Κεντρικό άρθρο (φ.18)

Η δυσωδία των σκανδάλων αναδύεται από τις ρωγμές του αστικού πολιτικού συστήματος

Οι εργατικοί αγώνες πιέζουν την κυβέρνηση και το πολιτικό σύστημα και εντείνουν τα αδιέξοδά τους


Τα γεγονότα που εκτυλίσσονται τον τελευταίο μήνα γύρω από την περίφημη «υπόθεση Ζαχόπουλου», έχουν καταλάβει το προσκήνιο της επικαιρότητας. Τα κεντρικά δελτία των καναλιών και τα πρωτοσέλιδα των εφημερίδων κατακλύζονται από αποκαλύψεις και υπαινιγμούς για εκβιασμούς πολιτικών και επιχειρηματιών, παράνομες συναλλαγές εκδοτικών συγκροτημάτων και σκάνδαλα πάσης φύσεως στο φόντο μιας ανεξέλεγκτης διασπάθισης κρατικού χρήματος. Φυσικά, σκάνδαλα τέτοιου τύπου έχουν ξαναϋπάρξει και θα υπάρξουν κι άλλα στο μέλλον. Η συγκεκριμένη υπόθεση όμως, δείχνει να παίρνει τρομακτικές διαστάσεις, ενώ φαίνεται να απειλεί ακόμα και τη σταθερότητα του πολιτικού συστήματος. Η εξήγηση γι’ αυτό είναι απλή. Όλα αυτά εξελίσσονται στο υπόβαθρο της γενικευμένης αναξιοπιστίας του αστικού πολιτικού συστήματος και της ατέρμονης φθοράς των κομμάτων εξουσίας.


Και φυσικά, τα προβλήματα που παρουσιάζει το σύστημα οργάνωσης της πολιτικής κυριαρχίας της άρχουσας τάξης, φυτρώνουν στο έδαφος του γερασμένου καπιταλισμού, που ολοένα και σαπίζει, του ιμπεριαλισμού.

Δεν προσθέτουμε κάτι καινούργιο, αν επαναλάβουμε ότι η διαφθορά είναι ενδημικό στοιχείο του καπιταλισμού, ιδιαίτερα στο σημερινό του στάδιο. Σε κάποιες πιο «προχωρημένες» χώρες μάλιστα, όπως οι ΗΠΑ, συγκεκριμένες μορφές συνεργασίας ανάμεσα σε επιχειρηματικούς ομίλους και το πολιτικό προσωπικό (από αυτές που στην Ευρώπη θα θεωρούνταν σκανδαλώδεις), έχουν θεσμοθετηθεί και αποτελούν πλευρά της λειτουργίας του πολιτικού συστήματος. Η κατά καιρούς αποκάλυψη σκανδάλων, εξυπηρετεί το ξεκαθάρισμα λογαριασμών ανάμεσα σε αστικές μερίδες. Αναπόφευκτα, σε αυτές τις συγκρούσεις εμπλέκεται και το πολιτικό προσωπικό.

Σε μια κατάσταση γενικευμένης αποιδεολογικοποίησης του πολιτικού συστήματος, η σκανδαλολογία έχει σημαντική – και κάποιες φορές – κυρίαρχη θέση στην πολιτική αντιπαράθεση ανάμεσα στα αστικά κόμματα και ιδιαίτερα τα κόμματα εξουσίας.

Τα όσα βλέπουμε να εκτυλίσσονται δεν είναι η αιτία για τις ρωγμές που εμφανίζει το αστικό πολιτικό οικοδόμημα, αλλά ένα σύμπτωμα της κρίσης του. Διαφορετική επίδραση θα είχε μια τέτοια υπόθεση, αν ξετυλιγόταν σε μια περίοδο που ο αστικός πολιτικός κόσμος πάταγε γερά στα πόδια του και δεν βρισκόταν σε περιβάλλον διαρκούς αμφισβήτησης και δυσπιστίας.

Η υπόθεση Ζαχόπουλου όμως εμφανίζεται σε μία περίοδο που είναι πλέον φανερό ότι το δικομματικό σύστημα όπως λειτούργησε τα τελευταία 30 χρόνια έχει μείνει από καύσιμα. Ταυτόχρονα, δεν υπάρχει και κάποιο εφικτό σχέδιο αναδιάταξης του πολιτικού σκηνικού, ικανό να παρασύρει και να εγκλωβίσει τις λαϊκές και εργατικές μάζες. Επιπλέον, τα προβλήματα αυτά οξύνονται σε ένα διεθνές οικονομικό περιβάλλον που εμφανίζει όλο και πιο έντονα κρισιακά συμπτώματα, καθιστώντας την εξεύρεση λύσης επιτακτική.

Σίγουρα, είναι πολλά τα σενάρια που εξετάζονται από τα διάφορα επιτελεία. Είναι επίσης σίγουρο ότι από τις πιθανές τροπές που μπορεί να πάρει η πολιτική κατάσταση λείπει το μόνο σενάριο που θα μπορούσε να δώσει οριστική λύση και το οποίο μπορεί να το υλοποιήσει μόνο η εργατική τάξη.

Όσο και αν το σύστημα παραπαίει, όσο βαθιά κι αν είναι η κρίση του, αυτό δεν μπορεί από μόνο του να οδηγήσει σε κατάρρευση, αλλά μόνο σε μια νέα πιο βαθιά κρίση, σε περαιτέρω σάπισμα, μέχρι να βρεθεί η δύναμη που θα δώσει οριστική επαναστατική διέξοδο.


Η επίδραση του κινήματος της εργατικής τάξης


Η πανεργατική απεργία και οι κινητοποιήσεις της 12ης Δεκέμβρη όξυναν τα αδιέξοδα της κυβέρνησης και των κομμάτων εξουσίας. Το ζήτημα του ασφαλιστικού παραμένει το πλέον δύσκολο ζήτημα για το ελληνικό κεφάλαιο. Το απλό φαινομενικά σύνθημα για επιστροφή των κλεμμένων στα ασφαλιστικά ταμεία, δεν είναι καθόλου απλό και ακίνδυνο. Τα κλεμμένα εργατικά μεροκάματα έχουν μετατραπεί σε εργοστάσια, επιχειρήσεις και τράπεζες. Πάνω στη λεηλασία των εργατικών μισθών έχουν στηθεί τεράστιες περιουσίες, την ίδια στιγμή που η πλειοψηφία των συνταξιούχων παίρνει συντάξεις πείνας.

Το πρόβλημα λοιπόν για κάθε κυβέρνηση που αντιμετωπίζει αυτό το πρόβλημα είναι διπλό. Πίεση από έξω, από το διεθνή ανταγωνισμό και τους διεθνείς οργανισμούς, αλλά και από μέσα από μια εργατική τάξη που ξέρει ότι σε αυτό το ζήτημα έχει το απόλυτο δίκιο με το μέρος της.

Η απεργία της 12ης Δεκέμβρη είναι απόλυτα συνδεδεμένη με τα όσα βλέπουμε αυτές τις μέρες. Η μαζική συμμετοχή – ανάλογη με αυτήν της εποχής Γιαννίτση – περιόρισε ακόμα περισσότερο τις δυνατότητες ελιγμών του κεφαλαίου και της κυβέρνησής του, ενίσχυσε την πίεση στο οικοδόμημα του πολιτικού συστήματος και έδειξε την ανεπάρκεια των κυβερνητικών κομμάτων.

Η απεργία έδειξε τη δύναμη της εργατικής τάξης, δύναμη που όμως δεν μπορεί ακόμα να δώσει συνολική λύση στο πολιτικό πρόβλημα, όσο απουσιάζει ο προσανατολισμός αυτής της δύναμης όπως αυτός θα εκφραζόταν με την εμφάνιση σε κεντρικό πολιτικό επίπεδο ενός επαναστατικού κόμματος.

Η πάλη για τον πολιτικό προσανατολισμό του κινήματος της εργατικής τάξης στη διεκδίκηση της εξουσίας, δεν υποτιμά αλλά περιλαμβάνει και την προσπάθεια για την κινητοποίησή της. Η επόμενη πανεργατική απεργία την 13η Φλεβάρη, είναι μια ακόμα ευκαιρία σε αυτήν την κατεύθυνση.