[2011-07-09] Απόφαση της Π.Ε.

Απόφαση της 6ης Π.Ε. της κ.ο. Ανασύνταξη της 9/7/2011

Σε προηγούμενες αποφάσεις της Π.Ε. έχουμε περιγράψει και αναλύσει την πρωτόγνωρη κρίση που διέρχεται ο σύγχρονος ιμπεριαλισμός. Πρόκειται για μια κρίση που δεν θα ξεπεραστεί άμεσα αλλά θα τραβήξει σε μάκρος. Αυτό καταμαρτυρείται από το γεγονός ότι σε μια σειρά χώρες αρχίζουν να εμφανίζονται οι εκρηκτικές αντιθέσεις που η κρίση του καπιταλισμού όξυνε, θέτοντας στην ημερήσια διάταξη το ζήτημα της ανατροπής του καπιταλισμού. Αν η Ελλάδα έχει συγκεντρώσει το ενδιαφέρον του παγκόσμιου χρηματιστικού κεφαλαίου όλο και περισσότερες χώρες μπαίνουν στον χορό: Ιρλανδία, Πορτογαλία, Ισπανία, Ιταλία, Βέλγιο...

Οι εξελίξεις στην χώρα μας, ειδικά μετά την ψήφιση του μεσοπρόθεσμου προγράμματος ουσιαστικά επιβεβαιώνουν την διαπίστωση της προηγούμενης Π.Ε. ότι στόχος είναι:


  • Να μετατραπεί η Ελλάδα σε χώρα προσφοράς φτηνής εργασίας σε ευρωπαϊκό επίπεδο και να προκύψει ανώτερο επίπεδο συνολικής και ατομικής κερδοφορίας του κεφαλαίου.

  • Να ξεπουληθούν στους μεγάλους επενδυτές κερδοφόροι τομείς που θα προκύψουν από τη συρρίκνωση του κράτους (σε οικονομικές δραστηριότητες, πάγια κεφάλαια και δημόσια περιουσία).

  • Να μετατραπεί η ελληνική οικονομία σε επενδυτικό παράδεισο, τόσο για τις άμεσες όσο και για τις έμμεσες επενδύσεις.

Παράλληλα, η αστική τάξη προσπαθεί να βρει λύση στο σύνθετο πρόβλημα της διαχείρισης του χρέους. Το ποια λύση θα επικρατήσει τελικά και πότε θα δρομολογηθεί, εξαρτάται από την εξέλιξη της διεθνούς κρίσης και από το συσχετισμό δύναμης στον ενδοϊμπεριαλιστικό ανταγωνισμό. Όποια λύση κι αν προκύψει από την ενδοϊμπεριαλιστική διαπάλη, θα είναι σε βάρος της εργατικής τάξης που θα δεχτεί ένα ακόμα βίαιο χτύπημα. Από τα σενάρια που συζητιούνται σήμερα, αυτό που εμφανίζεται σαν επικρατέστερο εξυπηρετεί κυρίως τον γαλλικό ιμπεριαλισμό και αφορά την επιμήκυνση της λήξης των ομολόγων του ελληνικού δημοσίου που έχουν στα χέρια τους οι Γάλλοι ιδιώτες και οι γαλλικές τράπεζες μέχρι το 2014 και η τυχούσα μη εξόφλησή τους να μην θεωρηθεί πιστωτικό γεγονός (δηλαδή να μην ενεργοποιηθούν τα ασφάλιστρα του ελληνικού χρέους, τα περίφημα CDS). Δεύτερο σενάριο που εξυπηρετεί κυρίως τον βρετανικό ιμπεριαλισμό είναι μια άμεση χρεοκοπία της Ελλάδας, αφού οι Άγγλοι ομολογιούχοι δεν έχουν επενδύσει σε ομόλογα του ελληνικού δημοσίου αλλά σε CDS. Τα συμφέροντα του γερμανικού ιμπεριαλισμού βρίσκονται στην μέση, καθώς οι γερμανικές τράπεζες κατέχουν ελληνικά ομόλογα κι επομένως δεν τις συμφέρει κανένα από τα σενάρια για παύση πληρωμών ή μερική διαγραφή (κούρεμα) του χρέους τώρα, ενώ από την άλλη μεριά η καθυστέρηση μιας τέτοιας εξέλιξης κατά 1 με 2 χρόνια σημαίνει ότι σημαντικό κόστος θα πρέπει να πληρώσει το γερμανικό κράτος που τότε θα έχει στα χέρια του σημαντικό τμήμα του ελληνικού χρέους, μέσω της διαδικασίας του μνημονίου και του ευρωπαϊκού μηχανισμού στήριξης.

Παράλληλα, εμφανίζονται σενάρια περί θεσμοθέτησης διπλού ευρώ για τις υπερχρεωμένες οικονομίες όπως η Ελλάδα, πράγμα που σημαίνει κοινό σταθερό νόμισμα για τις εξωτερικές συναλλαγές και ξεχωριστό νόμισμα υποκείμενο σε υποτίμηση για τις εσωτερικές συναλλαγές. Δηλαδή πρόκειται για λύση εντελώς κομμένη και ραμμένη στα συμφέροντα των δανειστών αφού από την μια επιδεινώνει την κατάσταση στο εσωτερικό της χώρας με την πολιτική της συνεχούς υποτίμησης, ρίχνοντας το επίπεδο ζωής της εργατικής τάξης και των φτωχών λαϊκών στρωμάτων και από την άλλη δεν εξασφαλίζει οφέλη όπως θα ήταν η ανταγωνιστικότητα στις εξαγωγές, αφού αυτές θα γίνονται με το κοινό σταθερό νόμισμα.

Συμπερασματικά πρέπει να πούμε ότι, η θέση της χώρας στον ενδοϊμπεριαλιστικό ανταγωνισμό επιδεινώνεται. Η αστική τάξη της χώρας είναι αναγκασμένη να κινηθεί σ' αυτήν τη ρότα, απ την οποία θέλει να αποκομίσει και ίδιον όφελος, να ξεπεράσει την κρίση, να δημιουργηθούν συνθήκες κερδοφορίας, να πάρει κομμάτι της πίτας απ το ξεπούλημα της δημόσιας περιουσίας.

Όπως γίνεται φανερό από την καθημερινότητα και από τις μελλοντικές οικονομικές εξελίξεις είναι βέβαιο ότι οι αντιθέσεις στην ελληνική κοινωνία θα οξυνθούν. Θεωρούμε ότι η κατάσταση όπως διαμορφώθηκε στην 48ωρη απεργία της 28-29ης Ιούνη είναι μόνο μια στιγμή της μάχης που έρχεται. Εκτίμησή μας είναι ότι βαίνουμε σε επαναστατική κατάσταση. Κατά τον Λένιν τρία είναι τα κριτήρια που πρέπει να συντρέχουν σωρευτικά προκειμένου να διαπιστώσουμε την ύπαρξη επαναστατικής κατάστασης:

1) Η αδυναμία των κυρίαρχων τάξεων να διατηρήσουν σε αναλλοίωτη μορφή την κυριαρχία τους η μια ή άλλη κρίση των «κορυφών», η κρίση της πολιτικής της κυρίαρχης τάξης που δημιουργεί ρωγμή, απ' όπου εισχωρεί η δυσαρέσκεια και ο αναβρασμός των καταπιεζομένων τάξεων. Συνήθως, για να ξεσπάσει η επανάσταση δεν είναι αρκετό "τα κάτω στρώματα να μη θέλουν", μα χρειάζεται ακόμη και "οι κορυφές να μην μπορούν" να ζήσουν όπως παλιά. 2) Επιδείνωση, μεγαλύτερη από τη συνηθισμένη, της ανέχειας και της αθλιότητας των καταπιεζομένων τάξεων. 3) Σημαντικό ανέβασμα για τους παραπάνω λόγους της δραστηριότητας των μαζών, που σε "ειρηνική" εποχή αφήνουν να «τις ληστεύουν ήσυχα, ενώ σε καιρούς θύελλας τραβιούνται τόσο απ' όλες τις συνθήκες της κρίσης, όσο και από τις ίδιες τις "κορυφές", σε αυτοτελή ιστορική δράση”.

Λένιν η χρεοκοπία της ΙΙ Διεθνούς

Αν για την επιδείνωση της ανέχειας και αθλιότητας των μαζών μπορούμε να είμαστε σίγουροι, επιδείνωση που προκαλείται από τα συνεχή βάρβαρα μέτρα της κυβέρνησης σε βάρος της εργατικής τάξης και των εργαζόμενων μεσαίων στρωμάτων, πρέπει να είμαστε πιο προσεκτικοί σχετικά με τα υπόλοιπα δυο κριτήρια. Οι κυβερνώντες δεν έχουν δείξει ακόμη όλα τα σημάδια της αδυναμίας τους. Το Σύνταγμα καταστρατηγείται ευθέως αλλά από την άλλη διασφαλίζει την εφαρμογή των μέτρων (δες την απόφαση του ΣτΕ για την συνταγματικότητα του Μνημονίου). Το πολιτικό σύστημα είναι στα όρια του, αλλά δεν έχει δείξει ακόμη αδυναμία να κρατήσει την κατάσταση. Αμφισβητείται από το κίνημα αλλά όχι σε τρομακτικό βαθμό. Επιπρόσθετα, οι μάζες δείχνουν σημάδια ανεβάσματος της δραστηριότητας τους (οι πλατείες είναι δείγμα αυτής της ανόδου) αλλά η αγωνιστική δραστηριότητα των μαζών δεν είναι τέτοια που να σημάνει την αλλαγή της ποιότητας της ταξικής σύγκρουσης.

Βρισκόμαστε σε κρίσιμη χρονική καμπή. Το αστικό πολιτικό σύστημα απαιτεί από όλες του τις δυνάμεις να στοιχηθούν στους βασικούς στόχους της αστικής τάξης που αποτυπώνονται στο μνημόνιο, το μεσοπρόθεσμο και το 2ο μνημόνιο που θα προκύψει εν όψει του 2ου δανείου. Η απαίτηση του αστικού πολιτικού συστήματος αλλά και των κεφαλαιοκρατών στην Ευρώπη αποτυπώνεται στις πιέσεις που ασκούνται στο Σαμαρά, να συναινέσει στην κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ και στα μέτρα που παίρνονται, ενώ ο Σαμαράς απαντά ότι πρέπει να αποτελέσει την επόμενη εναλλακτική λύση του συστήματος, διότι σε διαφορετική περίπτωση ο λαός μπορεί να στραφεί σε άλλες, επώδυνες για το σύστημα, λύσεις. Με τον τρόπο αυτό επιβεβαιώνει, εκτός των άλλων, τη σχετική αυτονομία της πολιτικής απ την οικονομία, η οποία αν και περιορίζεται δεν εξαλείφεται. Οι καπιταλιστές όμως και συνολικά το αστικό πολιτικό σύστημα εξακολουθούν να πιέζουν τη Ν.Δ. διότι επείγονται για το σήμερα και φοβούνται εξελίξεις στην Ελλάδα οι οποίες θα επιφέρουν ένα ντόμινο εξελίξεων στην Ευρώπη και στην Αμερική. Ο αντιμνημονιακός λόγος σήμερα, έστω και κουτσουρεμένος απ' το Σαμαρά, μπορεί να λειτουργήσει προσθετικά στην γενικότερη αντίδραση της κοινωνίας και να επιφέρει δυσμενείς για το σύστημα εξελίξεις οι οποίες θα ανατρέψουν ή θα καθυστερήσουν τα σχέδιά τους.

Από τα παραπάνω προκύπτουν τα καθήκοντα των κομμουνιστών και της οργάνωσής μας. Όπως το σύστημα θέλει όλες του τις δυνάμεις συγκεντρωμένες, έτσι και η εργατική πολιτική πρέπει να φροντίζει για τη συγκέντρωση ανάλογων δυνάμεων απ τη σκοπιά της εργατικής τάξης. Σήμερα είναι εφικτό περισσότερο από κάθε άλλη φορά, οι δυνάμεις που έχουν αναφορά στην εργατική τάξη να κινηθούν στην κατεύθυνση δημιουργίας ενός ενιαίου πολιτικού μετώπου της εργατικής τάξης για την έξοδο της χώρας από την κρίση. (Σ' αυτή την κατεύθυνση εντάσσεται και η πρωτοβουλία μας για τη σύσκεψη των οργανώσεων την Κυριακή 10/7/2011).

Λέμε ότι σήμερα είναι εύφορο το έδαφος να συγκροτηθεί ένα τέτοιο μέτωπο γιατί υπάρχουν οι αντικειμενικές προϋποθέσεις για κάτι τέτοιο. Η αστική τάξη σπάει τους δεσμούς της και την συμμαχία της με τα μεσαία στρώματα (οι δυνάμεις που αποκόβονται από την σοσιαλδημοκρατία αυτό δείχνουν) και στους δρόμους και τις πλατείες μπήκαν μπροστά τα εργατικά και λαϊκά αιτήματα και είναι αυτά που κυριαρχούν στις συγκεντρώσεις.

Κατά την γνώμη μας δύο είναι τα βασικά στοιχεία που πρέπει να συγκροτούν αυτό το πολιτικό μέτωπο. Πρώτον, το πρόγραμμα πάνω στο οποίο θα ενωθούν όλες οι δυνάμεις, η υλοποίηση του οποίου είναι προϋπόθεση για την ικανοποίηση των εργατικών συμφερόντων. Ένα πρόγραμμα για:

  • Ανατροπή του αντεργατικού Προγράμματος Σταθερότητας και του Μνημονίου, του Συμφώνου για το ευρώ και του Μεσοπρόθεσμου σφαγείου

  • Μονομερή διαγραφή του δημόσιου χρέους εκτός αυτού προς τα ασφαλιστικά ταμεία

  • Να χάσουν τα κεφάλαιά τους οι εγχώριοι και διεθνείς τοκογλύφοι αντί να ληστευθεί η εργατική τάξη και τα εργαζόμενα στρώματα για να πληρωθούν οι απαιτήσεις των καπιταλιστών-παράσιτων

  • Διαγραφή των χρεών των εργατικών οικογενειών και των φτωχών αγροτών, ρύθμιση των χρεών των εργαζόμενων επαγγελματιών

  • Έξοδο από την ΟΝΕ, την Ευρωπαϊκή Ένωση και το ΝΑΤΟ

  • Κρατικοποίηση τραπεζών, μεγάλων επιχειρήσεων, οργανισμών κοινής ωφέλειας, χωρίς αποζημίωση και με εργατικό έλεγχο

  • Χωρισμός κράτους-εκκλησίας. Δήμευση της εκκλησιαστικής περιουσίας

  • Απαγόρευση των απολύσεων. Αυξήσεις στους μισθούς. Μείωση του χρόνου εργασίας. Δουλειά για όλους

  • Ικανοποίηση των διεκδικήσεων του εργατικού και λαϊκού κινήματος

  • Τιμωρία όλων όσων εμπλέκονται σε πράξεις βίας ενάντια στο κίνημα

Ένα τέτοιο πρόγραμμα είναι σήμερα το στοιχειώδες μίνιμουμ, καθώς στην κρίσιμη περίοδο που διανύουμε δεν υπάρχει περιθώριο για ενδιάμεσες λύσεις.

Το δεύτερο στοιχείο για την συγκρότηση του πολιτικού μετώπου είναι το ποιος θα υλοποιήσει το παραπάνω πρόγραμμα. Κατά την γνώμη μας, μόνο μια εργατική κυβέρνηση της εργατικής τάξης και των εργαζόμενων μικροαστικών στρωμάτων μπορεί να το υλοποιήσει. Η εργατική κυβέρνηση δεν είναι και δεν ταυτίζεται με την δικτατορία του προλεταριάτου, την εργατική εξουσία. Είναι η πρώτη πράξη της επανάστασης και μόνο αν καταφέρουν οι κομμουνιστές να έχουν το πάνω χέρι σε αυτή την κυβέρνηση θα φτάσουμε στην εγκαθίδρυση της εργατικής εξουσίας.

Η πολιτική πρόταση που καταθέτουμε είναι πρόταση που θέτει εδώ και τώρα το ζήτημα της επανάστασης, είναι η μοναδική πρόταση επαναστατικής εξόδου από την κρίση. Ως εκ τούτου έρχεται σε σύγκρουση είτε με αντιλήψεις που αναβάλλουν την επανάσταση στο όνομα του ότι ο υποκειμενικός παράγοντας δεν είναι ώριμος (ΚΚΕ-ΝΑΡ), αντίληψη που αφήνει ξεκρέμαστο το κίνημα, είτε με θεματικές πρωτοβουλίες, όπως είναι η πολιτική πρωτοβουλία ενάντια στο ευρώ και την ΕΕ. Η πρωτοβουλία αυτή κατακερματίζει το πολιτικό πρόγραμμα, αποτελεί υπαναχώρηση από αυτό και υπεκφυγή από το καθήκον τοποθέτησης γύρω από το κομβικό ζήτημα της πρότασης εξουσίας που πρέπει η αριστερά και οι κομμουνιστές να καταθέσουν εδώ και τώρα.

Τέλος έρχεται σε σύγκρουση με την πρόταση για την συγκρότηση του ΕΠαΜ, αφού η τελευταία δεν αντιπροσωπεύει πιστά τα συμφέροντα της εργατικής τάξης μιας και υποτάσσει τα ταξικά συμφέροντα των εργατών στα συμφέροντα μικροαστικών και μεσοαστικών στρωμάτων που ακροθιγώς και μερικώς επηρεάζονται αρνητικά από τα μνημόνια και το μεσοπρόθεσμο.

Μπορεί οι παραπάνω αντιλήψεις να μην ωθούν τα πράγματα προς την επανάσταση και να μην είναι συνεπείς με τα εργατικά συμφέροντα και το στοιχείο αυτό πρέπει να αναδεικνύεται από τους επαναστάτες, διατυπώνονται όμως από δυνάμεις που χωρούν κατά την εκτίμησή μας στο ενιαίο πολιτικό μέτωπο που προτείνουμε. Εξάλλου, σε ένα ενιαίο πολιτικό μέτωπο οι διάφορες δυνάμεις εκτός από τα συμφωνηθέντα, τα οποία πρέπει να τηρούνται, διατηρούν παράλληλα και την οργανωτική τους αυτοτέλεια και τον αυτοτελή τους λόγο.

Πρώτοι οι κομμουνιστές είναι εκείνοι που δεν πρέπει να σταματούν να προπαγανδίζουν πως η πλήρης υλοποίηση του μεταβατικού προγράμματος μπορεί να επιτευχθεί μόνο στην δικτατορία του προλεταριάτου, την δημοκρατία των σοβιέτ και των εργατικών συνελεύσεων οργανωμένων σε παραγωγική βάση και πως η εγκαθίδρυση μιας τέτοιας δημοκρατίας είναι εφικτή. «Για την αρχική νίκη της προλεταριακής επανάστασης, για την ανατροπή του καπιταλισμού και την εγκαθίδρυση της δικτατορίας του προλεταριάτου δεν χρειάζεται και δεν θα ήταν δυνατό να υπάρχει συνειδητοποίηση από το σύνολο της εργατικής τάξης. Αρκούσε και αρκεί και σήμερα η ύπαρξη μια αξιόπιστης και καλά οργανωμένης, συνειδητής Πρωτοπορίας, ενός ισχυρού επαναστατικού κόμματος που θα οδηγήσει τις αυθόρμητες, ημιαυθόρμητες και ημισυνειδητές και τις ασυνείδητες εργατικές μάζες στη επίτευξη αυτής της νίκης όπως αυτό έγινε στις προλεταριακές επαναστάσεις του 20ου αιώνα και γίνονταν και στις παλαιότερες επαναστάσεις που πραγματοποιούνταν και νικούσαν από μικρές συνειδητές μειοψηφίες επικεφαλής ασυνείδητων μαζών. Αν όμως πρόκειται να οδηγηθεί η επανάσταση ως τη τελική της νίκη, ως το σοσιαλισμό-κομμουνισμό, τότε αυτό δεν αρκεί, τότε χρειάζεται η συνειδητή συμμετοχή του συνόλου της εργατικής τάξης.» Κώστας Μπατίκας.

Γι' αυτό είναι απαραίτητο το κάλεσμα στις εργατικές τάξεις των υπόλοιπων χωρών να ανατρέψουν τις αστικές τους τάξεις.

Για τον λόγο αυτό οι κομμουνιστές έχουν ένα ακόμη πρόσθετο καθήκον. Έχουν το καθήκον να επισπεύσουν τις προσπάθειές τους για μια νέα Ένωση Κομμουνιστών, ως αποφασιστικό βήμα για την οικοδόμηση επαναστατικού κομμουνιστικού κόμματος νέου τύπου, που θα καταστήσει νικηφόρα την επανάσταση.

Όλοι οι κομμουνιστές όπου και αν βρίσκονται, σε διάσπαση με το ρεφορμισμό και τον οπορτουνισμό πρέπει να κινηθούν αποφασιστικά στην παραπάνω κατεύθυνση. Η κ.ο. ΑΝΑΣΥΝΤΑΞΗ προσπαθώντας να συνεισφέρει σ αυτή την προσπάθεια θα καταθέσει σύντομα τις θέσεις της «ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΝΟΤΗΤΑ ΤΩΝ ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΩΝ».

Δεν πετάμε στα σύννεφα. Σε εποχές γρήγορης και απότομης εξέλιξης της ταξικής πάλης η στρατηγική μας για τον χαρακτήρα της κοινωνίας που θέλουμε να οικοδομήσουμε καθοδηγεί και φωτίζει την τακτική μας. Η πρωτοβουλία της κ.ο. ΑΝΑΣΥΝΤΑΞΗ για την οικοδόμηση ενός ενιαίου πολιτικού μετώπου της εργατικής τάξης για την έξοδο από την κρίση είναι ένα βήμα προς την επανάσταση. Το πρώτο αλλά κρίσιμο βήμα.

Η πρωτοβουλία που παίρνουμε κεντρικά πρέπει να υποστηριχθεί από το σύνολο των ΟΒ και των συντρόφων με ανάλογες συσκέψεις ανά πόλη (ήδη έχουν γίνει συσκέψεις με άλλες οργανώσεις σε Γιάννενα και Τρίκαλα), διμερείς συναντήσεις, ζύμωση σε οργανωμένους και ανένταχτους αγωνιστές. Η κάθε ΟΒ πρέπει να συζητήσει και να σχεδιάσει το πως θα υποστηρίξει τη συνολική προσπάθεια μας, ώστε να πετύχουμε το μεγαλύτερο δυνατό άπλωμα της πρωτοβουλίας μας και να ασκήσουμε τη μέγιστη δυνατή πίεση στις οργανώσεις που αποφεύγουν να απαντήσουν στα ζητήματα της περιόδου.

Αθήνα 9/7/2011 η ΠΕ της κο Ανασύνταξη