[2011-08-28] Απόφαση της Π.Ε.

Απόφαση 7ης Πολιτικής Επιτροπής 27,28 Αυγούστου 2011

Οι βασικές εξελίξεις της περιόδου, δείχνουν το βάθος και την έκταση της καπιταλιστικής κρίσης, που καθιστά σχεδόν αδύνατη κάθε προσπάθεια διαχείρισης των συνεπειών της με τα συνηθισμένα μέσα που χρησιμοποιούν οι κεφαλαιοκράτες σε ειρηνικές περιόδους. Οι χώρες που κατάφεραν να εμφανίσουν ποσοστά ανάπτυξης που επιτρέπανε στους αστούς αναλυτές να πανηγυρίσουν την «έξοδο από την κρίση», επιστρέφουν σε ποσοστά ανάπτυξης αρνητικά ή κοντά στο μηδέν, με πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα τη Γερμανία. Η κρίση θα αγκαλιάσει και χώρες που καταφέρνανε να μείνουν αλώβητες μέχρι σήμερα, κυρίως χώρες που βασίζανε την ανάπτυξή τους στις εξαγωγές, καθώς η συρρίκνωση της εσωτερικής αγοράς των χωρών – εισαγωγέων θα τις παρασύρει και αυτές στην ύφεση. Η κοντόφθαλμη αστική οπτική που βαφτίζει τα συμπτώματα αιτίες εκδηλώθηκε στην αντιπαράθεση στις ΗΠΑ σχετικά με την αύξηση του ορίου του κρατικού χρέους.

Το βάθεμα της κρίσης οξύνει τις αντιθέσεις μεταξύ ξεχωριστών κεφαλαιοκρατών και μεταξύ κρατών. Οι αντιθέσεις έρχονται στο προσκήνιο και στην Ε.Ε. Οι πιθανότητες εξόδου χωρών από την ευρωζώνη, εξόδου από την Ε.Ε, διάσπασης ή διάλυσης της ευρωζώνης και της Ε.Ε. θα ενισχύονται όσο η κρίση θα προχωράει. Αποδεικνύεται έμπρακτα η συγκυριακή φύση των καπιταλιστικών «ολοκληρώσεων», που στις αρχές της δεκαετίας του ’90 χαρακτηρίζονταν σαν «νομοτελειακή», «μόνιμη», «αντικειμενική» ή ακόμα και «προοδευτική» διαδικασία από τις δυνάμεις του οπορτουνισμού. Υπάρχει βέβαια η αντικειμενική τάση διεθνοποίησης του κεφαλαίου, τάση που αποτέλεσε την κινητήρια δύναμη για το σχηματισμό καπιταλιστικών ενώσεων όπως η Ευρωπαϊκή Ένωση, η NAFTA στην αμερικανική ήπειρο και η ASEAN στην Ασία, η οποία όμως προσκρούει στην αντίρροπη – και ισχυρότερη – τάση για συγκρότηση του κεφαλαίου σε εθνική βάση. Εξ’ ου και η διάλυση των NAFTA και ASEAN.

Η καπιταλιστική κρίση και ειδικά μια κρίση τέτοιας έκτασης και βάθους απαιτεί καταστροφή κεφαλαίου σε κλίμακα τέτοια που μόνο ο πόλεμος μπορεί να καταφέρει. Σε περιόδους κρίσης εντείνεται η ενδοιμπεριαλιστική διαπάλη για αγορές, πρώτες ύλες, εμπορικές και οικονομικές συμφωνίες και η γενικευμένη όξυνση των αντιθέσεων φέρνει πιο κοντά το ενδεχόμενο πολεμικών αναμετρήσεων. Στην περιοχή μας, η οριοθέτηση ζώνης οικονομικής εκμετάλλευσης από την Κύπρο και οι έρευνες για φυσικό αέριο μαζί με το Ισραήλ, αυξάνουν την ένταση.

Το κρατικό χρέος που αποτέλεσε μια διέξοδο για την αξιοποίηση του υπερσυσσωρευμένου κεφαλαίου, γίνεται μια επένδυση όλο και περισσότερο επισφαλής, καθώς όλο και περισσότερες χώρες εμφανίζουν δυσκολίες στην αποπληρωμή του χρέους τους και παίρνουν μέτρα λιτότητας βυθίζοντας τις οικονομίες τους στην ύφεση.

Η Ελλάδα αποτελεί το πλέον χαρακτηριστικό παράδειγμα γι’ αυτό. Η άντληση κεφαλαίων για την εξυπηρέτηση του χρέους, οδηγεί σε μείωση του ΑΕΠ και για το 2011, μείωση που κατά πάσα πιθανότητα θα ξεπεράσει και το 4,5 % του 2010. Ομολογείται πλέον και από κυβερνητικούς παράγοντες ότι και το 2012 θα έχουμε μείωση του ΑΕΠ, ενώ με βάση το μνημόνιο θα ήταν το έτος επιστροφής στην ανάπτυξη. Επόμενο της βαθιάς ύφεσης είναι η αδυναμία εκτέλεσης του προϋπολογισμού και η διαφαινόμενη αποτυχία στους στόχους του μεσοπρόθεσμου προγράμματος. Η ύφεση της ελληνικής οικονομίας σε συνδυασμό με την επίδραση της κρίσης στις χώρες της Ε.Ε. καθιστούν αβέβαιη και την εφαρμογή της συμφωνίας της 21ης Ιουλίου, η οποία διαφημίστηκε δεόντως από κυβέρνηση και ΜΜΕ.

Η κρίσιμη κατάσταση της ελληνικής οικονομίας, σε συνδυασμό με την εκρηκτική κοινωνική κατάσταση που αποτυπώνεται στην έκρηξη της ανεργίας, την καταβαράθρωση του εργατικού εισοδήματος και την καταστροφή των μεσαίων στρωμάτων, οδηγεί τις αστικές πολιτικές δυνάμεις σε σύμπλευση στα κρίσιμα ζητήματα. Η υπερψήφιση του νόμου για την παιδεία από ΠΑΣΟΚ, ΝΔ, ΛΑΟΣ, Δημοκρατική Συμμαχία δείχνει αυτήν την τάση συσπείρωσης του αστικού πολιτικού κόσμου απέναντι στην κοινωνική έκρηξη που διαφαίνεται. Η επίθεση της αστικής τάξης, δεν αφορά πλέον επιμέρους κατηγορίες εργαζομένων, αλλά σχεδόν το σύνολο της εργατικής τάξης που δεν έχει να αντιπαλέψει τον έναν ή τον άλλο νόμο, αλλά τη συνολική κυβερνητική πολιτική και συνολικά την αστική τάξη και τον ίδιο τον καπιταλισμό. […]

Όλα τα στοιχεία καταμαρτυρούν ότι η ανεργία, η υποαπασχόληση και η απλήρωτη εργασία θα αυξηθούν το επόμενο διάστημα. Θα επιδεινωθεί ακόμα περισσότερο η ζωή της εργατικής τάξης και των μεσαίων στρωμάτων της πόλης και του χωριού και θα ενισχυθούν οι πιθανότητες κοινωνικής έκρηξης. Την επόμενη περίοδο είναι πιθανό να εκπληρωθούν όλες οι προϋποθέσεις που συνιστούν συνθήκες επαναστατικής κατάστασης.

Απέναντι στο μέτωπο της αστικής τάξης, η εργατική τάξη πρέπει να συγκροτήσει το δικό της πολιτικό μέτωπο. Πρέπει ταυτόχρονα να ξεδιπλώσει τη δική της ανεξάρτητη πολιτική, πράγμα που για να το επιτύχει πρέπει να συγκροτήσει το κόμμα της, το επαναστατικό κομμουνιστικό κόμμα. Την προοπτική αυτών των στόχων υπηρετεί η μετωπική πρόταση που κάνουμε, σε συνδυασμό με την πρότασή μας για την ενότητα των κομμουνιστών. Η πρότασή μας, για το μέτωπο, απευθύνεται σε ένα δυσμενές πολιτικό περιβάλλον. Το προχώρημα της πρότασής μας, το τράβηγμα δυνάμεων στην πάλη για το πρόγραμμά που προτείνουμε – το οποίο έχει ήδη κατακτηθεί από μια σειρά δυνάμεις και δοκιμαστεί στις τοπικές εκλογές - είναι η μόνη διαδικασία που μπορεί να τροποποιήσει το συσχετισμό και να διαμορφώσει ως ένα βαθμό τις εξελίξεις.

Γνωρίζουμε ότι το πρόγραμμα που υποστηρίζουμε μπορεί να υλοποιηθεί μόνο από τη δικτατορία του προλεταριάτου, από την εργατική τάξη οργανωμένη σε εργατικά συμβούλια. Η υλοποίησή του μπορεί να ξεκινήσει από μια εργατική κυβέρνηση, η οποία όμως είτε θα πρέπει να μετατραπεί γρήγορα σε επαναστατική εργατική κυβέρνηση που θα στηρίζεται στα εργατικά συμβούλια είτε θα ανατραπεί με τη βία από την αστική τάξη είτε θα ενσωματωθεί και θα κινηθεί στα πλαίσια της διαχείρισης του καπιταλισμού στο βαθμό που θα κυριαρχήσουν στο μέτωπο που στηρίζει την κυβέρνηση ρεφορμιστικές δυνάμεις, οπότε θα πρέπει αυτή η κυβέρνηση να ανατραπεί από την εργατική τάξη. Έχουμε την πρόθεση να συνεργαστούμε και με δυνάμεις που βλέπουν μόνο τον κοινοβουλευτικό δρόμο και μπορεί να θεωρούν ότι με αυτόν το δρόμο μπορεί να υλοποιηθεί το πρόγραμμα που προτείνουμε. Η δυνατότητα για συμπόρευση με τέτοιες δυνάμεις είναι υπαρκτή σήμερα, καθώς η εξέλιξη της κατάστασης έχει οδηγήσει μεταρρυθμιστικές δυνάμεις να υιοθετούν ριζοσπαστικές προτάσεις και αιτήματα, καθώς είναι φανερή η χρεοκοπία των προγραμμάτων τους.

Η βασική μάχη που πρέπει να δώσουμε είναι σε σχέση με το πρόγραμμα και την εργατική κυβέρνηση. Πρέπει να τραβήξουμε κι άλλες δυνάμεις σε αυτήν την κατεύθυνση. Δεν απευθυνόμαστε σε ένα δεδομένο και σταθερό αλλά σε ένα διαρκώς μεταβαλλόμενο πολιτικό περιβάλλον. Φιλοδοξούμε να το τροποποιήσουμε κι άλλο, να αυξήσουμε τις δυνάμεις που στηρίζουν την πρότασή μας και όχι να προσαρμοστούμε σε άλλες προτάσεις ή να διαπραγματευτούμε πλευρές του προγράμματός μας.

Βάρος να ρίξουμε σε όλα τα αγωνιστικά μέτωπα που ανοίγονται μπροστά μας όπως είναι το μέτωπο της παιδείας, το εργασιακό, το ασφαλιστικό κ.α, στην κατεύθυνση που προείπαμε, δηλαδή ενάντια στην κυβερνητική πολιτική και συνολικά την αστική τάξη και τον ίδιο τον καπιταλισμό, για τη συνολική ανατροπή τους και την εργατική κυβέρνηση.

[….]

Η Πολιτική Επιτροπή, 28 Αυγούστου 2011