Φοιτητικές εκλογές στην εποχή του μνημονίου

Φοιτητικές εκλογές στην εποχή του μνημονίου

Οι φετινές φοιτητικές εκλογές συνέπεσαν με τη συμπλήρωση ενός χρόνου εφαρμογής του περίφημου Μνημονίου. Ένας χρόνος σκληρής επίθεσης του κεφαλαίου κατά της εργατικής τάξης και των χαμηλών λαϊκών στρωμάτων, που μεταφράστηκε στα σκληρότερα μέτρα που έχουν εφαρμοστεί τουλάχιστον από την μεταπολίτευση. Η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ και η Τρόικα, με την πρόφαση εξυπηρέτησης του δημοσίου χρέους και το προσωπείο του «εθνικού συμφέροντος», μέσα σε αυτό το χρόνο διέλυσαν εργατικά δικαιώματα που η εργατική τάξη χρειάστηκε πολύχρονους αγώνες για να κατακτήσει. Μείωση μισθών και συντάξεων σε δημόσιο και ιδιωτικό τομέα, κατάργηση της Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας, αύξηση των έμμεσων φόρων, κλείσιμο νοσοκομείων, σχολείων, μείωση κρατικών δαπανών για την τριτοβάθμια εκπαίδευση, ξεπούλημα της εναπομείνασας δημόσιας περιουσίας, συνθέτουν το παζλ της αντεργατικής πολιτικής. Υπό αυτό λοιπόν το πρίσμα καλούμαστε να βγάλουμε συμπεράσματα για τα αποτελέσματα των φοιτητικών εκλογών.

Καταρχήν πρέπει να επισημανθεί ότι σε μια ακόμη εκλογική αναμέτρηση οι δυο μεγάλες παρατάξεις, ΠΑΣΠ-ΔΑΠ, έβαλαν σε εφαρμογή τους μηχανισμούς πελατειακών σχέσεων, που χρόνια ολόκληρα καλλιεργούν στο δημόσιο πανεπιστήμιο, δημιουργώντας στους φοιτητές αυταπάτες για ατομικό δρόμο και αποστροφή προς την πολιτική και το συνδικαλισμό . Η ΠΑΣΠ, ως κυβερνητική παράταξη, κατέγραψε σημαντική πτώση (2% περίπου), συμπαρασσυρόμενη από την φθορά του κομματικού της φορέα, μη μπορώντας να πείσει για την «ανεξαρτησία» της από το ΠΑΣΟΚ. Από την άλλη πλευρά όμως η ΔΑΠ, σημείωσε μεγάλη άνοδο (πάνω από 3%) δείχνοντας αφενός ότι σε πολλές σχολές εκμεταλλεύτηκε την πτώση της ΠΑΣΠ και αφετέρου ότι βρίσκεται πλέον σε τροχιά ανασυγκρότησης, ύστερα από τα χρόνια διακυβέρνησης της ΝΔ και την φθορά την οποία είχε υποστεί. Συνολικά όμως οι παρατάξεις του δικομματισμού σε απόλυτο αριθμό ψήφων κατέγραψαν άνοδο κάτι που αναδεικνύει –ειδικά σε μια τέτοια περίοδο- το έλλειμμα της αριστεράς.

Η πτώση για δεύτερη συνεχόμενη χρονιά της ΠΚΣ αναδεικνύει την αδιέξοδη πολιτική που ακολουθεί, ειδικά μετά από τη δημιουργία του ΜΑΣ. Η τακτική δημιουργίας «συλλόγων-επιτροπών αγώνα» αντιπαραθετικά προς τους Φοιτητικούς Συλλόγους γιατί «δεν μας ευνοούν οι συσχετισμοί», η αποδοκιμασία και το σαμποτάζ των Γενικών Συνελεύσεων, δεν έχουν τίποτα να προσφέρουν στους φοιτητές που πλήττονται από την κυρίαρχη πολιτική αλλά και στο φοιτητικό κίνημα γενικότερα. Η ΑΡ.ΕΝ. σημείωσε πτώση, στις ήδη μικρές δυνάμεις της, μη μπορώντας να ξεφύγει από τη διαλυτική κατάσταση που επικρατεί στον ΣΥ.ΡΙΖ.Α. Μια κατάσταση που επιδεινώθηκε με την αδυναμία του ν' απαντήσει ξεκάθαρα στα ερωτήματα που έθεσε η οικονομική κρίση και το δημόσιο χρέος.

Όσον αφορά την Ενιαία Ανεξάρτητη Αριστερή Κίνηση κράτησε τις δυνάμεις της, κάτι που όμως μοιάζει αναντίστοιχο, αν αναλογιστούμε την περίοδο κατά την οποία διεξήχθησαν οι φοιτητικές εκλογές. Στα θετικά βέβαια θα πρέπει να συμπεριλάβουμε το γεγονός ότι –σε μεγαλύτερο ή μικρότερο βαθμό- σχήματα της ΕΑΑΚ, προέβαλλαν αιτήματα του προγράμματος που κατέβηκε στις περιφερειακές εκλογές από τις δυνάμεις της κομμουνιστικής οργάνωσης ΑΝΑΣΥΝΤΑΞΗ και της ΑΝΤΑΡΣΥΑ, όπως η διαγραφή του δημοσίου χρέους και η έξοδος από ΕΕ-ΝΑΤΟ. Αιτήματα που μαζί με την κρατικοποίηση τραπεζών-μεγάλων επιχειρήσεων με εργατικό έλεγχο, τη δήμευση της εκκλησιαστικής περιουσίας και το χωρισμό κράτους-εκκλησίας, την απαγόρευση απολύσεων και την αύξηση των μισθών, αποτελεί την εργατική απάντηση στην κρίση.


Αναγκη ανασυγκροτησης φοιτητικου κινηματος στη βαση της εργατικης δημοκρατιας

Τη στιγμή λοιπόν που η εργατική τάξη αλλά και η σπουδάζουσα νεολαία δέχονται μια ιστορική επίθεση στα δικαιώματά τους –με τον νομοσχέδιο της Διαμαντοπούλου, που μετατρέπει τα πανεπιστήμια σε επιχειρήσεις, να πηγαίνει προς ψήφιση το καλοκαίρι- είναι πιο αναγκαίο από ποτέ να τεθεί το ζήτημα της ανασυγκρότησης του φοιτητικού κινήματος και συνολικά του φοιτητικού συνδικαλισμού. Η σημερινή γραφειοκρατική, αντιδημοκρατική συγκρότηση πρέπει να αντικατασταθεί από μια δομή που θα στηρίζεται στις αρχές της εργατικής δημοκρατίας. Θα πρέπει να αναζωογονηθούν οι Γενικές Συνελεύσεις, με την συμμετοχή των φοιτητών στις διαδικασίες βάσεις των συλλόγων, μέσα στις οποίες αμεσοδημοκρατικά θα εκλέγουν εκπροσώπους και όργανα, τα οποία θα μπορούν άμεσα να ανακαλέσουν στην επόμενη Γενική Συνέλευση. Επίσης, στόχος δεν πρέπει να είναι η διάλυση των Δ.Σ, αλλά η μετατροπή τους σε υπηρέτες των Γ.Σ., με ευθύνη τους την διεξαγωγή Γ.Σ και την υλοποίηση των αποφάσεων τους. Αυτό βέβαια προϋποθέτει την ανασυγκρότηση των Δ.Σ., τα οποία θα υπόκεινται στους συσχετισμούς που διαμορφώνονται στις εκάστοτε Γ.Σ. και τα μέλη τους θα είναι άμεσα αιρετά και ανά πάσα στιγμή ανακλητά. Μια ακόμη αδυναμία της σημερινής κατάστασης είναι η απουσία δευτεροβάθμιων οργάνων σε επίπεδο ιδρύματος. Η απουσία αυτή αφενός επιτείνει την αδυναμία ομογενοποίησης του κινήματος των επιμέρους συλλόγων και αφετέρου βοηθά πολλές φορές στη διάσπαση του αγώνα του εκάστοτε ιδρύματος. Στην ίδια βάση θα πρέπει να συγκροτηθεί ο φοιτητικός συνδικαλισμός και σε τριτοβάθμιο-πανελλαδικό επίπεδο, πάνω στις αρχές της αιρετότητας, της ανακλητότητας και της αναλογικότητας.

Η οργάνωση του φοιτητικού κινήματος σύμφωνα με τις παραπάνω θα συμβάλλει όχι μόνο στην καλύτερη οργάνωση των αγώνων αλλά και στην διαπαιδαγώγηση φοιτητών και σπουδαστών, στην ανώτερη μορφή δημοκρατίας, την δημοκρατία των εργατικών συμβουλίων.

Αντίθετα με τα παραπάνω τόσο οι παρατάξεις του αστικού μπλοκ εξουσίας (ΠΑΣΠ-ΔΑΠ), όσο και δυνάμεις τις αριστεράς (ΠΚΣ,ΑΡΕΝ), αλλά και συνιστώσες που συμμετέχουν στην ΕΑΑΚ, προτείνουν την επαναλειτουργία της ΕΦΕΕ. Ως Κ.Ο. Ανασύνταξη θεωρούμε ότι η «νεκρανάσταση» της ΕΦΕΕ όχι μόνο δεν θα βοηθήσει το φοιτητικό κίνημα να βρεθεί σε καλύτερη θέση μάχης το επόμενο διάστημα, αλλά αποτελεί μια αστικοινοβουλευτικού τύπου συγκρότηση , άκρως γραφειοκρατική και αντιδημοκρατική, που το μόνο που θα προσφέρει –όπως έχει φανεί και ιστορικά- είναι ένας συνομιλητής στην εκάστοτε κυβέρνηση. Το ίδιο γραφειοκρατική, αντιδημοκρατική αλλά και άναρχη ήταν η συγκρότηση των συντονιστικών, που προέκυψαν τα προηγούμενα χρόνια, όταν το φοιτητικό κίνημα βρέθηκε σε όξυνση.

Σ’ αυτήν την κατεύθυνση τίθεται επιτακτικά η ανάγκη να κινηθεί, το ζωντανότερο κύτταρο του φοιτητικού κινήματος, η Ενιαία Ανεξάρτητη Αριστερή Κίνηση, προκειμένου να μπορέσει να ανταποκριθεί στις ανάγκες της περιόδου και να αποτελέσει την πρωτοπορία του φοιτητικού κινήματος στους αγώνες που έρχονται. Πρώτο βήμα θα πρέπει να αποτελέσει η διακήρυξη θέσεων, πάνω στην οποία θα συγκροτείται η ΕΑΑΚ. Οι θέσεις αυτές, θα πρέπει να καταδεικνύουν τον ταξικό ρόλο του πανεπιστημίου ως μέρος της κοινωνικής αναπαραγωγής, να θέτουν άμεσα αιτήματα και στόχους πάλης ( δωρεάν και δημόσια εκπαίδευση, ενάντια στους ταξικούς φραγμούς κλπ) και τέλος να περιγράφουν το πανεπιστήμιο του μέλλοντος με μεταβατικά αιτήματα όπως η ενιαία πανεπιστημιακή εκπαίδευση. Σε ένα δεύτερο επίπεδο, θα πρέπει να ξεκαθαρίζουν την σαφή θέση του φοιτητικό κίνημα στο πλάι του εργατικού κινήματος. Το πεδίο της εκπαίδευσης είναι ιδιαίτερα σημαντικό για το κεφάλαιο και ως εκ τούτου η πάλη κατά της αντιδραστικής αναδιάρθρωσης στο πανεπιστήμιο συνιστά οργανικό κομμάτι του συνόλου της ταξικής πάλης. Τέλος, θα πρέπει να συμπεριλαμβάνουν μαι συγκεκριμένη επεξεργασία για την συγκρότηση του φοιτητικού συνδικαλισμού και του φοιτητικού κινήματος στην βάση των αρχών της αιρετότητας, ανακλητότητας και αναλογικότητας.

Η κατάληξη σε ένα πολιτικό πλαίσιο θα συνιστά το πρώτο και αναγκαίο βήμα της ΕΑΑΚ προς μια πραγματική ενότητα και μια οργανωτική ανασυγκρότηση. Ένα τέτοιο βήμα δεν μπορεί παρά να συνοδεύεται από την εμπέδωση και εφαρμογή δημοκρατικών διαδικασιών στα σχήματα αλλά και στην πανελλαδική διαδικασία. Στόχος θα πρέπει να είναι μια ΕΑΑΚ με καθορισμένα- συγκεκριμένα μέλη, μια ΕΑΑΚ με διαδικασίες που θα καταλήγουν σε αποφάσεις στην βάση της αρχής της πλειοψηφίας, με κατοχύρωση δικαιώματος στην μειοψηφία να δημοσιοποιεί την άποψή της, μια ΕΑΑΚ με εκλεγμένα όργανα στην βάση των αρχών της εργατικής δημοκρατίας.