Η αστική τάξη προετοιμάζεται σχεδιάζοντας Αναδιάταξη Πολιτικού Συστήματος

Η αστική τάξη προετοιμάζεται σχεδιάζοντας Αναδιάταξη Πολιτικού Συστήματος

«Πάσο» της Αριστεράς που ετοιμάζεται για εκλογές, παραπέμποντας στις ελληνικές καλένδες το ζήτημα της εξουσίας

Η περίφημη αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους - ή αλλιώς ελεγχόμενη χρεοκοπία - δέσποσε στην επικαιρότητα το περασμένο διάστημα. Αυτό που συζητιόταν εδώ και καιρό και που με βάση τα στοιχεία φαινόταν η πιο πιθανή εξέλιξη, όπως είχαμε επισημάνει και από τις στήλες της «Εργατικής Πολιτικής», βρίσκεται πλέον «επί θύραις». Η εξέλιξη αυτή θα αποτελέσει ένα ακόμα πλήγμα για την εργατική τάξη και τα εργαζόμενα στρώματα. Η αστική προπαγάνδα, όπως είναι λογικό και όπως κάνει συστηματικά και με ιδιαίτερη σπουδή τον τελευταίο χρόνο, προσπαθεί να εξηγήσει και αυτήν την εξέλιξη από τη σκοπιά μιας αταξικής, «πατριωτικής» οπτικής, συγκαλύπτοντας την ταξική φύση της κυβερνητικής πολιτικής.

Η αλήθεια είναι ότι παρά την αδυναμία της κυβερνητικής πολιτικής να διαχειριστεί το πρόβλημα του κρατικού χρέους, η αστική τάξη είναι απόλυτα προσηλωμένη στην πολιτική του μνημονίου. Οι απώλειές της σε οικονομικό επίπεδο με τη συρρίκνωση της εσωτερικής αγοράς, είναι μικρότερης σημασίας από την ιστορική νίκη που επιτυγχάνει απέναντι στην εργατική τάξη της χώρας, καθώς απολαμβάνει μια σαρωτική υποτίμηση της αξίας της εργατικής δύναμης, που ούτε να την ονειρευτεί μπορούσε πριν από δύο μόλις χρόνια. Μπορεί με τη συρρίκνωση της αγοραστικής δύναμης των εργαζομένων να συνθλίβεται η μικρή αστική τάξη που εξαρτάται κυρίως από την εσωτερική αγορά, τα κυρίαρχα όμως τμήματα του κεφαλαίου, χάρη σε αυτήν τη συρρίκνωση της τιμής πώλησης της εργατικής δύναμης, κερδίζουν με ταχύτητα έδαφος στο διεθνή καπιταλιστικό ανταγωνισμό.

Η πολιτική αυτή έχει φυσικά βαρύτατες συνέπειες στους όρους διαβίωσης της εργατικής τάξης, στις γραμμές της οποίας η δυσαρέσκεια μετατρέπεται όλο και πιο γρήγορα σε οργή. Το Δεκέμβρη του 2008 είχαμε το ξέσπασμα της συσσωρευμένης οργής της νεολαίας. Σήμερα η συσσώρευση των όρων ενός νέου ξεσπάσματος είναι πολλαπλάσια από τότε και αφορά ένα ολοένα και διευρυνόμενο τμήμα της κοινωνίας που περιλαμβάνει εκτεταμένα τμήματα της εργατικής τάξης, αλλά και μεσαία στρώματα που είτε έχουν καταστραφεί είτε βλέπουν τη χρεοκοπία τους να πλησιάζει. Η αστική τάξη έχει γνώση της κατάστασης αυτής. Εκδήλωση της συσσωρευμένης οργής άλλωστε, είναι τα φαινόμενα δημόσιας αποδοκιμασίας του αστικού πολιτικού προσωπικού, που έχουν οδηγήσει τους πολιτικούς σε απόσυρση από τις δημόσιες εμφανίσεις. Οι κεφαλαιοκράτες και το πολιτικό τους προσωπικό κατανοούν ότι μια κοινωνική έκρηξη σήμερα, θα προσλάβει πολύ πιο απειλητικά -για την αστική εξουσία- χαρακτηριστικά και παίρνουν τα μέτρα τους γι’ αυτό. Η αναζήτηση π.χ. αποδιοπομπαίων τράγων σε πολιτικούς για τους οποίους «έχει βουίξει ο τόπος» για τη διαφθορά τους, είναι ενταγμένη σε μια πολιτική κατευνασμού της λαϊκής οργής. Άλλο παράδειγμα είναι η απόσυρση των ΜΑΤ από την Κερατέα που είναι ενταγμένη στη λογική αποφυγής εξελίξεων που μπορεί να αποβούν ανεξέλεγκτες.

Πέρα από τις κινήσεις «έκτακτης ανάγκης» όμως, η αστική τάξη είναι αναγκασμένη να προχωρήσει σε τομές μεγαλύτερου βάθους ξεκινώντας από το κομματικό σύστημα, στο οποίο πρέπει να προχωρήσει σε μια επέμβαση στρατηγικού χαρακτήρα που θα ακουμπήσει το σύνολο των πολιτικών ρευμάτων.

Η προσπάθεια αυτή των αστών, είναι ουσιαστικά ένας αγώνας δρόμου, καθώς τρέχουν να προλάβουν τις εξελίξεις. Για καλή τους τύχη, έχουν απέναντί τους μια Αριστερά που σχεδόν στο σύνολό της πιστεύει ότι δεν μπορεί να τεθεί σήμερα το ζήτημα της εξουσίας, εγκαταλείπει το πεδίο αυτό και επιλέγει να τα δώσει όλα στο κίνημα και στις κάλπες.

Η τοποθέτηση της Αλέκας Παπαρήγα στη συγκέντρωση του ΚΚΕ στις 18 Απρίλη είναι χαρακτηριστική. Ενώ κάνει κάλεσμα να μπει το γενικό πολιτικό ζήτημα στην πρώτη γραμμή, παρακάτω εξηγεί ποια πρέπει να είναι η απάντηση σήμερα, η οποία είναι (τι άλλο!) οι εκλογές που «μπορούν να σπρώξουν τα πράγματα προς τα εμπρός […] αν στηριχτεί η πολιτική πρόταση του ΚΚΕ.» Άλλωστε, στις 15 Απρίλη στην πανευρωπαϊκή συνάντηση των κομμουνιστικών κομμάτων θα πει ότι: «δεν είναι στην ημερήσια διάταξη η σοσιαλιστική κοινωνική επανάσταση» Με την εκτίμηση αυτή θα συμφωνήσει και το κεντρικό άρθρο του «Πριν», στο οποίο εκτιμάται ότι η «ωρίμανση» των υποκειμενικών συνθηκών θα γίνει με την εκπαίδευση της εργατικής τάξης στην πάλη για την απόκρουση του αντιδραστικού προγράμματος του κεφαλαίου και ο στόχος που τίθεται είναι το ρήγμα στην πολιτική του κεφαλαίου.

Η εκτίμηση αυτή δε μας βρίσκει σύμφωνους και όχι μόνο από γενική θεωρητική άποψη. Η κοινωνική κατάσταση κυοφορεί εξέγερση και αυτό ισούται με τη δυνατότητα να τεθεί το ζήτημα της επανάστασης και της εξουσίας. Αυτό από τη δική μας σκοπιά, μεταφράζεται στην εκτίμηση ότι η σοσιαλιστική επανάσταση είναι στην ημερήσια διάταξη. Γνωρίζουμε φυσικά, ότι δεν υπάρχει σήμερα στην Ελλάδα το κόμμα ή η οργάνωση που μπορεί σε συνθήκες εξέγερσης να δράσει στην κατεύθυνση της κατάληψης της εξουσίας, δηλαδή να βάλει γραμμή συγκρότησης εργατικών συμβουλίων – οργάνων εξουσίας, να τα κατευθύνει στην κατάληψη και τον έλεγχο των μέσων παραγωγής και να οργανώσει το αναγκαίο επαναστατικό πραξικόπημα, δηλαδή την κατάληψη των κρίσιμων κόμβων που θα παραλύσουν την εξουσία της αστικής τάξης. Κι αν υπήρχε κάποια κρυφή ελπίδα ότι το ΚΚΕ μπορεί να παίξει το ρόλο αυτό, ως το μοναδικό κόμμα που έχει τον απαιτούμενο οργανωτικό όγκο για να εκπληρώσει αυτά τα καθήκοντα, η γραμματέας του φροντίζει να τη διαψεύδει συστηματικά με τις δηλώσεις της. Η ύπαρξη, λειτουργία και δράση των οργανώσεων που αυτοπροσδιορίζονται ως κομμουνιστικές όμως, έχει νόημα για να παίξουν ακριβώς αυτόν το ρόλο σε τέτοιες κρίσιμες φάσεις. Τα επαναστατικά κόμματα άλλωστε, φτιάχνονται στη φωτιά της μάχης και κερδίζουν τον τίτλο τους τις στιγμές που η εξουσία κρίνεται.

Το πρόβλημα όμως, δεν είναι μόνο η εκτίμηση της περιόδου, αλλά και η γενικότερη προοπτική που δίνεται. Το μονότονο μοτίβο «αγώνες και εκλογές» δεν χαράσσει καμία πολιτική προοπτική και δεν μπορεί να συσπειρώσει δυνάμεις. Η εργατική τάξη απεργεί ξανά και ξανά, παρά τις προβλέψεις, με τελευταία δυναμική παρουσία την απεργία της 23ης Φλεβάρη. Στέκεται στην πλειοψηφία της ενάντια στην κυβέρνηση. Όμως οι ίδιες δημοσκοπήσεις που καταγράφουν την κατάρρευση των αστικών κομμάτων, δείχνουν ότι η μεγάλη πλειοψηφία δεν επιθυμεί εκλογές. Και αυτό είναι απόλυτα λογικό από τη στιγμή που δεν προσφέρεται καμία άλλη προοπτική, πέρα από την αντίσταση που θα καθυστερήσει ή θα μετριάσει κάπως την κυβερνητική επίθεση. Η διατύπωση πολιτικής πρότασης είναι δύναμη και για τους αγώνες. Απέναντι στην επαναστατική πολιτική πρόταση που συμπυκνώνεται στο σύνθημα της εργατικής κυβέρνησης, αντιπαρατίθεται ένα «σχέδιο» που επιδιώκει παρατεταμένους αγώνες με στόχο να προκληθεί ρήγμα στην αστική πολιτική και το μνημόνιο, να συγκεντρωθούν δυνάμεις και να «ωριμάσουν» οι συνθήκες. Το «σχέδιο» αυτό, δεν λαμβάνει υπ’ όψη του την πραγματικότητα, η οποία δεν κινείται με βάση τις επιθυμίες μας. Και η πραγματικότητα λέει ότι χωρίς πολιτική προοπτική αποκλείεται να υπάρξουν παρατεταμένοι αγώνες και ρήγμα στο μνημόνιο και το πιθανότερο είναι να έχουμε κάποιου τύπου ξέσπασμα ή εξέγερση ανεξάρτητα από το «σχέδιο» του ΚΚΕ, της ΑΝΤΑΡΣΥΑ ή οποιουδήποτε άλλου.

Απέναντι λοιπόν στον κινηματισμό και την εκλογολαγνεία που κυριαρχεί στην Αριστερά, η σημερινή κατάσταση απαιτεί επιμονή στην πρόταση για εργατική κυβέρνηση και στο πρόγραμμα εργατικής απάντησης στην κρίση, ζύμωση για το ρόλο και την αναγκαιότητα των εργατικών συμβουλίων και ετοιμότητα απέναντι στις εξελίξεις. Αυτά είναι τα εφόδια με τα οποία πρέπει οι επαναστάτες να βαδίσουν στην επόμενη περίοδο. Και είναι εφόδια επαρκή για να αντιμετωπίσουμε μια περίοδο που αναμένεται πλούσια σε εξελίξεις.