Η σύγκρουση Ε.Ε - ΔΝΤ προϊόν της καπιταλιστικής κρίσης
Η σύγκρουση Ε.Ε - ΔΝΤ προϊόν της καπιταλιστικής κρίσης
Η σύγκρουση Ευρωπαϊκής ένωσης και Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου στο ζήτημα της διαχείρισης του ελληνικού χρέους, αποτελεί συνέπεια της καπιταλιστικής κρίσης. Νομοτελειακή συνέπεια της κρίσης, είναι η όξυνση όλων των ανταγωνισμών: μεταξύ των διαφορετικών τάξεων, ανάμεσα στους μεμονωμένους κεφαλαιοκράτες και ανάμεσα στα καπιταλιστικά κράτη. Τα τελευταία έτσι κι αλλιώς ανταγωνίζονται μεταξύ τους για την πρόσβαση σε πρώτες ύλες, για την κυριαρχία των μονοπωλίων που εκπροσωπούν στις αγορές, για εμπορικές συμφωνίες και σφαίρες πολιτικής επιρροής. Σε συνθήκες κρίσης όταν μπαίνει στην ημερήσια διάταξη η καταστροφή κεφαλαίου, στην ατζέντα του ανταγωνισμού προστίθεται η προσπάθεια για διάσωση του συσσωρευμένου κεφαλαίου και καταστροφή του κεφαλαίου των ανταγωνιστών.
Η καπιταλιστική κρίση καταλήγει αναπόφευκτα σε καταστροφή κεφαλαίου. Η πιο ακραία εκδοχή αυτής της καταστροφής είναι ο πόλεμος, όταν και η καταστροφή κεφαλαίου παίρνει κολοσσιαίες διαστάσεις. Ωστόσο, και στην περίοδο της ειρήνης συντελείται καταστροφή, έστω και με πιο αργούς ρυθμούς. Σε αυτήν την καταστροφή είτε παίρνει τη μορφή των πολεμικών αναμετρήσεων είτε όχι, οδηγούμαστε νομοτελειακά και ανεξάρτητα από τη θέληση ή το σχεδιασμό των κεφαλαιοκρατών. Την καταστροφή αυτή, την επιβάλλουν οι νόμοι κίνησης του καπιταλιστικού συστήματος.
Το πώς οδηγούμαστε σε αυτήν την καταστροφή κεφαλαίου φαίνεται χαρακτηριστικά στην περίπτωση του δημόσιου χρέους. Η οικονομική ύφεση μειώνει τα κρατικά έσοδα και σε ορισμένες περιπτώσεις καθίσταται αδύνατο να επιστραφούν τα κεφάλαια που έχουν δανειστεί τα κράτη. Τέτοια είναι και η περίπτωση του ελληνικού χρέους. Το ζήτημα που τίθεται σε μια τέτοια κατάσταση είναι η μορφή της κρατικής χρεοκοπίας και η διαχείριση ενός μη βιώσιμου χρέους. Σε τέτοιες περιπτώσεις το «κούρεμα» - δηλαδή η μερική διαγραφή - καταστροφή κεφαλαίου - αποτελεί μια λύση. Στην περίπτωση της Ελλάδας μια τέτοια διαδικασία ζήσαμε με το PSI. Το «κούρεμα» αυτό όμως, αφορούσε τελικά κυρίως κεφάλαια ασφαλιστικών ταμείων, κρατικών οργανισμών, μικροαστών και όχι κεφάλαια μεγάλων μονοπωλιακών επιχειρήσεων ή κρατών. Παρά το PSI, το ελληνικό δημόσιο χρέος διατηρήθηκε σε μη «βιώσιμα» επίπεδα. Η επαναφορά του χρέους σε διαχειρίσιμα ύψη απαιτεί νέο «κούρεμα», το οποίο πρέπει αυτήν τη φορά να αφορά οπωσδήποτε κρατικά κεφάλαια και ειδικά τα κεφάλαια που έχει δανειστεί το ελληνικό κράτος μέσω του μηχανισμού του μνημονίου.
Ακριβώς σε αυτό το σημείο επικεντρώνεται η σύγκρουση ΔΝΤ και Ε.Ε. Το ΔΝΤ χαρακτηρίζει συστηματικά το ελληνικό χρέος «μη βιώσιμο» ή «μη εξυπηρετήσιμο». Ο λόγος γι’ αυτό, είναι ότι το καταστατικό του ΔΝΤ του απαγορεύει να χρηματοδοτεί χρέη που κρίνονται «μη βιώσιμα». Για να συμμετάσχει στο ελληνικό πρόγραμμα διάσωσης το 2010, το ΔΝΤ αποφάσισε μια εξαίρεση που του επέτρεψε να παραβιάσει το καταστατικό του. Αυτό αντανακλούσε την πολιτική βούληση – κύρια των ΗΠΑ– να συμβάλουν στην αποτροπή μιας ελληνικής χρεοκοπίας με ανεξέλεγκτες συνέπειες για τον παγκόσμιο καπιταλισμό. Η τωρινή διαρκής υπενθύμιση από μεριάς ΔΝΤ της μη βιωσιμότητας του ελληνικού κρατικού χρέους, η οποία διατυπώνεται μονότονα σε κάθε σύνοδο του Eurogroup, συνιστά μια ανοιχτή απειλή για απόσυρσή του από το πρόγραμμα χρηματοδότησης της Ελλάδας. Αυτό που το ΔΝΤ ζητάει, είναι να καταστεί βιώσιμο το ελληνικό χρέος, κάτι που μπορεί να συμβεί μόνο με ένα γενναίο κούρεμα, που όμως αυτήν τη φορά θα αφορά κυρίως κρατικά κεφάλαια, δηλαδή τα κεφάλαια που έχει δανείσει το Ευρωπαϊκό Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (EFSF)*. Στην ουσία λοιπόν, οι ΗΠΑ μέσω του ΔΝΤ, στοχεύουν στη συγκεκριμένη περίπτωση στη διάσωση των δικών τους κεφαλαίων και στην καταστροφή – διαγραφή μέρους του συσσωρευμένου κεφαλαίου των ανταγωνιστών τους, καθώς μια τέτοια εξέλιξη, δηλαδή ένα νέο «κούρεμα» στα ελληνικά ομόλογα που διακρατεί ο EFSF, πλήττει κυρίως τη Γερμανία που παρέχει το μεγαλύτερο ποσοστό εγγυήσεων (27,0647%), καθώς και τη Γαλλία που παρέχει εγγυήσεις στον EFSF σε ποσοστό 20,3246%.
Η απαίτηση του ΔΝΤ υποστηρίζεται από την απειλή απόσυρσής του από τη χρηματοδότηση του ελληνικού προγράμματος. Κάτι τέτοιο θα σήμαινε ότι το χρηματοδοτικό κενό που θα προκύψει από την απόσυρση του ΔΝΤ πρέπει να καλυφθεί από τον ευρωπαϊκό μηχανισμό στήριξης, (τον ESM** που από τις 27 Σεπτέμβρη 2012 αντικατέστησε τον EFSF) σε μια περίοδο που ο μηχανισμός ετοιμάζεται να υποδεχτεί την Κύπρο, αλλά και την Ισπανία που ζητάει μόνο για αρχή 40 δις. για την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών της. Μια τέτοια εξέλιξη που μπορεί να προκύψει αν η Γερμανία δεν υποχωρήσει στην απαίτηση του ΔΝΤ, φορτώνει τον ευρωπαϊκό μηχανισμό στήριξης ακόμα περισσότερο και αυξάνει την έκθεσή του σε κίνδυνο. Επιπλέον, καθώς η Ιταλία συνεχίζει να αντιμετωπίζει πρόβλημα, μια ενδεχόμενη προσφυγή της στον ESM πιθανώς να εξαντλούσε τη «δύναμη πυρός» των 700 δις. ευρώ του μηχανισμού. Από την άλλη μεριά, ενδεχόμενη υποχώρηση της Γερμανίας, σημαίνει ότι για πρώτη φορά από τότε που η καπιταλιστική κρίση εκδηλώθηκε στην Ευρώπη σαν κρίση χρέους, αντί να αποκομίσει κέρδη όπως έκανε μέχρι τώρα, θα πρέπει να υποστεί ζημιές. Η γερμανική αντιπρόταση στην πίεση του ΔΝΤ ήταν να αγοραστούν ελληνικά ομόλογα στη δευτερογενή αγορά. Σύμφωνα με τις τρέχουσες τιμές, με 10 δις. ευρώ θα μπορούσαν να αγοραστούν 40 δις. χρεογράφων μειώνοντας έτσι το χρέος κατά 30 δις. ευρώ. Η πρόταση αυτή απορρίφτηκε από την πλευρά του ΔΝΤ, χρησιμοποιώντας σαν πρόσχημα, την κατά τα άλλα σωστή εκτίμηση, ότι ούτε μια τέτοια αγορά καθιστά το ελληνικό χρέος βιώσιμο.
Η γερμανική αστική τάξη προσπαθεί να κερδίσει χρόνο και να σταθμίσει ποια λύση τη συμφέρει ή με ποια λύση θα χάσει λιγότερα. Από κοντά εξαναγκαζόμενες και οι άλλες αστικές τάξεις της Ε.Ε., θέλουν να κερδίσουν χρόνο για να βρουν τρόπους σταθεροποίησης του ευρώ. Προσκρούουν στην αντιμετώπιση της κρίσης στην Ισπανία και την Ιταλία. Είτε θα εξαναγκαστούν οι αστικές τάξεις αυτών των χωρών σε μία πορεία αντίστοιχη της Ελλάδας και θα αποδεχτούν τον ιστορικό υποβιβασμό τους στην ιμπεριαλιστική αλυσίδα, είτε πρέπει να διασωθούν από την Ε.Ε. με άλλους όρους. Οι όροι αυτοί στοιχίζουν πολύ στη Γερμανία και δεν είναι διατεθειμένη, όπως όλα δείχνουν, να τους αποδεχτεί η γερμανική αστική τάξη. Άρα συζητάμε για μία σύγκρουση που μπορεί να οδηγήσει σε διάλυση της ευρωζώνης, όπως είναι σήμερα.
Η τωρινή στάση του ΔΝΤ, εκτός από τα οικονομικά κίνητρα που αναφέρθηκαν πιο πάνω, έχει και πολιτικά. Οι ΗΠΑ -μέσω του ΔΝΤ- επιδιώκουν να ενισχύσουν την επιρροή τους στη Νότια Ευρώπη εκμεταλλευόμενες την ευκαιρία που τους προσφέρει η κρίση χρέους. Κυρίως προσβλέπουν στο ενδεχόμενο να βρεθεί η Γαλλία σε θέση ανάλογη με αυτήν της Ισπανίας σήμερα ή της Ιταλίας αύριο. Η πίεση που ασκούν για κούρεμα του ελληνικού χρέους έχει επιπτώσεις και στη Γαλλία, η οποία επίσης θα υποστεί από μια τέτοια εξέλιξη ζημιές, οι οποίες είναι λιγότερο διαχειρίσιμες από τις ζημιές που μπορεί να υποστεί η Γερμανία. Η επιδείνωση των γαλλικών δημοσιονομικών προβλημάτων και η προσφυγή της Γαλλίας στο μηχανισμό στήριξης, θα αποτελούσε εξέλιξη ικανή να διαλύσει το Γαλλογερμανικό άξονα που πάνω του στηρίχτηκε επί δεκαετίες η οικοδόμηση της Ευρωπαϊκής Ένωσης και να στρέψει την γαλλική αστική τάξη σε μια συμμαχία με τη Μεγάλη Βρετανία και τις ΗΠΑ. Οι Aμερικάνοι δεν χάνουν ωστόσο, την ευκαιρία να εκμεταλλευτούν και τις δυνατότητες που σήμερα τους προσφέρονται. Αμερικάνικα επενδυτικά κεφάλαια ήδη αναζητούν ευκαιρίες στις υπερχρεωμένες χώρες του Νότου, ενώ πέρα από την πίεση που ασκούν οι ΗΠΑ στη Γερμανία για το ελληνικό χρέος, εμφανίζονται και σαν υπερασπιστές των αδύναμων υπερχρεωμένων κρατών ζητώντας κούρεμα του χρέους κόντρα στη γερμανική αναλγησία.
*European Financial Stability Facility
**European Stability Mechanism
Η επίσκεψη Μέρκελ στην Αθήνα
Στο φόντο της εξελισσόμενης σύγκρουσης με το ΔΝΤ, εκτυλίχτηκε η επίσκεψη της Μέρκελ στην Αθήνα στις 9 Οκτώβρη. Οι λόγοι της επίσκεψης, ήταν η εξειδίκευση του ρόλου που έχει επιλέξει η Τρόικα και η Γερμανία για την Ελλάδα, αυτόν της ειδικής οικονομικής ζώνης, και η δρομολόγηση συγκεκριμένης πορείας με βάση τη δεινή θέση της χώρας. Η Γερμανίδα καγκελάριος ήρθε για να κλείσει δουλειές για τα μονοπώλια της χώρας της, ώστε να πάρουν τα εκποιούμενα φιλέτα δημόσιας περιουσίας και να εισχωρήσουν στον δημόσιο τομέα και σε τομείς της Τοπικής και Περιφερειακής διοίκησης, στα ενεργειακά και άλλα κοιτάσματα και για να αποσπάσει δεσμεύσεις για την ολοκληρωτική ισοπέδωση των εργατικών κατακτήσεων και δικαιωμάτων.
Η Μέρκελ ήρθε ως εκπρόσωπος ενός κράτους-τοκογλύφου που αποσπά κέρδη από τον δανεισμό με τοκογλυφικούς όρους, κρατών όπως η Ελλάδα, την πώληση πολεμικού υλικού που συνοδεύει κάθε δάνειο, και ενός κράτους-διαφθορέα που καλύπτει απόλυτα αυτούς που «λαδώνουν» το ντόπιο πολιτικό προσωπικό για να έχουν προνομιακή μεταχείριση τα γερμανικά μονοπώλια. Πρόκειται για την περίπτωση κρατών-τοκογλύφων που «γδέρνουν δύο (και τρεις) φορές το βόδι». Και φυσικά ήρθε για να στηρίξει την κυβέρνηση Σαμαρά για να περάσει τα νέα μέτρα, χωρίς όμως να του δώσει αυτό που επιθυμούσε διακαώς: τη δέσμευση για την παραμονή της Ελλάδας στο ευρώ. Ο Σαμαράς αντί για δέσμευση πήρε μια ευχή. Αντί για παράταση του χρόνου της δημοσιονομικής προσαρμογής και την διασφάλιση της βιωσιμότητας του χρέους, πήρε μια ακόμα προτροπή για υλοποίηση των δεσμεύσεων και της αντιλαϊκής πολιτικής που εξαθλιώνει το λαό.
Η αστική τάξη της χώρας δεν πρέπει να είναι και πολύ ευχαριστημένη από αυτή την εξέλιξη. Ο στόχος της, για παραμονή στο ευρώ πάση θυσία, για τον οποίο εκχώρησε και θυσίασε δικά της προνόμια, δεν φαίνεται πλέον και τόσο σίγουρος.
Το ενδεχόμενο του «ατυχήματος» και η 16η Νοέμβρη
Κατά τη συζήτηση στη Βουλή του μνημονίου Νο 3 στις 6 και 7 Νοέμβρη, η κυβερνητική πλευρά χρησιμοποίησε δραματικούς τόνους για την καταστροφή που έρχεται αν το σχέδιο νόμου που έφερε στη Βουλή δεν ψηφιζόταν. Σύμφωνα με τους κυβερνητικούς παράγοντες, η μη εκταμίευση της δόσης -που προαπαιτούμενό της ήταν η ψήφιση του σχεδίου νόμου και του προϋπολογισμού- θα σήμαινε αδυναμία του ελληνικού κράτους να ανταπεξέλθει στις υποχρεώσεις του, δηλαδή χρεοκοπία. Σαν ημερομηνία-ορόσημο αναφερόταν η 16η Νοέμβρη, ημερομηνία κατά την οποία έληγαν ομόλογα ύψους 5 δις.
Τελικά, αν και η δόση δεν εκταμιεύτηκε, το χρηματοδοτικό κενό για την εξόφληση των ομολόγων της 16ης Νοεμβρίου, καλύφθηκε με δημοπρασία εντόκων γραμματίων διάρκειας 1(!) και 3 μηνών, τα οποία χρυσοπλήρωσε το ελληνικό δημόσιο, αντλώντας κεφάλαια συνολικού ύψους 4,062 δισ. ευρώ. Για τα έντοκα γραμμάτια διάρκειας ενός μήνα, το επιτόκιο διαμορφώθηκε στο 3,95% - πραγματική ευκαιρία σε σύγκριση με τα επιτόκια που προσφέρουν οι τράπεζες για προθεσμιακές καταθέσεις της ίδιας διάρκειας. Έτσι, από τα έντοκα γραμμάτια διάρκειας ενός μήνα το δημόσιο άντλησε 2,762 δις. ευρώ, ενώ στα 3μηνα έντοκα γραμμάτια τοποθετήθηκαν μόλις 1,3 δις. με το επιτόκιο να διαμορφώνεται στο 4,2 %. Το ενδιαφέρον στη διαδικασία αυτή, είναι ότι οι τράπεζες που συμμετείχαν στη δημοπρασία, ήταν οι ίδιες που κατέχουν τα ομόλογα των 5 δις. Έτσι, οι χρεοκοπημένες τράπεζες που διασώζονται χάρη στο κρατικό χρήμα, αρμέγουν το δημόσιο και με την ανακύκλωση του δημόσιου χρέους.
Αν και ο «κάβος» της 16ης Νοέμβρη φαίνεται να ξεπεράστηκε, ο κίνδυνος «ατυχήματος» παραμένει υπαρκτός. Πλέον, ο Στουρνάρας δεν απευθύνει τις εκκλήσεις του στη Βουλή, αλλά σε επιτροπές της Ευρωβουλής, όπου προειδοποιεί για «κίνδυνο ατυχήματος», τον οποίο θεωρεί πολύ υψηλό. Η καθυστέρηση της δόσης δεν οφείλεται φυσικά σε καθυστερήσεις της ελληνικής κυβέρνησης, αλλά στην εξελισσόμενη διελκυστίνδα μεταξύ Ευρωπαϊκής Ένωσης και ΔΝΤ. Από την εξέλιξη αυτής της διαμάχης και ιδιαίτερα από το πώς θα κινηθεί η Γερμανία κρέμεται και η δόση, αλλά και η επιβίωση της κυβέρνησης. Η πολυαναμενόμενη δόση του χρηματοδοτικού προγράμματος θα κατευθυνθεί στην ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών και στην εξόφληση παλιότερων χρεογράφων. Η πιθανότητα «ατυχήματος» και ασύνταχτης χρεοκοπίας θα επανέλθει στο προσκήνιο στην επόμενη ημερομηνία που έντοκα γραμμάτια του ελληνικού δημοσίου θα πρέπει να εξοφληθούν.