Πολιτική απόφαση της 2ης Συνδιάσκεψης
Βασικό χαρακτηριστικό της σημερινής διεθνούς κατάστασης είναι η παγκόσμια κρίση υπερσυσσώρευσης κεφαλαίου και η καταστροφή παραγωγικών δυνάμεων που αυτή συνεπάγεται. Φυσικά, η αστική τάξη εκπονεί και μεθοδεύει πρακτικές εξόδου από την κρίση, όπως η συστηματική και πολυποίκιλη κρατική παρέμβαση στην οικονομία (επιδοτήσεις τραπεζών, αγορά τοξικών ομολόγων και μετοχών υπό χρεοκοπία ιδιωτικών επιχειρήσεων από το κράτος σε συνδυασμό με την ιδιωτικοποίηση κερδοφόρων κρατικών επιχειρήσεων, δημόσια έργα, τροφοδότηση του πληθωρισμού κλπ), η υιοθέτηση νέων παραγωγικών παραδειγμάτων (πχ., δημιουργία νέων, «πράσινων» παραγωγικών κλάδων, γενίκευση της μερικής απασχόλησης με ταυτόχρονη εντατικοποίηση της εργασίας), η αξιοποίηση του αυξανόμενου ανταγωνισμού στις γραμμές της εργατικής τάξης για παραπέρα συμπίεση των μισθών, η μείωση των συντάξεων, των κοινωνικών δαπανών για την παιδεία, την υγεία κλπ στο όνομα της εξυγίανσης των οικονομικών του Δημοσίου, η αύξηση της συγκεντροποίησης του κεφαλαίου, με στόχο πάντα τη μείωση της οργανικής σύνθεσης του κεφαλαίου, την αύξηση της απομυζούμενης υπεραξίας και την ανάκαμψη του ποσοστού κέρδους.
Όλες αυτές οι πρακτικές όμως συνεπάγονται όχι μόνο την κοινωνικά απαράδεκτη καταστροφή υπαρκτών παραγωγικών δυνάμεων και την όξυνση του ανταγωνισμού ανάμεσα στην αστική τάξη από τη μια και στην εργατική τάξη και τους εργαζόμενους μικροαστούς από την άλλη, αλλά και γιγάντωμα του ανταγωνισμού τόσο ανάμεσα στους κεφαλαιοκράτες όσο και ανάμεσα στις αστικές τάξεις των κρατών –κρίκων της παγκόσμιας ιμπεριαλιστικής αλυσίδας. Η προσπάθεια εξαγωγής της κρίσης και μετακύλισης των συνεπειών της στους ώμους άλλων, προπαντός στους ώμους των εξαρτημένων και αδύναμων εθνών, θα πυροδοτήσει νέες ιμπεριαλιστικές εξορμήσεις και αντιπαραθέσεις με τη μορφή κυρίως «ψυχρών» οικονομικών, εμπορικών και νομισματικών πολέμων ανάμεσα στα διάφορα ιμπεριαλιστικά κέντρα, καθώς και «θερμών» πραγματικών περιφερειακών πολεμικών συγκρούσεων για τον έλεγχο των στρατηγικών πρώτων υλών από τους ιμπεριαλιστές, για την κατάκτηση νέων αγορών και χώρων προνομιακής επένδυσης των κεφαλαίων τους. Η έκβαση αυτών των συγκρούσεων και των αντιπαραθέσεων και θα τροποποιήσει προς τη μια ή την άλλη κατεύθυνση τη σημερινή ιεραρχία των ιμπεριαλιστικών δυνάμεων- με κύριο στοιχείο την ανάκαμψη ή την παραπέρα αποδυνάμωση του αμερικανικού ιμπεριαλισμού προς όφελος ή προς ζημία των άλλων ιμπεριαλιστικών κέντρων (Γαλλία, Γερμανία, Ρωσία, Ιαπωνία κλπ).
Αν η πολιτική παρέμβαση των κομμουνιστών είναι εσφαλμένη και ανεπαρκής, τότε στη συνείδηση των μαζών θα δεσπόσουν τα εθνικιστικά ιδεολογήματα, με αποτέλεσμα η καταστροφή των παραγωγικών δυνάμεων μέσω της εξαπόλυσης πολέμων να γίνει κοινωνικά αποδεκτή και να συγκαλυφθεί η οικονομική χρεοκοπία του κεφαλαιοκρατικού συστήματος. Αν όμως η πολιτική παρέμβαση των κομμουνιστών είναι ορθή και επαρκής, η υπό εξέλιξη κρίση μπορεί να γίνει αφετηρία αναζωπύρωσης της ταξικής πάλης, ανάκαμψης του εργατικού κινήματος, αποτελεσματικής υπεράσπισης των ζωτικών συμφερόντων της εργατικής τάξης στους ισχυρούς και μήτρα της προλεταριακής επανάστασης στους αδύναμους κρίκους της ιμπεριαλιστικής αλυσίδας. Αναγκαία προϋπόθεση γι’ αυτό είναι η προώθηση της ενότητας των κομμουνιστών, η ίδρυση επαναστατικών κομμουνιστικών κομμάτων και μιας νέας κομμουνιστικής διεθνούς που θα υιοθετήσουν και θα προωθήσουν την ταχτική του ενιαίου μετώπου της εργατικής τάξης τόσο στο συνδικαλιστικό όσο και στο πολιτικό επίπεδο, παλεύοντας τόσο για την ενοποίηση, τη ριζοσπαστικοποίηση των συνδικάτων και την ενότητα δράσης όλων των εργατών ανεξάρτητα από την κομματική και ιδεολογική τους τοποθέτηση όσο και για την ολόπλευρη προετοιμασία της εργατικής τάξης για την εκπλήρωση του κοσμοϊστορικού της ρόλου, την εγκαθίδρυση της δικτατορίας του προλεταριάτου, της εργατικής δημοκρατίας, της ανώτερης μορφής πολιτικής δημοκρατίας, στον αντίποδα του αστικού κοινοβουλευτισμού και των άλλων αυταρχικότερων μορφών της δικτατορίας της αστικής τάξης.
Ένας από τους αδύναμους κρίκους της ιμπεριαλιστικής αλυσίδας μπορεί να αποδειχτεί ότι είναι και η Ελλάδα με τα τεράστια ελλείμματα, με το κολοσσιαίο για το οικονομικό μέγεθός της δημόσιο χρέος, με τις εκτεθειμένες στην κρίση άμεσες επενδύσεις ελληνικών επιχειρήσεων στις Βαλκανικές χώρες και αλλού, με την εμπλοκή και τη συμμετοχή της στις ιμπεριαλιστικές εξορμήσεις των ΕΠΑ στο Ιράκ και το Αφγανιστάν, με την ένταση του ανταγωνισμού των ΕΠΑ, της Ρωσίας και της υπό γαλλογερμανική ηγεμονία Ευρωπαϊκής Ένωσης στην περιοχή μας, με τα ανοιχτά μέτωπα με την Τουρκία στην Κύπρο, το Αιγαίο και τη Θράκη, με το ζήτημα της Δημοκρατία της Μακεδονίας, με το ρόλο της ως ορμητηρίου του αμερικανικού ιμπεριαλισμού κατά των λαών της ευρύτερης καθ’ ημάς Ανατολής,με την ιδιότητα του μέλους της Ευρωζώνης και της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Το ξέσπασμα της οικονομικής κρίσης και η συνεπαγόμενη πτώση του ΑΕΠ, ήδη διογκώνει τις δανειακές ανάγκες του ελληνικού δημοσίου και σε συνδυασμό με τα υψηλά ελλείμματα επιβαρύνει τα νέα δάνεια του με υπέρογκα για μέλος της Ε.Ε. επιτόκια. Η υπέρβαση των ορίων που θέτει η συμφωνία του Μάαστριχτ έθεσε ήδη τη χώρα υπό ευρωπαϊκή επιτήρηση, ενώ βλέπουν το φως της δημοσιότητας σενάρια που προβλέπουν την αποπομπή της από τη ζώνη του ευρώ, την προσφυγή της σε χρεοκοπία ή στο ΔΝΤ. Το πάγωμα των αυξήσεων στους μισθούς του δημοσίου είναι απλώς η προκαταβολή για τα μέτρα σκληρής λιτότητας που θα επιβληθούν στους μισθωτούς του δημόσιου και του ιδιωτικού τομέα. Η ιδιωτικοποίηση πραγματικά ή δυνητικά κερδοφόρων δημόσιων επιχειρήσεων επιδεινώνει την κατάσταση των δημόσιων οικονομικών και τα διαφυγόντα έσοδα θα καλυφθούν με νέες φοροεπιδρομές στο πορτοφόλι των μισθωτών και των άλλων εργαζομένων. Το κλείσιμο, η μετανάστευση και η λειτουργία των ιδιωτικών επιχειρήσεων με μειωμένο το παραγωγικό δυναμικό τους θεριεύει την ανεργία και τη δυστυχία των μαζών. Η σιωπηρή ανάληψη από τη χώρα μας του ρόλου της επιμελητείας των αμερικανών εισβολέων στο Ιράκ, το Αφγανιστάν και το Πακιστάν και η θέση της στην ιμπεριαλιστική αλυσίδα, τη μετατρέπουν σε χώρο υποδοχής πολεμικών προσφύγων (που σύμφωνα ακόμα και με το δίκιο του πολέμου πρέπει να περιθάλπονται από τις αμερικανικές και τις άλλες δυνάμεις κατοχής), δημιουργώντας νέες εστίες κοινωνικών εντάσεων. Η διαφθορά του κεντροδεξιού και κεντροαριστερού πολιτικού προσωπικού της αστικής τάξης που έφερε στο φως της δημοσιότητας η όξυνση του αμερικανογερμανικού ανταγωνισμού, και η εγγενής αδυναμία της ρεφορμιστικής, κοινοβουλευτικής και εξωκοινοβουλευτικής αριστεράς να προβάλλει αξιόπιστες λύσεις, από τη μια απονομιμοποιούν στα μάτια των μαζών και αποσυνθέτουν το κομματικό και πολιτικό σύστημα και από την άλλη ευνοούν τη δημαγωγία και το λαϊκισμό της άκρας δεξιάς, εγκλωβίζοντας σημαντικό τμήμα του εκλογικού σώματος στην αποδοχή ανοιχτά φασιστικών στάσεων και πολιτικών. Ο εκφασισμός του δημόσιου βίου υποθάλπεται επίσης από την αύξηση του ειδικού βάρους των μισθοφόρων στον εθνικό στρατό, από τον πολλαπλασιασμό των δημόσιων και των ιδιωτικών δυνάμεων ασφαλείας που δημιουργούν κλίμα αστυνομοκρατίας και από τη νομοθετική ακύρωση ατομικών και κοινωνικών δικαιωμάτων και δημοκρατικών ελευθεριών στο όνομα της πάταξης της τρομοκρατίας και της εγκληματικότητας- την ώρα που το ίδιο το επίσημο κοινωνικοπολιτικό σύστημα είναι ο μεγαλύτερος εγκληματίας και τρομοκράτης. Τέλος, η έλλειψη σοβαρής οικονομικής ισχύος υπονομεύει τη διεθνή θέση της χώρας και την καθιστά πρόσφορη και ευάλωτη σε άμεσους ή έμμεσους, δι΄ αντιπροσώπων εκβιασμούς τόσο του αμερικανικού και του βρεταννικού, όσο και του ρώσικου και του ευρωπαΐζοντος γαλλικού και γερμανικού ιμπεριαλισμού.
Όλα αυτά, σε συνδυασμό με την απομαζικοποίηση των συνδικάτων, την άσκηση πρακτικών που κατατείνουν στην κομματική υποταγή και στη διάσπαση της ενότητας οργάνωσης και δράσης του συνδικαλιστικού κινήματος, την απουσία ενός επαναστατικού κομμουνιστικού κόμματος και μιας επαναστατικής διεθνούς, το συναφές γιγάντωμα του αναρχισμού και την κομματική πολυδιάσπαση των αγωνιστών κομμουνιστών, καθιστούν αναντικατάστατο σήμερα το ρόλο της κ.ο. Ανασύνταξη ως πολιτικής οργάνωσης που επιδιώκει την ενότητα των κομμουνιστών, την οριστική υπέρβαση του μαρξισμού της Β΄ Διεθνούς και των επιβιώσεων του στο κομμουνιστικό κίνημα, την επανανακάλυψη του πραγματικού περιεχομένου των έργων των Μαρξ, Ένγκελς, Λένιν για τη μελέτη της σύγχρονης πραγματικότητας. Ως οργάνωσης που παλεύει για την εμπέδωση της τακτικής του ενιαίου μετώπου, την ανάδειξη εργατικής κυβέρνησης, την απεξάρτηση της χώρας από το ΝΑΤΟ και την Ευρωπαϊκή Ένωση, την εκδίωξη των αμερικανικών βάσεων, την εγκαθίδρυση της δικτατορίας του προλεταριάτου τόσο σε εθνικό όσο και σε παγκόσμιο επίπεδο, την επανέναρξη οικοδόμησης του σοσιαλισμού - α΄ φάσης της κομμουνιστικής κοινωνίας, και την ολοκλήρωση αυτής της οικοδόμησης από την παγκόσμια δικτατορία του προλεταριάτου- πράγμα που θα σημάνει την κατάργηση των τάξεων, την απονέκρωση του πολιτικού κράτους, την αμοιβή των παραγωγών σύμφωνα με την ποσότητα της εργασίας τους και την πλήρη κατάργηση της εμπορευματικής παραγωγής από μιαν οικουμενική κοινωνία ελεύθερα συνεταιρισμένων παραγωγών, ικανών να οικοδομήσουν πια και τη β΄ φάση της κομμουνιστικής κοινωνίας, στην οποία η εργασία θα είναι πρωταρχική ανθρώπινη ανάγκη, θα έχει ολοκληρωθεί η υπέρβαση του καταμερισμού εργασίας και της αντίθεσης ανάμεσα στην πνευματική και χειρωνακτική εργασία και οι παραγωγικές δυνάμεις αναπτυγμένες τόσο, ώστε να επιτρέπουν να γίνεται η διανομή των αγαθών με βάση τις ανάγκες του καθενός.
Κύριο καθήκον της οργάνωσής μας από την ίδρυσή της ήταν και παραμένει η προώθηση της Ενότητας των Κομμουνιστών. Η οργάνωση στο εξής πρέπει να πραγματοποιεί και να μετρά πρακτικά βήματα σε αυτήν την προσπάθεια. Πρώτον, πρέπει να έρχεται πραγματικά σε επαφή με όλο και περισσότερους κομμουνιστές, όπου και αν αυτοί βρίσκονται, με στόχο να διαδώσει τις προγραμματικές της θέσεις και να επιδιώξει την οργανωτική συσπείρωση. Δεύτερον, πρέπει να προκαλέσει το άνοιγμα της συζήτησης σε όλη την Αριστερά για τον κομμουνισμό και την επαναστατική μετάβαση σε αυτόν. Τέλος, με βασικούς πυλώνες προγραμματικής συμφωνίας τη μαρξιστική αντίληψη για τον κομμουνισμό, την αναγκαιότητα επαναστατικού κόμματος, το στρατηγικό στόχο της δικτατορίας του προλεταριάτου και την τακτική του Ενιαίου Μετώπου Πάλης, πρέπει να επιδιωχθεί στο μέλλον με όσες επαναστατικές δυνάμεις υπάρχουν, η συγκρότηση ενός κομμουνιστικού πόλου στην ελληνική κοινωνία. Ο πόλος αυτός θα αποτελέσει ένα κρίσιμο βήμα στην κατεύθυνση ανασύνταξης του εργατικού κινήματος, αφού θα είναι η πολιτική δύναμη που θα απευθυνθεί με νέα δυναμική, πολιτικά και συνδικαλιστικά στο σύνολο των εργαζομένων.
Είναι γι’ αυτό αναγκαίο από σήμερα να διαμορφώσει η κ.ο. Ανασύνταξη τους όρους προώθησης των θέσεών της στο ευρύτερο δυνατό πεδίο απήχησής τους και αυτό μπορεί να γίνει και μέσω μίας τακτικής πολιτικών συνεργασιών με άλλες δυνάμεις της Αριστεράς. Οι όποιες πολιτικές συνεργασίες πρέπει να ανταποκρίνονται σε μία σειρά από κριτήρια, που θα εξασφαλίζουν δικούς μας πολιτικούς στόχους και συγκεκριμένα την προώθηση του Ενιαίου Μετώπου Πάλης, τη διαμόρφωση προϋποθέσεων για την Ενότητα των Κομμουνιστών, τη ζύμωση της υπεροχής της δικτατορίας του προλεταριάτου ως πολιτικού στόχου της εργατικής τάξης. Οι πολιτικές συνεργασίες μπορούν να έχουν είτε τη μορφή συγκεκριμένης κοινής δράσης με άλλες οργανώσεις για άμεσα κεντρικά πολιτικά ζητήματα, είτε της συμμετοχής της κ.ο. Ανασύνταξης σε μέτωπα οργανώσεων στη βάση προγραμματικού πλαισίου με επαναστατικά χαρακτηριστικά.
[…]
Η συνδιάσκεψη ανέδειξε ότι η συνολική δράση της οργάνωσης επέφερε αποτελέσματα σε όλους τους τομείς, ακόμα και αν αυτά θα μπορούσαν να είναι περισσότερα. Η οργανωτική μας λειτουργία παρουσίασε αδυναμίες, που πρέπει να αντιμετωπιστούν άμεσα προκειμένου να έχουμε πιο αποτελεσματική δράση. Η βελτίωση της λειτουργίας της οργάνωσης είναι πρωτίστως ευθύνη της νέας Πολιτικής Επιτροπής, αλλά αναλογικά είναι και ευθύνη της κάθε Ο.Β. και του κάθε συντρόφου. Κατά συνέπεια, με αίσθημα συλλογικής και ατομικής ευθύνης οφείλουμε να υιοθετήσουμε μία σειρά από καθήκοντα και στόχους μετά από τη συνδιάσκεψη.
[…]
Περισσότερο βάρος χρειάζεται να δοθεί και στον ιδεολογικό εξοπλισμό του συνόλου της οργάνωσης. Για την επίτευξη του στόχου αυτού και για την οργάνωση της επεξεργασίας και της συζήτησης γύρω από τα θεωρητικά ζητήματα, η νέα Π.Ε. πρέπει να προχωρήσει στη συγκρότηση ιδεολογικής επιτροπής. Με την καθοδήγηση της ιδεολογικής επιτροπής μπορεί να προχωρήσει κάθε Ο.Β. σε συγκροτημένη αυτομόρφωση αξιοποιώντας έργα των κλασικών γύρω από συγκεκριμένα θεωρητικά ζητήματα και να γίνουν ειδικές οργανωτικές διαδικασίες, οι οποίες να αφορούν τα ιδεολογικά μέτωπα με τον αναρχισμό, το ρεφορμισμό και τις αντιδραστικές ακροδεξιές ιδεολογίες.
Ωστόσο, τα θεωρητικά καθήκοντα της κ.ο. Ανασύνταξης υπερβαίνουν κατά πολύ τις ανάγκες ιδεολογικο-πολιτικού εξοπλισμού των συντρόφων και μόνο. Ο ρόλος της οργάνωσης είναι η συμβολή στην θεωρητική επαναθεμελίωση του εργατικού κινήματος και εργαλείο αυτής ήταν και παραμένει το περιοδικό Αριστερή Ανασύνταξη. Η επανακυκλοφορία του περιοδικού σε τακτική βάση με προγραμματισμένες από συντακτική επιτροπή θεωρητικές επεξεργασίες αποτελεί γι’ αυτό αδιαπραγμάτευτο στόχο. Το περιοδικό και η ύλη του πρέπει να αντανακλά και το αποτέλεσμα της δουλειάς της ιδεολογικής επιτροπής γύρω από τα θεωρητικά ζητήματα. Ως φόρο τιμής στον αείμνηστο σ. Κώστα Μπατίκα το επόμενο τεύχος της Α.Α. θα είναι ένα αφιέρωμα στη δική του θεωρητική συμβολή. Αυτό θα είναι παράλληλα και η αρχή της αναγκαίας για την οργάνωση αφομοίωσης της κληρονομιάς του σ. Μπατίκα, που περνά επίσης από τη διοργάνωση Πολιτικού Μνημόσυνου. Η συνδιάσκεψη αποφασίζει τη διοργάνωση πολιτικού μνημόσυνου του σ. Μπατίκα με αφορμή την έκδοση του τελευταίου βιβλίου του, έκδοση η οποία πρέπει να γίνει μέχρι το τέλος του χρόνου.
Η οργάνωσή μας θα πρωτοστατήσει στο συντονισμό δράσης με τις υπόλοιπες αριστερές οργανώσεις για την απόκρουση της επίθεσης του κράτους ενάντια στους μετανάστες και πρόσφυγες, θα ανοίξει μέτωπο με τις ρατσιστικές αντιλήψεις στην κοινωνία, στους χώρους δουλειάς και στα συνδικάτα.
[…]
Τέλος, η συνδιάσκεψη αποφασίζει με την έκδοση και το μοίρασμα της πολιτικής απόφασης της συνδιάσκεψης να αρχίσει 3μηνη πανελλαδική οικονομική εξόρμηση των ΟΒ.