[2020-03-12] Στο δρόμο του Karl Liebknecht μέχρι το τέλος…

Στο δρόμο του Karl Liebknecht μέχρι το τέλος…

«Ακόμα και αν η λειτουργία του μιλιταρισμού ενάντια στον εξωτερικό εχθρό περιγράφεται σαν εθνική λειτουργία, αυτό δεν σημαίνει ότι είναι μια λειτουργία που υπακούει στα συμφέροντα, την ευημερία και τη θέληση των λαών που ο καπιταλισμός εξουσιάζει και εκμεταλλεύεται... [Το προλεταριάτο] γνωρίζει ότι η πατρίδα για την οποία πρέπει να πολεμήσει δεν είναι η δική του πατρίδα και ότι η εργατική τάξη όλων των χωρών έχει μόνο έναν πραγματικό εχθρό: την αστική τάξη που το καταπιέζει και το εκμεταλλεύεται... Γνωρίζει ότι όταν το χρησιμοποιούν σ' έναν πόλεμο, το βάζουν να πολεμήσει ενάντια στους αδελφούς και τους ταξικούς συντρόφους του και συνακόλουθα ενάντια στα δικά του συμφέροντα». (Καρλ Λίμπκνεχτ, Μιλιταρισμός και Αντιμιλιταρισμός)

 

Δυστυχώς, αυτοί που ανακάλυψαν εσχάτως το σκοτεινό και καταχθόνιο σχέδιο του Ερντογάν και την ανάγκη του σφραγίσματος και της υπεράσπισης των συνόρων είναι πολλοί. Δεν μιλάω για τους απέναντι. Για τους καπιταλιστές, τους μιλιταριστές, τους ΝΑΙνέκους, τους μένουμε Ευρώπη, το παπαδαριό, τους πατριδοκάπηλους, τους εθνικιστές, τους φασίστες.

Μιλάω για τους «δικαιωματικούς» και γι’ αυτούς που έχουν αναφορά στην εργατική τάξη, στην κοινωνική, την προλεταριακή, τη σοσιαλιστική επανάσταση. Γι’ αυτούς μιλάω, σε αυτούς αναφέρομαι.

Αυτό που γίνεται, αυτό που συμβαίνει αυτές τις μέρες στον Έβρο αλλά και στα νησιά του Αιγαίου, είναι πρόβα πολέμου. Η αντιμετώπιση των προσφύγων και των μεταναστών εντάσσεται στην συνολική αντιπαράθεση Ελλάδας-Τουρκίας και για την ακρίβεια στην αντιπαράθεση των αστικών τάξεων και των κυβερνήσεών τους. Η αντιμετώπιση των προσφύγων και των μεταναστών είναι ένα επεισόδιο της γενικότερης αντιπαράθεσης και γίνεται κάτω από το πρίσμα της αστικής προπαγάνδας: η επιθετική-επιτιθέμενη Τουρκία και η αμυνόμενη Ελλάδα! Η Τουρκία που σπρώχνει-προωθεί τους πρόσφυγες και τους μετανάστες προς την Ελλάδα και η αναγκαία απάντηση της Ελλάδας, η αναγκαία απώθηση των προσφύγων και μεταναστών και η φύλαξη και το σφράγισμα των συνόρων με τον στρατό, την αστυνομία αλλά και τους εθνικιστές και τους φασίστες, οι οποίοι βρήκαν τον τρόπο να βγουν ξανά στο προσκήνιο πουλώντας φτηνό πατριωτισμό. Τι και αν οι ομοϊδεάτες-ομόλογοί τους κινηματικοί τουρίστες-Γερμανοί φασίστες- δηλώνουν πως θα μας κάψουν και θα μας σκοτώσουν και πάλι «όπως στα Καλάβρυτα». Αλλά δεν μιλάω για αυτούς.

Δεν μιλάω καν για τον αρχηγό της «συνδικαλιστικής μαφίας» τον Παναγόπουλο ο οποίος απέστειλε «ΕΝΗΜΕΡΩΤΙΚΗ ΕΠΙΣΤΟΛΗ ΣΕ ΞΕΝΕΣ ΟΡΓΑΝΩΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΙΣ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΤΙΚΕΣ ΡΟΕΣ» με την οποία δηλώνει υπερασπιστής της αντιδραστικής πολιτικής Μητσοτάκη: «…Τα πρωτοφανή γεγονότα αναμφίβολα «αποτελούν ασύμμετρη απειλή, με στόχο τόσο την κοινωνική όσο και την οικονομική αποσταθεροποίηση της Ελλάδας, καθώς και τον εκβιασμό της Ευρώπης». Εγείρουν ευρύτερα σοβαρά ερωτήματα σχετικά με τη συνολική γεωπολιτική ατζέντα και τις επιδιώξεις της Τουρκίας στην περιοχή μας, καθιστώντας αναγκαία την προάσπιση των συνόρων μας.»

Όχι, δεν μιλάω ούτε για αυτόν. Δεν μιλάω ούτε για τον Τσίπρα, ο οποίος συντάχθηκε πλήρως με την αστική γραμμή και την αντιδραστική πολιτική Μητσοτάκη και δήλωσε ότι το κλείσιμο των συνόρων είναι σωστή ενέργεια.

Μιλάω για την ηγεσία του ΠΑΜΕ και του ΚΚΕ που αντί να καταγγείλει τον αρχηγό της «συνδικαλιστικής μαφίας» κινήθηκε στην ίδια γραμμή δηλώνοντας ότι: «Η προστασία των συνόρων δε μπορεί να συνοδεύεται με μισανθρωπισμό, με «αυτόκλητους» υπερασπιστές που κάνουν επίδειξη δύναμης πάνω σε ταλαιπωρημένους ανθρώπους ή με φωνές που μιλούν για εκτοπισμούς των προσφύγων σε ξερονήσια.»

Κι όμως. Η προστασία των συνόρων συνοδεύεται με μισανθρωπισμό, με «αυτόκλητους» υπερασπιστές που κάνουν επίδειξη δύναμης πάνω σε ταλαιπωρημένους ανθρώπους ή με φωνές που μιλούν για εκτοπισμούς των προσφύγων σε ξερονήσια. Και με ακόμα περισσότερα.

Και ο Δημήτρης Κουτσούμπας, στη συνάντησή του με τον Κύπριο Πρόεδρο Νίκο Αναστασιάδη, το πήγε ακόμα παραπέρα, αφού υιοθέτησε τη ρητορική Μητσοτάκη δηλώνοντας ότι:

«Εκφράσαμε τη μεγάλη ανησυχία μας για τη συνεχή τούρκικη επιθετικότητα και προκλητικότητα στην ευρύτερη περιοχή, στο Αιγαίο, στην Αν. Μεσόγειο, στη Μ. Ανατολή, που βέβαια σήμερα συνδυάζεται –εκτός από την κλασική επιθετικότητα των συνεχών παραβιάσεων στο Αιγαίο, των αμφισβητήσεων κυριαρχικών δικαιωμάτων, συνθηκών που όρισαν τα σύνορα των χωρών της περιοχής– και με νέες ‘ασύμμετρες απειλές’, με προκλήσεις, με τα προσφυγικά-μεταναστευτικά ρεύματα στον Έβρο και σε όλα τα νησιά του Αιγαίου».

Αυτή η γραμμή διολισθαίνει όλο και περισσότερο στον εθνικοπατριωτισμό, δηλαδή στη γραμμή της αστικής τάξης, συνοδευόμενη με μια στείρα και ακίνδυνη αντιΝΑΤΟική, αντί ΕΕ ρητορεία. Τα στελέχη του ΚΚΕ περιγράφουν με μεγαλύτερη σαφήνεια τη γραμμή του:

«…Η δικαιολογημένη λοιπόν ανησυχία για τη φύλαξη των συνόρων, για την αξιοποίηση των προσφύγων από την Άγκυρα για να δημιουργηθεί αστάθεια στην περιοχή, δε μπορεί να νομιμοποιεί τη δράση, ακροδεξιών και φασιστοειδών, να θεωρεί προστάτες αυτούς που ήταν εισβολείς το 1941 στη χώρα μας δηλαδή τους Ναζί. Ακόμη δεν μπορεί να γίνεται η φύλαξη των συνόρων, υπόθεση της ‘ατομικής ευαισθησίας’ του οποιοδήποτε πολίτη στα σύνορα. Αυτή την ευθύνη την έχει αποκλειστικά ο κρατικός μηχανισμός.»

«… Οι Κομμουνιστές έχουμε ξεκαθαρίσει χωρίς μισόλογα πως θα υπερασπιστούμε την εδαφική κυριαρχία της χώρας μας, θα απαντήσουμε σε κάθε αμφισβήτηση συνόρων και κυριαρχικών δικαιωμάτων.

Εμείς θέλουμε το λαό μας κυρίαρχο στη χώρα μας έτσι όπως θέλουμε να είναι και η Συρία, το Ιράκ, η Παλαιστίνη. Γι’ αυτό παλεύουμε ενάντια στη συμμετοχή της Ελλάδας και των κυβερνήσεων σε ιμπεριαλιστικές επεμβάσεις. Γι’ αυτό παλεύουμε ενάντια στην αντιλαϊκή πολιτική της κυβέρνησης και των άλλων κομμάτων που δίνουν γη και ύδωρ στο ΝΑΤΟ την Ε.Ε και τις ΗΠΑ.»

Άρθρο του Παπατολίδη Δημήτρη, μέλους της ΚΕ και Γραμματέα Επιτροπής Περιοχής Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης του ΚΚΕ, στην ιστοσελίδα ALT.gr.

Εφόσον την ευθύνη για την φύλαξη των συνόρων «την έχει αποκλειστικά ο κρατικός μηχανισμός», και οι κομμουνιστές «Θα υπερασπιστούμε την εδαφική κυριαρχία της χώρας μας, θα απαντήσουμε σε κάθε αμφισβήτηση συνόρων και κυριαρχικών δικαιωμάτων», τότε οι κομμουνιστές, σύμφωνα με το ΚΚΕ, θα πρέπει να θέσουμε τον εαυτό μας και τις δυνάμεις μας στην υπηρεσία του αστικού κράτους. Είναι αυτή κομμουνιστική πολιτική; Από τη μία ασκούν κριτική στο 1ο γράμμα του Ζαχαριάδη το 1940 και από την άλλη πάνε να εφαρμόσουν την ίδια γραμμή, διαστρεβλωμένη και ευνουχισμένη, σε εντελώς διαφορετικές συνθήκες, δηλώνοντας υποταγή στο κράτος και χωρίς καμία προοπτική!

Αλλά και πέραν αυτού του κομματικού χώρου, ο Μπελαντής, που στις τελευταίες εκλογές είχε δηλώσει πως ψηφίζει ΚΚΕ, δηλώνει ότι «Οι ίδιοι που σπρώχνουν δια της βίας ανθρώπους στα σύνορα (δες ανακοινώσεις του δικηγορικού συλλόγου άγκυρας) λένε ότι η Ελλάδα είναι ρατσιστική, κακοποιεί τους πρόσφυγες κλπ. Κατά την ταπεινή μου γνώμη, θέλουν μια ζώνη διαχείρισης προσφύγων και μεταναστών μέσα στην Ελλάδα που θα την διαχειρίζεται ο ΟΗΕ ή η ΕΕ, η Φρόντεξ και όπου και η Τουρκία θα παίζει ρόλο. Ζώνη όπως στα τουρκοσυριακά σύνορα δηλαδή. Ζώνη όπου η Ελλάδα δεν θα έχει πλήρη κυριαρχία ή και καθόλου. Όποιοι θεωρείτε ότι η Τουρκία δεν παίζει κανένα ρόλο και όλη η σύγκρουση είναι μεταξύ άθλιων του κόσμου και ελληνικού ρατσιστικού κράτους, τι γνώμη έχετε για μια τέτοια πιθανή εξέλιξη; Έχετε ειλικρινά κάποιαν γνώμη;»

Ο δικηγορικός σύλλογος Άγκυρας πάρα πολύ καλά κάνει και γράφει για αυτούς «που σπρώχνουν δια της βίας ανθρώπους στα σύνορα». Αυτό είναι καθήκον του κινήματος στην Τουρκία. Άλλο όμως είναι το καθήκον του κινήματος στην Ελλάδα.

Στην ίδια κατεύθυνση με την ηγεσία του ΚΚΕ κινείται το ΜΛ ΚΚΕ που γράφει ότι: «Η τελευταία εκτράχυνση της επιθετικότητας της τουρκικής ολιγαρχίας, που δημιουργεί συνεχώς νέα «τετελεσμένα» σε βάρος της χώρας μας, αυτές τις μέρες παίρνει τη μορφή των δεκάδων χιλιάδων προσφύγων και μεταναστών που στέλνονται από τον Ερντογάν στα ελληνοτουρκικά σύνορα –χερσαία και θαλάσσια– για να χρησιμοποιηθούν ως μέσο πίεσης και εκβιασμού της ΕΕ και της Ελλάδας, σε μια τυχοδιωκτική ανάπτυξη των γεωστρατηγικών φιλοδοξιών του.»

Στην ίδια ρότα και ο Μπογιόπουλος που γράφει πως «... δεν είναι η πρώτη φορά που η Ελλάδα της δημοκρατίας, του πατριωτισμού, του ανθρωπισμού, της πανανθρώπινης ελευθερίας, της εθνικής ανεξαρτησίας και της λαϊκής κυριαρχίας, καλείται να ορθώσει το ανάστημά της απέναντι στον ξένο και ντόπιο εθνικισμό. Απέναντι στην εξωτερική επιβουλή και στην εσωτερική μαυρίλα.»

Μιλάω λοιπόν για όλους όσους έχουν αναφορά στο κίνημα και συντάσσονται, ξεδιάντροπα ή ντροπαλά, με την «υπεράσπιση των συνόρων» και «των κυριαρχικών δικαιωμάτων», βάζοντας σε πρώτο πλάνο την επιθετική Τουρκία αντί την επιθετικότητα της αστικής τάξης και της κυβέρνησης της χώρας τους. Νομίζοντας ίσως ότι βρισκόμαστε ακόμα στο ’40.

Η στάση του Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος της Γερμανίας και του Κάουτσκι στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο, βρίσκει μιμητές.

Το καθήκον του εργατικού κινήματος στην Ελλάδα είναι να αναδείξει σε πρώτο πλάνο την επιθετικότητα της ντόπιας αστικής τάξης και της κυβέρνησής της. Τις ευθύνες της απέναντι στην κατάσταση και τις στερήσεις που υφίσταται για πολλά χρόνια τώρα, η εργατική τάξη της χώρας και θα συνεχίσει να τις υφίσταται σαν αποτέλεσμα του μνημονιακού καθεστώτος που έχει επιβληθεί, για το ξεπούλημα της δημόσιας περιουσίας και την υποθήκευσή της για 100 χρόνια, για τα ματωμένα πλεονάσματα για τα οποία δεσμεύτηκαν μέχρι το 2060, για τους πλειστηριασμούς της πρώτης κατοικίας, την στρατιωτικοποίηση και τον μιλιταρισμό απέναντι στους πρόσφυγες και τις πρόβες πολέμου στον Έβρο. Για τις ευθύνες της στη συμμετοχή ή τη διευκόλυνση των ιμπεριαλιστών στις πολεμικές επιχειρήσεις, στην κλιματική αλλαγή, στην υπερεκμετάλλευση της εργατικής τάξης σε τρίτες χώρες και την καταλήστευσή τους. Για τη φτώχεια, την ανεργία, την εξαθλίωση στην οποία έχει υποπέσει μεγάλο κομμάτι της εργατικής τάξης της χώρας για τα κέρδη των καπιταλιστών.

Αλλά και για την προοπτική της εργατικής τάξης στο πλαίσιο της ιστορικής της αποστολής, όπως αυτή προκύπτει από τη θέση της στην παραγωγή. Προοπτική η οποία τίθεται στο σήμερα, στο τώρα και όχι σε κάποιο απώτερο μέλλον. Προοπτική η οποία εμφανίστηκε στο προσκήνιο σαν άμεση δυνατότητα στην περίοδο της πρόσφατης κρίσης και της κατάστασης που δημιουργήθηκε η οποία προσομοίαζε με επαναστατική κατάσταση, και η οποία έμεινε αναξιοποίητη από τις δυνάμεις που έχουν αναφορά στην εργατική τάξη. Η απάντηση στο γιατί δεν αξιοποιήθηκε η κατάσταση στην περίοδο της κρίσης δόθηκε και τότε, δίνεται και σήμερα: μεγάλο κομμάτι της κομμουνιστικής και ευρύτερης αριστεράς στην Ελλάδα, βρίσκονται κάτω από αστική επιρροή, βρίσκονται κάτω από την επίδραση της σοσιαλδημοκρατίας και τηρούν τη στάση που τήρησε ο Κάουτσκι: σαν αποστάτης της προλεταριακής επανάστασης και υπέρμαχος της υπεράσπισης των συνόρων και του πολέμου της ιμπεριαλιστικής πατρίδας του!

Η πολιτική της αστικής τάξης της χώρας και της κυβέρνησης Μητσοτάκη κατόρθωσε να συσπειρώσει την πλειοψηφία της εργατικής τάξης και του λαού στη βάση της προπαγάνδας της: η Τουρκία είναι επιθετική-επιτιθέμενη χώρα και η Ελλάδα βρίσκεται σε θέση άμυνας. Άρα, στην περίπτωση πολέμου, η Τουρκία θα είναι ο θύτης και η Ελλάδα το θύμα και ο πόλεμος από την πλευρά της αμυντικός-δίκαιος πόλεμος. Σε αυτή την επιτυχία της αστικής προπαγάνδας και στην διείσδυση της στην εργατική τάξη, συνέβαλαν και όλες εκείνες οι δυνάμεις που έχουν εργατική αναφορά, από τη στιγμή που πρόβαλαν σε πρώτο πλάνο την «επιθετικότητα της Τουρκίας» και την υπεράσπιση των «κυριαρχικών δικαιωμάτων» όπως τα όρισε η άρχουσα αστική τάξη. Αυτή τη νίκη την πιστώνεται η αστική τάξη συνολικά και η κυβέρνηση Μητσοτάκη πιο συγκεκριμένα. Όσοι από τους υπόλοιπους (ΣΥΡΙΖΑ-ΚΚΕ κ.ά.) νομίζουν ότι θα αποκομίσουν κάποιο ουσιαστικό όφελος πλανώνται οικτρά. Νερό κουβαλάνε στο αστικό στρατόπεδο και στο Μητσοτάκη.

Το άμεσο καθήκον των δυνάμεων που βρίσκονται με συνέπεια απέναντι στην αστική τάξη, τον μιλιταρισμό και τον πόλεμο και την αντιδραστική πολιτική της κυβέρνησης Μητσοτάκη, είναι να υπονομεύσουμε την αστική προπαγάνδα και να πετύχουμε την αποσυσπείρωση της εργατικής τάξης και της νεολαίας από το κάλπικο δίλημμα του επιτιθέμενου και του αμυνόμενου. Και οι δύο είναι επιτιθέμενοι. Η πάλη μας πρέπει να στοχεύει στην ανάδειξη αυτής της πραγματικότητας και στην αποτροπή του πολέμου. Και στην περίπτωση ξεσπάσματος του πολέμου ή επεισοδίων του, το καθήκον μας είναι η ανατροπή της κυβέρνησης του πολέμου, η απόσπαση της εξουσίας από την αστική τάξη και η οικοδόμηση μιας νέας κοινωνίας χωρίς φτώχεια, ανεργία, εξαθλίωση, χωρίς πολέμους, χωρίς καταπίεση και εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο. Μια τέτοια Ελλάδα μπορεί να αυξήσει τον πληθυσμό της, να τον θρέψει, να τον στεγάσει και να παρέχει δουλειά με δικαιώματα και κοινωνική ασφάλιση. Να εξασφαλίσει την ειρήνη και την κοινωνική πρόοδο.

Κάποιοι σύντροφοι αντιλαμβανόμενοι τον κίνδυνο ενός πολέμου και τις καταστροφικές συνέπειές του, αναρωτιούνται μήπως μπορεί να υπάρξει κάποια κυβερνητική λύση, πέραν της κυβέρνησης Μητσοτάκη, μιας και η πιθανότητα της εργατικής εξουσίας δεν διαφαίνεται στον κοντινό ορίζοντα, για τη συνεννόηση με την Τουρκία και την αποτροπή της πιθανότητας ενός πολέμου: όσο πιθανή είναι μια τέτοια κυβέρνηση άλλο τόσο πιθανή είναι και η εργατική εξουσία. Ή μάλλον καλύτερα, η εργατική εξουσία, η δικτατορία του προλεταριάτου, είναι πιο πιθανή προοπτική από μια καπιταλιστική κυβέρνηση που θα έρθει σε συνεννόηση με την Τουρκία και θα πετύχει ειρηνικές λύσεις στις οξυνόμενες αντιθέσεις των δύο αστικών τάξεων από τη στιγμή που οι μοιρασιές στην Ανατολική Μεσόγειο και αλλού που φαντασιώνονται οι αστικές τάξεις των δύο χωρών είναι αλληλοαποκλειόμενες και οι διεκδικήσεις τους αλληλοσυγκρουόμενες. 

Δημήτρης Κάβουρας