και η επείγουσα επικαιρότητα του αιτήματος για τη δημιουργία ενός επαναστατικού κομμουνιστικού κόμματος που θα αντλεί τη θεωρία του από το αξεπέραστο έργο των Μαρξ, Ένγκελς, Λένιν.

[…………….]

Η κρίση πρόκειται να επιταχύνει τις οικονομικές αναδιαρθρώσεις που βρίσκονται σε εξέλιξη τις τελευταίες δύο δεκαετίες στην χώρα και τις αντίστοιχες μεταβολές στην ταξική διάρθρωση και την κατάσταση των τάξεων. Η εργατική τάξη της Ελλάδας βρίσκεται σε μία διαρκή πορεία απώλειας εισοδήματος και δικαιωμάτων – που γίνεται θεαματική αν λάβουμε υπόψη ότι εντός μίας δεκαετίας προστέθηκε σε αυτήν η τεράστια μάζα των μεταναστών εργατών με τις πιο κακοπληρωμένες και χωρίς εργασιακά δικαιώματα δουλειές. Αν επίσης ληφθεί υπόψη η μεταβολή της αναλογίας ασφαλιστικών εισφορών και φόρων με παροχές σε συντάξεις, υγεία και παιδεία, το σύνολο των εργατικών εισοδημάτων υπέστη μία άνευ προηγουμένου κλοπή από το ίδιο το κράτος. Την ίδια στιγμή – ιδιαίτερα στον ιδιωτικό τομέα – η εργασία εντατικοποιείται με ταχείς ρυθμούς και ο δημόσιος τομέας υφίσταται μία σταδιακή μεταβολή των εργασιακών σχέσεων με αποτέλεσμα να αυξάνεται και σ’ αυτόν ο βαθμός εκμετάλλευσης (π.χ. σχέσεις ιδιωτικού δικαίου, συμβάσεις ορισμένου χρόνου, stage κ.λπ.). Oι ιδιωτικοποιήσεις ολοκληρώνονται με την πώληση της Ολυμπιακής, και θα αφορούν κάθε άλλη δυνητικά κερδοφόρα επιχείρηση του Δημοσίου. Η εισαγωγή ιδιωτικο-οικονομικών όρων λειτουργίας στον ευρύτερο δημόσιο τομέα (π.χ. Υγεία, Ασφάλιση, Πανεπιστήμια) προχωρά με γρήγορους ρυθμούς. Η εκτίναξη της ανεργίας λόγω της κρίσης θα είναι η χαριστική βολή για πλήθος εργατικών νοικοκυριών και θα συνοδευτεί με ανάλογη διεύρυνση της φτώχειας και των επακόλουθων κοινωνικών προβλημάτων.

[……………..]

Οι εργαζόμενοι και οι νεολαίοι έχουν ήδη καλά αντιληφθεί τις επιπτώσεις των αναδιαρθρώσεων και την προοπτική επιδείνωσης της θέσης τους και αυτό αποτέλεσε το υπόβαθρο των κινητοποιήσεων του Δεκέμβρη.

Ταυτόχρονα, η οικονομική κρίση έχει θέσει σε εγρήγορση και σε δοκιμασία όλες τις πολιτικές οργανώσεις της αστικής τάξης- και πρώτα απ’ όλα την κατ’ εξοχήν πολιτική οργάνωση της αστικής τάξης, το αστικό κράτος. Όπως σε όλο τον κεφαλαιοκρατικό κόσμο έτσι και στην Ελλάδα έχουμε μια στροφή προς την ενίσχυση των κατασταλτικών λειτουργιών και οργάνων του κράτους και μία περιστολή των δημοκρατικών δικαιωμάτων.

[………………..]

Το σημαντικότερο όμως κριτήριο για την ορθή εκτίμηση της στάσης της αριστεράς μπροστά στην πρόκληση της προλεταριακής επανάστασης που η κρίση την επαναφέρει στην επικαιρότητα είναι η ανυπαρξία σύνδεσης ανάμεσα στις μεγαλόστομες εξαγγελίες της και στην καθημερινή πρακτική της. Τόσο η κοινοβουλευτική όσο και η πλειοψηφία των μορφωμάτων της εξωκοινοβουλευτικής αριστεράς αποφεύγουν να προωθήσουν τη συνεργασία των δυνάμεών τους στο επίπεδο του συνδικαλιστικού εργατικού κινήματος, απεχθάνονται το θεωρητικό στοχασμό και τη θεωρητική αναζήτηση, αρνούνται να προβάλλουν και να ενοφθαλμίσουν στο εργατικό- λαϊκό κίνημα αιτήματα που ωθούν αυτό το κίνημα να θέσει το ζήτημα του κράτους και της εξουσίας, να απορρίψει το αστικό μοντέλο κρατικής οργάνωσης, να υιοθετήσει την προλεταριακή κρατική οργάνωση ως στόχο ζωής και καθημερινής πάλης, να παλέψει για τη συντριβή του αστικού κράτους, για την εγκαθίδρυση της δικτατορίας του προλεταριάτου και για την απαλλοτρίωση της αστικής τάξης.

Έτσι, στο μέσο της κρίσης η ελληνική αντινεοφιλελεύθερη, αντιμονοπωλιακή και αντικαπιταλιστική αριστερά, στην καθημερινή της δράση, περιορίζεται στο να υιοθετεί ή να συνδιαμορφώνει τις οικονομικές, οικολογικές κλπ. διεκδικήσεις των εργαζομένων και να τις καρυκεύει με μερικές γενικολογίες για σοσιαλισμό, για κομμουνιστικά οράματα και ιδανικά κλπ. Η αντικατάσταση όμως του συγκεκριμένου από το αφηρημένο είναι ένα από τα σημαντικότερα επαναστατικά ολισθήματα (Λένιν).

Πότε θα επιδιωχτεί να διεκδικήσουν οι εργάτες και οι υπάλληλοι την πληρωμή των βουλευτών, των υπουργών και των κρατικών λειτουργών με το μέσο εργατικό μισθό, αν όχι την εποχή της κρίσης; Πότε θα απαιτήσουν το δικαίωμά τους να ανακαλούν τους αντιπροσώπους τους στο κοινοβούλιο, στην τοπική αυτοδιοίκηση κλπ., αν όχι σε εποχή άνθισης των πολιτικών σκανδάλων; Πότε θα διεκδικήσουν την καθιέρωση της δεσμευτικής εντολής, αν όχι σε μια εποχή που δεν υπάρχει καμιά σχέση ανάμεσα στις φιλολαϊκές προεκλογικές εξαγγελίες και στη μετεκλογική αντιλαϊκή πολιτική; Πότε θα συνδέσουν τις οικονομικές τους διεκδικήσεις με τα αιτήματα απαλλοτρίωσης του κεφαλαίου (κρατικοποίηση τραπεζών χωρίς αποζημίωση, μη πληρωμή του δημόσιου χρέους προς τα χρηματοπιστωτικά κεφαλαιοκρατικά ιδρύματα κλπ.), αν όχι την εποχή που ληστεύονται από τις τράπεζες, που μειώνονται οι μισθοί τους, που αυξάνει η φορολόγησή τους για να εξυπηρετηθεί το δημόσιο χρέος; Πότε θα προβληθεί η αναγκαιότητα κατάργησης του επιχειρηματικού απορρήτου και η υπαγωγή των επιχειρήσεων κάτω από αποφασιστικό εργατικό έλεγχο, αν όχι την εποχή που πολλαπλασιάζονται οι απολύσεις και τα λουκέτα των επιχειρήσεων, αν όχι την εποχή που ο Ομπάμα, η Μέρκελ, ο Σαρκοζί, ο Μπράουν και οι λοιποί πολιτικοί ταγοί του ιμπεριαλισμού απαιτούν την κατάργηση του τραπεζικού απορρήτου;

Οι οικονομικές διεκδικήσεις την περίοδο της κρίσης είναι καθαρά ευχολόγια, αν δε συνοδεύονται από αιτήματα που εντοπίζουν και κρατικοποιούν τις πηγές χρηματοδότησης αυτών των διεκδικήσεων. Πόσο ρεαλιστικό είναι για παράδειγμα το αίτημα για αύξηση των μισθών και των συντάξεων των δημοσίων υπαλλήλων, χωρίς ταυτόχρονα να απαιτείται το σταμάτημα των ιδιωτικοποιήσεων των κερδοφόρων δημόσιων επιχειρήσεων, χωρίς να συνδιεκδικείται το πάγωμα ή η αναστολή ή η ακύρωση της εξυπηρέτησης του δημόσιου χρέους και η χρησιμοποίηση μέρους των πόρων που απελευθερώνονται από αυτή τη μη εξυπηρέτηση για τη χρηματοδότηση των ταμείων κλπ. Πώς μπορεί να γίνει πράξη η ανακούφιση των δανειοληπτών εργαζομένων, χωρίς την κρατικοποίηση των τραπεζών; Πώς θα χρηματοδοτήσει το κράτος την οικονομική ανάπτυξη, αν όλοι του οι πόροι καταβροχθίζονται από την εξυπηρέτηση του δημόσιου χρέους, από την ανάπτυξη του μισθοφορικού στρατού, από την επιβάρυνση του δημόσιου ταμείου με τη μισθοδοσία και τη συνταξιοδότηση χιλιάδων κληρικών;

Οι πολιτικές και οικονομικές διεκδικήσεις, τα συνθήματα της επαναστατικής αριστεράς την περίοδο της κρίσης θα πρέπει να προωθούν στην πρώτη γραμμή και να συγκεκριμενοποιούν το αίτημα της κατάληψης της εξουσίας και της απαλλοτρίωσης του κεφαλαίου. Η εκπόνηση, η υιοθέτηση και η καθημερινή αγωνιστική προβολή και διεκδίκηση ενός τέτοιου προγράμματος αποτελεί αναντικατάστατο καθήκον των κομμουνιστών και της οργάνωσής μας. Η επικαιρότητα και η αναγκαιότητα αυτού του προγράμματος θα γίνουν χειροπιαστά γεγονότα αμέσως μετά τις ευρωεκλογές ή και τις εθνικές εκλογές, όταν τα κυβερνητικά αστικά επιτελεία θα πετάξουν το φύλλο συκής της κοινωνικής και της δημοκρατικής ευαισθησίας και ασύστολα θα επιδοθούν στο βιασμό των δημοκρατικών ελευθεριών και στην καταπάτηση των δικαιωμάτων των μισθωτών και των φτωχών εργαζομένων.

Αναζήτηση