Πρωτομαγιά 2011

Πρωτομαγιά 2011

Τη χρονιά που μας πέρασε -χρονιά ανελέητης επίθεσης στα εργατικά δικαιώματα- η εργατική τάξη συμμετείχε μαζικά σε μια σειρά πανεργατικών απεργιών, ενώ έδωσε πάμπολλες μάχες σε κλαδικό και επιχειρησιακό επίπεδο. Αν επιλέξουμε την 1η Μάη σαν ημέρα απολογισμού, είναι φανερό ότι -παρά το ότι δεν έλειψαν μικρές επιμέρους νίκες- ο απολογισμός του συνδικαλιστικού εργατικού κινήματος για τη χρονιά που πέρασε από την Πρωτομαγιά του 2010 είναι συνολικά αρνητικός. Αυτός ο απολογισμός δεν αφορά μόνο τις δυνάμεις που κυριαρχούν στα συνδικάτα και οπωσδήποτε φέρουν την κύρια ευθύνη για τις αλλεπάλληλες ήττες της τελευταίας χρονιάς, αλλά και τις «αντιπολιτευόμενες» τάσεις οι οποίες επίσης καταγράφουν αδυναμία να εκπληρώσουν τους διακηρυγμένους στόχους τους.

Κοινός τόπος όλων των τάσεων που -και αυτήν την Πρωτομαγιά- θα εμφανιστούν στις τρείς (ή περισσότερες) χωριστές συγκεντρώσεις, είναι η διασπαστική πολιτική τους. Πολιτική στην οποία καταλήγουν ξεκινώντας από διαφορετικές αφετηρίες, συμβάλλοντας όλες όμως με τον τρόπο τους -και στο μερίδιο που τους αναλογεί- στην αποδιάρθρωση του κινήματος της εργατικής τάξης, στο αδυνάτισμα των αγώνων και στη διευκόλυνση της αστικής τάξης να διευρύνει τη συντριπτική νίκη που έχει ήδη πετύχει σε βάρος των εργαζόμενων.

Οι δυνάμεις που αποτελούν την πλειοψηφία στη ΓΣΕΕ, την ΑΔΕΔΥ και τις περισσότερες Ομοσπονδίες και σωματεία (ΠΑΣΚΕ, ΔΑΚΕ, το μεγαλύτερο μέρος της Αυτόνομης Παρέμβασης) διασπούν συστηματικά το εργατικό κίνημα με μια σειρά τρόπους. Προωθούν τη διάσπαση ανάμεσα στους εργαζόμενους διαφορετικών κλάδων, ανάμεσα στις διαφορετικές Ομοσπονδίες και σωματεία, απομονώνοντας τις συνδικαλιστικές οργανώσεις που βρίσκονται σε αγωνιστικές κινητοποιήσεις αντί να οργανώσουν το συντονισμό των αγώνων. Διασπούν τους εργαζόμενους που βρίσκονται στον ίδιο κλάδο, στο ίδιο σωματείο, ακόμα και στον ίδιο χώρο εργασίας, προσπαθώντας να διαιωνίσουν την κυριαρχία τους μέσω της συνδιαλλαγής με την εργοδοσία. Αποτέλεσμα της πολιτικής αυτής, είναι η συνολική χειροτέρευση των όρων διαβίωσης της εργατικής τάξης, η αδυναμία του εργατικού κινήματος να αντισταθεί στη σαρωτική επίθεση της κυβέρνησης των κεφαλαιοκρατών.

Απέναντι σε αυτήν την πλειοψηφία του εργατικού συνδικαλιστικού κινήματος, στέκονται οι δυνάμεις του ΠΑΜΕ με διακηρυγμένο στόχο την κατάκτηση της ηγεμονίας στο συνδικαλιστικό κίνημα. Το στόχο αυτό δεν κατάφεραν να τον εκπληρώσουν τα προηγούμενα χρόνια. Και τη χρονιά που μας πέρασε όμως, χρονιά αγώνων και οξυμένης ταξικής σύγκρουσης, χρονιά που οι ήττες και οι υποχωρήσεις του κινήματος χρεώνονται στις πλειοψηφούσες δυνάμεις σε ΓΣΕΕ και ΑΔΕΔΥ, το ΠΑΜΕ δεν κατάφερε να προσεγγίσει το στόχο του, δεν κατάφερε να φθείρει τις κυρίαρχες δυνάμεις και αντίθετα η φθορά σε πολλές περιπτώσεις εμφανίστηκε στις γραμμές του. Τα αποτελέσματα της δράσης του, δείχνουν έμπρακτα ότι η διασπαστική πολιτική της συνδικαλιστικής γραφειοκρατίας δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί με μια άλλη διασπαστική τακτική.

Στην ίδια ρότα και μια σειρά δυνάμεις της εξωκοινοβουλευτικής Αριστεράς, επιμένουν στον εγκλωβισμό τους σε μια αδιέξοδη διασπαστική τακτική -κακέκτυπο του ΠΑΜΕ. Οι -αδύναμες ακόμα- τάσεις που πρεσβεύουν την ενιαιομετωπική τακτική, αδυνατούν προς το παρόν να επιβάλουν μια άλλη κατεύθυνση. Είναι χαρακτηριστική από αυτήν την άποψη, η εξέλιξη του συντονισμού δράσης των πρωτοβάθμιων σωματείων. Μια τακτική που αποτελεί τη συγκεκριμένη εφαρμογή της τακτικής του ενιαίου μετώπου στο συνδικαλιστικό κίνημα, αντί να βασίζεται στις διαδικασίες των σωματείων εξασφαλίζοντας τη συμμετοχή της εργατικής βάσης, έχει εκφυλιστεί σε έναν ανεξέλεγκτο μηχανισμό παραγωγής ανακοινώσεων χωρίς αντίκρισμα, δείχνοντας τα αδιέξοδα των αντιλήψεων που κυριαρχούν στην εξωκοινοβουλευτική Αριστερά.

Οι χωριστές πρωτομαγιάτικες συγκεντρώσεις δεν θα αποτυπώσουν τίποτε άλλο από την προβληματική κατάσταση του συνδικαλιστικού κινήματος. Στην Αθήνα, χωρίς το «πρόβλημα» της μαζικής συμμετοχής των πανεργατικών απεργιών που μετέτρεπε τις χωριστές συγκεντρώσεις σε μια ενιαία λαοθάλασσα, οι χωριστές συγκεντρώσεις θα γίνουν επιτέλους διακριτές και θα επιτρέψουν στους διοργανωτές τους να πανηγυρίζουν για την «επιτυχία της ταξικής συγκέντρωσης».

Σε αυτήν την κατάσταση, οι κομμουνιστές που θέλουν να υπηρετήσουν την ενιαιομετωπική τακτική, επιμένουν να καλούν σε μία ενωτική εργατική πρωτομαγιάτικη συγκέντρωση. Δουλεύουν την αντίληψή τους συμμετέχοντας στη συγκέντρωση με τη συνδικαλιστική τους οργάνωση (σωματείο, εργατικό κέντρο ή ομοσπονδία).

Διασπαστική πολιτική στο κίνημα και ταξική συνεργασία

Η σεχταριστική - διασπαστική πολιτική στο συνδικαλιστικό κίνημα, που ασκεί σχεδόν το σύνολο της Αριστεράς είτε με τη στοίχιση πίσω από τη συνδικαλιστική γραφειοκρατία είτε με το διαχωρισμό των εργατών με βάση την πολιτική και ιδεολογική τους τοποθέτηση, συνοδεύεται σε όλες τις περιπτώσεις από την τακτική του λαϊκού μετώπου, δηλαδή την πολιτική της ταξικής συνεργασίας, σε πολιτικό επίπεδο.

Αυτό είναι προφανές για τον -σοσιαλδημοκρατικής κατεύθυνσης- ΣΥΡΙΖΑ, που δεν είχε ποτέ την εργατική τάξη σαν κοινωνική του αναφορά. Ισχύει όμως, με διαφορετικό τρόπο και για τις άλλες δυνάμεις. Το ΚΚΕ ενώ πρωτοστατεί στο διαχωρισμό των εργατών με βάση τις αντιλήψεις τους, δεν παραλείπει σε κάθε ευκαιρία να καλεί εκτός από τους εργάτες, τους αγρότες, τους ΕΒΕ και τους αυτοαπασχολούμενους. Ποιος είναι όμως ο κοινός πολιτικός τόπος όλων αυτών των κοινωνικών στρωμάτων; Σε ποιες διεκδικήσεις μπορούνε να συμπέσουνε, ειδικά την περίοδο της κρίσης, όταν η επιβίωση των μικροαστών προϋποθέτει τη σύνθλιψη των εργατικών συμφερόντων; Αντίστοιχα, δυνάμεις της εξωκοινοβουλευτικής Αριστεράς, που απαιτούν το μάξιμουμ της πολιτικής συμφωνίας στο συνδικαλιστικό κίνημα, δείχνουν πολύ μεγάλη προθυμία να υποκλιθούν σε μικροαστικά συμφέροντα σε πολιτικό επίπεδο, κάνοντας τους ανάλογους «ελιγμούς» και τις αναγκαίες «προσαρμογές» στον προγραμματικό τους λόγο.

Η τακτική του ενιαίου μετώπου της εργατικής τάξης, είναι μακριά από αυτήν την πολιτική. Η ενότητα των εργατών βασίζεται στα κοινά ταξικά συμφέροντα και σφυρηλατείται με την πάλη στη βάση των προβλημάτων. Σε αυτήν την πάλη οι κομμουνιστές μπαίνουν μπροστά και επιδρούν με το πρόγραμμά τους. Σε πανεθνικό επίπεδο όμως, δεν υπάρχουν κοινά για όλους προβλήματα, γιατί οι διαφορετικές τάξεις έχουν διαφορετικά προβλήματα και άρα διαφορετικές επιδιώξεις και στόχους. Η πολιτική τακτική που αναζητά κοινούς στόχους ανάμεσα στις τάξεις, είναι πολιτική που υποτάσσει τα εργατικά συμφέροντα σε συμφέροντα ξένα. Η συμμαχία με τα μεσαία στρώματα πρέπει να γίνεται στη βάση του προγράμματος που υπηρετεί τα συμφέροντα και την προοπτική της εργατικής τάξης. Η εργατική τάξη και οι οργανώσεις της το μόνο που μπορούν να υποσχεθούν, είναι ότι τα προβλήματα των μικροαστών θα λυθούν με τον εργατικό τρόπο, με τον τρόπο που εξασφαλίζει τα εργατικά συμφέροντα. Μόνο έτσι μπορεί να επιτευχθεί συμμαχία υπό εργατική ηγεμονία.

Η τακτική του ενιαίου μετώπου δεν μπορεί να υπηρετηθεί εκλεκτικίστικα, διαλέγοντας αυτά που μας αρέσουν και παραβλέποντας αυτά που δε μας βολεύουν. Υπηρετείται ενιαία, με συγκεκριμένη τακτική τόσο στο εργατικό συνδικαλιστικό κίνημα, όσο και σε πολιτικό επίπεδο στις σχέσεις με τις άλλες κοινωνικές τάξεις.