Χρονιά κρίσης και αναταραχής
Χρονιά κρίσης και αναταραχής
Η νέα χρονιά ανοίγει με την παγκόσμια καπιταλιστική κρίση να κλιμακώνεται. Το βάθεμα της κρίσης στην Ελλάδα, συναντιέται με την αδυναμία του πολιτικού προσωπικού, την πολιτική αστάθεια και το κλίμα κοινωνικής αναταραχής. Τα γεγονότα του Δεκέμβρη έδειξαν ότι η Ελλάδα δεν είναι ο αδύναμος κρίκος της Ε.Ε. μόνο σε ότι αφορά την οικονομία, αλλά και σε σχέση με την σταθερότητα της αστικής πολιτικής κυριαρχίας. Το ξέσπασμα που ακολούθησε τη δολοφονία του 15χρονου μαθητή, τροποποίησε σημαντικά τα δεδομένα.
Ο ανταγωνισμός ανάμεσα στις αστικές μερίδες – ανταγωνισμός που γίνεται οξύτερος σε συνθήκες κρίσης – δεν αποκλείει την σύμπλευση και τον κοινό σχεδιασμό σε κρίσιμες περιόδους σαν τη σημερινή. Η ολοκληρωτική εξαφάνιση της σκανδαλολογίας από το πολιτικό προσκήνιο, είναι δείγμα αυτής της προσωρινής σύμπλευσης όλων των τμημάτων της κεφαλαιοκρατίας μπροστά στην κρίση και την εύφλεκτη κοινωνική κατάσταση. Οι κεφαλαιοκράτες αντιλαμβάνονται ότι είναι αναγκαία η μεγαλύτερη δυνατή στήριξη του αστικού πολιτικού κόσμου σε αυτήν τη δύσκολη φάση, καθώς χρειάζονται μια ισχυρή κυβέρνηση και μια ικανή αντιπολίτευση, τόσο για την αντιμετώπιση της κρίσης, όσο και για την χάραξη πολιτικής που να ενσωματώνει αποτελεσματικά τις κοινωνικές αντιδράσεις ή στη χειρότερη γι’ αυτούς περίπτωση να μπορεί να τις καταστέλλει με αποφασιστικότητα και χωρίς το φόβο του πολιτικού κόστους.
Η αστική τάξη κινείται δραστήρια προς όλες τις κατευθύνσεις, προσπαθώντας να διευρύνει τα περιθώρια ελιγμών και να αποφύγει όσο το δυνατόν περισσότερο να επωμιστεί τις συνέπειες της κρίσης. Μετακυλύει το κόστος στην εργατική τάξη είτε άμεσα με απολύσεις, μείωση μισθών και παραβίαση συμβάσεων είτε έμμεσα διεκδικώντας κρατικό χρήμα που θα αναπληρωθεί – αργά ή γρήγορα – από τις τσέπες των μισθωτών, μέσω προγραμμάτων λιτότητας. Στο κοινωνικό πεδίο αντιμετωπίζει μια κατάσταση εκτεταμένης αγανάκτησης που μπορεί εύκολα να μετατραπεί σε αναταραχή. Οι κινητοποιήσεις των αγροτών, δείχνουν ανάγλυφα πως η κρίση θέτει σε δοκιμασία τις συμμαχίες της αστικής τάξης με τα άλλα στρώματα.
Ταυτόχρονα έχει στα χέρια της ένα προβληματικό δημόσιο ταμείο, με τον προϋπολογισμό του 2009 να αποδεικνύεται ήδη αδύνατο να εκτελεστεί και το κόστος δανεισμού για το ελληνικό κράτος να είναι σημαντικά αυξημένο. Φαίνεται ότι στην παρούσα φάση, η κυβέρνηση δίνει προτεραιότητα στην πολιτική σταθερότητα, έναντι της δημοσιονομικής πειθαρχίας και ανάλογα κινείται και στους μηχανισμούς της Ε.Ε. προσπαθώντας να ξεγλιστρήσει από τους – εκτός οικονομικής πραγματικότητας πλέον – όρους του συμφώνου σταθερότητας.
Σταθερός σύμμαχος της αστικής τάξης και ακλόνητος φρουρός της αστικής εξουσίας αποδεικνύεται για μια ακόμα φορά η συνδικαλιστική γραφειοκρατία, της οποίας η αξία χρήσης εκτοξεύεται στα ύψη σε τέτοιες δύσκολες περιόδους. Καταφέρνει να συγκρατεί αποτελεσματικά τις αντιδράσεις, ενώ σε επόμενη φάση θα επιχειρήσει να καναλιζάρει τις διεκδικήσεις, οδηγώντας τα σωματεία σε γραμμή ταξικής συνεργασίας και διεκδίκησης μαζί με τους καπιταλιστές απέναντι στο κράτος, στο όνομα της σωτηρίας επιχειρήσεων και των θέσεων εργασίας. Η ασφυκτική ηγεμονία των δυνάμεων αστικής επιρροής στο συνδικαλιστικό κίνημα, είναι ίσως το πιο ισχυρό όπλο της αστικής τάξης σήμερα και αυτό δείχνει και το που πρέπει να κατευθύνουν τις προσπάθειές τους οι επαναστατικές δυνάμεις για να μπορέσουν να δημιουργήσουν τις προϋποθέσεις διεκδίκησης της εξουσίας από την εργατική τάξη.
Νέα ευκαιρία για την επαναστατική Αριστερά
Γίνεται αντιληπτό από όλες τις δυνάμεις της Αριστεράς, ότι η οικονομική και πολιτική κατάσταση που διαμορφώνεται, δημιουργεί αυξημένες – σε σχέση με το πρόσφατο παρελθόν – δυνατότητες ενίσχυσής τους. Η συνειδητοποίηση των ευκαιριών που προσφέρει η περίοδος, οδηγεί δυνάμεις της εξωκοινοβουλευτικής Αριστεράς, στην επιτάχυνση της δραστηριότητας τους, στο «άνοιγμα του βήματος» τους για να προλάβουν τις εξελίξεις. Ξεδιπλώνουν την τακτική τους σε όλες της τις πτυχές, αφήνοντας έτσι να φανούν πιο καθαρά οι αδυναμίες της.
Ένα τμήμα των ομάδων της εξωκοινοβουλευτικής Αριστεράς, προσανατολίζεται σήμερα σε μια νέα μετωπική συνεργασία με ορίζοντα τις εκλογές, θεωρώντας ότι θα μπορέσει να πραγματοποιήσει ένα πολιτικό άλμα και να βρεθεί ξαφνικά από το περιθώριο στο κεντρικό πολιτικό σκηνικό.
Ένα σημαντικό δυναμικό αγωνιστών προσβλέπει σε αυτήν τη συνεργασία με αγνές προθέσεις, πιστεύοντας ότι αυτή η κατεύθυνση θα του δώσει πεδίο πολιτικής δράσης, θα δημιουργήσει ένα χώρο πολιτικής στράτευσης και πάνω απ’ όλα θα διαμορφώσει ένα σχετικά μαζικό πολιτικό ρεύμα στο οποίο θα μπορεί ο κάθε αγωνιστής να έχει αναφορά, δίνοντας μια κάποια λύση στο πρόβλημα του πολιτικού υποκειμένου.
Οι αδυναμίες αυτής της – υπό εκκόλαψη – συνεργασίας είναι εμφανείς: υποβαθμισμένα και θολά προγραμματικά χαρακτηριστικά, απουσία δημοκρατικών διαδικασιών, καμία πρόνοια για τη θεωρητική διαπαιδαγώγηση των αγωνιστών που βρίσκονται ή θέλει να προσελκύσει στις γραμμές της. Κύρια αδυναμία, η έλλειψη επεξεργασμένης τακτικής για το εργατικό κίνημα, καθώς είναι πρακτικά αδύνατο να δημιουργηθεί μαζικό επαναστατικό πολιτικό ρεύμα χωρίς ρίζες στην εργατική τάξη. Δυστυχώς ή ευτυχώς, οι δεσμοί με την εργατική τάξη δεν εμφανίζονται με κάποιο μαγικό τρόπο, με μια «έξυπνη» κίνηση ή με ένα καλούτσικο εκλογικό αποτέλεσμα, αλλά με συστηματική δουλειά, επεξεργασμένη ενιαιομετωπική τακτική, προσήλωση στην κατάκτηση της μαρξιστικής θεωρίας και αταλάντευτη προσήλωση στη σύνδεση του πρακτικού εργατικού κινήματος με τον τελικό σκοπό, το σοσιαλισμό – κομμουνισμό.
Ο επαναστατικός προσανατολισμός του αγωνιστικού δυναμικού που παρακολουθεί αυτήν τη διαδικασία, απαιτεί ξεκαθαρισμένες προγραμματικές – στρατηγικές απαντήσεις, οργανωμένο θεωρητικό διάλογο και ενιαιομετωπική τακτική στο εργατικό κίνημα, μακριά από άκριτες στοιχήσεις πίσω από τη συνδικαλιστική γραφειοκρατία, αλλά και με απόσταση από διασπαστικές πρακτικές. Μια συνεργασία με αυτά τα χαρακτηριστικά μπορεί να συμβάλλει στην ενίσχυση της επαναστατικής πάλης και την εξυπηρέτηση του τελικού σκοπού. Μια τέτοια συνεργασία προτείνει και η κ.ο. ΑΝΑΣΥΝΤΑΞΗ.
Ο στόχος της σοσιαλιστικής επανάστασης και της δικτατορίας του προλεταριάτου απαιτεί τη συγκρότηση επαναστατικού κομμουνιστικού κόμματος. Η έλλειψη ενός τέτοιου κόμματος είναι σήμερα εμφανής και αναδείχτηκε και στις κινητοποιήσεις του περασμένου μήνα. Οι όποιες πολιτικές συνεργασίες, κρίνονται τελικά από το πόσο συμβάλλουν στη συγκρότηση επαναστατικού κόμματος. Αντίστοιχα και οι επαναστατικές πολιτικές δυνάμεις που εμπλέκονται με τον έναν ή τον άλλον τρόπο σε αυτήν τη διαδικασία, θα κριθούν από το κατά πόσο θα μπορέσουν να αξιοποιήσουν αυτές τις διαδικασίες για την απόσπαση δυνάμεων από τις δυνάμεις της αστικής επιρροής και την ενίσχυση του επαναστατικού μαρξιστικού ρεύματος σε θεωρητικό, πολιτικό και οργανωτικό επίπεδο.