[2013-03-31] Ανακοίνωση της Π.Ε. για τις εξελίξεις στην Κύπρο
Η απόφαση του Eurogroup στις 25 Μάρτη σχετικά με την Κύπρο αποτελεί σημείο καμπής για τη διαχείριση της καπιταλιστικής κρίσης από τις χώρες της Ευρωζώνης και πηγή σημαντικών συμπερασμάτων για την ταξική πάλη.
Με την απόφαση αυτή, σε αντάλλαγμα οικονομικής βοήθειας 10 δισ. από την Ευρωζώνη και το ΔΝΤ προς την Κύπρο, παίρνονται τα εξής μέτρα:
-
κλείσιμο της μιας από τις δύο μεγάλες τράπεζες του νησιού (της Λαϊκής), εξαλείφοντας όλες τις καταθέσεις πάνω από 100.000 ευρώ, μεταφορά των υπολοίπων καταθέσεων στην άλλη τράπεζα (Τράπεζα Κύπρου), και δέσμευση των μετοχών της,
-
επιβολή βαριάς φορολογίας στις εναπομείνασες καταθέσεις άνω των 100.000 ευρώ (σε ποσοστό από 30 ως 60%). Θα ακολουθήσει υπογραφή μνημονίου και δανειακής σύμβασης.
Η απόφαση αυτή αποτελεί συντριπτικό πλήγμα κατά της αστικής τάξης της Κύπρου που βλέπει το μοντέλο οικονομίας που έκτισε στο νησί να καταστρέφεται εν μία νυκτί. Ταυτόχρονα, προμηνύει ολομέτωπη επίθεση στην εργατική τάξη του νησιού και δραστική χειροτέρευση της κατάστασής της σε όλα τα επίπεδα.
1
Το πρώτο σημαντικό συμπέρασμα είναι ότι η όξυνση της κρίσης εντείνει τη διαπάλη και τους ανταγωνισμούς στο στρατόπεδο των καπιταλιστών. Η καπιταλιστική κρίση για να ξεπεραστεί πρέπει να καταστρέψει κεφάλαια και κεφαλαιοκράτες και αυτό γίνεται στη βάση της ιεραρχίας ισχύος: οι πιο ισχυροί κεφαλαιοκράτες καταστρέφουν τους πιο αδύναμους, οι κεφαλαιοκράτες των πιο ισχυρών ιμπεριαλιστικών κρατών καταστρέφουν αυτούς των πιο αδύναμων. Στην περίπτωση της Κύπρου βλέπουμε ότι μπροστά στον κίνδυνο της καταστροφής των κεφαλαίων τους, οι πιο ισχυροί κεφαλαιοκράτες της Ευρωζώνης δεν διστάζουν να καταπατήσουν ακόμα και τις συμφωνίες που συνάπτουν και τις αρχές της ΕΕ για την προστασία της ιδιοκτησίας. Ωστόσο, μια τέτοια καταστροφή κεφαλαίου και καταπάτηση των αρχών δεν μπορεί να εφαρμοστεί πάνω στα πιο ισχυρά κράτη, τα οποία ενισχύουν τα δικά τους μονοπώλια.
Από την πλευρά των ισχυρών κρατών της ευρωζώνης προβάλλεται ως αιτιολογία της απόφασης το υπερδιογκωμένο τραπεζικό σύστημα της Κύπρου (με ΑΕΠ γύρω στα 18 δισ. ευρώ, οι καταθέσεις στις κυπριακές τράπεζες είναι γύρω στα 68 δισ. ευρώ, και το συνολικό τους ενεργητικό κοντά στα 128 δισ. ευρώ). Μιλούν επίσης για το ξέπλυμα χρήματος, κυρίως από τη ρωσική ολιγαρχία. Όμως, όλα αυτές οι αναλύσεις και οι ηθικολογίες κρύβουν ότι στον παγκόσμιο καπιταλιστικό καταμερισμό εργασίας δεν μπορούν όλα τα κράτη να γίνουν Γερμανία, ΗΠΑ ή Ιαπωνία. Κάποια κράτη θα αναλάβουν το ρόλο του ξεπλύματος χρήματος και του φορολογικού παράδεισου για τα κεφάλαια που συσσωρεύουν τα ισχυρά κράτη από την άγρια εκμετάλλευση της εργατικής τάξης σε ολόκληρο τον πλανήτη. Ειδικά στην Κύπρο, η ένταξή της στην ΕΕ και την Ευρωζώνη ενέτεινε την στροφή της και την εξάρτηση της οικονομίας της από τις τραπεζικές και άλλες υπηρεσίες.
Όσο δεν υπήρχε κρίση δεν υπήρχε πρόβλημα, αφού η υπερδιόγκωση του τραπεζικού τομέα στην Κύπρου μπορούσε να συνεχίζεται απρόσκοπτη και να αποφέρει κέρδη και όλοι έκαναν τα στραβά μάτια. Η κρίση όμως οδηγεί σε αδυναμία αποπληρωμής δανείων και μειώνει τα κέρδη των επενδύσεων. Ταυτόχρονα, το περίφημο PSI, το «κούρεμα» δηλαδή των ομολόγων του ελληνικού δημοσίου, ζημίωσε τις κυπριακές τράπεζες που ήταν κάτοχοι αυτών των ομολόγων κατά 4 δισ. ευρώ τουλάχιστον, οδηγώντας τις κυπριακές τράπεζες σε ασφυξία.
Οι ισχυρές καπιταλιστικές χώρες της ζώνης του ευρώ κερδίζουν διπλά. Κέρδιζαν όλο αυτό το διάστημα μέσα από την αύξηση της απόστασής τους από τις πιο αδύναμες χώρες ως αποτέλεσμα της ελεύθερης αγοράς και της νομισματικής ένωσης που δίνει μεγαλύτερη ισχύ σ’ αυτόν που έχει πιο ισχυρή οικονομία. Και κερδίζουν τώρα και στην κρίση επιβάλλοντας τους όρους τους. Κερδίζουν από τα δάνεια που χορηγούν μέσω των τόκων που εισπράττουν από αυτά. Κερδίζουν από τις δεσμεύσεις που αναλαμβάνουν τα χρεωμένα κράτη (ξεπούλημα δημόσιας περιουσίας, συμπίεση του εργατικού κόστους, δημιουργία ειδικών οικονομικών ζωνών, κτλ). Κερδίζουν από τη φυγή κεφαλαίων από τις αδύναμες χώρες προς την ασφάλεια των ισχυρών. Κερδίζουν από το ότι τελικά αυξάνουν ακόμα περισσότερο την απόστασή τους από τους πιο αδύναμους.
Η απόφαση του Eurogroup αποτελεί καμπή γιατί για πρώτη φορά γίνεται με τόσο ωμό και απροκάλυπτο τρόπο οικονομική επίθεση αστικής τάξης ενάντια σε άλλη αστική τάξη. Μ’ αυτή την έννοια γίνεται ολοφάνερο στις πλατιές μάζες ότι η ΕΕ και η Ευρωζώνη είναι μια λυκοσυμμαχία, όπου οι πιο εύρωστοι κεφαλαιοκράτες καταστρέφουν τους πιο αδύνατους, τα πιο ισχυρά κράτη υποτάσσουν τα πιο αδύναμα. Οι ιδέες της αλληλεγγύης, του κοινού ευρωπαϊκού σπιτιού, της αμοιβαίας ωφέλειας εμφανίζονται ως αυτό που είναι: ιδέες φτηνής προπαγάνδας. Είναι επίσης καμπή γιατί είναι δείγμα της σοβαρής όξυνσης της κρίσης καθώς η διαχείρισή της οδηγεί σε όλο και πιο ακραία μέτρα, όπως η παραβίαση των αρχών λειτουργίας της Ευρωζώνης, πάντοτε βέβαια σε βάρος των πιο αδύναμων. Είναι σίγουρο ότι η κρίση βαίνει προς όξυνση και όχι προς εκτόνωση.
Η απόφαση του Eurogroup σημαίνει ακόμα ότι εντείνεται η διάσπαση της ευρωζώνης: υπάρχει ένα κοινό νόμισμα, το ευρώ, αλλά μερικά ευρώ είναι «πιο ίσα από τα άλλα»: το να κατέχεις κυπριακά, ελληνικά, πορτογαλικά, ίσως ισπανικά και ιταλικά ευρώ στο μέλλον, δεν εγγυάται ότι έχεις χρήμα με το ίδιο αντίκρισμα όπως το να κατέχεις γερμανικά, γαλλικά ή ολλανδικά ευρώ, καθώς τα πρώτα υφίστανται «κουρέματα», φορολογία, χαράτσια, υψηλά επιτόκια δανεισμού, κτλ. Με την απόφασή τους τα πιο ισχυρά καπιταλιστικά κράτη του Eurogroup, με προεξάρχουσα τη Γερμανία, δίνουν το έναυσμα της μαζικής φυγής κεφαλαίων και επενδύσεων από τις αδύναμες χώρες προς τις τράπεζες, τα ομόλογα, τις επενδύσεις των δικών τους χωρών εντείνοντας ακόμα περισσότερο τα φαινόμενα ανισομετρίας εντός της ευρωζώνης.
Η ενίσχυση της ανισομετρίας εντείνει τις συγκρούσεις αλλά αυτό δεν φαίνεται να οδηγεί (μέχρι στιγμής) σε σχίσματα. Αντίθετα, ταυτόχρονα με την όξυνση των αντιπαραθέσεων ενισχύεται η τάση ενοποίησης, υπό την απροκάλυπτη κυριαρχία των Γερμανών ιμπεριαλιστών και των συμμάχων τους, οι οποίοι επιβάλλουν την οικονομική πολιτική της Ευρωζώνης. Η ενοποίηση δηλαδή γίνεται μέσω της αύξησης της ισχύος των ισχυρών της Ευρωζώνης απέναντι στους αδύναμους και της δυνατότητας των πρώτων να υποβάλλουν τους όρους τους στους δεύτερους. Σ’ αυτή τη φάση είναι σχετικά πρόωρο να μιλάμε για διάλυση της Ευρωζώνης, τουλάχιστον όσο η κρίση δεν έχει αγγίξει με την ίδια ένταση τις πιο ισχυρές ιμπεριαλιστικές χώρες.
2
Ακριβώς επειδή το κτύπημα που δέχτηκε η αστική τάξη της Κύπρου είναι συντριπτικό, προσπάθησε να αντιδράσει. Αυτό εξέφρασε το αρχικό «Όχι» της κυπριακής Βουλής στην αρχική συμφωνία που πρότεινε το Eurogroup στις 15 Μάρτη (η οποία περιλάμβανε και φορολογία στις μικρότερες καταθέσεις κάτω των 100.000 ευρώ). Η αστική τάξη της Κύπρου πίστεψε ίσως για λίγο ότι θα μπορούσε να επαναδιαπραγματευθεί κάποιους καλύτερους όρους. Όμως, όποιος έχει το μαχαίρι, κόβει όπως θέλει το πεπόνι. Το μαχαίρι βρίσκεται στα χέρια των ισχυρών της Ευρωζώνης και είναι η κάνουλα της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας. Το μόνο που είχαν να κάνουν οι Γερμανοί και οι σύμμαχοί τους ήταν να απειλήσουν με κλείσιμο της κάνουλας, δηλαδή, με διακοπή της χρηματοδότησης που θα σήμαινε έξοδο από το ευρώ και άτακτη χρεοκοπία.
Αυτό δείχνει τα όρια της αναδιαπραγμάτευσης εντός της Ευρωζώνης και της ΕΕ. Το να ζητά κανείς επαναδιαπραγμάτευση των όρων δανεισμού, ή αναδιαπραγμάτευση του μνημονίου, ακόμα και αν το κάνει επισείοντας την απειλή της στάσης πληρωμών λόγω χρεοκοπίας, σημαίνει ότι ζητά από τους ισχυρούς της Ευρωζώνης να χρηματοδοτήσουν τη χαλάρωση της λιτότητας χρησιμοποιώντας ως απειλή μια μπλόφα. Η ΕΕ και η Ευρωζώνη ποτέ δεν πρόκειται να χρηματοδοτήσουν τη χαλάρωση της λιτότητας, ειδικά σε συνθήκες κρίσης. Και στα χέρια τους έχουν ένα πολύ ισχυρότερο και πραγματικό όπλο: τη διακοπή χρηματοδότησης και την πραγματική χρεοκοπία.
Η θεωρία της αναδιαπράγματευσης, που τόσο πρόβαλλε ο ΣΥΡΙΖΑ αλλά και οι ΑΝΕΛ στις μέρες που ακολούθησαν το αρχικό «Όχι» της κυπριακής Βουλής, αποδείχτηκε ότι έχει κοντά ποδάρια, όσο λίγο διήρκεσε και το κυπριακό «Όχι» πριν γίνει ένα άνευ όρων «Ναι».
Δεν υπάρχει περίπτωση οι Ευρωπαίοι ιμπεριαλιστές να χρηματοδοτήσουν αναδιάρθρωση με «ρήτρες ανάπτυξης» και «ήπιους ρυθμούς προσαρμογής». Είναι αυταπάτη να πιστέψει κανείς ότι το μόνο που χρειάζεται για να πετύχει καλύτερους όρους χρηματοδότησης είναι πιο «σκληρή» και «περήφανη» διαπραγματευτική στάση. Είναι αυταπάτη ότι μπορεί κάποιος να αξιοποιήσει σ’ αυτή τη σύγκρουση «διπλωματικές σχέσεις» και «πολυδιάστατη εξωτερική πολιτική», π.χ. με τη Ρωσία ή την Κίνα. Οι καπιταλιστές δεν είναι φιλάνθρωποι και γι’ αυτό οι Ρώσοι πρόβαλλαν απαιτήσεις για να δώσουν οποιαδήποτε βοήθεια (ναυτική βάση, απαιτήσεις στα διαχείριση των ενεργειακών κοιτασμάτων κτλ). Αν όλα αυτά δεν είναι αυταπάτες, τότε είναι καθαρή κοροϊδία.
Η Ευρωπαϊκή Ένωση και η Ευρωζώνη δεν μπορούν να γίνουν φιλολαϊκές. Ποτέ δεν ήταν. Από την ίδια τους τη φύση είναι ενώσεις ιμπεριαλιστών για τη διεύρυνση της εσωτερικής αγοράς, τη βαθύτερη εκμετάλλευση της εργατικής τάξης, την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας απέναντι σε άλλους ιμπεριαλιστές. Η ΕΕ και η Ευρωζώνη δεν μεταρρυθμίζονται. Από την πλευρά της εργατικής τάξης, το καθήκον είναι η έξοδος από αυτές τις ιμπεριαλιστικές ενώσεις και ο κοινός αγώνας όλης της ευρωπαϊκής εργατικής τάξης για την πλήρη διάλυσή τους.
3
Γίνεται φανερό ότι το μόνο «Όχι» που μπορεί να αρθρωθεί είναι το «Όχι» της εργατικής τάξης. Η αστική τάξη της Κύπρου, αυτή που είπε το πρώτο «Όχι», το μόνο που επιδίωξε ήταν να σώσει το τομάρι της. Γι’ αυτό και είναι κοροϊδία να πιστεύει κάποιος, όπως προσπάθησε να μας πείσει ο ΣΥΡΙΖΑ και άλλες δυνάμεις, ότι επέδειξε «περήφανη» και «πατριωτική» στάση. Αυτό φαίνεται και από μια σειρά άλλα πράγματα πέρα από το γεγονός ότι το «Όχι» μετατράπηκε πολύ γρήγορα σε «Ναι». Έτσι, ο πολιτικός εκπρόσωπος των καπιταλιστών του νησιού, ο πρόεδρος της Κύπρου κ. Αναστασιάδης, επέμενε στις αρχικές διαπραγματεύσεις σε μικρότερη φορολόγηση των μεγάλων καταθέσεων και επιβολή φορολόγησης και στις μικρότερες. Τις μέρες που ακολούθησαν το «Όχι», το βασικό σενάριο για να εξευρεθούν τα χρήματα ώστε να μην γίνει το κούρεμα των καταθέσεων, ήταν η δημιουργία Ταμείου Αλληλεγγύης στο οποίο θα εντάσσονταν οι καταθέσεις των ταμείων των εργαζομένων, δηλαδή, κανονική ληστεία σε βάρος των εργαζομένων για να σωθούν οι τράπεζες και οι μεγαλοκαταθέτες καπιταλιστές. Είναι σίγουρο ότι αυτοί οι ίδιοι, οι καπιταλιστές και οι εκπρόσωποί τους, οι οποίοι αντιδρώντας σπασμωδικά προσπάθησαν να διεκδικήσουν μια καλύτερη συμφωνία για το τομάρι τους, θα επιβάλλουν αντιδραστικές ρυθμίσεις σε βάρος της εργατικής τάξης της Κύπρου για να αντισταθμίσουν τις απώλειες από το χτύπημα που δέχτηκαν.
Το «Όχι» της εργατικής τάξης, στην Κύπρο, στην Ελλάδα και παντού, δεν μπορεί να είναι απλώς ένα «Όχι» στους όρους δανεισμού και του μνημονίου με την ελπίδα μιας καλύτερης διαπραγμάτευσης. Αυτό είναι ανέφικτο. Ούτε συνιστά φιλεργατικό σχέδιο να βγούμε από το ευρώ αλλά να παραμείνουμε στην ΕΕ. Σε συνθήκες αστικής κυριαρχίας αυτό το σχέδιο δεν έχει σχέση με τα εργατικά συμφέροντα αλλά θα σημάνει την ακόμα πιο βάρβαρη επίθεση στην εργατική τάξη σε συνθήκες εθνικού νομίσματος και την ταυτόχρονη διαιώνιση των χρεών.
Αυτό που συνθηματικά ονομάζεται «έξοδος από το μνημόνιο» δεν συνίσταται μόνο στη διακήρυξη της κατάργησης του μνημονίου, αλλά και στην καταγγελία της δανειακής σύμβασης και στο ξήλωμα των νόμων που έχουν ψηφιστεί την τελευταία τριετία. Άμεση συνέπεια των παραπάνω είναι η διακοπή της χρηματοδότησης της χώρας από τον ευρωπαϊκό μηχανισμό στήριξης και η αναγκαστική παύση πληρωμών. Μια κυβέρνηση που δεν είναι έτοιμη για αυτήν την εξέλιξη θα καταλήξει να παρακαλάει στις Βρυξέλλες και θα ξεχάσει τις αντιμνημονιακές κορώνες. Ή μάλλον, γνωρίζοντας τι πρόκειται να συμβεί, δεν πρόκειται να κάνει ούτε βήμα στην κατεύθυνση της αμφισβήτησης του μνημονίου, αν δεν έχει σαφές σχέδιο.
Αντίθετα, μια κυβέρνηση που έχει συναίσθηση της κατάστασης, πρέπει να διακηρύξει η ίδια τη στάση πληρωμών και να δηλώσει ότι δεν αναγνωρίζει το χρέος, προχωρώντας στη διαγραφή του. Αυτό πρέπει αναγκαστικά να συνδυαστεί με την κρατικοποίηση του τραπεζικού συστήματος, το μπλοκάρισμα της κίνησης κεφαλαίων για να σταματήσει η διαφυγή κεφαλαίων στο εξωτερικό. Μια κυβέρνηση που ξεκινάει αυτόν το δρόμο είναι αναγκασμένη να τον διαβεί μέχρι το τέλος, μέχρι την κρατικοποίηση του μεγαλύτερου τμήματος των συγκεντρωμένων μέσων παραγωγής, την επιβολή του εργατικού ελέγχου, την έξοδο από την Ευρωπαϊκή ένωση και το ΝΑΤΟ. Αυτή είναι η εργατική απάντηση στην κρίση. Μόνο μια εργατική κυβέρνηση μπορεί να υλοποιήσει αυτό το πρόγραμμα. Επομένως, η έξοδος από το μνημόνιο από εργατική σκοπιά ανοίγει το ζήτημα της εξουσίας. Αν η αστική κυριαρχία είναι συνδεδεμένη με το μνημόνιο, η έξοδος από το μνημόνιο μπορεί να καταλύσει την αστική κυριαρχία.
Οι εξελίξεις στην Κύπρο κάνουν ακόμα πιο εμφανές το μέγεθος των καθηκόντων που μπαίνουν μπροστά στην εργατική τάξη. Η απάντηση στον καπιταλιστικό ανταγωνισμό και στην κλιμάκωση της επιθετικότητας των πιο ισχυρών ιμπεριαλιστικών καπιταλιστικών κρατών απέναντι στα λιγότερο ισχυρά μπορεί να δοθεί μόνο μέσα από το εργατικό και λαϊκό κίνημα. Οι αστικές τάξεις αυτών των χωρών είναι ανίκανες για κάτι περισσότερο από αυτό που ήδη κάνουν: να συμμορφώνονται με τους ισχυρούς ιμπεριαλιστές και να υποτάσσονται για να σώσουν το τομάρι τους.
Άμεσα οι κομμουνιστές πρέπει να μπουν μπροστά στην οικοδόμηση ενιαίου εργατικού μετώπου πάλης στο μαζικό κίνημα και ενιαίου εργατικού πολιτικού μετώπου εξουσίας στη βάση του μεταβατικού προγράμματος, με το σύνθημα της εργατικής κυβέρνησης, για την εργατική απάντηση στην παρούσα καπιταλιστική κρίση.