Κάτω η Κυβέρνηση του Κεφαλαίου - Εργατική Κυβέρνηση

Κάτω η Κυβέρνηση του Κεφαλαίου - Εργατική Κυβέρνηση

 

Οι εξελίξεις στην Ευρωπαϊκή ήπειρο διαψεύδουν με τον πιο εκκωφαντικό τρόπο τις «αναλύσεις» και τους «ειδικούς» που προφήτευαν ότι η σημερινή οικονομική κρίση θα είναι ένα σύντομο διάλειμμα και ότι η έξοδος από αυτήν και η επιστροφή στις παλιές καλές εποχές της καπιταλιστικής ευημερίας είναι ζήτημα μερικών μηνών. Σε ολόκληρη την Ευρώπη εξελίσσεται μια ιστορικών διαστάσεων επίθεση στην εργατική τάξη. Κατακτήσεις για τις οποίες απαιτήθηκαν αιματηροί αγώνες και πολλές δεκαετίες για να κατοχυρωθούν, κατεδαφίζονται «εν μία νυκτί».

Σε αυτό το πανευρωπαϊκό σκηνικό της καπιταλιστικής κρίσης, η Ελλάδα εξακολουθεί να παραμένει ο πιο αδύναμος από τους - πολλούς πλέον – αδύναμους κρίκους. Εδώ εξελίσσεται και η πιο βάρβαρη επίθεση σε μια εργατική τάξη που ήδη ήταν η πιο κακοπληρωμένη σε ολόκληρη την Ε.Ε.

Η επίθεση στα εργατικά δικαιώματα και η διαμόρφωση ενός νέου - δυσμενέστερου για την εργατική τάξη – συσχετισμού, είναι ζωτική ανάγκη για τους κεφαλαιοκράτες, είναι όρος για την επιβίωσή τους, για τη διατήρηση της θέσης και των προνομίων τους, σε συνθήκες κρίσης. Η επίθεση αυτή δεν είναι υπόθεση κάθε μεμονωμένου κεφαλαιοκράτη. Γίνεται συντεταγμένα από το σύνολο των κεφαλαιοκρατών και αφορά στο σύνολο της εργατικής τάξης. Συντονίζεται από το αστικό κράτος την Ε.Ε. και το ΔΝΤ. Ο νέος συσχετισμός αποκρυσταλλώνεται σε νόμους που κατοχυρώνουν το έδαφος που κερδίζουν οι κεφαλαιοκράτες.

Η αντίδραση της εργατικής τάξης, οι αγώνες και οι κινητοποιήσεις των συνδικαλιστικών της οργανώσεων, είναι εμφανώς αναντίστοιχες με το μέγεθος της επίθεσης και πολύ κατώτερες των δυνατοτήτων, ακόμα και του σημερινού εκφυλισμένου συνδικαλιστικού κινήματος, όπως φαίνεται συγκρίνοντας αγώνες που αναπτύχθηκαν ακόμα και στο πολύ πρόσφατο παρελθόν.

Κάθε προσπάθεια της εργατικής τάξης να αντιδράσει και να αποκρούσει τις ριπές των κυβερνητικών μέτρων, συναντά απέναντί της το σύνολο των δυνάμεων του κεφαλαίου: την κυβέρνηση, την Ε.Ε., το ΔΝΤ και το ιδεολογικό τους οπλοστάσιο που παρουσιάζει τη σημερινή κατάσταση ως μονόδρομο.

Κάθε αγώνας που θα προβάλει ισχυρή αντίσταση, έρχεται άμεσα σε σύγκρουση με τον σκληρό πυρήνα της ταξικής εξουσίας των κεφαλαιοκρατών. Κάθε εργατική κινητοποίηση που έχει στόχο την ανατροπή έστω και μέρους της κυβερνητικής πολιτικής, βάζει θέμα πτώσης της κυβέρνησης. Αυτή η ιδιομορφία της περιόδου, προκαλεί δέος και παράλυση στο εργατικό κίνημα, σύμπτωμα της χρόνιας επίδρασης της αστικής επιρροής και της κυριαρχίας του οικονομισμού. Είναι χαρακτηριστικό ότι το σύνθημα «Κάτω η κυβέρνηση» που σε άλλες περιόδους – και ειδικά όταν στην κυβέρνηση ήταν η Ν.Δ. – το είχαν για «ψωμοτύρι» ακόμα και τα συνδικάτα, σήμερα δεν τολμούν να το εκστομίσουν ούτε πολιτικές οργανώσεις. Κι αυτό γιατί δεν μπορούν να απαντήσουν στο εύλογο ερώτημα «Μετά την πτώση της κυβέρνησης τι;».

Η αδυναμία του εργατικού κινήματος να διατυπώσει πολιτικούς στόχους και να χαράξει κατεύθυνση αντεπίθεσης, αφορά τόσο το συνδικαλιστικό κίνημα, όσο και το εργατικό κίνημα με την ευρεία έννοια.


Οι διαφορετικές γραμμές στην Αριστερά

Ένα ρεύμα απόψεων στο οποίο συγκλίνουν - από διαφορετικούς δρόμους – ασύμβατες μεταξύ τους πολιτικές απόψεις, θεωρεί σαν βασικό διακύβευμα της περιόδου την ανάπτυξη αντιστάσεων και αγώνων. Οι απόψεις αυτές βάζουν σε δεύτερη μοίρα το πολιτικό πρόγραμμα και την πολιτική προοπτική και θεωρούν ότι με κάποιο γραμμικό τρόπο η όποια πολιτική απάντηση θα προκύψει από την ανάπτυξη του κινήματος. Η άποψη αυτή είναι λάθος, γιατί δεν κατανοεί ότι – ειδικά σήμερα - χωρίς πολιτική πρόταση κανένα κίνημα δεν πρόκειται να αναπτυχθεί. Μεγάλοι εργατικοί αγώνες του παρελθόντος, στους οποίους η Αριστερά εξακολουθεί να έχει αναφορά, ήταν συνδεδεμένοι με κάποιας μορφής πολιτική διέξοδο (π.χ. ΕΑΣ). Όσο κι αν αυτές οι πολιτικές διέξοδοι ήταν στα πλαίσια του αστικού κομματικού συστήματος, τροφοδοτούσαν και ενίσχυαν την αποφασιστικότητα των αγωνιζόμενων εργατών. Σήμερα, που δεν υπάρχει καμία πολιτική διέξοδος στα πλαίσια του αστικού κομματικού συστήματος, η πολιτική προοπτική που οφείλει να προτείνει στην εργατική τάξη η Αριστερά, θα είναι αναγκαστικά σε επαναστατική κατεύθυνση.

Ένα δεύτερο ρεύμα απόψεων, βάζει το ζήτημα της προοπτικής με κάποιο τρόπο. Είτε με την αμφίσημη «λαϊκή εξουσία», είτε με τη θολή «κομμουνιστική προοπτική», είτε πιο καθαρά με το σύνθημα της «εργατικής εξουσίας», υπάρχουν δυνάμεις που προσπαθούν να περιγράψουν μια άλλη προοπτική και να βάλουν την άποψη αυτή στο κίνημα. Σε όλες αυτές τις απόψεις εμφανίζεται ένα σημαντικό κενό που είναι η απουσία πολιτικών στόχων που να συνδέονται με την ανάπτυξη των αγώνων και να υπηρετούν τον τελικό σκοπό. Έτσι, ανεξάρτητα από προθέσεις, επί της ουσίας κυριαρχεί το «αγώνες και βλέπουμε» ή στην χειρότερη περίπτωση το κίνημα μένει έρμαιο στις απόψεις που διεκδικούν μια «άλλη πολιτική» από την ίδια αστική κυβέρνηση.


Η εργατική κυβέρνηση

Η πρόταση της εργατικής κυβέρνησης βασίζεται κατ’ αρχήν σε ένα πολιτικό πρόγραμμα που περιγράφει την εργατική απάντηση στην κεφαλαιοκρατική επίθεση και την κρίση. Στόχος του προγράμματος αυτού είναι μια μεγάλης κλίμακας απαλλοτρίωση της κεφαλαιοκρατικής ιδιοκτησίας, όπως αυτή προκύπτει από στόχους όπως η διαγραφή του χρέους, η εθνικοποίηση των τραπεζών και των μεγάλων επιχειρήσεων και η λειτουργία τους με εργατικό έλεγχο.

Το πρόγραμμα αυτό μπορεί να υλοποιηθεί στο σύνολό του, μόνο από το κράτος της εργατικής εξουσίας και μάλιστα σε μια κατάσταση που υπάρχουν σημαντικά διεθνή στηρίγματα. Μπορεί δηλαδή να υλοποιηθεί από μια επαναστατική εργατική κυβέρνηση, μια κυβέρνηση της δικτατορίας του προλεταριάτου που στηρίζεται στα πανεθνικά οργανωμένα εργατικά συμβούλια.

Οι πολιτικές δυνάμεις που καταθέτουν αυτό το πρόγραμμα, οφείλουν να αγωνίζονται και να διεκδικούν την υλοποίησή του από σήμερα. Αυτό στις συνθήκες της τρέχουσας κοινοβουλευτικής ομαλότητας συμπυκνώνεται στο σύνθημα της εργατικής κυβέρνησης. Με σημαία αυτό το πρόγραμμα, πρόγραμμα που περιγράφει την εργατική απάντηση στην κρίση και την επίθεση των κεφαλαιοκρατών, απαιτούμε την πτώση της κυβέρνησης και επιδιώκουμε να μπει στη θέση της μια κυβέρνηση που θα υλοποιήσει αυτό το πρόγραμμα. Η κυβέρνηση αυτή μπορεί να είναι μόνο κυβέρνηση της εργατικής τάξης και των εργαζόμενων μικροαστών που υπό το φάσμα της επικείμενης προλεταριοποίησής τους «δεν υπερασπίζουν τα σημερινά, αλλά τα μελλοντικά τους συμφέροντα, εγκαταλείπουν τη δική τους άποψη για να πάνε με την άποψη του προλεταριάτου.» (Κομμουνιστικό Μανιφέστο). Η επιδιωκόμενη εργατική κυβέρνηση δεν είναι ένα βήμα προς την επανάσταση, αλλά το πρώτο βήμα της επανάστασης.

Για την ανάδειξη μιας τέτοιας εργατικής κυβέρνησης πρέπει να επιδιώξουμε το σχηματισμό πολιτικού μετώπου με τη συνεργασία όλων των πολιτικών κομμάτων και οργανώσεων που έχουν αναφορά στην εργατική τάξη στη βάση του παραπάνω προγράμματος. Χωρίς μια τέτοια πολιτική πρόταση που μπορεί να ανοίξει έναν άλλο δρόμο, μένουμε σε μια γραμμή ανάπτυξης των αγώνων χωρίς προοπτική ή ακόμα χειρότερα αντί να προτείνουμε στο εργατικό κίνημα το γκρέμισμα της σημερινής αστικής κυβέρνησης και την ανάδειξη μιας εργατικής κυβέρνησης, αφήνουμε να αναπτύσσονται οι αυταπάτες για τη δυνατότητα μιας «καλύτερης», πιο «φιλολαϊκής» αστικής κυβέρνησης.

Οι πολιτικές προϋποθέσεις για ένα πολιτικό μέτωπο που θα διεκδικήσει το σχηματισμό εργατικής κυβέρνησης, δε φαίνεται να υπάρχουν σήμερα, όπως δε φαίνεται να υπάρχουν και οι πολιτικές προϋποθέσεις για την κατάκτηση της εξουσίας από την εργατική τάξη. Αν όμως αυτοί οι στόχοι δεν τεθούν, αυτές οι προϋποθέσεις δεν πρόκειται να εκπληρωθούν ποτέ. Για τη συγκρότηση ενός τέτοιου μετώπου απαιτείται σκληρή μάχη για την υιοθέτηση του προγράμματός μας από τις οργανώσεις της τάξης, συνδικαλιστικές και πολιτικές. Σε συνθήκες κρίσης και πολιτικής αστάθειας άλλωστε, οι εξελίξεις κινούνται με μεγάλη ταχύτητα και η κατάσταση μπορεί να αλλάζει απότομα. Το σύνθημα της εργατικής κυβέρνησης που σήμερα είναι σύνθημα ζύμωσης, μπορεί να μετατραπεί σε σύνθημα δράσης πολύ πιο γρήγορα απ ότι μπορούμε σήμερα να εκτιμήσουμε.

 

Αναζήτηση