Ο “κυβερνητισμός” της κ.ο. ΑΝΑΣΥΝΤΑΞΗ και το εκκρεμές κινηματισμού-μεταρρυθμισμού του ΝΑΡ (μέρος α')
Ο “κυβερνητισμός” της κ.ο. ΑΝΑΣΥΝΤΑΞΗ και το εκκρεμές κινηματισμού-μεταρρυθμισμού του ΝΑΡ (μέρος α')
(για να διαβάσετε το μέρος β' πατήστε εδώ)
(απάντηση στο άρθρο του ΠΡΙΝ "Αριστερά: Αδύναμος Κυβερνητισμός" 07/01/02)
Στις 7/1/12 στους “Εικονοκλάστες” του ΠΡΙΝ ο σύντροφος Αλέκος Αναγνωστάκης μας έκανε την “τιμή” να συμπεριλάβει -“από άλλη σκοπιά βέβαια”, όπως κατατοπιστικότατα διευκρίνισε- την πολιτική πρόταση της κ.ο. ΑΝΑΣΥΝΤΑΞΗ μαζί με τις θέσεις του Τσίπρα, του Θεωνά από το Μέτωπο Αλληλεγγύης και Ανατροπής, του Γιαννόπουλου από το Δίκτυο για τα Πολιτικά και Κοινωνικά Δικαιώματα και των 13 αγωνιστών της εθνικής αντίστασης, κάτω από τον βαρύγδουπο τίτλο “αδύναμος αριστερός κυβερνητισμός”.
Μια εβδομάδα μετά, ο ίδιος, σε άρθρο στο ΠΡΙΝ απευθύνεται προς τον Ριζοσπάστη με τον τίτλο “λίγη σεμνότητα δεν θα έβλαπτε...”, καθώς στις 10/1, σε ένα άρθρο περίπου 800 λέξεων ο αρθρογράφος του Ριζοσπάστη χρησιμοποιώντας αποσπάσματα από τους “Εικονοκλάστες” της 7/1 και άλλα άρθρα στο ΠΡΙΝ -όπου σε κάποιο σημείο γίνεται κριτική στο ΚΚΕ ότι και το ίδιο δεν θέτει στόχο αντικαπιταλιστικής επανάστασης- κατηγορεί το ΝΑΡ -μεταξύ αρκετών άλλων- ότι: “οι ίδιοι δε βάζουν στο λαό, «άμεσα, εδώ και τώρα αντικαπιταλιστική επανάσταση». Γιατί δεν το βάζουν ως άμεσο στόχο; Ποιον κοροϊδεύουν λοιπόν με τέτοιες εκτιμήσεις; Τι πάνε να συγκαλύψουν;”.
Σχολιάζοντας το άρθρο του Ριζοσπάστη ο σ. Αναγνωστάκης λέει: “Ο αρθρογράφος συμπεραίνει ότι τα άρθρα του ΠΡΙΝ πηγή και σκοπό έχουν “να συγκαλύψουν τον οπορτουνισμό τους, τον τυχοδιωκτισμό τους”, “για να κρυφτούν απ' αυτό που πραγματικά είναι: εργαλείο υπονόμευσης της πολιτικής πάλης για την εργατική εξουσία, της ταξικής πάλης του σήμερα”. Και συνεχίζει, θεωρώντας προφανώς προβοκατόρικη την “ευκολία” με την οποία απέδωσε τις κατηγορίες ο Ριζοσπάστης, κάνοντας το εξής δηκτικό σχόλιο: “Κι έτσι...καθαρίσαμε”.
Μια βδομάδα πριν, στους “Εικονοκλάστες”, ο σ. Αναγνωστάκης αφιέρωνε στην πολιτική πρόταση της κ.ο. ΑΝΑΣΥΝΤΑΞΗ τις εξής 59 ακριβώς λέξεις: “Η Κομμουνιστική Οργάνωση Ανασύνταξη, από άλλη σκοπιά, θεωρεί πως επειδή αντικειμενικά βρισκόμαστε σε επαναστατική κατάσταση...οι κομμουνιστές, σε διάσπαση με το ρεφορμισμό και τον οπορτουνισμό, πρέπει να προτάξουν, εδώ και τώρα, πρόταση εξουσίας απ' τη σκοπιά της εργατικής τάξης και των φτωχών λαϊκών στρωμάτων. Η πρόταση αυτή συμπυκνώνεται στο σύνθημα εργατική κυβέρνηση”. Για να είμαστε ακριβείς, την πρόταση της κ.ο. ΑΝΑΣΥΝΤΑΞΗ αφορούσε και μια επόμενη παράγραφος 91 λέξεων που αναφερόταν σε όλες τις πολιτικές προτάσεις του “αδύναμου αριστερού κυβερνητισμού”, το “ζουμί” της οποίας ήταν ότι “αυτές οι σχετικά διαφορετικές πολιτικές κυβερνητικές προτάσεις έχουν ως σκοπό την ανακούφιση των λαϊκών στρωμάτων από την κανιβαλική πολιτική που προωθείται, (...) κύριο διακηρυγμένο στόχο έχουν την προοδευτική προοπτική και ορισμένοι ανομολόγητο στόχο τη σοσιαλιστική προοπτική”.
Κι έτσι ...καθαρίσαμε!!!
Τα μέλη, οι φίλοι κι όσοι ενδιαφέρονται για την πολιτική πρόταση της κ.ο. ΑΝΑΣΥΝΤΑΞΗ, έμειναν πάντως με την απορία, αν ο σ. Αναγνωστάκης την συμπεριλαμβάνει σ' αυτούς τους “ορισμένους” που έχουν “ανομολόγητο στόχο” τη σοσιαλιστική προοπτική...
Ο “κυβερνητισμός” της πρότασης της κ.ο. ΑΝΑΣΥΝΤΑΞΗ
Τι ακριβώς σημαίνει η κατηγορία για “κυβερνητισμό”; Αν εννοείται η πρόθεση ή ο στόχος για συμμετοχή σε αστικές κυβερνήσεις, αυτό σίγουρα δεν μπορεί να σταθεί ούτε για τις ιδρυτικές θέσεις της κ.ο. ΑΝΑΣΥΝΤΑΞΗ, ούτε για την τρέχουσα πολιτική της πρόταση. Μήπως εννοείται ότι το προτεινόμενο πρόγραμμα είναι πρόγραμμα αστικού-μικροαστικού μεταρρυθμισμού; Στην δεύτερη αυτή περίπτωση θα αναφερθούμε στη συνέχεια του άρθρου. Ας εξετάσουμε την πρώτη.
Στις Θέσεις της ιδρυτικής συνδιάσκεψης η συμμετοχή σε αστικές κυβερνήσεις χαρακτηρίζεται “έσχατος εξευτελισμός”i. Η πολιτική πρόταση της κ.ο. ΑΝΑΣΥΝΤΑΞΗ όπως περιγράφεται στην απόφαση της 3ης συνδιάσκεψης της, αφορά τη συγκρότηση ενιαίου πολιτικού μετώπου της εργατικής τάξης, με βάση ένα πρόγραμμα μεταβατικών στόχων-μέτρων. “Το πρόγραμμα αυτό δεν μπορεί να έχει το χαρακτήρα επιδιώξεων για το απώτερο μέλλον, όπως έχει συνηθίσει η Αριστερά να καταγράφει σε προγραμματικά κείμενα, έχοντας κατά νου ότι δεν θα κληθεί άμεσα να τα υλοποιήσει, αλλά το χαρακτήρα προγράμματος εξουσίας”ii. Γνωρίζουμε ότι σε αυτό το μέτωπο θα συνευρεθούμε με εργάτες όλων των πολιτικών αποχρώσεων και ότι η επιδιωκόμενη πολιτική συμμαχία σ’ αυτή τη βάση μπορεί να γίνει μεταξύ κομμουνιστών, άλλων αριστερών ακόμη και σοσιαλδημοκρατικών δυνάμεων, αποκλείοντας όλα τα πολιτικά στελέχη που συμμετείχαν σε αστικές κυβερνήσεις ή κατείχαν θέσεις κυβερνητικής ευθύνης”iii. “Η κυβέρνηση που θα προσπαθήσει να υλοποιήσει αυτό το πρόγραμμα μπορεί να είναι μόνο κυβέρνηση της εργατικής τάξης και των εργαζόμενων μικροαστών που υπό το φάσμα της επικείμενης προλεταριοποίησής τους «δεν υπερασπίζουν τα σημερινά, αλλά τα μελλοντικά τους συμφέροντα, εγκαταλείπουν τη δική τους άποψη για να πάνε με την άποψη του προλεταριάτου.» (Κομμουνιστικό Μανιφέστο). Για την ανάδειξη μιας τέτοιας κυβέρνησης απαιτείται η συνεργασία όλων των πολιτικών κομμάτων και οργανώσεων που έχουν αναφορά στην εργατική τάξη και η διεκδίκηση της διακυβέρνησης της χώρας μ’ ένα κοινό πρόγραμμα”iv. “Η επιδιωκόμενη εργατική κυβέρνηση μέσα στις τρέχουσες συνθήκες μιας σχετικής κοινοβουλευτικής ομαλότητας, δε θα είναι ένα βήμα προς την επανάσταση αλλά το πρώτο βήμα της επανάστασης”v. “Η εφαρμογή του συγκεκριμένου μεταβατικού προγράμματος της εργατικής κυβέρνησης στην πράξη δε διαχωρίζεται από την αναγκαιότητα συντριβής της αστικής κρατικής μηχανής και αντικατάστασής της από την κρατική μηχανή της εργατικής τάξης, δε διαχωρίζεται δηλ. από την αναγκαιότητα πραγματοποίησης της πολιτικής προλεταριακής/σοσιαλιστικής επανάστασης”vi. Για τους κομμουνιστές είναι ξεκάθαρο ότι μια εργατική κυβέρνηση με αυτό το πρόγραμμα μπορεί να νοηθεί μόνο ως η αφετηρία της επανάστασης και ότι όλα κρίνονται από τη δυνατότητα του κινήματος που την επέβαλε να τη χρησιμοποιήσει ως μοχλό και να συνεχίσει τον αγώνα μέχρι την οριστική εγκαθίδρυση της δικτατορίας του προλεταριάτου. Ωστόσο, δεν μπορούμε να προαπαιτήσουμε ούτε από το σύνολο των αγωνιζόμενων εργατών ούτε από τις πολιτικές δυνάμεις που θα συμμαχήσουν με τους κομμουνιστές, να αποδεχθούν τις αρχές και τους σκοπούς της δικτατορίας του προλεταριάτου, δηλαδή το στόχο της πλήρους κατάργησης της ιδιωτικής ιδιοκτησίας στα μέσα παραγωγής και το τσάκισμα του αστικού κράτους. Τότε, το μόνο που θα καταφέρναμε να καταργήσουμε, θα ήταν η δυνατότητά μας να οικοδομήσουμε το ενιαίο μέτωπο. Το μόνο που θα οικοδομούσαμε, θα ήταν μία σέχτα, αποκομμένη από το σύνολο των αγωνιζόμενων που αναζητούν προοπτική στον αγώνα τους, χωρίς να έχουν ακόμα συνειδητοποιήσει την αναγκαιότητα της επανάστασης”vii.
Πράγματι, αυτήν την πρόταση τη διακρίνει ένας κάποιος “κυβερνητισμός”! Κι αυτός συνίσταται στην πρόθεση και τη δράση της κ.ο. ΑΝΑΣΥΝΤΑΞΗ ώστε να συγκροτηθεί ένα ενιαίο πολιτικό μέτωπο των δυνάμεων που έχουν αναφορά στην εργατική τάξη στη βάση ενός προγράμματος εξουσίας, ένα πολιτικό μέτωπο που θα έχει επίγνωση και στόχο ότι θα κληθεί να προπαγανδίσει αλλά και να υλοποιήσει το πρόγραμμα αυτό, κι όχι να το χρησιμοποιήσει ως “πολιτική μπλόφα” για την καθυστέρηση της καπιταλιστικής επίθεσης με στόχο την εκλογική του ενίσχυση και μόνο, ή ως “προπαγανδιστικό μανιφέστο” της σημερινής αντίστασης που οδηγεί σε κάποια απροσδιόριστη μελλοντική “αντικαπιταλιστική” επανάσταση. Κι αυτή η επιτακτικότητα ενός προγράμματος εξουσίας προς υλοποίηση έχει να κάνει ακριβώς με τα ιδιαίτερα καθήκοντα των κομμουνιστών στις σημερινές συνθήκες της καπιταλιστικής κρίσης που είναι μήτρα της προλεταριακής επανάστασης.
Το πρόγραμμα των κομμουνιστών και η ιδιαιτερότητα της περιόδου της κρίσης
Οι βασικές οικονομικές, κοινωνικές, πολιτικές και πολιτειακές μεταρρυθμίσεις που ακολουθούν την εγκαθίδρυση της δικτατορίας του προλεταριάτου για τη σοσιαλιστική αναδιοργάνωση της παραγωγής και όλου του κοινωνικού εποικοδομήματος, έχουν καταγράφει από τους θεωρητικούς του μαρξισμού καθώς και στα προγράμματα επαναστατικών εργατικών κομμάτων και έχουν εφαρμοστεί λιγότερο ή περισσότερο στην Παρισινή Κομμούνα, την Οκτωβριανή Επανάσταση και άλλες επαναστάσεις. Φυσικά η εκτίμηση της ιστορικής πείρας, θετικής και αρνητικής και η επικαιροποίηση και συγκεκριμενοποίηση σε κάθε περίοδο του κομμουνιστικού προγράμματος πρέπει να αποτελεί βασική φροντίδα των κομμουνιστών, ειδικά υπό το βάρος της χρόνιας λησμόνησης ή/και διαστρέβλωσης του. Ωστόσο, οι κομμουνιστές πρόγραμμα έχουν. Στις περιόδους “ειρηνικής και ομαλής ανάπτυξης” του καπιταλισμού, ζυμώνουν και προπαγανδίζουν αυτό το πρόγραμμα. Και προσπαθούν να συνδέουν, να μπολιάζουν τα καθημερινά διεκδικητικά αιτήματα και αγώνες των εργαζομένων, με αιτήματα και στόχους του κομμουνιστικού προγράμματος, δηλαδή με μη πραγματοποιήσιμα στα πλαίσια της αστικής κυριαρχίας, μεταβατικά αιτήματα, ώστε οι εργαζόμενοι με την προβολή και την πάλη για τη διεκδίκηση τους, να διαπαιδαγωγούνται και να βλέπουν σ' αυτά το μέλλον του κινήματος τους.
Στην περίοδο της καπιταλιστικής κρίσης υπερσυσσώρευσης το κεφάλαιο έχει μόνο έναν δρόμο “για να ξαναβάλει τη μηχανή μπροστά”. Την καταστροφή. Την καταστροφή πλεονάζοντος και μη ανταγωνιστικού κεφαλαίου, την καταστροφή παραγωγικών δυνάμεων με πρώτη και κύρια τη βασική παραγωγική δύναμη, την εργατική. Δεν έχει “περιθώρια” για παραχωρήσεις, σαρώνει εργατικές κατακτήσεις και δικαιώματα, δεν μπορεί να εγγυηθεί ούτε μια σχετική ικανοποίηση των στοιχειωδέστερων ανθρώπινων αναγκών. Ο μόνος δρόμος για να εξασφαλίσουν τις βασικές τους ανάγκες οι εργαζόμενοι, για να έχουν δουλειά, στέγη, τροφή, περίθαλψη, πόσο μάλλον για να πετύχουν την καλυτέρευση των όρων εργασίας και διαβίωσης τους είναι να ανατρέψουν το κεφάλαιο. Άλλος δρόμος, μεταρρυθμιστικός δρόμος, στις συνθήκες της κρίσης, δεν υπάρχει. Είτε θα ανατρέψουν τον καπιταλισμό, είτε ο καπιταλισμός θα περάσει σαν οδοστρωτήρας από πάνω τους.
Η ανατροπή του καπιταλισμού, η ανάληψη της εξουσίας από την εργατική τάξη, γίνεται όρος επιβίωσης, άμεση αναγκαιότητα, άμεση δυνατότητα, καθήκον της περιόδου για το εργατικό κίνημα και την κομμουνιστική του πρωτοπορία, κι αυτό ανεξάρτητα από το συσχετισμό δύναμης και το βαθμό πολιτικής προετοιμασίας και οργάνωσης στην οποία θα βρεθεί η εργατική τάξη με το ξέσπασμα της κρίσης. Αυτός θα καθορίσει την τακτική και τελικά την επιτυχία ή όχι πραγματοποίησης του καθήκοντος της περιόδου, της επανάστασης.
Αυτή η αμεσότητα της προλεταριακής επανάστασης -που δεν εκδηλώνεται στις άλλες περιόδους και φάσεις του κύκλου της καπιταλιστικής οικονομίας- βρίσκει την αντανάκλαση της στη δυνατότητα μετατροπής -με τις κατάλληλες προσαρμογές στα ιδιαίτερα ζητήματα που ιστορικά προκύπτουν- βασικών πλευρών του κομμουνιστικού προγράμματος σε άμεσο πρόγραμμα πάλης του εργατικού κινήματος. Καθίσταται εφικτό, πλατιές εργατικές μάζες, παλεύοντας για τις άμεσες ανάγκες και διεκδικήσεις τους, -μέσα απ' την πείρα αυτής της πάλης- να συνειδητοποιούν ότι η ικανοποίηση τους προϋποθέτει την υλοποίηση των μεταβατικών αιτημάτων, των επαναστατικών μέτρων που προτείνουν οι κομμουνιστές. Να συσπειρώνονται γύρω από το πρόγραμμα, το πολιτικό σχέδιο και την ηγεσία των κομμουνιστών. Να πραγματοποιήσουν την προλεταριακή επανάσταση, χωρίς καθόλου υποχρεωτικά, να κατανοούν ή να ενστερνίζονται απόλυτα ή πλειοψηφικά όλη την ιδεολογία των κομμουνιστών, χωρίς να είναι οι ίδιοι κομμουνιστές.
Ταυτόχρονα, το ξόφλημα των μεταρρυθμιστικών οδών, δημιουργεί προϋποθέσεις ώστε πολιτικές δυνάμεις ρεφορμιστικές, εφόσον επιμείνουν ειλικρινά να επιδιώκουν την προάσπιση των δικαιωμάτων, κατακτήσεων και διεκδικήσεων των εργαζομένων, να μετατοπίζονται, να συγκλίνουν προς το μεταβατικό πρόγραμμα των κομμουνιστών, καθώς αυτό καθίσταται η μόνη ρεαλιστική οδός για την προάσπιση των εργατικών συμφερόντων, χωρίς αντίστοιχα να δέχονται ή να κατανοούν υποχρεωτικά, την αναγκαιότητα επαναστατικής ανατροπής της αστικής εξουσίας προκειμένου να εφαρμοστεί το μεταβατικό πρόγραμμα των κομμουνιστών και την αναγκαστική εφαρμογή ολοκλήρου του κομμουνιστικού προγράμματος προκειμένου να εξασφαλιστεί η ουσιαστική υλοποίηση και αυτών ακόμα των μεταβατικών αιτημάτων-μέτρων.
Το ενιαίο εργατικό μέτωπο στην περίοδο της κρίσης
“Η τακτική του ενιαίου μετώπου προωθεί την ενότητα των πλατιών εργαζόμενων μαζών στη βάση των καθημερινών τους προβλημάτων ενάντια στον καπιταλισμό και αποσκοπεί στην απαλλαγή τους από την αστική επιρροή και στο κέρδισμα τους με τις θέσεις της επανάστασης και του σοσιαλισμού....Επαναστατική ενιαιομετωπική τακτική σημαίνει ότι οι κομμουνιστές παλεύουν από κοινού με όλους τους εργάτες για την ικανοποίηση των άμεσων διεκδικήσεων αλλά δεν μένουν μόνο σ' αυτό κριτικάρουν ανοιχτά τις θέσεις και τις αυταπάτες των ρεφορμιστικών ηγεσιών, υποβάλλουν σε αυστηρή κριτική τους ταλαντευόμενους, τις μικροαστικές τους αντιλήψεις, την ταξική συνεργασία...Διατυπώνουν την δική τους άποψη για την πορεία του αγώνα, για τα αιτήματα που πρέπει να προβληθούν, για τις μορφές πάλης...Δείχνουν τον ένοχο που είναι η ιδιωτική ιδιοκτησία στα μέσα παραγωγής και η κρατική εξουσία...Η ενιαιομετωπική τακτική είναι αναγκαία και σε ότι αφορά στις συμμαχίες της εργατικής τάξης με τα άλλα εργαζόμενα στρώματα με απαράβατο όρο τη διατήρηση της αυτοτέλειας και της ταξικής ανεξαρτησίας του επαναστατικού προλεταριάτου. Ενιαίο μέτωπο – ενότητα δράσης είναι κυρίως ενότητα δράσης των εργαζομένων από τα κάτω... Δεν αρκεί πάντα μόνο η ενότητα δράσης από τα κάτω, χρειάζεται να συνδυαστεί σωστά με την ενότητα δράσης από τα πάνω, για να καθίσταται δυνατή η διαδικασία αποκάλυψης των ρεφορμιστικών ηγεσιών και αποδέσμευσης των εργατικών μαζών από την επιρροή τους”viii
Η τακτική του ενιαίου μετώπου δεν χάνει στην περίοδο της κρίσης το χαρακτήρα διαπαιδαγώγησης και ενίσχυσης της αποτελεσματικότητας του διεκδικητικού κινήματος της εργατικής τάξης. Όμως ακριβώς επειδή σ' αυτές τις συνθήκες, όπως προαναφέρθηκε, το μεταβατικό πρόγραμμα των κομμουνιστών γίνεται η μόνη ρεαλιστική οδός για την προάσπιση των εργατικών συμφερόντων, άμεσο πρόγραμμα πάλης του εργατικού κινήματος, το ενιαίο μέτωπο της εργατικής τάξης μπορεί αντικειμενικά να εξελιχθεί μέσα απ' την ίδια την πάλη για τις άμεσες ανάγκες της εργατικής τάξης, σε ενιαίο εργατικό μέτωπο διεκδίκησης της εξουσίας. Και γι αυτό, το πρόγραμμα και η πολιτική έκφραση του ενιαίου εργατικού μετώπου συνιστά πρόγραμμα και μέτωπο εξουσίας.
Ο σ. Αναγνωστάκης στην προσπάθεια του να στηρίξει την κατηγορία περί “κυβερνητισμού”...έμπλεξε...και τον Λ. Τρότσκι λέγοντας τα εξής: “Η κυβέρνηση, ως ένας ενδιάμεσος στόχος ανάμεσα στον καπιταλισμό και την επανάσταση και για τη διευκόλυνση της, εμφανίστηκε στο εσωτερικό της Αριστεράς από την ίδια την Αριστερά, με την ήττα της γερμανικής επανάστασης του 1920-1923. Μορφοποιήθηκε στο τρίτο και κυρίως στο τέταρτο συνέδριο της Κομμουνιστικής Διεθνούς, στις τελευταίες μέρες του Λένιν, με εισηγητή τον Ζηνόβιεφ, ο οποίος κατά καιρούς τη μετέφραζε “πολιτικά”, “εξ αιτίας της πολυπλοκότητας και των προβλημάτων” της κυβερνητικής λογικής. Δέχτηκε έντονη κριτική από τον Τρότσκι. Αποσύρθηκε και εμφανίστηκε με άλλα ρούχα με τα Λαϊκά Μέτωπα”. Στις ιστορικές ανακρίβειες που σχετίζονται με τις αντιπαραθέσεις στο εσωτερικό της Κ.Δ. για την εργατική κυβέρνηση καθώς και για τη σχέση της με τη Γερμανική Επανάσταση και τα Λαϊκά Μέτωπα θα αναφερθούμε παρακάτω.
Ωστόσο πρέπει να αναφέρουμε εδώ ότι ένα από τα βασικά θέματα που επεξεργάστηκε, με βασικούς εισηγητές τον Λένιν και τον Τρότσκι, το 3ο και 4ο συνέδριο της Κ.Δ., ήταν ακριβώς η τακτική του ενιαίου εργατικού μετώπου πάλης στα πλαίσια της οποίας εντάχθηκε και το σύνθημα, η πολιτική, της εργατικής κυβέρνησης. Ο Τρότσκι μάλιστα αναφέρει ότι μετέπειτα: “η σταλινική γραφειοκρατία βρέθηκε αναγκασμένη να απορρίψει τις αποφάσεις των τεσσάρων πρώτων Συνεδρίων της Κομμουνιστικής Διεθνούς σαν αντεπαναστατικές”ix.
Κι επειδή υπονοείται από το ΝΑΡ ότι η απόρριψη της εργατικής κυβέρνησης γίνεται από τη σκοπιά της Κυβέρνησης των Σοβιέτ, να τι γράφει, με χαρακτηριστικό μάλιστα τίτλο, ο Τρότσκι, τον οποίον επικαλείται ο σ. Αναγνωστάκης: “Με το Ενιαίο Μέτωπο προς τα Σοβιέτ σαν τα Ανώτατα Όργανα του Ενιαίου Μετώπου: “Οι λεκτικές υποκλίσεις στα Σοβιέτ είναι τόσο διαδεδομένες μέσα στους κύκλους της «Αριστεράς» όσο είναι και η έλλειψη κατανόησης του ιστορικού τους ρόλου. Τις περισσότερες φορές, τα Σοβιέτ προσδιορίζονται σαν όργανα πάλης για την εξουσία, σαν όργανα εξέγερσης και, τέλος, σαν όργανα της δικτατορίας. Τυπικά οι ορισμοί αυτοί είναι σωστοί, αλλά δεν εξαντλούν καθόλου τον ιστορικό ρόλο των Σοβιέτ. Πρώτα απ’ όλα, δεν εξηγούν γιατί, στην πάλη ακριβώς για την εξουσία, τα Σοβιέτ είναι αναγκαία. Η απάντηση σ’ αυτό το ζήτημα είναι η ακόλουθη: όπως το συνδικάτο είναι η στοιχειώδης μορφή του ενιαίου μετώπου στην οικονομική πάλη, έτσι και το Σοβιέτ είναι η ανώτερη μορφή του ενιαίου μετώπου, μέσα στις συνθήκες όπου το προλεταριάτο μπαίνει στην εποχή της πάλης για την εξουσία. (...) Το Σοβιέτ από μόνο του δεν κατέχει καμιά θαυματουργή δύναμη. Είναι η ταξική εκπροσώπηση του προλεταριάτου, με όλα τα δυνατά και τα αδύνατα σημεία του. Αλλά είναι ακριβώς αυτό, και μόνο αυτό, που κάνει το Σοβιέτ ικανό να παρέχει στους εργάτες των διαφόρων πολιτικών τάσεων μια οργανωτική ευκαιρία να ενώσουν τις προσπάθειές τους στην επαναστατική πάλη για την εξουσία. Στο σημερινό προεπαναστατικό περιβάλλον, είναι καθήκον των πιο προχωρημένων εργατών της Γερμανίας να κατανοήσουν πιο καθαρά τον ιστορικό ρόλο των Σοβιέτ ως όργανα του ενιαίου μετώπου (...) Η ίδια η επαναστατική κατάσταση –αν την προσεγγίσουμε στο πολιτικό επίπεδο– αναδύεται από το γεγονός ότι όλες οι ομάδες και όλα τα στρώματα του προλεταριάτου, ή τουλάχιστον η συντριπτική πλειοψηφία τους, κατέχονται από μια παρόρμηση να ενώσουν τις προσπάθειές τους για να αλλάξουν το υπάρχον καθεστώς. Αυτό δε σημαίνει, ωστόσο, ότι όλοι καταλαβαίνουν με ποιο τρόπο θα γίνει αυτό, και, ακόμη λιγότερο, ότι είναι όλοι έτοιμοι, απ’ αυτήν κιόλας τη στιγμή, να σπάσουν από τα κόμματα τους και να περάσουν στις γραμμές των κομμουνιστών. Η πολιτική συνείδηση της τάξης δεν ωριμάζει τόσο μεθοδικά και τόσο ομοιόμορφα. Βαθιές εσωτερικές διαφορές παραμένουν ακόμα και στην επαναστατική εποχή, όπου όλα τα προτσές αναπτύσσονται με άλματα και τραντάγματα. Αλλά, την ίδια στιγμή, η ανάγκη για μια οργάνωση πάνω από κόμματα, που θα αγκαλιάζει ολόκληρη την τάξη, γίνεται κατεπείγουσα ανάγκη. Η αποκρυστάλλωση και η μορφοποίηση αυτής της ανάγκης –να ποιος είναι ο ιστορικός προορισμός των Σοβιέτ. Αυτός είναι ο μεγάλος τους ρόλος. Μέσα στις συνθήκες μιας επαναστατικής κατάστασης, τα Σοβιέτ αναδύονται σαν η πιο υψηλή οργανωτική έκφραση της προλεταριακής ενότητας. Όποιος δεν το ’χει καταλάβει αυτό, δεν έχει καταλάβει τίποτα σ’ ότι αφορά το πρόβλημα των Σοβιέτ (...) Η δημιουργία των Σοβιέτ προϋποθέτει τα διάφορα κόμματα και οι οργανώσεις μέσα στην εργατική τάξη, αρχίζοντας από το επίπεδο των εργοστασίων, να κάνουν μια συμφωνία που θα αφορά τόσο την ίδια την αναγκαιότητα των Σοβιέτ, όσο και το χρόνο και τις μέθοδες του σχηματισμού τους. Πράγμα που σημαίνει: μια και τα Σοβιέτ, αυτά καθεαυτά, αντιπροσωπεύουν την πιο υψηλή μορφή του ενιαίου μετώπου στην επαναστατική εποχή, πρέπει να προηγηθεί της δημιουργίας τους, στη διάρκεια της προπαρασκευαστικής περιόδου, μια πολιτική ενιαίου μετώπου. (...) Και καθώς δεν μπορούν να υπάρξουν καθαρά κομμουνιστικά Σοβιέτ γιατί, πραγματικά, σ’ αυτήν την περίπτωση δε θα χρησίμευαν σε τίποτα, τότε η άρνηση του Κομμουνιστικού Κόμματος να κάνει συμφωνίες και να αναλάβει κοινές δραστηριότητες με τα άλλα κόμματα μέσα στην εργατική τάξη δε σημαίνει τίποτε λιγότερο από την άρνηση του να δημιουργήσει Σοβιέτ"x.
Τα σοβιέτ αναδύθηκαν σαν όργανα της επαναστατικής πάλης της ρώσικης εργατικής τάξης και ενισχύθηκαν από τους κομμουνιστές και άλλα ρεύματα του εργατικού κινήματος. Υπό την επίδραση και την ακτινοβολία της Οκτωβριανής Επανάστασης και με την αποφασιστική στήριξη των κομμουνιστών στα πλαίσια της πολιτικής του ενιαίου μετώπου, συγκροτήθηκαν σοβιέτ σε πολλές άλλες επαναστατικές μάχες του ευρωπαϊκού προλεταριάτου τα επόμενα χρόνια.
Επί χρόνια τώρα, η μεγάλη πλειοψηφία της Αριστεράς -μεταξύ της και το ΝΑΡ- αρνείται, θεωρητικά και πρακτικά, την πολιτική του ενιαίου μετώπου. Το να δραπετεύει κανείς στο όνομα των Σοβιέτ -και μάλιστα σε συνθήκες καπιταλιστικής κρίσης- από την ουσία της πολιτικής του ενιαίου μετώπου της εργατικής τάξης, ανώτερη μορφή της οποίας είναι τα Σοβιέτ, αυτό θα πει πως "δεν έχει καταλάβει τίποτα σ' ότι αφορά το πρόβλημα των Σοβιέτ", αυτό τελικά "δε σημαίνει τίποτε λιγότερο από την άρνηση του να δημιουργήσει Σοβιέτ".
Κρίση, πρόγραμμα εξουσίας και επαναστατική κατάσταση
Η πολιτική πρόταση της κ.ο. ΑΝΑΣΥΝΤΑΞΗ αφορά στη συγκρότηση του ενιαίου μετώπου της εργατικής τάξης στην περίοδο της κρίσης, ως μετώπου εξουσίας. Κι αυτό έχει να κάνει ακριβώς με το χαρακτήρα της περιόδου της κρίσης ως μήτρα της παγκόσμιας σοσιαλιστικής επανάστασης, τη δυνατότητα μετατροπής του μεταβατικού προγράμματος σε άμεσο πρόγραμμα πάλης της εργατικής τάξης, τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της κρίσης στην Ελλάδα, την εκτίμηση της θέσης της χώρας ως αδύναμου κρίκου στην ιμπεριαλιστική αλυσίδα και το συνεπαγόμενο καθήκον για σπάσιμο του κρίκου με την επικράτηση της επανάστασης.
Η διατύπωση της πρότασης αυτής λοιπόν δεν εξαρτάται από το βαθμό ωρίμανσης της επαναστατικής κατάστασης στην Ελλάδα. Δεν καθορίζει τον επαναστατικό χαρακτήρα της περιόδου της κρίσης ο βαθμός ωρίμανσης της επαναστατικής κατάστασης παρά μόνο τον συγκεκριμενοποιεί, σηματοδοτεί την εντελώς συγκεκριμένη και άμεση δυνατότητα από τη σκοπιά των αντικειμενικών συνθηκών της ιστορικής στιγμής για το ξέσπασμα και τη νίκη της επανάστασης. Ο Λένιν μιλούσε για τους εξής δείκτες ωρίμανσης της επαναστατικής κατάστασης “1) Η αδυναμία των κυρίαρχων τάξεων να διατηρήσουν σε αναλλοίωτη μορφή την κυριαρχία τους: η μια είτε η άλλη κρίση των «κορυφών», η κρίση της πολιτικής της κυρίαρχης τάξης που δημιουργεί ρωγμή, απ' όπου εισχωρεί η δυσαρέσκεια και ο αναβρασμός των καταπιεζόμενων τάξεων. Συνήθως, για να ξεσπάσει η επανάσταση δεν είναι αρκετό «τα κάτω στρώματα να μη θέλουν», μα χρειάζεται ακόμη και «οι κορυφές να μη μπορούν» να ζήσουν όπως παλιά. 2) Επιδείνωση μεγαλύτερη από τη συνηθισμένη της ανέχειας και της αθλιότητας των καταπιεζόμενων τάξεων. 3) Σημαντικό ανέβασμα για τους παραπάνω λόγους της δραστηριότητας των μαζών, που σε «ειρηνική» εποχή αφήνουν να τις ληστεύουν ήσυχα, ενώ σε καιρούς θύελλας τραβιούνται τόσο από όλες τις συνθήκες της κρίσης, όσο και από τις ίδιες τις «κορυφές» σε αυτοτελή ιστορική δράση. Χωρίς αυτές τις αντικειμενικές αλλαγές, που δεν εξαρτώνται ούτε από τη θέληση ορισμένων χωριστών ομάδων και κομμάτων, αλλά ούτε και από τη θέληση ορισμένων χωριστών τάξεων, η επανάσταση, κατά κανόνα δεν μπορεί να γίνει”xi.
Ακόμα, ο βαθμός προετοιμασίας του υποκειμενικού παράγοντα, δηλαδή η ύπαρξη μιας κομμουνιστικής πρωτοπορίας, ενός κομμουνιστικού κόμματος με δεσμούς με την εργατική τάξη και επαναστατικό ιδεολογικό και πολιτικό προσανατολισμό, η συγκρότηση του ενιαίου μετώπου της εργατικής τάξης, δεν αλλάζει το γεγονός της ωρίμανσης των αντικειμενικών, οικονομικών και κοινωνικών παραμέτρων μιας επαναστατικής κατάστασης. Για να χρησιμοποιήσουμε τα λόγια του Παντελή Πουλιόπουλου: “Ο βαθμός της προπαρασκευής του επαναστατικού κόμματος δεν εμποδίζει να εμφανιστεί μια τέτοια κατάσταση στην κοινωνία και μάλιστα μια τέτοια αντίφαση θα ναι όχι ασυνήθιστη στην περίοδο που ζούμε την “κρίση ηγεσίας” μέσα στο προλεταριάτο. Όταν λείπει το πρωτοποριακό κόμμα, αλλά τα πράγματα είναι έτσι που, αν αυτό υπήρχε, θα πρεπε να θέσει σαν άμεσο καθήκον την κατάληψη της εξουσίας, τότε έχουμε μια αντικειμενικά επαναστατική κατάσταση σύμφωνα με την ορολογία του επαναστατικού μαρξισμού και της Κ.Δ....”xii
Στην περίπτωση μας, αυτό “απλά” επισημαίνει τη δραματική υστέρηση του υποκειμενικού παράγοντα, την έλλειψη της πολιτικής πρωτοπορίας, του επαναστατικού κόμματος της εργατικής τάξης, που θα παίξει καταλυτικό ρόλο στη συγκρότηση του μετώπου, που θα οξύνει την κρίση, θα δράσει για την ωρίμανση και την μετατροπή της επαναστατικής κατάστασης, το ξέσπασμα της επανάστασης. Επαναστατικού κόμματος της εργατικής τάξης, τον αναντικατάστατο ρόλο του οποίου ως πολιτικής πρωτοπορίας της εργατικής τάξης εξακολουθεί να αρνείται το ΝΑΡ με τις θέσεις που επιμένει να προβάλλει: “Κόμμα, μέτωπο, αντικαπιταλιστική πτέρυγα, στο σύνολό τους και στη διαλεκτική αλληλεπίδρασή τους αποτελούν το επαναστατικό υποκείμενο, το «κόμμα με την ευρεία και ιστορική έννοια» (Μαρξ).[;;;] Σε αυτή τη σχέση, το κόμμα αντιμετωπίζεται ως ο πρωταρχικός και το μέτωπο ως ο καθοριστικός, ο πολιτικά αποφασιστικός παράγοντας. Στη σχέση του με τη συνολική επαναστατική πάλη, με την αντικαπιταλιστική δράση της τάξης, το μέτωπο θεωρείται το πρωταρχικό, ενώ η συνολική επαναστατική πάλη της εργατικής τάξης και των σύμμαχων της στρωμάτων, το καθοριστικό. Στο ίδιο πλαίσιο, η αριστερή αντικαπιταλιστική πτέρυγα του μαζικού κινήματος, η συγκροτημένη και μόνιμη μορφή της αντικαπιταλιστικής τάσης - δράσης της τάξης, αποτελεί βασικό κρίκο σύνδεσης της πρωτοπορίας με την τάξη, αλλά και προϋπόθεση ποιοτικής ανάπτυξης της εργατικής συνείδησης. Η αναφορά γίνεται επομένως για ένα ευρύ, ιστορικά εξελισσόμενο - μετασχηματιζόμενο πολιτικό υποκείμενο της κοινωνικής χειραφέτησης”xiii. Τα ερωτηματικά ([;;;]) είναι δικά μας και όχι του ΝΑΡ, καθώς το ΝΑΡ πεισματικά αρνείται επί χρόνια να μας παραπέμψει στα κείμενα που αναδεικνύουν ότι ο Μαρξ αντιλαμβανόταν το κόμμα της εργατικής τάξης με κάποια “ευρεία και ιστορική έννοια”. Όπως αρνείται πεισματικά να μας εξηγήσει αν με όλο αυτό το γαϊτανάκι “κρίκων” και σχέσεων “πρωταρχικότητας” και “καθοριστικότητας” αρνείται τελικά το κομμουνιστικό κόμμα ως πολιτική πρωτοπορία της εργατικής τάξης, με την εντελώς συγκεκριμένη έννοια που του αποδίδουν ο Μαρξ, ο Ένγκελς, ο Λένιν, και δεκάδες άλλοι θεωρητικοί του διαλεκτικού – ιστορικού υλισμού. Έννοια την οποία αποδέχεται και υποστηρίζει η κ.ο. ΑΝΑΣΥΝΤΑΞΗ, γι αυτό και μιλά για την ανάγκη ενότητας των κομμουνιστών, “σε διάσπαση με τον ρεφορμισμό και τον οπορτουνισμό”, ταυτόχρονα με την ανάγκη για ενιαίο πολιτικό μέτωπο εργατών,στη βάση συγκεκριμένων στόχων, ανεξάρτητα από την ιδεολογία απ' την οποία εκκινούν.
Η ΠΕ της κ.ο. ΑΝΑΣΥΝΤΑΞΗ εκτίμησε στην απόφαση της στις 6/11/11 ότι: “είναι πλέον άμεση ανάγκη η συγκρότηση πολιτικού μετώπου που θα διεκδικήσει την εξουσία με στόχο την υλοποίηση του προγράμματος που απαντάει στην κρίση από τη σκοπιά των εργατικών συμφερόντων, παίρνοντας υπόψη ότι η κατάσταση, όπως διαμορφώνεται, έχει όλα τα χαρακτηριστικά επαναστατικής κατάστασης”. Αν οι σύντροφοι του ΝΑΡ έχουν μια διαφορετική εκτίμηση, ευχαρίστως να γίνει ο σχετικός διάλογος.
Ωστόσο δεν είναι η ωρίμανση της επαναστατικής κατάστασης που γεννά την αναγκαιότητα του ενιαίου πολιτικού μετώπου με πρόγραμμα εξουσίας. Το γεγονός αυτό καθιστά “μονάχα” ακόμα πιο άμεση και επιτακτική ανάγκη τη συγκρότηση του μετώπου. Επισημαίνει “μονάχα” πως “αν υπήρχε θα έπρεπε να θέσει σαν άμεσο”, εντελώς συγκεκριμένο, “το καθήκον της κατάληψης της εξουσίας”. Επισημαίνει τη δραματικότητα της υστέρησης, την τεράστια ευθύνη της Αριστεράς. Ακόμα κι αν πέφτουμε έξω και δεν έχει ωριμάσει η επαναστατική κατάσταση, το πρωταρχικό ερώτημα παραμένει: είναι ή δεν είναι το καθήκον της περιόδου η κατάληψη της εξουσίας από την εργατική τάξη;
Ο χαρακτήρας της περιόδου για το ΝΑΡ
Το ΝΑΡ έχει δίκιο να κατηγορεί το ΚΚΕ ότι δεν βάζει στόχο την επανάσταση. Αλλά δεν θα μας απασχολήσει σ' αυτό το άρθρο το ΚΚΕ. Θα μας απασχολήσει ότι κι ο αρθρογράφος του Ριζοσπάστη έχει δίκιο! Το ΝΑΡ δε βάζει στόχο την "αντικαπιταλιστική" επανάσταση!
Για του λόγου το αληθές(οι "τονισμοί" δικοί μας): “Η Αριστερά της ανατροπής ξεκαθαρίζει ότι τίποτα δεν μπορεί να υπάρξει χωρίς την αντικαπιταλιστική ανατροπή της επίθεσης και των φορέων της, χωρίς τη ρήξη και την ήττα βασικών πυλώνων της στρατηγικής του κεφαλαίου σήμερα, για να ανοίξει ο δρόμος για να πάρει η εργατική τάξη και ο λαός το τιμόνι στα χέρια τους, για την αντικαπιταλιστική επανάσταση”xiv.
"Η πολιτική που προωθείται από ΝΑΡ και ΑΝΤΑΡΣΥΑ επιχειρεί άμεσα την επιβολή στο κράτος και τις αστικές κυβερνήσεις, θεμελιωδών ρηγμάτων και υλικών κατακτήσεων, ακόμα και νόμων με γενική πανκοινωνική ισχύ που μπορεί, εν μέρει και ασταθώς να επιβληθούν από ένα ταξικά ανασυγκροτημένο εργατικό κίνημα με ατμομηχανή μια προγραμματικά αναγεννούμενη -μέσα στον αγώνα και την κοινή δράση- Αριστερά. Η αντικαπιταλιστική αυτή τακτική, η “αντικαπιταλιστική ανατροπή της επίθεσης'' παίρνει και δίνει νόημα με την επιδίωξη της επανάστασης, τη δημιουργία δηλαδή στρατηγικού ρήγματος στην αστική κυριαρχία"xv.
“...Στους διαφιλονικούμενους αντικαπιταλιστικούς στόχους πάλης αντιμετώπισης της αστικής πολιτικής για την κρίση. Για παύση πληρωμών του χρέους, άρση των ιδιωτικοποιήσεων, δημόσια και δωρεάν υγεία και παιδεία, άμεση έξοδο από ευρώ, έξοδο από την ΕΕ στην προοπτική διάλυσης της, εθνικοποίηση και εργατικό - κοινωνικό έλεγχο του τραπεζικού συστήματος, ενίσχυσης του εργατικού εισοδήματος. Αυτοί οι στόχοι μπορεί να επιβληθούν εν μέρει και ασταθώς στις σημερινές συνθήκες από ένα αναγεννημένο εργατικό κίνημα, ένα αντικαπιταλιστικό μέτωπο, μια αντίστοιχη Αριστερά. Στο σύνολο τους και ως υποσύνολο του προγράμματος της εργατικής εξουσίας μπορεί να εφαρμοσθούν μόνο από μια εξουσία που θα στηρίζεται στην επαναστατημένη εργατική τάξη και τα σύμμαχα στρώματα"xvi.
“Η καμπή στην εξέλιξη της διεθνούς και ελληνικής κρίσης που έρχεται, τείνει να ανοίξει μια νέα ιστορική φάση στην πάλη των τάξεων που θα σφραγιστεί από μια απότομη και βίαιη όξυνση των συνολικών αντιθέσεων και προβλημάτων. Πρόκειται για μια νέα ιστορική φάση που θέτει σε νέες βάσεις και με νέους όρους το ζήτημα της ταξικής πάλης σε εθνικό και διεθνικό επίπεδο. Που αναδεικνύει τις νέες δυνατότητες, οι οποίες αν αξιοποιηθούν, μπορούν να βελτιώσουν ριζικά τη σχέση ανάμεσα στην αστική και την εργατική πολιτική, στο πλαίσιο της ιστορικής περιόδου. Έτσι ώστε το εργατικό λαϊκό κίνημα, δημιουργώντας τα πρώτα δικά του αυτοτελή όργανα, να αποσπάσει την πλήρη πρωτοβουλία κινήσεων από την αστική πολιτική και να κλονίσει την καθολική ηγεμονία της. Πρόκειται για μια φάση που μπορεί να οδηγήσει στην εργατική αντικαπιταλιστική ανατροπή των αντιδραστικών συσχετισμών της τωρινής περιόδου και σε ανώτερες ποιοτικές καμπές της ταξικής πάλης, σε ανώτερες ιστορικές περιόδους. Όπου θα ωριμάζουν επαναστατικές κρίσεις και θα μπαίνει επί τάπητος η άμεση υλική διεκδίκηση και πραγματοποίηση της εργατικής πολιτικής και κοινωνικής επανάστασης με κομμουνιστική προοπτική”xvii.
Αλλά και στην πρόσφατη απόφαση της ΠΕ του ΝΑΡ 26-27/11/11 διαβάζουμε: "Το έδαφος και η κλιμάκωση αυτής της σύγκρουσης δημιουργούν ένα εξαιρετικά εκρηκτικό μίγμα και μπορεί να οδηγήσουν -με απρόβλεπτους δρόμους και αφορμές- σε εξεγερτικά ή και επαναστατικά γεγονότα. Η πάλη για αναχαίτιση, ρήξη και ανατροπή της επίθεσης και κρίσιμων κόμβων της (ευρώ, χρέος, τράπεζες, λιτότητα, ελαστική εργασία, ιδιωτικοποιήσεις κ.λπ.) είναι παράγοντας που οξύνει τη σύγκρουση και την κρίση των «πάνω» -ιδιαίτερα αν έχει αποτελέσματα- και φέρνει πιο κοντά τέτοιες καταστάσεις (...) Αντικαπιταλιστική ανατροπή της επίθεσης ΕΕ-ΔΝΤ-ΣΕΒ-κυβερνήσεων! Αυτός είναι ο κεντρικός πολιτικός στόχος στην περίοδο της αντεργατικής καταιγίδας. Ή αλλιώς: Διαμόρφωση προγράμματος, κινήματος, φορέων και οργάνων που θα επιβάλουν ρήγματα και την αντικαπιταλιστική ανατροπή της επίθεσης, ανοίγοντας το δρόμο κι οικοδομώντας τους συσχετισμούς για την επαναστατική ανατροπή του συστήματος, την εργατική εξουσία, την κομμουνιστική απελευθέρωση".
Και το αποκορύφωμα στην ίδια απόφαση: “Σημαντική πλευρά αυτής της φάσης είναι η εμφάνιση, ενός ελπιδοφόρου κινήματος στη χώρα μας και γενικότερα (...)Το ζητούμενο είναι οι υπαρκτές σήμερα δυνατότητες του κινήματος να συγκροτηθούν στο αναγκαίο επίπεδο αναχαίτισης και ανατροπής της προωθούμενης πολιτικής με στόχο τη συνολική ρήξη και εν τέλει την κατάλυση της καθολικής αστικής ηγεμονίας. Η κατάλυση αυτής της ηγεμονίας θα δημιουργήσει τις προϋποθέσεις για να διεκδικήσει η τάση χειραφέτησης το πολιτικό προβάδισμα μέσα στην εργατική τάξη. Αυτό δεν πραγματοποιείται ευθύγραμμα και μηχανικά. Χρειάζεται να μεσολαβήσει μια ανώτερη συγκρότηση των δυνάμεων της κομμουνιστικής επαναθεμελίωσης και η ανάπτυξη ενός ισχυρού, μαζικού, αυτοτελούς πανεργατικού εθνικού και διεθνούς επαναστατικού ρεύματος με το αντίστοιχο μέτωπο και τα όργανα του, στο οποίο θα τείνει να μετασχηματισθεί, από άποψη περιεχομένου και μορφής, ο μετωπικός αντικαπιταλιστικός εργατικός αγώνας, Η συγκρότηση ενός τέτοιου επαναστατικού μετωπικού ρεύματος θα είναι το πρώτο ποιοτικό βήμα για την αφαίρεση του ιστορικού κοινωνικού προβαδίσματος από την τάση ενσωμάτωσης, πράγμα που συνιστά μια αρχική ποιοτική τομή για τη συνολική απώλεια από μέρους αυτής της τάσης, της «πλειοψηφίας» της εργατικής τάξης. Το ανώτατο όριο αυτής της διαδικασίας, σε συνθήκες αστικής κυριαρχίας - εξουσίας, είναι να αναπτυχθεί σε τέτοιο επίπεδο το προβάδισμα της τάσης χειραφέτησης μέσα στην εργατική τάξη ώστε να δημιουργεί έδαφος για επαναστατικά γεγονότα. Να «μεταφέρει» την «κρίση ηγεμονίας» μέσα στις γραμμές της αστικής τάξης. Να διαμορφώνει μια επαναστατική κατάσταση, μια κατάσταση «δυαδικής» εξουσίας, με τον έναν ή τον άλλο τρόπο, ανάμεσα στην κρατική εξουσία με τους θεσμούς της και στα όργανα της επαναστατικής εργατικής πολιτικής. Που θα βάζει, τελικά, στην ημερήσια διάταξη το ζήτημα της εργατικής εξουσίας, και της πλήρους ανατροπής της αστικής κυριαρχίας”. (!!!)
Μετά από όλα αυτά, οι σύντροφοι του ΝΑΡ, μάλλον ψυχανεμίζονται ότι κάτι δεν πάει καλά -καθώς τις επαναστατικές τους προθέσεις δεν τις αμφισβητούμε καθόλου- και προσπαθούν να "ξορκίσουν το κακό" γράφοντας στην ίδια απόφαση πάλι: “Ανατροπή της επίθεσης: και μετά τι; Το ερώτημα αυτό, τίθεται από τα πράγματα (...) Αλίμονο αν προσπαθήσουμε να το αποφύγουμε, αν ξεγλιστρήσουμε βρίσκοντας καταφύγιο στις εκλογές ή γενικόλογα στην ανάπτυξη αγώνων. Αν αναβάλουμε την απάντηση, πιστεύοντας ότι αυτό είναι ζητούμενο του αύριο. Αν πιστέψουμε ότι η απάντηση σε αυτά τα ερωτήματα τώρα μας χωρίζει και εμποδίζει την πάλη για την ανατροπή της επίθεσης. Αν θεωρήσουμε πως μπορεί να υπάρξει ανατροπή της επίθεσης αν αυτή δεν είναι αντικαπιταλιστική. Το ακριβώς αντίθετο συμβαίνει. Η απάντηση σε αυτά τα ερωτήματα είναι του ΣΗΜΕΡΑ. Μπορεί και πρέπει να δίνεται μαζικά και με όρους κινήματος (...) Κι αυτή η επαναστατική ανατροπή είναι σήμερα περισσότερο επίκαιρη και αναγκαία από ποτέ!
Ακριβώς έτσι έχουν τα πράγματα! Ο κινηματισμός της "γενικόλογης ανάπτυξης των αγώνων" και της "αντικαπιταλιστικής αντίστασης" αναβάλλει την απάντηση πιστεύοντας ότι αυτό είναι ζητούμενο του αύριο! Η απάντηση στα ερωτήματα είναι του σήμερα! Σε αντίθεση με την πολιτική του ΝΑΡ!
Για το ΝΑΡ η κατάληψη της εξουσίας ΔΕΝ είναι το πολιτικό καθήκον της περιόδου. Το καθήκον είναι η αντίσταση στην καπιταλιστική επίθεση, η δημιουργία "αντικαπιταλιστικών ρωγμών" στους βασικούς πυλώνες της αστικής πολιτικής, η "αντικαπιταλιστική ανατροπή της επίθεσης" που θα ανοίξει το δρόμο για την αντικαπιταλιστική επανάσταση.
(για να διαβάσετε το μέρος β' πατήστε εδώ)
Θοδωρής Νασόπουλος
iΘέσεις της ενωτικής συνδιάσκεψης Αριστερής Ανασύνταξης – Εργατικής Πολιτικής, περιοδικό Αριστερή Ανασύνταξη τ.31, σελ. 62
iiΑπόφαση 3ης συνδιάσκεψης κ.ο. ΑΝΑΣΥΝΤΑΞΗ, σελ.8
iiiό.π., σελ.8
ivό.π., σελ.4
vό.π.,σελ.5
viό.π.,σελ.6
viiό.π., σελ.8
viiiΘέσεις της ενωτικής συνδιάσκεψης Αριστερής Ανασύνταξης – Εργατικής Πολιτικής, περιοδικό Αριστερή Ανασύνταξη τ.31, σελ.74-76
ixΛέον.Τρότσκι, Και Τώρα;, Πρωτοποριακή Βιβλιοθήκη, σελ 65
xΛ.Τρότσκι, Και Τώρα;, Πρωτοποριακή Βιβλιοθήκη, σελ. 80-85
xiΒ. Ι. Λένιν, «Άπαντα», εκδόσεις «Σύγχρονη Εποχή», τόμος 26, σελ. 220.
xiiΠαντελή Πουλιόπουλου, “Η 4η Αυγούστου στην κλίνη του Προκρούστη”, περιλαμβάνεται στη συλλογή 'Τα Λαϊκά Μέτωπα”, Εκδόσεις “Σύνδεσμος Παντελής Πουλιόπουλος”, σελ. 79
xiiiΑλέκου Αναγνωστάκη, “Το υποκείμενο της επανάστασης”, παρουσίαση του Κειμένου Εργασίας της ΠΕ του ΝΑΡ “για το υποκείμενο της αντικαπιταλιστικής πάλης και της κομμουνιστικής απελευθέρωσης”, ΠΡΙΝ, 5/2/12, σελ. 5-6
xiv Γιάννη Ελαφρού: Αριστερά της ανατροπής ή της εκλογικής αναμονής, ΠΡΙΝ 7/1/12, σελ.2
xv Α. Αναγνωστάκη: Λίγη σεμνότητα δεν θα έβλαπτε... ΠΡΙΝ 15/1/12, σελ.11
xvi Α. Αναγνωστάκη: Αδύναμος αριστερός κυβερνητισμός, ΠΡΙΝ 7/1/12, σελ.6-7
xvii Κώστα Μάρκου: Τόσο κοντά, τόσο μακριά. Η κοινωνική επανάσταση στο φως της κρίσης, ΠΡΙΝ 2/10/11,