ΣΕΑΤΕ: Όργανα και συσχετισμοί
ΣΕΑΤΕ: Όργανα και συσχετισμοί
Ο Σύλλογος Εργαζομένων Αγροτικής Τράπεζας Ελλάδος (ΣΕΑΤΕ) έχει 5500 μέλη. Αποφασιστικό όργανο του συλλόγου είναι το 19μελές Διοικητικό Συμβούλιο. Το προεδρείο του Δ.Σ έχει 9 μέλη που είναι αποσπασμένα στο σύλλογο, πληρώνονται δηλαδή για να εργάζονται για το ΣΕΑΤΕ. Ευρύτερο όργανο είναι το Γενικό Συμβούλιο που αποτελείται από τα μέλη του Δ.Σ. και τους περιφερειακούς συμβούλους. Σε κάθε μία από τις 8 περιφέρειες (Κρήτη, Πελοπόννησος, Ανατολική Στερεά – Εύβοια, Λεκανοπέδιο Αττικής, Ήπειρος – Δυτική Στερεά, Θεσσαλία, Δυτική Μακεδονία, Ανατολική Μακεδονία – Θράκη) εκλέγονται από 2 ως 5 περιφερειακοί σύμβουλοι. Οι περιφερειακοί σύμβουλοι έχουν συμβουλευτικό και όχι αποφασιστικό ρόλο.
Στις τελευταίες εκλογές (2010) οι συσχετισμοί στο Δ.Σ. διαμορφώθηκαν ως εξής: ΔΗΣΥΕ (ΠΑΣΚΕ): 40,5% και 8 έδρες (από 34,5% και 7 έδρες το 2007), ΔΑΚΕ: 23,5% και 5 έδρες (από 32,6% και 6 έδρες), Συσπείρωση (ΣΥΡΙΖΑ): 21,3% και 4 έδρες (από17,4% και 3 έδρες), ΕΣΑΚ: 8,0% και 2 έδρες (από 8,8% και 2 έδρες), Αγωνιστική Πρωτοβουλία: 2,7% και 0 έδρες (από 2,6% και 0 έδρες) και Παρέμβαση (συντεχνιακή παράταξη που έχει διαλυθεί): 2,8% και 0 έδρες (από 4,1% και 1 έδρα).
Ένας πολιτικός αγώνας που εκφυλίστηκε σε οικονομικό
Η 10ήμερη απεργία των εργαζόμενων της Αγροτικής Τράπεζας
Η διάλυση και η εκχώρηση της ΑΤΕ στην Πειραιώς, δεν ήτανε «κεραυνός εν αιθρία». Οι φήμες που κυκλοφορούσαν μήνες πριν, αποδείχτηκε εκ των υστέρων ότι είχαν βάση, καθώς υπήρχαν στελέχη της ΑΤΕ που παρείχαν στοιχεία στην Τράπεζα Πειραιώς, δουλεύοντας με «ρήτρα εμπιστευτικότητας», ενώ ήταν εκτεταμένο το στελεχικό δυναμικό της Πειραιώς που ήταν ενήμερο για το επικείμενο deal. Είναι λογική λοιπόν η δυσπιστία των εργαζόμενων απέναντι στην ηγεσία του ΣΕΑΤΕ, η οποία εκφράστηκε από την πρώτη μέρα της απεργίας στα λόγια μιας εργαζόμενης: «εδώ γνώριζαν οι πάντες τι θα γίνει και ο σύλλογος κοιμόταν.» Είναι επίσης αναπόφευκτες οι συγκρίσεις με το σωματείο του Ταχυδρομικού Ταμιευτηρίου, το οποίο βγήκε σε κινητοποιήσεις μαζί με το ΣΕΑΤΕ και μόνο με το άνοιγμα της συζήτησης για την ιδιωτικοποίησή του ΤΤ. Τις δύο εβδομάδες της απεργίας στην ΑΤΕ, στο ΤΤ έγιναν στάσεις εργασίας και 24ωρη απεργία, μέσα στον Αύγουστο.
Δύομιση χρόνια αδράνειας και εφησυχασμού
Το μεγάλο πρόβλημα ωστόσο, δεν ήταν η έλλειψη αντανακλαστικών της ηγεσίας του ΣΕΑΤΕ στην τελευταία πράξη του δράματος, αλλά η αποτυχία της να προετοιμάσει το σύλλογο πριν φτάσουμε σε αυτό το σημείο. Ο ΣΕΑΤΕ κλήθηκε να αντιμετωπίσει αυτήν την επίθεση απροετοίμαστος και ανοργάνωτος, έχοντας δηλαδή κακό σημείο εκκίνησης. Κι αυτό γιατί ιδιαίτερα τα δυόμιση τελευταία χρόνια εφαρμογής του μνημονίου, η ηγεσία του ΣΕΑΤΕ καλλιέργησε ακόμα πιο συστηματικά το συντεχνιασμό, δημιουργώντας αυταπάτες ότι οι εργαζόμενοι της ΑΤΕ μπορεί να εξαιρεθούν από την αντεργατική λαίλαπα κι έσπειρε φρούδες ελπίδες ότι η παρασκηνιακή δράση της ηγεσίας του σωματείου με συναντήσεις με υπουργούς και βουλευτές μπορεί να κάνει θαύματα.
Το αποτέλεσμα ήταν ο ΣΕΑΤΕ να σφυρίζει αδιάφορα όταν γίνονταν περικοπές μισθών στις ΔΕΚΟ και να μην κάνει καμία κίνηση αγωνιστικής συμπαράταξης με τους θιγόμενους κλάδους. Αντίθετα, η προσωρινή εξαίρεση της ΑΤΕ από τις περικοπές διαφημίστηκε από την ηγεσία του ΣΕΑΤΕ σαν δικαίωση της τακτικής του «παρασκηνίου» και εξαργυρώθηκε στις εκλογές με την ενίσχυση της ΠΑΣΚΕ. Φυσικά, η εξαίρεση ήταν προσωρινή. Ακολούθησαν μειώσεις μισθών 26%, δείχνοντας ότι η τακτική του «παρασκηνίου» είναι αδιέξοδη.
Ακόμα και όταν τέθηκε σε εφαρμογή το σχέδιο αναδιάρθρωσης της ΑΤΕ και βγήκαν στο σφυρί οι θυγατρικές (Δωδώνη, Ελληνική Βιομηχανία Ζάχαρης, ΣΕΚΑΠ κλπ.), η ηγεσία του ΣΕΑΤΕ γινόταν φερέφωνο της διοίκησης της τράπεζας, διαδίδοντας ότι πρέπει να ολοκληρωθεί η αναδιάρθρωση για να σωθούν οι δουλειές μας. Αντί δηλαδή να συγκροτήσει μέτωπο με τα σωματεία των θυγατρικών τους γύρναγε την πλάτη και έσπερνε αυταπάτες στους εργαζόμενους της Αγροτικής.
Η δράση της ηγεσίας του ΣΕΑΤΕ, ούτε το σφαγιασμό των μισθών των εργαζομένων απέτρεψε, ούτε συγκρότησε το σωματείο σε θέση μάχης για την εξαγορά που ήταν μοιραίο ότι θα έρθει. Ήταν γνωστό ότι από τα πρώτα ζητήματα που έθεσε η τρόικα από το 2010 ήταν το κλείσιμο της ΑΤΕ. Ήταν γνωστές και δημόσιες οι προσφορές για την τράπεζα, άρα ήταν γνωστό ότι η διαδικασία έχει ανοίξει. Άγνωστο ήταν μόνο το πότε και το πως.
Αντί για απεργία ρουτίνας, απεργία στα χέρια των εργαζομένων
Με αυτές τις προϋποθέσεις, ξεκίνησε μια απεργιακή κινητοποίηση διαρκείας – απάντηση στην αιφνιδιαστική διάλυση της ΑΤΕ και στην εκχώρησή της στην Τράπεζα Πειραιώς. Με μια ηγεσία νωθρή που δεν πίστευε στον αγώνα και που μέρος της υπονόμευσε ανοιχτά τις αποφάσεις του σωματείου. Η απεργία σημείωσε απρόσμενη επιτυχία επειδή οι ίδιοι οι εργαζόμενοι την «πήραν πάνω τους». Ειδικά στην επαρχία, ήταν η αυτενέργεια των εργαζομένων που έκανε γνωστό το ζήτημα στις τοπικές κοινωνίες, συντονίστηκε με τους αγρότες, έσπασε το «τείχος σιωπής» των ΜΜΕ και δημιούργησε κλίμα αποδοχής της κινητοποίησης και συμπαράστασης από τους υπόλοιπους εργαζόμενους. Ταυτόχρονα, μέσα από την απεργία ήρθαν σε επαφή με το σωματείο δεκάδες εργαζόμενοι που δεν είχαν καμία σχέση μέχρι τώρα με συλλογικές διαδικασίες. Έτσι, ενώ ο συνολικός αριθμός των απεργών μεταβαλλόταν συνεχώς, παρουσιάζοντας αυξομειώσεις, ταυτόχρονα μεγάλωνε συνέχεια ο «σκληρός πυρήνας» της απεργίας, δηλαδή ο αριθμός των απεργών που στήριζε ενεργά την απεργία όχι μόνο με παρουσία στις πορείες και τις συνελεύσεις, αλλά και με ενεργό συμμετοχή στην περιφρούρηση. Είναι χαρακτηριστικό ότι για πρώτη φορά έγινε περιφρούρηση σε κομβικά σημεία – όπως η μηχανογράφηση – όχι με βάση κάποιο σχεδιασμό του Δ.Σ. του σωματείου, αλλά από πρωτοβουλία των ίδιων των εργαζομένων.
Πολιτικός ή οικονομικός αγώνας;
Το πιο κρίσιμο ζήτημα για την απεργία ήταν ο προσανατολισμός της. Το αν θα ήταν μια απεργία για ένα πολιτικό ζήτημα που αφορούσε το σύνολο της εργατικής τάξης και σημαντικό τμήμα των μεσαίων στρωμάτων ή θα ήταν μια απεργία οικονομικού χαρακτήρα. Ο αγώνας με σύνθημα «Όχι στη διάλυση της ΑΤΕ», ήταν ένας αγώνας πολιτικός που στεκόταν ενάντια στη μεταφορά δημόσιου πλούτου προς μια μερίδα κεφαλαιοκρατών και ως τέτοιος αφορούσε άμεσα και μπορούσε να διεκδικήσει την έμπρακτη συμπαράσταση του συνόλου της εργατικής τάξης και των μεσαίων στρωμάτων. Ο προσανατολισμός αυτός απαιτούσε αγώνα μακράς διάρκειας. Όσο οι εργαζόμενοι της ΑΤΕ ήταν σε απεργία – ανεξάρτητα από το στόχο της απεργίας - αποτελούσαν το μοναδικό εμπόδιο στην ολοκλήρωση της εκχώρησης. Όμως μόνο με το στόχο της ανατροπής της εκχώρησης θα μπορούσε να στηριχτεί ένας μακροχρόνιος αγώνας, που να αναδείξει το θέμα, να αντλήσει συμπαράσταση, να συντονιστεί με άλλους κλάδους και να έχει αποτελέσματα. Αντίθετα, μια απεργία με στόχο τη διαπραγμάτευση των όρων εργασίας με το νέο εργοδότη, ήταν ένας στενά οικονομικός αγώνας, που πολύ δύσκολα θα μπορούσε να διεκδικήσει την ενεργό στήριξη των υπόλοιπων εργαζόμενων και δεν θα μπορούσε να πάει πολύ μακριά, όπως αποδείχτηκε άλλωστε και στην πράξη. Ακόμα και η επιδίωξη της διαπραγμάτευσης με την Πειραιώς, μπορούσε να ικανοποιηθεί μόνο στο βαθμό που το σωματείο στεκόταν στην πιο ισχυρή διαπραγματευτική θέση, δηλαδή στη θέση που έθετε σα στόχο την ανατροπή του deal. Αν ο ΣΕΑΤΕ έδειχνε την απαιτούμενη αποφασιστικότητα και σταθερότητα, η διοίκηση της Πειραιώς θα αναγκαζότανε να κάνει πρόταση για τους όρους εργασίας, θα αναγκαζόταν να κινηθεί στην κατεύθυνση της εξαγοράς των απεργών για να λήξει η απεργία και να προχωρήσουν οι διαδικασίες της εκχώρησης.
Φυσικά, αυτή η λογική ήταν μακριά από τους στόχους της γραφειοκρατίας του σωματείου. Μέλη της διοίκησης ήταν έτοιμα να πάνε σε διαπραγμάτευση από την πρώτη μέρα, ανταποκρινόμενοι σε άτυπη πρόσκληση της Πειραιώς. Η προμετωπίδα του αγώνα «Όχι στη διάλυση της ΑΤΕ» διατηρήθηκε για μία εβδομάδα μόνο κάτω από την πίεση της απεργιακής βάσης, ενώ οι γραφειοκράτες επιδίωκαν ανοιχτά να αλλάξουν τον προσανατολισμό της απεργίας.
Ήταν φανερό ότι αν η απεργία έβαζε στόχο τη διαπραγμάτευση των όρων εργασίας με την Πειραιώς, το «Όχι στη διάλυση της ΑΤΕ», ακόμα κι αν παρέμενε ως σύνθημα στο πλαίσιο διεκδίκησης θα ήταν προσχηματικό και θα είχαμε πλέον να κάνουμε με έναν καθαρά οικονομικό αγώνα.
Από τη στιγμή που ο ΣΕΑΤΕ έκανε τη στροφή στη διαπραγμάτευση, στροφή που συνιστούσε υποχώρηση, ο αντίπαλος κινήθηκε πολύ πιο επιθετικά. Και η πλευρά της κυβέρνησης σκλήρυνε τη στάση της αποκλείοντας οποιαδήποτε νομοθετική ρύθμιση για τα ζητήματα που παρέμεναν σε εκκρεμότητα, αλλά και η Πειραιώς εξαπέλυσε ολομέτωπη επίθεση παρακάμπτοντας το σωματείο και στέλνοντας ατομικές συμβάσεις στους εργαζόμενους και βάζοντας ουσιαστικά τελεσίγραφο για τη λήξη της απεργίας. Η κλιμάκωση της επίθεσης σε συνδυασμό με την υποχώρηση στο περιεχόμενο της απεργίας, οδήγησε τελικά στην ήττα.
Είναι χαρακτηριστικό το ότι στην πιο κρίσιμη φάση της απεργίας, όταν οι εργαζόμενοι δέχονταν τη μεγαλύτερη πίεση, αντί ο σύλλογος να τηρήσει αποφασιστική στάση, αντιμετωπίζοντας τον εκβιασμό συντεταγμένα, διέσπειρε το φόβο και μετέτρεψε τα μέλη του συλλόγου σε ασύνταχτο κοπάδι που έτρεχε πανικόβλητο να υπογράψει τις συμβάσεις.
Ο διαλυτικός ρόλος των δυνάμεων αστικής επιρροής εκδηλώθηκε σε όλο του το μεγαλείο σε αυτήν την απεργία. Πέρα από την ανοιχτή υπονόμευση των αποφάσεων και την απεργοσπασία στην οποία διέπρεψαν οι ΠΑΣΚΕ και ΔΑΚΕ, ο βασικός αρνητικός ρόλος τους ήταν ο περιορισμός του αγώνα σε στενά οικονομικά πλαίσια. Οι εργαζόμενοι της ΑΤΕ βρέθηκαν στη δύσκολη θέση να καλούνται να αντιπαλέψουν μια πολιτική απόφαση της κυβέρνησης και της τρόικας. Ο μοναδικός δρόμος που μπορούσε να οδηγήσει σε – έστω και μερική – νίκη, ήταν να σταθούν εμπόδιο στην πραγματοποίηση αυτής της συμφωνίας, άρα να επιμείνουν σε μακροχρόνιο πολιτικό αγώνα. Τη δυνατότητα που είχαν για αυτό την απεμπόλησαν προσωρινά μετά από μια εβδομάδα απεργίας. Εξακολουθούν όμως να την έχουν όσο οι διαδικασίες της εκχώρησης δεν έχουν ολοκληρωθεί.