Ο “κυβερνητισμός” της κ.ο. ΑΝΑΣΥΝΤΑΞΗ και το εκκρεμές κινηματισμού – μεταρρυθμισμού του ΝΑΡ (μέρος β')

Ο “κυβερνητισμός” της κ.ο. ΑΝΑΣΥΝΤΑΞΗ και το εκκρεμές κινηματισμού-μεταρρυθμισμού του ΝΑΡ (μέρος β')

(για να διαβάσετε το μέρος α' πατήστε εδώ)

(απάντηση στο άρθρο του ΠΡΙΝ "Αριστερά: Αδύναμος Κυβερνητισμός" 07/01/02)


Το "εκκρεμές" πρόγραμμα του ΝΑΡ

Ένας τέτοιος προσδιορισμός των καθηκόντων της περιόδου οδηγεί -σε συνδυασμό με την άρνηση της πολιτικής του ενιαίου μετώπου και τη μη κατανόηση του ρόλου του μεταβατικού προγράμματος στην εποχή της κρίσης- σε παλινωδίες σε σχέση με το πρόγραμμα, τους "διαφιλονικούμενους αντικαπιταλιστικούς στόχους". Παλινωδίες και σε σχέση με το ποιοι τελικά είναι αυτοί οι στόχοι και σε σχέση με το πως θα επιτευχθούν. Ας εξετάσουμε το βασικό ζήτημα, το ζήτημα του χρέους.

Το ΝΑΡ και η ΑΝΤΑΡΣΥΑ ταλαντεύτηκαν αρχικά μεταξύ της θέσης για επαναδιαπραγμαύτευση και της θέσης για διαγραφή και ...δια μέσου της Επιτροπής Λογιστικού Ελέγχου κατέληξαν στη θέση "στάση πληρωμών – διαγραφή του χρέους". Η θέση αυτή είναι διφορούμενη. Στάση πληρωμών έχει κηρύξει ήδη σε μεγάλο βαθμό το αστικό κράτος προς τους εργαζόμενους. Από την άποψη του επαναστατικού προγράμματος η "στάση πληρωμών" είναι μια τυπική "στιγμή", είναι επουσιώδους πολιτικού περιεχομένου. Η πολιτική ουσία του ζητήματος είναι η μονομερής διαγραφή του χρέους.

Ωστόσο η "στάση πληρωμών" δεν είναι καθόλου τυπική στιγμή στα πλαίσια άλλων πολιτικών κατευθύνσεων. Στάση πληρωμών, τόσο προς τους εργαζόμενους αλλά και προσυμφωνημένη ή προσωρινή στάση πληρωμών του χρέους, μπορεί να γίνει από αστική διαχείριση, χωρίς κανένα όφελος -το αντίθετο- για την κατάσταση των εργαζομένων. Το σύνθημα "στάση πληρωμών – διαγραφή του χρέους" είναι ένα εκκρεμές μεταξύ αστικής ή μικροαστικής διαχείρισης και επαναστατικής λύσης. Πολύ δε περισσότερο όταν η διαγραφή του χρέους "εξαφανίζεται" όπως συμβαίνει στο άρθρο του σ. Αναγνωστάκη και μένει μόνη η στάση πληρωμών.

Το εκκρεμές αυτό φτάνει σε ορισμένες περιπτώσεις στην αρθρογραφία του ΠΡΙΝ ανοιχτά στην αστική διαχείριση: "Η ανάγκη επομένως εξόδου από την Ευρωζώνη είναι επιτακτική και άμεση ως πρώτο βήμα για την απόκρουση του αντεργατικού πραξικοπήματος....Από κει και πέρα: Η εκτύπωση των νέων χαρτονομισμάτων και κερμάτων που θα αντικαταστήσουν το ευρώ είναι υπόθεση ενός μήνα...Οι ανάγκες σε καύσιμα μπορούν να καλυφθούν με διακρατικές συμφωνίες με τη Ρωσία του Πούτιν ή το Ιράν του Αχμαντινετζάντ... Οι βραχυπρόθεσμες ανάγκες σε τρόφιμα μπορούν να καλυφθούν από διακρατικές συμφωνίες ενώ σε λίγους μήνες η στροφή στην εγχώρια παραγωγή τροφίμων θα καλύψει τις βιοποριστικές ανάγκες όπως συνέβαινε μέχρι και τις αρχές της δεκαετίας του '80. (Εδώ δεν πείνασε η παγωμένη Ισλανδία που προχώρησε σε παύση πληρωμών, γιατί να πεινάσει η Ελλάδα;) Όσοι δε εμφανίζουν την Ελλάδα ως Ψωροκώσταινα, ας κρατήσουν πως ακόμα και σήμερα το κατά κεφαλήν ετήσιο ΑΕΠ είναι περίπου 22.000 ευρώ! ...Φραγμοί στην εισαγωγή και εξαγωγή κεφαλαίων, κάλυψη των δημοσιονομικών ελλειμμάτων με πληθωριστικό χρήμα, αύξηση της φορολογίας των ΑΕ και εσωτερικό δανεισμό. Πολιτική βούληση απαιτείται. Τίποτε άλλο!i Και αλλού: "αναδεικνύεται ως μονόδρομος, σε αυτό το περιβάλλον, η ανακοίνωση στάσης πληρωμών εδώ και τώρα, με την επίκληση λόγων έκτακτης ανάγκης και σε σύγκρουση με τους δανειστές και το Βερολίνο που θα δρομολογήσει την έξοδο της Ελλάδας από την Ευρωζώνη και την ΕΕ....Στην πορεία, η σύσταση Επιτροπής Λογιστικού Ελέγχου μπορεί να συμβάλλει καθοριστικά προσφέροντας τα απαραίτητα επιχειρήματα ώστε το βάρος της διαγραφής μέρους ή του συντριπτικά μεγαλύτερου μέρους του χρέους να μην το σηκώσουν τα ασφαλιστικά ταμεία (τα οποία θα εξαιρεθούν) ή οι ιδιώτες κάτοχοι ομολόγων μικρής αξίας αλλά όλοι οι υπόλοιποι δανειστές"ii.

Η επαναστατική μονομερής διαγραφή του χρέους με ταυτόχρονη έξοδο από Ευρωζώνη και ΕΕ γίνεται παύση πληρωμών ...για λόγους εκτάκτου ανάγκης που ...δρομολογεί την έξοδο απ' την Ευρωζώνη και την ΕΕ και η διαγραφή του χρέους γίνεται αντικείμενο μιας απροσδιόριστης ...πορείας και των ...καθοριστικών επιχειρημάτων της ΕΛΕ, η στάση πληρωμών ...αλά Ισλανδία, η εγχώρια παραγωγή τροφίμων στα πρότυπα των αρχών του '80 και όλα αυτά απαιτούν πολιτική βούληση και τίποτε άλλο! Μήπως στα παραπάνω να ταίριαζε καλύτερα, σ. Αναγνωστάκη, ότι έχουν ανομολόγητο -ή καλύτερα ανύπαρκτο- στόχο τη σοσιαλιστική προοπτική;

Χρειάζεται λοιπόν να επαναλάβουμε ότι: "Ο μικροαστικός χαρακτήρας πολλών προτάσεων του αντικαπιταλιστικού χώρου αναδεικνύεται κυρίως από τη συσχέτιση της αναδιαπραγμάτευσης του χρέους με τα αιτήματα της αποχώρησης μόνον από την Ευρωζώνη (και όχι και από την ΕΕ) , της επανεισαγωγής και της μεγάλης υποτίμησης της δραχμής, ώστε ν’ ανακτήσει η ελληνική οικονομία τη χαμένη της ανταγωνιστικότητα. Η βελτίωση λοιπόν της ανταγωνιστικότητας μιας εθνικής οικονομίας, μέσω της υποτίμησης του νομίσματός της, σημαίνει μείωση των πραγματικών μισθών και των ημερομισθίων κατά ποσοστό ίσο με το ποσοστό της νομισματικής υποτίμησης. Σημαίνει δηλ. κάτι το οποίο σε καμιά περίπτωση δεν πρόκειται να το αποδεχτεί ως στόχο πάλης η εργατική τάξη. Σημαίνει επίσης αντίστοιχη αύξηση των περιθωρίων κέρδους των κεφαλαιοκρατών, οι οποίοι μπορούν έτσι να υπερτερούν στον εμπορικό ανταγωνισμό, μειώνοντας τις τιμές των εξαγόμενων εμπορευμάτων τους, χωρίς να μειώνουν τα ποσοστά κέρδους τους κάτω από το ύψος του μέσου ποσοστού κέρδους. Γι’ αυτό την επανεισαγωγή και την υποτίμηση της δραχμής τη λαχταρούν τα μεσαία στρώματα και τα υπολειπόμενα σε παραγωγικότητα τμήματα των μικρών και μεσαίων καπιταλιστών. Η έξοδος της χώρας από την Ευρωζώνη, η επάνοδος σε μιαν υποτιμημένη δραχμή, σε συνδυασμό με την ταυτόχρονη παραμονή της στην ΕΕ, είναι ένα σενάριο συμβατό με τα μέτρα στήριξης του ευρώ και με τη μελλοντική υποβάθμιση της επανενταγμένης στην Ευρωζώνη Ελλάδας που εκπονεί ο γερμανικός ιμπεριαλισμός (σενάριο Σόϊμπλε). Χωρίς τη μελλοντική επανένταξη της υποβαθμισμένης και λεηλατημένης Ελλάδας στην Ευρωζώνη, το σενάριο αυτό είναι απολύτως συμβατό με την πολιτική του βρετανικού ιμπεριαλισμού για την ΕΕ- ο οποίος αντιμάχεται τη νομισματική ένωση κι επιδιώκει να μείνει η ΕΕ μια ζώνη ελεύθερης διακίνησης εμπορευμάτων, κεφαλαίων κι εργατικής δύναμης. Η τελευταία παραλλαγή αυτού του σεναρίου δεν πρόκειται να τονώσει την παραγωγή και να οδηγήσει σε ανάκαμψη την ελληνική βιομηχανία, όσο κι αν αυτό το ισχυρίζονται και το προβάλλουν "αριστεροί" οικονομολόγοι...”iii

Οι στόχοι του μεταβατικού προγράμματος, η διαγραφή του χρέους με έξοδο από Ευρωζώνη και ΕΕ, η κρατικοποίηση χωρίς αποζημίωση με εργατικό έλεγχο τραπεζών, μεγάλων επιχειρήσεων και οργανισμών κοινής ωφέλειας, η στήριξη του εργατικού εισοδήματος, η ικανοποίηση των αιτημάτων του εργατικού κινήματος κλπ, δεν είναι "διαφιλονικούμενοι αντικαπιταλιστικοί στόχοι" που μπορούν να "επιβληθούν εν μέρει και ασταθώς στις σημερινές συνθήκες" αστικής κυριαρχίας ή πεδία στα οποία μπορούν να υπάρξουν "αντικαπιταλιστικές ρωγμές" που θα συνιστούν "αντικαπιταλιστική ανατροπή της επίθεσης" και "θα ανοίγουν το δρόμο" για την "αντικαπιταλιστική" επανάσταση.

Είναι επαναστατικά μεταβατικά μέτρα, απαιτούν άλλη ταξική διακυβέρνηση, εργατική κυβέρνηση και όχι απλά ένα εργατικό κίνημα "που θα τα επιβάλλει με αγώνες στις αστικές κυβερνήσεις" ή πολύ περισσότερο θα τις "πείσει" να επιδείξουν..."πολιτική βούληση και τίποτα άλλο"! Το γεγονός ότι αυτοί οι στόχοι είναι απολύτως απαραίτητοι για την υπεράσπιση των δικαιωμάτων και την επιβίωση των εργαζομένων είναι μόνο η απόδειξη για την αναγκαιότητα ανατροπής της αστικής κυριαρχίας. Αλλά στο εκκρεμές της πολιτικής του ΝΑΡ μετατρέπονται σε όχημα για κινηματικές ή μεταρρυθμιστικές ουτοπίες και διαχειριστικές συνταγές.

Η πολιτική πρόταση της κ.ο. ΑΝΑΣΥΝΤΑΞΗ

Η πολιτική πρόταση της κ.ο. ΑΝΑΣΥΝΤΑΞΗ εκκινά από την εκτίμηση ότι η καπιταλιστική κρίση θέτει στην ημερήσια διάταξη των καθηκόντων της περιόδου την προλεταριακή επανάσταση. Ξεχωρίζει ως κρίσιμο κρίκο των εξελίξεων στη χώρα, το ζήτημα του δημόσιου χρέους. Και γύρω από αυτόν τον κρίκο και το επαναστατικό σπάσιμο του, συγκροτείται ένα πλαίσιο αναγκαστικά αλληλοεξαρτώμενων μεταβατικών μέτρων τα οποία συνεπάγεται η διαγραφή του χρέους. Η προσπάθεια κυβερνητικής εφαρμογής αυτού του πλαισίου αναγκαστικά οδηγεί στην ανασυγκρότηση των πολιτειακών θεσμών με βάση τις αρχές της εργατικής δημοκρατίας.

Με άλλα λόγια καμία κυβέρνηση δεν μπορεί να διαγράψει το χρέος χωρίς να βγει αναγκαστικά από την Ευρωζώνη και την ΕΕ, χωρίς να κρατικοποιήσει τις τράπεζες και τις μεγάλες επιχειρήσεις χωρίς αποζημίωση. Και όποια κυβέρνηση επιχειρήσει τα παραπάνω, αναγκαστικά θα συγκρουστεί και θα πρέπει να τσακίσει τον αστικό κρατικό μηχανισμό και την αντίσταση του, να καταφύγει στη βίαιη υποστήριξη των εργαζομένων, στη συμμετοχή, τον έλεγχο και τελικά την διεύθυνση των ίδιων των εργατών επί των εξελίξεων.

Οποιαδήποτε κυβέρνηση επιχειρήσει τα παραπάνω τελικά, ή θα αποτελέσει την εναρκτήρια πράξη της επανάστασης και της δικτατορίας του προλεταριάτου ή θα εκφυλιστεί σε κυβέρνηση αστικής διαχείρισης και δεν θα εφαρμόσει το μεταβατικό πρόγραμμα ή θα τσακιστεί από την αστική αντίδραση.

Η ουσία της πρότασης της κ.ο. ΑΝΑΣΥΝΤΑΞΗ βρίσκεται στην επιτακτική ανάγκη συγκρότησης ενιαίου μετώπου της εργατικής τάξης σε πολιτικό επίπεδο, με πρόγραμμα εξουσίας. Σ' αυτά τα πλαίσια αξιοποιούμε τις αποφάσεις του 3ου και 4ου συνεδρίου της ΚΔ για το σύνθημα της εργατικής κυβέρνησης. "Η εργατική κυβέρνηση πρέπει παντού να μας χρησιμεύσει σαν γενικό προπαγανδιστικό σύνθημα. Αλλά σαν άμεσο πολιτικό σύνθημα, η εργατική κυβέρνηση αποκτάει σημασία στις χώρες όπου η κατάσταση της αστικής κοινωνίας είναι ιδιαίτερα πολύ λίγο ασφαλής και όπου ο συσχετισμός δυνάμεων μεταξύ των εργατικών κομμάτων και της μπουρζουαζίας θέτει στην ημερήσια διάταξη τη λύση της εργατικής κυβέρνησης σαν πολιτική ανάγκη. Σ' αυτές τις χώρες το σύνθημα της εργατικής κυβέρνησης αποτελεί αναπόφευκτη συνέπεια όλης της τακτικής του ενιαίου μετώπου"iv.

Στα πλαίσια αυτής της πολιτικής η κ.ο. ΑΝΑΣΥΝΤΑΞΗ προβάλλει το σύνθημα της εργατικής κυβέρνησης στην απόφαση της 3ης της συνδιάσκεψης: "Η επιδιωκόμενη εργατική κυβέρνηση μέσα στις τρέχουσες συνθήκες μιας σχετικής κοινοβουλευτικής ομαλότητας, δε θα είναι ένα βήμα προς την επανάσταση αλλά το πρώτο βήμα της επανάστασης. Θα είναι ή η θεσμική έναρξη της επανάστασης από τις ηγεμονικές επαναστατικές πολιτικές δυνάμεις ή η θεσμική ήττα της επανάστασης ...Τα συνθήματα όμως του ενιαίου πολιτικού εργατικού μετώπου και της εργατικής κυβέρνησης, στο βαθμό που συσπειρώνουν την εργατική τάξη και τους εργαζόμενους μικροαστούς και στο βαθμό που με τη δουλειά των επαναστατικών εργατικών δυνάμεων διασκορπίζουν τις ρεφορμιστικές αυταπάτες της εργατικής τάξης, μπορούν να εκμαιεύσουν το σχηματισμό μιας επαναστατικής εργατικής κυβέρνησης η οποία θ’ αποτελέσει αφετηρία της προλεταριακής επανάστασης ...Γι’ αυτό και προβάλουμε το σύνθημα της ανάδειξης μιας τέτοιας εργατικής κυβέρνησης και γι’ αυτό επιμένουμε στην προπαγάνδιση της ιδέας ότι η εφαρμογή του μεταβατικού προγράμματος αυτής της κυβέρνησης στην πράξη δε διαχωρίζεται από την αναγκαιότητα της πολιτειακής αναδιάρθρωσης της χώρας με βάση τις πολιτειακές αρχές της εργατικής τάξης".

Το ενιαίο μέτωπο και η εργατική κυβέρνηση στην 3η Διεθνή

Οι ισχυρισμοί του σ. Αναγνωστάκη για τη σχέση της εργατικής κυβέρνησης με τη Γερμανική Επανάσταση, τις "διαφωνίες" του Τρότσκι και τη σχέση της με τα Λαϊκά Μέτωπα, συνιστούν από ανακρίβειες ως πλαστογράφηση της ιστορίας.

Στο 3ο Συνέδριο της ΚΔ (22 Ιούνη – 12 Ιούλη 1921) η πολιτική του ενιαίου μετώπου με το σύνθημα "Προς τις μάζες", -δηλαδή προς την κατάκτηση της εξουσίας διαμέσου της κατάκτησης των μαζών, βασιζόμενοι στην πάλη τους και στην καθημερινή τους ζωή-, ήρθε ακριβώς για να επουλώσει μεταξύ άλλων και τις πληγές της αποτυχημένης πρόωρης γερμανικής εξέγερσης του Μάρτη του 1921. Βασικός εισηγητής αυτής της πολιτικής ήταν ο Λένιν και θερμός υποστηριχτής της ο Τρότσκι: "Το Τρίτο Συνέδριο ήταν ένα ορόσημο μεγάλης σπουδαιότητας. Τα διδάγματά του είναι ζωντανά και γόνιμα μέχρι τις μέρες μας. Το Τέταρτο Συνέδριο συγκεκριμενοποίησε ακόμα περισσότερο αυτά τα διδάγματα. Το σύνθημα του Τρίτου Συνεδρίου δεν έλεγε απλά: προς τις μάζες, αλλά προς την εξουσία κατακτώντας προηγούμενα τις μάζες. Σ’ ολόκληρη τη διάρκεια του Συνεδρίου, η ομάδα που κατευθυνόταν από τον Λένιν (και που ειρωνικά την αποκαλούσε η «δεξιά» πτέρυγα) καλούσε με επιμονή τους συντρόφους να δείξουν μεγαλύτερη προσοχή. Στο τέλος του Συνεδρίου ο Λένιν συγκάλεσε μια μικρή σύσκεψη όπου έκανε μια προφητική προειδοποίηση: "Μην ξεχνάτε πως απλά πρόκειται να πάρετε καλά τον παλμό για να κάνετε το επαναστατικό άλμα. Η πάλη για την κατάκτηση των μαζών είναι η πάλη για την κατάκτηση της εξουσίας”»v.

Το 4ο Συνέδριο της ΚΔ, που επιβεβαίωσε και ανέπτυξε περαιτέρω την πολιτική του ενιαίου μετώπου και συγκεκριμενοποίησε το σύνθημα της εργατικής κυβέρνησης συνήλθε το Νοέμβρη-Δεκέμβρη του 1922, δηλαδή πριν τα γεγονότα του 1923 στην Γερμανία, γεγονότα που είχαν αποκορύφωμα τον Οκτώβρη του 1923 όταν οι Γερμανοί κομμουνιστές δεν πραγματοποίησαν την εξέγερση και άφησαν την επαναστατική δυνατότητα να γλιστρήσει από τα χέρια τους. Η ραγδαία ανάπτυξη του γερμανικού επαναστατικού κινήματος την περίοδο 1922-1923 ήταν αποτέλεσμα της πολιτικής του ενιαίου μετώπου και του συνθήματος της εργατικής κυβέρνησης. Το γιατί η ηγεσία του κινήματος άφησε την επαναστατική δυνατότητα να διαφύγει απ' τα χέρια της είναι αντικείμενο αντιπαραθέσεων από τότε μέχρι σήμερα. Πάντως ο Τρότσκι δεν θεωρούσε ότι γι αυτό έφταιγε η “εργατική κυβέρνηση” αλλά η κρίση επαναστατικής ηγεσίας την παραμονή του περάσματος στην εξέγερση παραπέμποντας μεταξύ άλλων στο γράμμα του Στάλιν προς τον Ζινόβιεφ και τον Μπουχάριν, που ήταν οι Ρώσοι αντιπρόσωποι αυτή την εποχή (1923) στην Εκτελεστική Επιτροπή της Κομμουνιστικής Διεθνούς. Το γράμμα διαβάστηκε στην Ολομέλεια της Κεντρικής Επιτροπής και της Κεντρικής Επιτροπής Ελέγχου, το 1927, από τον Ζινόβιεφ και μπήκε στα επίσημα αρχεία του Κόμματος. Ο Στάλιν έγραφε: «Αν οι κομμουνιστές (στο δοσμένο στάδιο) προσπαθήσουν να καταλάβουν την εξουσία χωρίς τους σοσιαλδημοκράτες, είναι αρκετά ώριμοι για να το κάνουν; Αυτό, κατά τη γνώμη μου, είναι το ζήτημα. Όταν εμείς καταλάβαμε την εξουσία, είχαμε στη Ρωσία τέτοια αποθέματα όπως (α) την ειρήνη, (β) τη γη στους αγρότες, (γ) την υποστήριξη της μεγάλης πλειοψηφίας της εργατικής τάξης, (δ) τη συμπάθεια της αγροτιάς. Οι Γερμανοί κομμουνιστές αυτή τη στιγμή δεν έχουν τίποτε τέτοιο. Βέβαια, έχουν το σοβιετικό έθνος δίπλα τους, που δεν είχαμε εμείς, αλλά τι μπορούμε να τους προσφέρουμε αυτή τη στιγμή; Αν σήμερα η εξουσία στη Γερμανία, ας πούμε, έπεφτε, και οι κομμουνιστές την καταλάβαιναν, θα κατέρρεαν παταγωδώς. Αυτό στην “καλύτερη” περίπτωση. Και στη χειρότερη θα συντρίβονταν και θα ρίχνονταν πίσω. Όλο το ζήτημα δεν είναι ότι ο Μπράντλερ θέλει να “μορφώσει τις μάζες”, αλλά ότι η μπουρζουαζία μαζί με τους δεξιούς σοσιαλδημοκράτες σίγουρα θα μεταμορφώσουν τα μαθήματα –τη διαδήλωση– σε μια γενική μάχη (κι αυτή τη στιγμή όλες οι δυνατότητες βρίσκονται με το μέρος τους) και θα τους εξοντώσουν. Βέβαια οι φασίστες δεν κοιμούνται, αλλά μας συμφέρει να επιτεθούν πρώτοι: αυτό θα συσπειρώσει ολόκληρη την εργατική τάξη γύρω από τους κομμουνιστές (η Γερμανία δεν είναι Βουλγαρία). Πέρα απ’ αυτό, σύμφωνα με όλες τις πληροφορίες, οι φασίστες είναι αδύνατοι στη Γερμανία. Κατά τη γνώμη μου, οι Γερμανοί πρέπει να αναχαιτιστούν και όχι να ενθαρρύνονται», («Arbeiter-politik», Λάιπζιγκ 9 του Φλεβάρη 1929)” vi.

Δεν προκύπτει άλλωστε από πουθενά (παρακαλούμε ο σ. Αναγνωστάκης να μας ενημερώσει για τυχόν διαφορετικά πειστήρια που έχει υπ' όψη του) ότι ο Τρότσκι διαφώνησε με το σύνθημα της εργατικής κυβέρνησης. Τουναντίον γράφει αναφορικά με τις προοπτικές του γαλλικού κινήματος: "είναι εφικτή μια εργατική κυβέρνηση στη Γαλλία σε μια άλλη μορφή από αυτή της κομμουνιστικής δικτατορίας, και, αν ναι, με ποια μορφή; Σε συγκεκριμένες πολιτικές συνθήκες είναι απόλυτα εφικτή, και αποτελεί μάλιστα ένα αναπόφευκτο στάδιο στην ανάπτυξη της επανάστασης. Πράγματι, αν υποθέσουμε ότι ένα ισχυρό εργατικό κίνημα, που γεννάται στη χώρα από μια βίαιη πολιτική κρίση, οδηγεί σε εκλογές οι οποίες δίνουν πλειοψηφία των Διαφωνούντων (σ.σ.:Dissidents, ονομασία για την “δεξιά” τάση μετά το Συνεδρίου της Τουρ όπου αποφασίστηκε η είσοδος του γαλλικού Κόμματος στην 3η Διεθνή) και των κομμουνιστών, συμπεριλαμβανομένων των ενδιάμεσων και των συμπαθούντων ομάδων, και ότι οι διαθέσεις των εργαζόμενων μαζών δεν επιτρέπουν οι Διαφωνούντες να κάνουν ένα μπλοκ εντός του αστικού στρατοπέδου εναντίον μας, τότε θα είναι δυνατόν υπό αυτές τις συνθήκες να σχηματίστει εργατική κυβέρνηση συνασπισμού η οποία θα συνιστούσε μια αναγκαία μετάβαση προς την επαναστατική δικτατορία του προλεταριάτου. Είναι πολύ πιθανό, είναι μάλλον το πιθανότερο, ότι ένα τέτοιο κίνημα, αναπτυσσόμενο υπό το σύνθημα της εργατικής κυβέρνησης, δεν θα έχει το χρόνο να εκφραστεί σε μια κοινοβουλευτική πλειοψηφία, είτε αν δεν υπάρχει χρόνος για νέες εκλογές είτε επειδή η αστική κυβέρνηση θα προσπαθήσει να αποκρούσει τον κίνδυνο προσφεύγοντας στις μεθόδους του Μουσολίνι. Κατά τη διάρκεια της αντίστασης στη φασιστική επίθεση, το ρεφορμιστικό εργατικό κόμμα θα μπορούσε να συρθεί από το Κομμουνιστικό Κόμμα στο δρόμο του σχηματισμού εργατικής κυβέρνησης με εξωκοινοβουλευτικά μέσα Σ' αυτή την υπόθεση, η επαναστατική κατάσταση θα ήταν ακόμα σαφέστερη από την πρώτη."vii Έτσι τοποθετούσε τη διαλεκτική σχέση εργατικής κυβέρνησης - δικτατορίας του προλεταριάτου ο....έντονα κριτικός για την εργατική κυβέρνηση...Τρότσκι!

Αλλά και στα 1938, στο Μεταβατικό Πρόγραμμα της 4ης Διεθνούς ο Τρότσκι γράφει: «Το σύνθημα “εργατοαγροτική κυβέρνηση” (σ.σ.: βλ και εργατική, καθώς το 4ο Συνέδριο της ΚΔ αναφέρεται και στους δύο όρους, ανάλογα με τις συνθήκες κάθε χώρας) έτσι είναι δεκτό από εμάς μόνο με την έννοια που είχε στα 1917 για τους μπολσεβίκους, δηλαδή σαν αντιαστικό και αντικαπιταλιστικό σύνθημα, και σε καμιά περίπτωση με αυτή τη “δημοκρατική” έννοια που οι επίγονοι του δώσανε έπειτα, μεταβάλλοντάς το, από γέφυρα προς τη σοσιαλιστική επανάσταση, σε κύριο εμπόδιο στο δρόμο της. Απ’ όλα τα κόμματα και τις οργανώσεις που βασίζονται πάνω στους εργάτες και αγρότες και μιλάνε στ’ όνομα τους, ζητάμε να ξεκόψουν από τη μπουρζουαζία και να μπουν στο δρόμο της πάλης για την εργατοαγροτική κυβέρνηση. Σ’ αυτό το δρόμο τους υποσχόμαστε πλέρια υποστήριξη ενάντια στην καπιταλιστική αντίδραση. Σύγχρονα αναπτύσσουμε ακούραστα τη ζύμωσή μας γύρω από κείνες τις μεταβατικές διεκδικήσεις, που κατά τη γνώμη μας θα πρεπε, να αποτελέσουν το πρόγραμμα της “εργατοαγροτικής κυβέρνησης”».

Κι ακριβώς σ' αυτό το σημείο κάνει τη μεγαλύτερη πλαστογραφία ο σ. Αναγνωστάκη, ισχυριζόμενος ότι η πολιτική του ενιαίου μετώπου και "το σύνθημα της εργατικής κυβέρνησης ως αναπόφευκτη συνέπεια του" δήθεν αποσύρθηκαν και επανήλθαν με άλλα ρούχα με τα Λαϊκά Μέτωπα. Τα Λαϊκά Μέτωπα που υιοθετήθηκαν στο 7ο συνέδριο του 1935 ήταν ακριβώς η άρνηση του ενιαίου μετώπου. Είναι η άρνηση της ταξικής αυτοτέλειας της εργατικής τάξης στο όνομα της ταξικής συνεργασίας. Είναι η άρνηση του επαναστατικού μεταβατικού προγράμματος στο όνομα μια ενδιάμεσης περιόδου και προγράμματος αντιφασιστικής ή αντιμονοπωλιακής ή δημοκρατικής εξουσίας. "Στην Κομμουνιστική Διεθνή θα κυριαρχήσει η θεωρία του σοσιαλφασισμού και το 1935 θα φτάσουμε στο Λαϊκό Μέτωπο του 7ου συνεδρίου της. Το χαρακτηριστικό αυτού του μετώπου είναι ότι το ΚΚ στη συμμαχία με άλλες δυνάμεις του εργατικού κινήματος και τμημάτων της αστικής τάξης παραιτείται από την προβολή του συνολικού του προγράμματος, αυτοπεριορίζεται και αφήνει αυτή τη δουλειά για το μέλλον. Η σταδιοποίηση της επανάστασης σε όλο της το μεγαλείο! Έτσι τα διάφορα Λαϊκά Μέτωπα που συγκροτήθηκαν, ορισμένα πραγματικά παλλαϊκά και μεγαλειώδη, όπως το ΕΑΜ, κατόρθωσαν να συσπειρώσουν γύρω τους τις λαϊκές μάζες, να νικήσουν το φασισμό αλλά να ηττηθούν τελικά λόγω του αυτοπεριορισμού του ΚΚ και της ελαχιστοποίησης της κομμουνιστικής στρατηγικήςviii. Ή αλλιώς, όπως το έθεσε ο Π. Πουλιόπουλος στα 1937: "το Λαϊκό Μέτωπο δεν έχει καμία σχέση με το ενιαίο μέτωπο. Το ενιαίο μέτωπο είναι ένα από τα κυριότερα μέσα της προλεταριακής πάλης. Είναι μια συμφωνία για κοινή δράση πάνω σε ορισμένο πεδίο, για ορισμένες κοινές επιδιώξεις, και αποκλείει απόλυτα κάθε θυσία προγράμματος και αρχών, αποκλείει κάθε λογής εγκατάλειψη της πολιτικής της εργατικής τάξης και του επαναστατικού της κόμματος. Το επαναστατικό κόμμα μέσα στο ενιαίο μέτωπο διατηρεί ακέραιο το πρόγραμμα της ανεξάρτητης πάλης για την εργατική και εργατοαγροτική εξουσία και για το σοσιαλισμό. Αντίθετα το λαϊκό μέτωπο είναι ένας συνασπισμός πολιτικός για σκοπούς γενικούς που προϋποθέτει ότι το εργατικό κόμμα εγκατέλειψε τους ανεξάρτητους σκοπούς της εργατικής τάξης και την υπέταξε στους γενικούς σκοπούς της αστικής τάξης στο όνομα της (αστικής) δημοκρατίας. Στη σημερινή μάλιστα πράξη η εγκατάλειψη αυτή γίνεται, ιδίως από τα κόμματα της ΚΔ, όχι μόνο ουσιαστικά αλλά και τυπικά"ix.

Είναι γεγονός ότι για την απόφαση του 4ου Συνεδρίου "θέσεις για την τακτική της ΚΔ" και ειδικά για το τμήμα που αφορούσε την εργατική κυβέρνηση έγινε μεγάλη συζήτηση με αρκετές αντιπαραθέσεις. Αναφέρεται μάλιστα από ερευνητές ότι υπήρξαν πέντε προσχέδια της συγκεκριμένης απόφασης. x Είναι επίσης γεγονός ότι η εφαρμογή των αποφάσεων από χώρα σε χώρα και από κόμμα σε κόμμα προκάλεσε μεγάλη σύγχυση η οποία και διαπιστώθηκε στο 5ο συνέδριο της Διεθνούς. Η ενδελεχής εξέταση αυτής της ιστορικής εμπειρίας είναι ζητούμενο ανοιχτό. Αλλά η ταύτιση του ενιαίου μετώπου και της εργατικής κυβέρνησης με τα Λαϊκά Μέτωπα είναι εντελώς λανθασμένη και ανιστόρητη.

Συμπερασματικά

Το ΝΑΡ δεν κατανοεί τον ιδιαίτερο χαρακτήρα της περιόδου, που βάζει την επανάσταση στην ημερήσια διάταξη του εργατικού κινήματος, τις μετατροπές που αυτή φέρνει στο ρόλο του μεταβατικού προγράμματος, τη δυνατότητα μετατροπής του σε άμεσο πρόγραμμα πάλης των αγωνιζόμενων μαζών. Άλλωστε δεν κατανοεί γενικά τη σημασία του μεταβατικού προγράμματος, τη σχέση μεταξύ του κομμουνιστικού προγράμματος, των μεταβατικών στόχων και των άμεσων διεκδικήσεων.

Δεν δέχεται τη σημασία της τακτικής του ενιαίου μετώπου πάλης και συνεπώς την ιδιαίτερη σημασία της συγκρότησής του στην περίοδο της κρίσης, γύρω από το μοναδικό ρεαλιστικό πρόγραμμα εργατικής διεξόδου απ' αυτήν, το μεταβατικό πρόγραμμα, που καθιστά το ενιαίο μέτωπο πάλης, μέτωπο εξουσίας.

Ταλαντεύεται όσον αφορά τα ίδια τα αιτήματα και τους στόχους, μεταξύ μεταρρυθμιστικών και επαναστατικών λύσεων. Και όσον αφορά τον τρόπο εφαρμογής τους, μεταξύ κινήματος αντίστασης που θα τα επιβάλλει μερικώς στις κυβερνήσεις των αστών ανοίγοντας δρόμο για την επανάσταση και αστικών-μικροαστικών πολιτικών λύσεων που απαιτούν "πολιτική βούληση και τίποτα άλλο".

Αρνείται την αναγκαιότητα κομμουνιστικού κόμματος ως πολιτικής πρωτοπορίας της εργατικής τάξης που είναι καθοριστικός παράγοντας για τη συγκρότηση και τον επαναστατικό προσανατολισμό του ενιαίου εργατικού μετώπου.

Μ' όλους αυτούς τους τρόπους -και ανεξαρτήτως προθέσεων- το ΝΑΡ αρνείται τελικά την επανάσταση. Αρνείται να κάνει πράξη την προτροπή που θέτει ο ίδιος ο σ. Αναγνωστάκης στο άρθρο του λέγοντας σωστά ότι: “η όλη κατάσταση, εν όψει μάλιστα και της αναπόφευκτης επερχόμενης κοινωνικής σύγκρουσης, σπρώχνει την Αριστερά στην αναζήτηση και πραγματοποίηση ανάλογων τολμηρών συμπληρώσεων, αλλαγών και κυρίως τομών, που διαρκώς εξαγγέλλονται, δειλά εμφανίζονται και επί της ουσίας αναβάλλονται, στην πολιτική της. Ταυτόχρονα, η ίδια κατάσταση, εξαιρετικά δύσκολη, συνταρακτική και κρίσιμη, συμπιέζει την Αριστερά στην αδιέξοδη ακίνητη παραμονή στην προϋπάρχουσα ανεπαρκή πολιτική της”.

Το ΝΑΡ δυστυχώς, επιμένει στην "αδιέξοδη ακίνητη παραμονή στην προϋπάρχουσα ανεπαρκή πολιτική του".

Ανεπαρκής, μπροστά στα τεράστια καθήκοντα της περιόδου, είναι αναμφίβολα και η κ.ο. ΑΝΑΣΥΝΤΑΞΗ. Μόνο που επιδιώκει με την πολιτική της πρόταση να συμβάλει στην πραγματοποίηση των "τολμηρών συμπληρώσεων, αλλαγών και τομών" που απαιτεί η περίοδος. Στην επικαιροποίηση του κομμουνιστικού προγράμματος και του ενιαίου μετώπου στις σημερινές συνθήκες, στην προσπάθεια να σπάσει το εργατικό κίνημα της χώρας τον αδύναμο κρίκο στην ιμπεριαλιστική αλυσίδα, να πραγματοποιήσει την επανάσταση στην Ελλάδα.

Σ' αυτή τη διαδικασία θα επιμείνουμε ότι το ΝΑΡ έχει θέση. Αρκεί να υπερβεί την άρνηση του απέναντι στην πολιτική του ενιαίου μετώπου και να συμβάλλει στη συγκρότηση ενός πολιτικού μετώπου που θα βάλει προς υλοποίηση τους μεταβατικούς στόχους:


  • Μονομερής διαγραφή του χρέους

  • Έξοδος από την ΟΝΕ την Ευρωπαϊκή Ένωση και το ΝΑΤΟ

  • Κρατικοποίηση τραπεζών, μεγάλων επιχειρήσεων, οργανισμών κοινής ωφέλειας

    χωρίς αποζημίωση και με εργατικό έλεγχο

  • Κρατικοποίηση των επιχειρήσεων που κλείνουν ή πτωχεύουν

    με δήμευση των περιουσιών των ιδιοκτητών τους

  • Διαγραφή των χρεών των εργατικών οικογενειών και των φτωχών αγροτών,

    ρύθμιση των χρεών των εργαζόμενων μικροαστών

  • Χωρισμός κράτους – εκκλησίας

  • Δήμευση της εκκλησιαστικής περιουσίας

  • Απαγόρευση των απολύσεων - Αυξήσεις στους μισθούς - Μείωση του χρόνου εργασίας - Δουλειά για όλους



Θοδωρής Νασόπουλος


i Λεωνίδα Βατικιώτη, ΠΡΙΝ 7/1/12, σελ.11

iiΛ. Βατικιώτη, ΠΡΙΝ 15/1/12, σελ. 11

iiiΧρήστου Βλόσιου, Η ταξική τυπολογία των αριστερών προτάσεων για το δημόσιο χρέος, Εργατική Πολιτική, φ.37, Ιούνιος 2010

ivΘέσεις για την τακτική της ΚΔ, 4ο Συνέδριο ΚΔ, “3η Διεθνής, Τ α Τέσσερα Πρώτα Συνέδρια, Θέσεις, Αποφάσεις, Μανιφέστα” Εκδόσεις Εργατική Πάλη, σελ. 396

vΛ. Τρότσκι, Το Τρίτο Συνέδριο και το Ζήτημα της Διάρκειας του Επαναστατικού Προτσές
Σύμφωνα με τον Λένιν και Σύμφωνα με τον Μπουχάριν στο “Η 3η Διεθνής μετά το Λένιν”

viό.π.

viiΛ. Τρότσκι, Pierre Broué, Le Mouvement Communiste en France, σελ. 215-216



viiiΚώστα Μπατίκα, το ενιαίο μέτωπο και η πρακτική της ελληνικής αριστεράς, Αριστερή Ανασύνταξη, τ.29, σελ.56

ixΠ. Πουλιόπουλου, λαϊκό μέτωπο και ενιαίο μέτωπο, στο “Τα λαϊκά μέτωπα και η προλεταριακή πολιτικήή”, περιλαμβάνεται στη συλλογή 'Τα Λαϊκά Μέτωπα”, Εκδόσεις “Σύνδεσμος Παντελής Πουλιόπουλος”,σελ.10

xJohn RiddellThe Cominterns unknown decision on workersgovernmentsστο