Το Μακεδονικό ζήτημα
Η αναγνώριση από τις ΗΠΑ, της Δημοκρατίας της Μακεδονίας (ΔτΜ) με το συνταγματικό της όνομα, επανέφερε στο προσκήνιο το Μακεδονικό ζήτημα. Οι ΗΠΑ με την κίνηση αυτή, φυσικά εξυπηρετούν δικούς τους ιδιαίτερους στόχους στην περιοχή των Βαλκανίων. Την αναγνώριση, ακολούθησε η αποτυχία του δημοψηφίσματος στη ΔτΜ, με θέμα την ανατροπή των μεταρρυθμίσεων που δίνανε περισσότερα δικαιώματα στην Αλβανική μειονότητα της χώρας. Το δημοψήφισμα είχε αποφασιστεί με πρωτοβουλία της εθνικιστικής αντιπολίτευσης και απέτυχε (θεωρήθηκε μη γενόμενο) λόγω της χαμηλής συμμετοχής. Η νέα Αμερικάνικη παρέμβαση στην περιοχή, φαίνεται να προετοιμάζει το έδαφος για την πλήρη ανεξαρτητοποίηση του Κόσοβο, κίνηση που για να ολοκληρωθεί «ομαλά» απαιτεί όσο το δυνατόν λιγότερα ανοιχτά μέτωπα στην περιοχή.
Γύρω από το θέμα του ονόματος, η εικόνα που δίνεται από κόμματα και ΜΜΕ στην Ελλάδα είναι αντεστραμμένη. Σύμφωνα με την εικόνα αυτή, η αναγνώριση με το όνομα Δημοκρατία της Μακεδονίας ισοδυναμεί με εθνική ήττα. Η πραγματικότητα όμως είναι ότι το αυτονόητο δικαίωμα κάθε έθνους να αυτοπροσδιορίζεται, έχει μπλοκαριστεί εδώ και 13 χρόνια από τον ελληνικό ιμπεριαλισμό στο όνομα κάποιου πατρογονικού copyright και με την ανοχή Αμερικάνων και Ευρωπαίων ιμπεριαλιστών. Η στροφή των Αμερικάνων αποδεικνύει μόνο ότι οι συμμαχίες στο ιμπεριαλιστικό σύστημα είναι ετεροβαρείς και μεταβαλλόμενες.
Το Μακεδονικό ζήτημα έχει μακρά ιστορία που ξεκινάει από τον 19ο αιώνα. Την περίοδο 1991 – 1994, ήταν το κεντρικό θέμα στο ελληνικό πολιτικό σκηνικό. Τότε, τα συλλαλητήρια για την «ελληνικότητα της Μακεδονίας» και το κλίμα εθνικιστικής υστερίας εξυπηρέτησαν δύο στόχους για την ελληνική αστική τάξη. Από τη μία έκανε επίδειξη ισχύος στο νεογέννητο γειτονικό κράτος, επιδιώκοντας να ενισχύσει την πολιτική και οικονομική επιρροή του ελληνικού κεφαλαίου, ενώ από την άλλη προσπάθησε να τσακίσει το εργατικό κίνημα, καθώς εκείνη την περίοδο η κυβέρνηση προωθούσε μια σειρά από αντιδραστικές μεταρρυθμίσεις σε όλα τα επίπεδα (Νόμος Σιούφα στο ασφαλιστικό, ιδιωτικοποιήσεις, αλλαγές στην εκπαίδευση κλπ.).
Η αστική τάξη πέτυχε τους στόχους της. Με αιχμή του δόρατος το Μακεδονικό, αντιμετώπισε με επιτυχία όλες τις απεργιακές κινητοποιήσεις αξιοποιώντας τον εθνικισμό σαν ταφόπλακα των αγώνων, με κορυφαίο παράδειγμα το τσάκισμα του αγώνα των εργαζόμενων στις αστικές συγκοινωνίες. Επίσης, σήμερα καταγράφεται σημαντική διείσδυση του ελληνικού κεφαλαίου στη ΔτΜ με το 30 % του ΑΕΠ της χώρας να παράγεται από ελληνικές επιχειρήσεις.
Το κύριο ζήτημα για μας είναι το ότι το ελληνικό εργατικό κίνημα έπεσε τότε θύμα του σωβινιστικού κλίματος και με ευθύνη των δυνάμεων της Αριστεράς, ενώ και σήμερα οι ίδιοι μύθοι που αποτέλεσαν το υπόβαθρο της εθνικιστικής υστερίας εξακολουθούν να έχουν επιρροή. Η κατάρριψη της εθνικιστικής μυθολογίας απαιτεί την απάντηση από μαρξιστική σκοπιά των ερωτημάτων:
-
Είναι υπαρκτό το Μακεδονικό έθνος;
-
Έχει «δικαίωμα» ο λαός του γειτονικού κράτους να ονομάσει το κράτος του Δημοκρατία της Μακεδονίας;
-
Τελικά η Μακεδονία είναι ελληνική;
Το προαιώνιο Ελληνικό έθνος είναι μύθος
Το έθνος, το εθνικό κράτος και η εθνική συνείδηση δεν ήταν χαρακτηριστικά των ανθρώπινων κοινωνιών από πάντα, αλλά εμφανίστηκαν σε μια συγκεκριμένη βαθμίδα της κοινωνικής εξέλιξης. Εμφανίστηκαν με την ανάπτυξη των καπιταλιστικών σχέσεων παραγωγής και αναπτύχθηκαν παράλληλα με αυτές. Το εθνικό κράτος είναι η μορφή κρατικής οργάνωσης που αντιστοιχεί στον καπιταλιστικό τρόπο παραγωγής.
Είναι σύνηθες, ιδιαίτερα για την περιοχή των Βαλκανίων που τα εθνικιστικά πάθη έχουν γνωρίσει μεγάλη όξυνση κατά περιόδους, οι αστικές τάξεις να προπαγανδίζουν την ανωτερότητα του «δικού τους» έθνους κυρίως στη βάση μιας μακραίωνης ύπαρξης του. Αυτό το δρόμο ακολούθησε και η ελληνική αστική τάξη έχοντας και το «ατού» της αρχαίας Ελλάδας. Τα επιχειρήματα που χρησιμοποιούνται για να στηρίξουν τη θέση ότι οι Έλληνες υπάρχουν εδώ και χιλιάδες χρόνια και ότι το σημερινό ελληνικό έθνος είναι η κατάληξη μιας μακράς και αδιάσπαστης συνέχειας μπορούμε να τα κατατάξουμε σε δύο κατηγορίες. Στην πρώτη κατηγορία επιχειρημάτων εντάσσουμε όσα στηρίζονται σε καθαρά ρατσιστικές θεωρίες που έχουν σαν βάση τους τη «φυλή» και το «αίμα». Αν και οι πιο σοβαροί αστοί ιστορικοί απέφυγαν τις κακοτοπιές αυτής της αντίληψης¹, δεν πρέπει να υποτιμάται η επίδραση της στην εργατική και λαϊκή συνείδηση².
Στην δεύτερη κατηγορία εντάσσονται οι θεωρίες που μιλάνε για αδιάσπαστη πολιτιστική συνέχεια που ξεκινά από την αρχαία Ελλάδα, περνάει από το Βυζάντιο και καταλήγει στην αναγέννηση του ελληνικού έθνους μετά την αποτίναξη 400 χρόνων Οθωμανικού ζυγού. Και αυτή η προσέγγιση είναι βέβαια αντιεπιστημονική, καθώς «ξεπερνάει» την παντελή έλλειψη ελληνικής εθνικής συνείδησης, στο μεγαλύτερο μέρος αυτής της ιστορικής πορείας και αποφεύγει να εξετάσει την πορεία αυτή του «Ελληνισμού» σε συνάρτηση με την εξέλιξη των ανθρώπινων κοινωνιών. Στην πιο ακραία μορφή της αυτή η θεωρία, παρουσιάζει ένα ελληνικό έθνος που, παρ’ όλο που το έθνος και η εθνική συνείδηση απουσίαζε από την ιστορική πραγματικότητα, κατάφερνε – με κάποιο μυστήριο τρόπο - να έχει συνείδηση της εθνικότητάς του με τον τρόπο που την εννοούμε σήμερα.
Βάζοντας στην άκρη τις αντιδιαλεκτικές ανοησίες πρέπει να θυμηθούμε ότι: εθνική συνείδηση είχαν κατ’ αρχήν οι αστοί, οι οποίοι κατάφεραν σαν τάξη επαναστατική, για την εποχή εκείνη, να μπουν επικεφαλής στον αγώνα για σχηματισμό εθνικού κράτους. Μετά το σχηματισμό εθνικού κράτους, η εθνική συνείδηση αποκτάει τα σημερινά χαρακτηριστικά, επιβάλλεται η κοινή γλώσσα – που είναι βέβαια η γλώσσα της αστικής τάξης – και διαμορφώνεται εθνικά ομοιογενές κράτος. Στην Ελλάδα, για να επιτευχθεί εθνική ομοιογένεια με κοινή γλώσσα κλπ. για την μεγάλη πλειοψηφία του πληθυσμού, χρειάστηκε πάνω από ένας αιώνας από το σχηματισμό του ελληνικού κράτους. Σε αυτό το διάστημα, η ιστορία κατέγραψε την καταπίεση των διαφορετικών γλωσσικών ιδιωμάτων, τις ανταλλαγές πληθυσμών, αλλά και σφαγές και αιματηρές διώξεις.
Η Μακεδονία δεν είναι ελληνική
Η γεωγραφική περιοχή της Μακεδονίας μέχρι τους Βαλκανικούς πολέμους, ήταν στην κυριαρχία της Οθωμανικής αυτοκρατορίας στην οποία κυριαρχούσε ο φεουδαρχικός τρόπος παραγωγής και γι’ αυτό η συντριπτική πλειοψηφία του πληθυσμού δεν είχε κανενός είδους εθνική συνείδηση. Απόδειξη γι’ αυτό είναι και η απογραφή του 1903³ που δεν καταγράφει εθνικές ομάδες, καθώς τέτοιες δεν υπήρχαν, αλλά τη γλώσσα και το θρήσκευμα του πληθυσμού.
Πριν λοιπόν, ο ελληνικός στρατός καταλάβει το τμήμα της Μακεδονίας που βρίσκεται σήμερα στην επικράτεια του ελληνικού κράτους, οι έχοντες ελληνική εθνική συνείδηση ήταν μια ισχνή μειοψηφία και ανήκαν στην αναπτυσσόμενη – τότε – αστική τάξη των πόλεων. Επομένως την περίοδο εκείνη δεν υπήρχαν Έλληνες στη Μακεδονία, δεν υπήρχαν δηλαδή ή ήταν ελάχιστοι όσοι είχαν ελληνική εθνική συνείδηση, όπως ήταν ελάχιστοι και όσοι είχαν βουλγάρικη, τούρκικη ή οποιαδήποτε άλλη εθνική συνείδηση. Η μαρτυρία του Μακεδονομάχου Μίκη Ζέζα (Παύλος Μελάς) είναι αρκετά αποκαλυπτική, καθώς είχε καταλάβει ότι η όποια εθνική συνείδηση στο γεωγραφικό χώρο της Μακεδονίας θα διαμορφωθεί «με τη φωτιά και το σίδερο». Αποκαλυπτική είναι η έρευνα της Αναστασίας Καρακασίδου για το μηχανισμό οικοδόμησης έθνους στην περιοχή της Μακεδονίας από το ελληνικό κράτος.
Η Μακεδονία είναι ένας γεωγραφικός χώρος, ένα «οικόπεδο» και ένα οικόπεδο δεν έχει εθνικότητα, Το 51 % αυτού του γεωγραφικού χώρου ανήκει σήμερα στο Ελληνικό κράτος και το 49 % στα γειτονικά κράτη. Τι σημαίνει λοιπόν το σύνθημα «Η Μακεδονία είναι ελληνική»; Ακόμα και από πολιτιστικής άποψης το σύνθημα είναι άστοχο καθώς δεκάδες πολιτισμοί πέρασαν από τη περιοχή κατά τη διάρκεια των αιώνων.
Το μακεδονικό έθνος
Στη διαδικασία διαμόρφωσης εθνικής συνείδησης στον πληθυσμό της Μακεδονίας, εμφανίστηκε τμήμα της αστικής τάξης και του πληθυσμού της περιοχής που δεν τάχθηκε με καμία αστική τάξη από αυτές που διαγκωνίζονταν για την κυριαρχία στο χώρο. Ούτε με την ελληνική, ούτε με την βουλγάρικη ούτε και με την τούρκικη που από το 1909 είχε ανατρέψει το Οθωμανικό καθεστώς. Αυτό το τμήμα του πληθυσμού δήλωνε «Μακεδόνες Ορθόδοξοι», δεν δεχόταν κανέναν άλλον εθνικό προσδιορισμό και είναι οι σημερινοί Σλαβομακεδόνες ή Μακεδόνες όπως αυτοαποκαλούνται και έχουν βέβαια κάθε δικαίωμα να το κάνουν.
Η στάση της ελληνικής αστικής τάξης, σήμερα, είναι καθαρά υποκριτική. Γιατί πρόκειται για την ίδια αστική τάξη που στην επιδίωξη του Βουλγάρικου κράτους να προσεταιριστεί αυτή τη σλαβόφωνη εθνότητα απάντησε με την προσπάθεια να ενισχύσει την ιδιαίτερη Μακεδονική εθνική τους συνείδηση! Μάλιστα, το 1925 – ‘26 εκδίδεται από το Ελληνικό υπουργείο παιδείας αναγνωστικό της σλαβομακεδόνικης γλώσσας και οι Σλαβομακεδόνες διδάσκονται τη γλώσσα τους με τη στήριξη του Ελληνικού κράτους!
Σήμερα, αρνείται την ύπαρξη μακεδονικού έθνους, ενώ μέχρι και σήμερα το Ελληνικό κράτος απαγορεύει τον επαναπατρισμό των μαχητών του ΔΣΕ που δεν είναι «Έλληνες το γένος», δηλαδή όσων υπερήλικων σλαβομακεδόνων προσφύγων του εμφύλιου πολέμου δεν δέχονται να υπογράψουν δήλωση ότι είναι Έλληνες.
Η στάση του εργατικού κινήματος
Οι Έλληνες εργαζόμενοι και τα λαϊκά στρώματα δεν έχουν κανένα συμφέρον από την υποστήριξη της αστικής τους τάξης. Ζούμε σε μια ταξική κοινωνία και στις ταξικές κοινωνίες δεν υπάρχουν γενικώς εθνικά συμφέροντα αλλά ταξικά. Η αστική τάξη βαφτίζει εθνικά συμφέροντα τα δικά της ιδιαίτερα συμφέροντα.
Σήμερα, έχοντας γνώση της ιστορίας πρέπει να αποκαλύπτουμε τον ανορθολογισμό που κρύβει το σύνθημα «Η Μακεδονία είναι ελληνική» και να απαντάμε στο ερώτημα για το κατά πόσον το μακεδονικό έθνος «δικαιούται» να χρησιμοποιεί αυτό το όνομα ή όχι. Φυσικά, η εργατική τάξη πρέπει να είναι υπέρ του δικαιώματος των Μακεδόνων να ονομάσουν το κράτος τους «Δημοκρατία της Μακεδονίας».
1 Παπαρρηγόπουλος: «Ότι πολύ ξενικόν αίμα και προ πάντων πολύ αίμα φυλών από βορρά κατελθουσών εις τας ελληνικάς χώρας ανεμίχθη εις τας φλέβας των κατοίκων των χωρών τούτων είναι αναμφισβήτητον και μαρτυρείται υπό τε των γεγονότων όσα μέχρι τούδε ιστορήσαμε και υπό των γεγονότων, όσα βραδύτερον πρόκειται να ιστορισθώσιν» (Κ. Παπαρρηγόπουλου, Ιστορία του Ελληνικού έθνους, εκδόσεις Γαλαξίας, Αθήνα 1969, ένατο βιβλία, σελ. 215
2 Χαρακτηριστική γι’ αυτό ήταν ζωντανή συνέντευξη του πρώην προέδρου της Δημοκρατίας Χ. Σαρτζετάκη που ανοιχτά υποστήριξε τις ρατσιστικές θεωρίες, κατακεραυνώνοντας τον Ν. Χατζηνικολάου που του έπαιρνε τη συνέντευξη όταν ψέλισε ότι η εθνικότητα είναι ζήτημα πολιτισμού, με τη φράση: «Αυτά κ. Χατζηνικολάου είναι Λενινιστικές και Σταλινικές αντιλήψεις.»!!!
3 Πρόκειται για την απογραφή του Χιλμή Πασά, η μόνη απογραφή εκείνης της περιόδου που είναι αποδεκτή από όλες τις πλευρές. Με βάση την απογραφή αυτή το 10% του πληθυσμού μίλαγε Ελληνικά και το 18 % ήταν Χριστιανοί Ορθόδοξοι Πατριαρχικοί (με το Ελληνικό Πατριαρχείο).
4 Αναστασία Καρακασίδου: «Η οικοδόμηση έθνους στη Μακεδονία»
Δύο αδέλφια – δύο εθνικές ταυτότητες
«Στο χορό ενός χωριού στη Μελβούρνη, κάποιος που αυτοπροσδιοριζόταν ως Μακεδόνας και όχι ως Έλληνας μου είπε μια ιστορία για δυο αδέλφια από τη Φλώρινα. Μετά τον εμφύλιο ο ένας εγκαταστάθηκε στη Γιουγκοσλαβία, ενώ ο άλλος έμεινε στην Ελλάδα. Τελικά και οι δύο βρέθηκαν στην Αυστραλία, ο ένας με γιουγκοσλαβικό διαβατήριο κι ο άλλος με ελληνικό. Εκεί ζούσαν με τη μητέρα τους στο ίδιο σπίτι, στη Μελβούρνη. Δεν έπαυαν να μαλώνουν αφού ο ένας πίστευε πως ήταν Έλληνας και ο άλλος πίστευε πως ήταν Μακεδόνας. Τελικά πήγαν να ρωτήσουν τη μητέρα τους: Πως γίνεται μια γυναίκα να κάνει δυο γιους και ο ένας να είναι Έλληνας κι ο άλλος Μακεδόνας;
Ο αφηγητής δεν μου είπε τι τους απάντησε η μητέρα. Μου έδωσε όμως τη δική του απάντηση στο ερώτημα. ‘’Τέτοιο πράγμα δεν γίνεται’’, μου είπε με έμφαση: ’’Από το αίμα τους, από το γένος τους είναι και οι δύο Μακεδόνες’’.
Είμαι βέβαιος πως αν ο αφηγητής της ιστορίας αυτής ήταν Έλληνας και πάλι θα έλεγε πως δεν γίνεται η ίδια γυναίκα να γεννήσει έναν Έλληνα κι ένα Μακεδόνα, αλλά βεβαίως τότε και οι δύο αδελφοί θα ήταν Έλληνες. Ωστόσο εγώ, ως ανθρωπολόγος, δίνω διαφορετική απάντηση στο ερώτημα. Πιστεύω πως είναι δυνατό μια γυναίκα να γεννήσει έναν Έλληνα κι ένα Μακεδόνα. Είναι δυνατόν ακριβώς επειδή οι Έλληνες και οι Μακεδόνες δεν γεννιούνται αλλά γίνονται. Με άλλα λόγια οι εθνικές ταυτότητες δεν είναι βιολογικά δεδομένες αλλά κατασκευάζονται κοινωνικά.»
Loring Danforth: «Η μακεδονική διαμάχη», εκδόσεις Αλεξάνδρεια