Για την "ολοκλήρωση" του καπιταλισμου (μέρος α')

Για την "ολοκλήρωση" του καπιταλισμού

 

του Γιώργου Κωνσταντακόπουλου


Ο διάλογος σχετικά με την "ολοκλήρωση"i μεταξύ των διανοουμένων και των διαφόρων ρευμάτων της Αριστεράς διεξαγόταν όλα τα χρόνια μετά τον Β' παγκόσμιο πόλεμο, ιδιαίτερη όμως έκταση πήρε τις δύο τελευταίες δεκαετίες. Οι ρίζες των βασικών θεωριών που αναπτύχθηκαν σ' αυτό το διάστημα βρίσκονται στην εποχή της Β' Διεθνούς, στις αστικές θεωρίες της εποχής εκείνης, τη θεωρία του Κάουτσκι για τον "υπεριμπεριαλισμό" και τις αναλύσεις των "ορθόδοξων μαρξιστών" με κορυφαίο και πιο ολοκληρωμένο δείγμα τη μελέτη του Λένιν "Ο ιμπεριαλισμός, ανώτατο στάδιο του καπιταλισμού".

Τις δεκαετίες του '50 και του '60, όταν έγιναν τα πρώτα βήματα για την οικοδόμηση διεθνών καπιταλιστικών ενώσεων οικονομικού χαρακτήρα (ΔΝΤ, Διεθνής Τράπεζα, ΕΟΚ κ.α.), αναζωπυρώθηκαν οι διαμάχες για την ερμηνεία και τις προοπτικές των διαδικασιών "ολοκλήρωσης" που έπαιρναν πλέον υπόσταση. Τότε εμφανίστηκαν οι αστικές θεωρίες της σύγκλισης των δύο κοινωνικοοικονομικών συστημάτων και οι πρώτες έντονες διαφωνίες μεταξύ διανοουμένων της ΕΣΣΔ και των άλλων χωρών του "σοσιαλιστικού στρατοπέδου" για την "αντικειμενικότητα" ή μη της ολοκλήρωσης που αντανακλώνταν και στις ταλαντεύσεις των πολιτικών ηγεσιών σχετικά με τη στάση που έπρεπε να κρατήσουν κυρίως απέναντι στην ΕΟΚ και την ΕΖΕΣ.

Στη δεκαετία του '70 η θεωρητική διαμάχη στην Αριστερά επικεντρώθηκε στο ρόλο και την προοπτική των "καπιταλιστικών ολοκληρώσεων", ιδιαίτερα δε της μόνης υπαρκτής σε περιφερειακό επίπεδο τότε, της ΕΟΚ. Ο ευρωκομμουνισμός αποδεχόμενος πλήρως την "αντικειμενικότητα" της καπιταλιστικής ολοκλήρωσης, δηλαδή το νομοτελειακό και προοδευτικό χαρακτήρα των διαδικασιών "ολοκλήρωσης" που δρομολογούνταν με την ΕΟΚ, υποστήριζε πως είναι δυνατό η παρέμβαση των εργαζομένων στις διαδικασίες αυτές να ανατρέψει τον αντιλαϊκό τους χαρακτήρα μέσα από τη συμμετοχή στα όργανα της ΕΟΚ και στις κυβερνήσεις των χωρών - μελών. Από την άλλη μια μεγάλη μερίδα μαρξιστών συντάχθηκε με την άποψη που θεωρούσε τις διαδικασίες αυτές ιμπεριαλιστικού χαρακτήρα, ανάλυσε σ' ένα βαθμό το ρόλο τους και την αντιλαϊκή τους κατεύθυνση και υποστήριξε τους στόχους της αποδυνάμωσης τους μέσω της αντιιμπεριαλιστικής πάλης των λαών.

Οι θεωρίες όμως του ευρωκομμουνισμού ενισχύθηκαν τη δεκαετία του '80 από τη "νέα σκέψη" στην ΕΣΣΔ και τις άλλες σοσιαλιστικές χώρες που πλούτισε τις γραμμές του αναθεωρητισμού με πλήθος διανοουμένων, οι οποίοι "αναλύοντας" τα νέα φαινόμενα στον καπιταλισμό κατέληγαν στο νομοτελειακό και προοδευτικό χαρακτήρα των διαδικασιών "ολοκλήρωσης". Επιπλέον διάφορες τάσεις της λεγόμενης "νέας αριστεράς" δανείστηκαν πολλά στοιχεία και συμπεράσματα του δεξιού αναθεωρητισμού και διατύπωσαν θεωρίες για το "νέο στάδιο" του καπιταλισμού ή τη "νέα φάση" του ιμπεριαλισμού, που χαρακτηρίζεται από την επιτάχυνση και τη διεύρυνση των διαδικασιών "ολοκλήρωσης".

Η επίκληση των "νέων φαινομένων" στην ανάπτυξη του καπιταλισμού από τις διάφορες αναθεωρητικές τάσεις δεν ήταν αποτέλεσμα μαρξιστικής ανάλυσης της συγκεκριμένης κατάστασης, που είναι καθήκον των επαναστατικών δυνάμεων. Αυτά τα "νέα φαινόμενα" γίνονταν η πρόφαση των αριστερών διανοουμένων για να απομακρυνθούν από το λενινισμό, ακολουθώντας το γενικότερο ρεύμα που αναζητούσε την "ανανέωση" της θεωρίας σε αντιμαρξιστική κατεύθυνση, στην αφομοίωση αστικών θεωριών από την Αριστερά.

Μπροστά σ' αυτό το ρεύμα των τελευταίων χρόνων και κάτω από το βάρος της κρίσης του κομμουνιστικού κινήματος, όσοι παρέμειναν πιστοί στο λενινισμό δεν κατάφεραν να παρακολουθήσουν ολοκληρωμένα και να επεξεργαστούν τα νέα στοιχεία σχετικά με τις εξελίξεις στον ιμπεριαλισμό. Γι' αυτό είναι χαρακτηριστική της αμέσως προηγούμενης περιόδου η διολίσθηση μαρξιστών στους "νεωτερισμούς" της αναθεώρησης και η έλλειψη σχετικής βιβλιογραφίας - τουλάχιστον στη χώρα μας - που να κινείται στο πνεύμα του μαρξισμού - λενινισμού.

Το κενό στην ανάλυση του σύγχρονου ιμπεριαλισμού είναι τεράστιο. Γιατί από τη μια υπάρχει η παραπάνω έλλειψη κι από την άλλη υπάρχει ένα πλήθος "αναλύσεων" που απολυτοποιώντας το ένα ή το άλλο οικονομικό φαινόμενο, δανειζόμενες πότε από τη μια και πότε από την άλλη αστική οικονομική θεωρία, επιμένουν να διεκδικούν τη μοναδικότητα του "σύγχρονου μαρξισμού". Αξίζει όμως και η υπενθύμιση των λενινιστικών συμπερασμάτων για τον ιμπεριαλισμό, αφού και μόνο η μελέτη των κλασσικών είναι δυνατό να διαλύσει πολλές από τις συγχύσεις που δημιουργούν οι αναλύσεις των επίδοξων αναθεωρητών τους.


1. Η αντικειμενική τάση για ολοκλήρωση

 

Η επικράτηση του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής ήταν μια διαδικασία οικονομικής και πολιτικής ολοκλήρωσης, με την έννοια ότι επέφερε την ενοποίηση των αποκομμένων, κλειστών φεουδαρχικών οικονομιών σε μια ενιαία "εθνική αγορά". Παράλληλα και πάνω σ' αυτή την οικονομική βάση δημιουργήθηκε το αστικό εθνικό κράτος, που ολοκλήρωσε την ταξική κυριαρχία του κεφαλαίου (οικονομική, πολιτική, ιδεολογική). Η εθνική ολοκλήρωση ήταν το άμεσο αποτέλεσμα της επικράτησης του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής. Όμως η εθνική ολοκλήρωση ήταν η μια μόνο πλευρά της καπιταλιστικής ολοκλήρωσης. Όπως γράφει ο Μαρξ, "Η καπιταλιστική παραγωγή βασίζεται στην αξία ή στην ανάπτυξη της περιεχόμενης στο προϊόν εργασίας σαν κοινωνικής εργασίας. Αυτό όμως μόνο στη βάση του εξωτερικού εμπορίου και της παγκόσμιας αγοράς. Επομένως, το εξωτερικό εμπόριο και η παγκόσμια αγορά είναι και προϋπόθεση και αποτέλεσμα της καπιταλιστικής παραγωγής."ii

Η παγκόσμια αγορά είναι η νέα οικονομική πραγματικότητα που διαμορφώνεται μέσα από τη διαδικασία ανάπτυξης της καπιταλιστικής παραγωγής. "Η μεγάλη βιομηχανία δημιούργησε την παγκόσμια αγορά που είχε προετοιμαστεί από την ανακάλυψη της Αμερικής. Η παγκόσμια αγορά έδωσε μιαν απέραντη ανάπτυξη στο εμπόριο, στη ναυτιλία, στα μέσα συγκοινωνίας της ξηράς. Αυτή η ανάπτυξη με τη σειρά της επέδρασε στην επέχταση της βιομηχανίας."iii Από αυτό το σημείο και μετά η διεθνοποίηση της οικονομικής ζωής - το διεθνές εμπόριο, η διεθνής χρηματική κυκλοφορία, ο διεθνής καταμερισμός εργασίας - είναι πλέον μια μη αντιστρεπτή προοδευτική διαδικασία, μια ιστορική τάση.

Ο καπιταλιστικός τρόπος παραγωγής, στο βαθμό που επικρατεί σε όλο και μεγαλύτερο τμήμα του πλανήτη, γεννά την ιστορική τάση προς την παγκόσμια οικονομική ολοκλήρωση. Οι διαδικασίες διεθνοποίησης της οικονομικής ζωής, της παραγωγής και του κεφαλαίου επιβάλλονται από την ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων. Η ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων σε μια ορισμένη βαθμίδα της επέβαλε τη δημιουργία εθνικής αγοράς μέσω της κυριαρχίας του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής και ταυτόχρονα άνοιξε το δρόμο για τη διεθνοποίηση της οικονομικής ζωής. Οι Μαρξ και Ένγκελς πρώτοι περιέγραψαν τη νέα τάση. "Με την εκμετάλλευση της παγκόσμιας αγοράς η αστική τάξη διαμορφώνει κοσμοπολιτικά την παραγωγή και την κατανάλωση όλων των χωρών. Προς μεγάλη λύπη των αντιδραστικών, αφαίρεσε το εθνικό έδαφος κάτω από τα πόδια της βιομηχανίας. Εκμηδενίστηκαν κι εξακολουθούν καθημερινά να εκμηδενίζονται οι παμπάλαιες εθνικές βιομηχανίες."iv

Στο στάδιο του ελεύθερου συναγωνισμού, στο προμονοπωλιακό στάδιο του καπιταλισμού, η διεθνοποίηση οδηγεί στον αγώνα για την κατάκτηση και τον έλεγχο των αποικιών από τις Μεγάλες Δυνάμεις, αγώνα για το εδαφικό και οικονομικό μοίρασμα του πλανήτη. Με το πέρασμα στον ιμπεριαλισμό, το ανώτατο στάδιο του καπιταλισμού, η ανάπτυξη του καπιταλισμού φτάνει στο ανώτατο ποιοτικά όριό της. Η συγκέντρωση της παραγωγής και του κεφαλαίου φτάνει σε εκείνη τη βαθμίδα ανάπτυξης, στην οποία διαμορφώνεται η κυριαρχία των μονοπωλίων και του χρηματιστικού κεφαλαίου. Αποχτά πρωταρχική σημασία η εξαγωγή κεφαλαίου και οι διεθνείς μονοπωλιακές ενώσεις μοιράζουν τον κόσμο μεταξύ τους. Το μοίρασμα του κόσμου ανάμεσα στις μεγάλες καπιταλιστικές χώρες έχει πλέον ολοκληρωθεί.v Ο καπιταλισμός είναι πλέον ένα υπερώριμο οικονομικοκοινωνικό σύστημα και τα σημάδια της σήψης του είναι πλέον εμφανή. Οι καπιταλιστικές σχέσεις παραγωγής μετατρέπονται από προωθητική δύναμη σε τροχοπέδη για την ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων.

Αυτό φυσικά δεν σημαίνει ότι οι παραγωγικές δυνάμεις δεν αναπτύσσονται στον ιμπεριαλισμό. Αντίθετα ο καπιταλισμός συνεχίζει να επαναστατικοποιεί τα μέσα παραγωγής, γιατί αυτό είναι ζωτική ανάγκη του κεφαλαίου και ταυτόχρονα αλλάζει συνεχώς τις σχέσεις παραγωγής και συνεπώς όλες τις κοινωνικές σχέσεις, χωρίς όμως να αλλάζει ο πυρήνας των κοινωνικών σχέσεων, δηλαδή ιδιωτική ιδιοκτησία των μέσων παραγωγής. Η ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων γίνεται με τέτοιους ρυθμούς και τέτοιο τρόπο που δεν ανταποκρίνεται στην τάση των ίδιων των παραγωγικών δυνάμεων να αναπτυχθούν. Εκδήλωση αυτού του γεγονότος είναι η συνεχής καταστροφή παραγωγικών δυνάμεων και πρώτα απ' όλα της εργατικής δύναμης, η εξαθλίωση του λεγόμενου "τρίτου κόσμου", η διόγκωση της ανεργίας, οι κυκλικές οικονομικές κρίσεις, οι πόλεμοι.

Η διεθνοποίηση της οικονομικής ζωής είναι ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα αυτής της σύγκρουσης. Η σύγχρονη βαθμίδα ανάπτυξης των παραγωγικών δυνάμεων ωθεί προς την πιο εντατική, την πιο ολόπλευρη διεθνοποίηση όλων των οικονομικών σχέσεων, προς την κατάργηση όλων των εμποδίων στην επικοινωνία των εθνών, οικονομικών, πολιτικών, πολιτισμικών. Αυτό σαφώς αντανακλάται και στο σύνολο των κεφαλαιοκρατικών σχέσεων παραγωγής, αντανακλάται στις διαδικασίες διεθνοποίησης του κεφαλαίου. Η διεθνοποίηση του κεφαλαίου συνίσταται σε αλλαγές στο βαθμό και τους δρόμους συγκέντρωσης και συγκεντροποίησης λόγω της διεθνούς οικονομικής δραστηριότητας, στο βάθεμα του παγκόσμιου καταμερισμού εργασίας, στην επιτάχυνση της ανάπτυξης των εμπορικών και χρηματοπιστωτικών σχέσεων μεταξύ των χωρών. Σε κάθε οικονομικό πεδίο είναι πλέον έκδηλο το στοιχείο της παγκοσμιότητας. Ταυτόχρονα όμως η διεθνοποίηση γεννά στον ιμπεριαλισμό την όξυνση των ιμπεριαλιστικών αντιθέσεων, τις πιο οξείες συγκρούσεις για το μοίρασμα της παγκόσμιας αγοράς, τους εθνικούς διαχωρισμούς και το βάθεμα των εθνικών και ταξικών ανισοτήτων. Να πώς παρουσιάζει τη διεθνοποίηση του κεφαλαίου ένας από τους εξέχοντες διανοούμενους της Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων: "Το όραμα της παγκόσμιας οικονομίας που επαγγέλλεται (η ιδεολογία της ανταγωνιστικότητας, δηλαδή ο νεοσυντηρητισμός - Σ.Δ.) είναι στην πραγματικότητα πολύ περιορισμένο: οι επιχειρήσεις δεν είναι παρά στρατοί που συγκρούονται για την κατάκτηση των αγορών και την άμυνα των κεκτημένων θέσεων. Οι διευθυντές τους περιγράφονται ως στρατηγοί και στρατηλάτες....Η λογική του πολέμου διαποτίζει ακόμη και τη λογική της συνεργατικότητας: η συνεργασία είναι ακόμα ένα πλεονέκτημα για τον ανταγωνισμό."vi

Ο ιμπεριαλισμός, παρόλο που διαμορφώνεται σε σημαντικό βαθμό από την τάση της διεθνοποίησης, αποτελεί εμπόδιο σ' αυτή την τάση, επιδρά στην κατεύθυνση της στρέβλωσης και του φρεναρίσματός της. Η τάση προς την ολοκλήρωση είναι αντικειμενική, είναι αποτέλεσμα της τάσης ανάπτυξης των παραγωγικών δυνάμεων. Η καπιταλιστική ολοκλήρωση είναι όμως αντιφατική, είναι οι προσαρμογές του καπιταλισμού από την ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων που δεν μπορούν όμως να συμβαδίσουν με την αντικειμενική τάση διεθνοποίησης, που αποτελούν ταυτόχρονα φρενάρισμα αυτής της τάσης. Το πιο χαρακτηριστικό σύγχρονο παράδειγμα αυτής της αντίφασης είναι οι σύγχρονες διαδικασίες "απελευθέρωσης της αγοράς" σε παγκόσμιο επίπεδο. Η οποιαδήποτε άρση των φραγμών στην κίνηση εμπορευμάτων και κεφαλαίων γίνεται με τέτοιο τρόπο, ώστε να δημιουργούνται νέες υπερεθνικές εσωτερικές αγορές, αποκομμένες η μια από την άλλη και ελεγχόμενες από αντίπαλα ιμπεριαλιστικά κέντρα (π.χ. ΕΟΚ, NAFTA, Ιαπωνία - ΝΑ.Ασία). Οι συμφωνίες για την "απελευθέρωση του παγκόσμιου εμπορίου" στην GATT γίνονται πεδίο ενδοϊμπεριαλιστικών συγκρούσεων και εκβιασμών και αφετηρία για το ξέσπασμα εμπορικών πολέμων.

Ο ιμπεριαλισμός δεν πρόκειται να ξεφύγει από τις αντιφάσεις του, όσες μεταλλαγές κι αν υποστεί από την τάση ανάπτυξης των παραγωγικών δυνάμεων. Οι αναπροσαρμογές του αυτές που τείνουν στην παράταση της επιβίωσής του δεν έχουν προοδευτικό χαρακτήρα, γιατί ο ιμπεριαλισμός βρίσκεται σε προϊούσα σήψη και είναι αντίδραση σ' όλη τη γραμμή, αντίδραση οικονομική, πολιτική, ιδεολογική.

Η αστική προπαγάνδα τις προηγούμενες δεκαετίες παρουσίαζε κάθε τέτοια αναπροσαρμογή του καπιταλισμού, επιβαλλόμενη από την τάση διεθνοποίησης της οικονομικής ζωής, ως αποτέλεσμα των αποφάσεων και των προσπαθειών των εκάστοτε κυβερνήσεων. Ακόμα και σήμερα ακούμε ύμνους στον Κ.Καραμανλή για την ένταξη της Ελλάδας στη Κοινή Αγορά, που ερμηνεύεται σαν πολιτική πρωτοβουλία του τελευταίου κι όχι ως οικονομικοπολιτική ανάγκη του ελληνικού καπιταλισμού, ανάγκη για συμμετοχή στο διεθνή καταμερισμό εργασίας και τα ιμπεριαλιστικά υπερκέρδη, ανάγκη να ανοίξει ο δρόμος στα ελληνικά βιομηχανικά προϊόντα για τη "μεγάλη ευρωπαϊκή αγορά" και να προωθηθεί η αλληλοδιαπλοκή του μονοπωλιακού κεφαλαίου με το δυτικοευρωπαϊκό.

Με υποκειμενικές αντιλήψεις αρχικά "ερμήνεψε" τα φαινόμενα καπιταλιστικής ολοκλήρωσης η αστική οικονομική θεωρία (φεντεραλισμός). Αλλά ακόμα και σήμερα, όταν οι αστοί οικονομολόγοι μιλούν για "ιστορική τάση" (λειτουργισμός και νεολειτουργισμός), εντοπίζουν αυτή την τάση στην ανάγκη κοινής αντιμετώπισης προβλημάτων ή στην αλληλεξάρτηση των εθνικών οικονομιών, χωρίς να τη συσχετίζουν με τη βαθμίδα ανάπτυξης των παραγωγικών δυνάμεων. Αυτό είναι φυσικό, αφού η αστική ιδεολογία δεν δέχεται ως κινητήρια δύναμη της ιστορικής εξέλιξης την αντίθεση μεταξύ παραγωγικών δυνάμεων και σχέσεων παραγωγής, όπως ο μαρξισμός.

Για τους μαρξιστές είναι καθαρό πως τα φαινόμενα διεθνοποίησης της οικονομικής ζωής έχουν σαφώς αντικειμενικό χαρακτήρα και πως βάση τους αποτελεί η τάση ανάπτυξης των παραγωγικών δυνάμεων που έχει παντελώς ξεπεράσει τα εθνικά όρια και οδηγεί με γοργούς ρυθμούς στην ανάγκη διεθνούς οικονομικής ρύθμισης. "Η ολοκλήρωση εκφράζει την τάση της παγκόσμιας εξέλιξης. Ο αντικειμενικός χαρακτήρας της καθορίζεται από τις γενικές νομοτέλειες ανάπτυξης των παραγωγικών δυνάμεων, από τις βαθιές μετατοπίσεις στη διάρθρωση της κοινωνικής παραγωγής και στη διεθνή κατανομή εργασίας, από την επιστημονικοτεχνική επανάσταση. (...) Το επίπεδο των παραγωγικών δυνάμεων που έχει επιτευχθεί, έρχεται σ' αντίθεση με τα στενά πλαίσια ορισμένων εθνικών οικονομιών."vii

Δεν έλειψαν βέβαια κι από την πλευρά της Αριστεράς υποκειμενικές αντιλήψεις για τις διαδικασίες "καπιταλιστικής ολοκλήρωσης", ιδιαίτερα τα πρώτα μεταπολεμικά χρόνια, τότε που πρωτοεμφανίζονταν διεθνείς ιμπεριαλιστικές ενώσεις και οργανισμοί (ΕΟΚ, ΕΖΕΣ, ΔΝΤ, ΟΟΣΑ). Υπήρξαν δηλαδή απόψεις που υποστήριζαν πως η δημιουργία αυτών των οργανισμών υπαγορεύεται από διάφορες ανάγκες της ιμπεριαλιστικής πολιτικής των χωρών που συμμετείχαν. Η ΕΟΚ, για παράδειγμα, θεωρούνταν ιμπεριαλιστική συμμαχία για την εδραίωση του νεοαποικισμού, την άμυνα στην εισβολή των αμερικάνικων πολυεθνικών και προγεφύρωμα ενάντια στο σοσιαλιστικό στρατόπεδο. Τέτοιες ερμηνείες, παρόλο που στηρίζονταν σε πραγματικά στοιχεία της διαμόρφωσης αυτών των ενώσεων και οργανισμών, έμεναν στην επιφάνεια, στον τρόπο δηλαδή που η αστική τάξη και οι εκπρόσωποί της αντιλαμβάνονται και εκφράζουν τις ιστορικές τάσεις ανάλογα με τη συγκυρία. Έβλεπαν δηλαδή τη μια μόνο πλευρά της πραγματικότητας, ότι η καπιταλιστική ολοκλήρωση συντελείται υπό την ταξική κυριαρχία του κεφαλαίου και οι διαδικασίες καθοδηγούνται απ' αυτό. Δεν προχωρούσαν όμως στην ανάλυση των αντικειμενικών αιτιών της ολοκλήρωσης κι προσπερνούσαν έτσι το βασικό, ότι η καπιταλιστική ολοκλήρωση συντελείται υπό την επίδραση των νόμων κίνησης του καπιταλισμού και γι' αυτό εκφράζει τις γενικές αντιφάσεις του. Αυτό είχε σαν αποτέλεσμα να μην προσδιορίζονται οι βαθύτερες αντιφάσεις τέτοιων διαδικασιών και συνεπώς η προοπτική τους.

Πολύ νωρίς εμφανίστηκαν στη μαρξιστική φιλολογία και απόψεις που επέμεναν στο νομοτελειακό χαρακτήρα των διαδικασιών "καπιταλιστικής ολοκλήρωσης". Συγκεκριμένα τις δεκαετίες '50 - '60 εμφανίστηκαν απόψεις που υποτιμούσαν τις διαφορές μεταξύ των φαινομένων ιμπεριαλιστικής και σοσιαλιστικής ολοκλήρωσης (ΣΟΑ, ΚΟΜΕΚΟΝ) που εμφανίζονταν τότε παράλληλα, χωρίς να αναλύουν το χαρακτήρα, τις μορφές και τις ιδιομορφίες της διεθνοποίησης που συνεπάγεται η επικράτηση του ενός ή του άλλου τρόπου παραγωγής. Αυτές οι απόψεις έγιναν χαρτί στα χέρια των φορέων της αστικής θεωρίας της σύγκλισης των δύο οικονομικοκοινωνικών συστημάτων, που ευδοκιμούσε τότε.

Τα τελευταία χρόνια εμφανίστηκαν θεωρίες που από άλλο δρόμο κατέληγαν στο νομοτελειακό χαρακτήρα των διαδικασιών "καπιταλιστικής ολοκλήρωσης", συγκεκριμένα των λεγόμενων "περιφερειακών καπιταλιστικών ολοκληρώσεων". Βασικό επιχείρημα των υποστηρικτών αυτών των θεωριών είναι η κυριαρχία στην παγκόσμια οικονομία και πολιτική των "διεθνικών" ή "πολυεθνικών - πολυκλαδικών" μονοπωλίων. Συμπεραίνουν ότι νομοτελειακά στην παγκόσμια πολιτική θα οικοδομηθούν και θα επικρατήσουν οι υπερεθνικές ενώσεις τύπου ΕΟΚ, οι οποίες είναι το νέο εποικοδόμημα που αντιστοιχεί στα μονοπώλια αυτά, που υπερβαίνει το εθνικό κράτος και τελικά το καταργεί, εντάσσοντάς το στη νέα πολιτικο - οικονομική ενότητα, την "καπιταλιστική ολοκλήρωση" (π.χ. Ενωμένες Πολιτείες της Ευρώπης). Δεν είναι τυχαίο ότι αυτές οι απόψεις ευδοκιμούν σχεδόν αποκλειστικά στην Ευρώπη, αφού η Ευρωπαϊκή Ένωση είναι η πιο προωθημένη από τις "περιφερειακές καπιταλιστικές ολοκληρώσεις". Είτε το θέλουν, είτε όχι οι υποστηρικτές τους, αυτές οι θεωρίες καταλήγουν στο πέρασμα του καπιταλισμού σε νέο στάδιο, μετά τον ιμπεριαλισμό. Επίσης θέτουν ζήτημα αναθεώρησης της στρατηγικής της επανάστασης σε μία χώρα. Η δεξιά παραλλαγή τους υποστηρίζει τη μεταρρύθμιση των "καπιταλιστικών ολοκληρώσεων" σε φιλολαϊκή, δημοκρατική κατεύθυνση. Η νεοαριστερή παραλλαγή καταλήγει λογικά (άσχετα αν οι φορείς της για δικούς τους λόγους το αρνούνται) στη θεωρία της επανάστασης σ' όλες τις χώρες αυτών των ενώσεων συγχρόνως.

Οι θεωρίες αυτού του είδους εξετάζουν μονόπλευρα κάποια οικονομικά στοιχεία, από τα οποία αυθαίρετα και μηχανιστικά καταλήγουν στην "ανακάλυψη" προοπτικών του καπιταλισμού που δεν υπάρχουν. Κατά τη γνώμη μας, δεν είναι δυνατό να υπάρξει μαρξιστική ανάλυση της πορείας των διαδικασιών ολοκλήρωσης χωρίς τον συνυπολογισμό και την αξιολόγηση όλων των παραγόντων που αποτελούν την βάση αυτών των διαδικασιών και απορρέουν από:

α) τις τάσεις ανάπτυξης των παραγωγικών δυνάμεων

β) τον χαρακτήρα των σχέσεων παραγωγής

γ) την ιστορική συγκυρία και τις ιδιομορφίες των χωρών που συμμετέχουν στις διαδικασίες αυτές.


i Ο όρος ολοκλήρωση προέρχεται από τις αστικές θεωρίες. Χαρακτηρίζεται από εννοιολογική ασάφεια, αφού δεν προσδιορίζει ούτε το ταξικό περιεχόμενο, ούτε την πορεία των διαδικασιών στις οποίες αναφέρεται. Η χρήση του προσδιορισμού καπιταλιστική ή ιμπεριαλιστική λύνει μερικώς μόνο το πρόβλημα της ασάφειας. Παραμένει όμως το πρόβλημα ότι με τον όρο ολοκλήρωση του καπιταλισμού, εννοείται μια διαδικασία που πρόκειται να περατωθεί και συνεπώς είναι νομοτελειακή. Για να διαχωρίσουμε τη θέση μας από αυτή την ερμηνεία, όποτε υπονοείται, χρησιμοποιούμε σ' αυτό το κείμενο τα εισαγωγικά. Το ίδιο ισχύει και για τις σύγχρονες διεθνείς ενώσεις και κοινότητες, οι οποίες λανθασμένα πολιτογραφήθηκαν ως περιφερειακές καπιταλιστικές ολοκληρώσεις.

ii Κ.Μαρξ: Θεωρίες για την υπεραξία, μέρος 3ο, σ.290, εκδ. Σύγχρονη Εποχή

iii Κ.Μαρξ - Φ.Ένγκελς: Μανιφέστο του Κομμουνιστικού κόμματος, σ.20-21, εκδ. Σύγχρονη Εποχή

iv ό.π., σ.24

v Βλ. Β.Ι.Λένιν: Ο ιμπεριαλισμός, ανώτατο στάδιο του καπιταλισμού, Άπαντα, τ.27, σ.393, εκδ. Σύγχρονη Εποχή

vi Riccardo Petrella: Το ευαγγέλιο της ανταγωνιστικότητας, Le Monde Diplomatique Αφιερώματα, τ.3, σ.15

vii Μ.Μ.Μαξιμοβα: Καπιταλιστική ολοκλήρωση, σ.17, εκδ. Σύγχρονη Εποχή