Της σύνταξης (τ.1)

Νεοσυντηρητισμού συνέχεια... και με "εθνικό συμβόλαιο"!

της σύνταξης


1. Επιτέλους, εκλογές!

Πολλοί εργαζόμενοι ένιωσαν την ίδια ικανοποίηση με τον Α. Παπανδρέου, όταν δήλωνε χαμογελαστός μπροστά στις κάμερες αυτό το "επιτέλους". Τριάμισι χρόνια νεοσυντηρητικής επίθεσης από την κυβέρνηση της ΝΔ στο εισόδημα και τα δικαιώματα των εργαζομένων ήταν υπεραρκετά, για να νιώσουν οι τελευταίοι την ασφυξία που τέλειωνε μ' αυτή την ανακούφιση. Η "λαϊκή δυσαρέσκεια" υπήρχε κι αυξανόταν συνεχώς, μόνο που δεν έβρισκε κανένα άλλο δρόμο για να βγει στην επιφάνεια από το εκλογικό αποτέλεσμα. Το μόνο που έβλεπαν οι εργαζόμενες μάζες, οι χιλιάδες απολυμένοι, οι συνταξιούχοι όχι σαν διέξοδο, αλλά σαν τη μοναδική δική τους πολιτική πράξη, ήταν να "τιμωρήσουν" τη ΝΔ με την ψήφο τους.

Όμως η κυβέρνηση δεν έπεσε εξαιτίας της δυσαρέσκειας των εργαζομένων από την πολιτική της. Ήταν ανάγκη της αστικής τάξης η αλλαγή του πολιτικού σκηνικού και υπήρχε γι' αυτήν πλέον εναλλακτική λύση. Η πολιτική της ΝΔ πρόσφερε σπουδαίες υπηρεσίες στο κεφάλαιο, ανοίγοντας το δρόμο για την εφαρμογή του νεοσυντηρητισμού στην οικονομία και για την επικράτησή του σ' όλο το φάσμα του αστικού κομματικού συστήματος, αλλά είχε φτάσει πια στο οριακό της σημείο. Κάθε παράτασή της θα ήταν μάλλον ζημιογόνα παρά επωφελής για την αστική τάξη. Η κυβέρνηση της ΝΔ είχε δημιουργήσει μεγάλα αδιέξοδα στην ίδια της την πολιτική. Μιλούσε για κλίμα διαλόγου με τα Σκόπια, τη στιγμή που οι διαπραγματεύσεις σκόνταφταν στο ζήτημα του ονόματος και δεν είχε περιθώρια να τις συνεχίσει, ενώ παράλληλα δημιουργήθηκε η ανάγκη στην αστική τάξη για ένα "ηγεμονικό" ρόλο στα Βαλκάνια, ρόλο διαιτητή κι όχι αντιδίκου. Επέμενε στην πολιτική της "σκληρής δραχμής" και της παρατεινόμενης κι εντεινόμενης ύφεσης, που δεν απέδιδε τελικά την προσδοκώμενη πτώση του πληθωρισμού και τη μείωση ελλειμμάτων και δημόσιου χρέους, ενώ οδηγούσε στην καταστροφή πλέον σημαντικά τμήματα του κεφαλαίου. Όμως ήταν ανάγκη να προσαρμοστεί η δημοσιονομική και νομισματική πολιτική στις νέες συνθήκες που προέκυπταν από την αναβολή του Μάαστριχτ και να αντιμετωπιστούν τα προβλήματα από την ύφεση. Ακολούθησε την ταχτική της πλήρους εκποίησης για την αποκρατικοποίηση και των μεγάλων επιχειρήσεων (ΑΓΕΤ, ΟΤΕ, Ναυπηγεία, Διυλιστήρια κ.α.), προσδοκώντας να καλύψει με τα χρήματα από την πώλησή τους ένα μέρος των ελλειμμάτων, και προκάλεσε έτσι τη δυσαρέσκεια σημαντικού τμήματος του μονοπωλιακού κεφαλαίου, που δεν ήταν ικανοποιημένο από τη συμμετοχή του στις νέες κερδοφόρες δραστηριότητες. Οξύνονταν έτσι οι ενδοαστικές συγκρούσεις κι αυτό οδηγούσε στη σκανδαλολογία και την αποσταθεροποίηση του πολιτικού συστήματος.

Με το εκλογικό αποτέλεσμα επιτεύχθηκαν πολλοί στόχοι του κεφαλαίου. Εκτονώθηκε ακόμα μια φορά η λαϊκή δυσαρέσκεια, αφού εκφράστηκε με την ψήφο του ο λαός κι "εξαργυρώθηκαν" τριάμισι χρόνια σκληρής λιτότητας, εξαθλίωσης, ανεργίας κι αυταρχισμού με μια νύχτα ικανοποίησης για την πτώση της ΝΔ. Άνοιξε ο δρόμος της ανανέωσης του κομματικού συστήματος με την αναδιάταξη των δυνάμεων της Δεξιάς, με τη δημιουργία ενός νέου δεξιού πόλου, της ΠΟΛ.Α., που φιλοδοξεί να είναι ο "ειρηνικός" αντίπαλος του "διπολισμού" και ταυτόχρονα είναι η πιο εθνικιστική δύναμη του κομματικού συστήματος. Παράλληλα μπήκε σε τροχιά "ανανέωσης" κι επανασυσπείρωσης ο κύριος ιδεολογικοπολιτικός εκπρόσωπος του νεοσυντηρητισμού, η ΝΔ, με αφετηρία την εκλογή νέου αρχηγού με πλατιά υποστήριξη της βάσης και του μηχανισμού του κόμματος. Τέλος, το κυριότερο, υπάρχει πια νέα κυβέρνηση ΠΑΣΟΚ, με νεοσυντηρητικό πρόγραμμα σοσιαλδημοκρατικής έμπνευσης, με στήριξη από το εκλογικό σώμα, που έχει επιπλέον υπό τον έλεγχό της το συνδικαλιστικό κίνημα.

Το νέο πολιτικό σκηνικό είναι σαφώς πιο βολικό για τη διαχείριση της οικονομικής κρίσης και την προώθηση των νεοσυντηρητικών ρυθμίσεων. Εκτός από το κοινωνικό μανδύα που το ΠΑΣΟΚ θα χρησιμοποιεί, όπως ξέρει, για να περνά τα πιο αντιδραστικά μέτρα, το επιδιωκόμενο "εθνικό συμβόλαιο" για τη "δίκαιη κατανομή των βαρών", την προπαγάνδα για τα "χάλια της οικονομίας" και την "καμμένη γη" κτλ., ένας επιπλέον σταθεροποιητικός παράγοντας είναι η συνολική διάταξη δυνάμεων στη νέα βουλή. Το νεοσυντηρητικό μπλοκ φτάνει το 95%, η αντιπολίτευση θα είναι "εποικοδομητική" κι από τα δεξιά, η Αριστερά είναι αποδυναμωμένη, όχι μόνο αριθμητικά, αλλά κυρίως πολιτικά. Χωρίς στρατηγική αντιπαράθεσης με το νεοσυντηρητισμό, χωρίς ουσιαστική επαφή με τις εργαζόμενες μάζες, χωρίς τακτική ανασύνταξης του συνδικαλιστικού κινήματος κι αντιπαράθεσης με τη γραφειοκρατία του, με μισόλογα και ουτοπικές προτάσεις για την "ανάπτυξη" και τη "σωτηρία της παραγωγικής βάσης της χώρας", δεν είναι ικανή ν' αντιπαρατεθεί στον "κοινωνικό εταιρισμό" της σοσιαλδημοκρατίας. Θα μένει πάντα εγκλωβισμένη σε ψευτοδιλήμματα, θα υποχρεώνεται σε συμβιβασμούς προς χάριν της "ενότητας" στο συνδικαλιστικό κίνημα, των "εθνικών συμφερόντων" στο κοινοβούλιο κ.ο.κ.

Τελικά, το κεφάλαιο κι όχι οι εργαζόμενοι δήλωσε - δικαιολογημένα - αυτό το "επιτέλους, εκλογές!" δια στόματος Α. Παπανδρέου. Όμως δεν θα είναι τώρα όλα ρόδινα για το κεφάλαιο και τους πολιτικούς του εκπροσώπους. Η προσπάθεια επιβολής των νεοσυντηρητικών ρυθμίσεων υπό την πίεση της ανάγκης σύγκλισης με την Κοινότητα και της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης οξύνουν την αντίθεση κεφαλαίου - εργασίας, αλλά και τις αντιθέσεις της αστικής τάξης με τα φτωχότερα μεσαία στρώματα. Η ανεργία, η φτώχεια και η υπερεκμετάλλευση δεν γιατρεύονται με εθνικά οράματα κι ελπίδες γι' ανάπτυξη. Η "κοινωνική έκρηξη" θα κρέμεται ως δαμόκλειος σπάθη πάνω από τα κεφάλια των διαχειριστών τα επόμενα χρόνια.

 

2. Η αλλαγή της Αλλαγής

 

Όλοι συμφωνούν πως το ΠΑΣΟΚ σήμερα δεν είναι το ίδιο με το ΠΑΣΟΚ της δεκαετίας του '80. Υπάρχει όμως μεγάλη σύγχυση σχετικά με το ποιες αλλαγές έγιναν και γιατί στην ιδεολογικοπολιτική του φυσιογνωμία, με το τι κρύβεται πίσω από τις λέξεις "εκσυγχρονισμός", "κράτος στρατηγός", "εθνικό συμβόλαιο", "κοινωνικοί εταίροι" κτλ., που ξαφνικά κατέλαβαν θέσεις - κλειδιά στις προγραμματικές εξαγγελίες του ΠΑΣΟΚ. Μπορούμε να πούμε λίγα λόγια γι' αυτό εδώ λόγω της επικαιρότητας του θέματος.

Το ΠΑΣΟΚ ταυτίστηκε στη δεκαετία του '80 με την ολοκλήρωση της Κεϋνσιανιστικής κρατικομονοπωλιακής ρύθμισης στην οικονομική και κοινωνική ζωή της χώρας μας, το "κράτος πρόνοιας", τις κρατικοποιήσεις, τον αυξημένο οικονομικό ρόλο του κράτους με τον έλεγχο βασικών κλάδων της οικονομίας, τον έλεγχο των τιμών σε ευρύ φάσμα της κατανάλωσης, την κρατική παρέμβαση στις εργασιακές σχέσεις και τους μισθούς κτλ. Η ευρεία εφαρμογή του Κεϋνσιανισμού στη χώρα μας ξεκίνησε από το πρόγραμμα του Καραμανλή μετά το '74 κι έλαβε τέλος με την άνοδο της ΝΔ στην κυβερνητική εξουσία το '90, που κατηγορούσε τότε το ΠΑΣΟΚ για "κρατισμό". Σήμερα ζούμε την εφαρμογή στη χώρα μας της νεοσυντηρητικής κρατικομονοπωλιακής ρύθμισης που είναι η νέα παγκόσμια οικονομική "συνταγή" του κεφαλαίου. Οι νέες εργασιακές σχέσεις, η "ελευθερία της αγοράς", το "λιγότερο κράτος" είναι συστατικά στοιχεία του νεοσυντηρητισμού, που (όπως κάθε κρατικομονοπωλιακή ρύθμιση) εφαρμόζεται σε όλο τον κόσμο κι ενσωματώνεται στην κατεύθυνση κάθε αστικής πολιτικής δύναμης, φυσικά με διάφορες παραλλαγές και ιδιαιτερότητες. Και είναι παγκόσμιο φαινόμενο ο νεοσυντηρητισμός, γιατί απαντά στην ανάγκη του κεφαλαίου να ξεπεράσει τη χρόνια διαρθρωτική ύφεση, που είναι παγκόσμια.

Η ενσωμάτωση του νεοσυντηρητισμού στην ιδεολογικοπολιτική φυσιογνωμία του ΠΑΣΟΚ είναι η βασική αλλαγή, που του πρόσφερε την επάνοδο στην κυβερνητική εξουσία ως φορέα της μοναδικής εναλλακτικής λύσης που εγγυάται στην αστική τάξη της χώρας μας τη συνέχιση της εφαρμογής του νεοσυντηρητισμού. Το ΠΑΣΟΚ δεν αρνείται πλέον την αναγκαιότητα των αποκρατικοποιήσεων, των νέων εργασιακών σχέσεων, της λιτότητας για το "ξεπέρασμα της οικονομικής κρίσης" και για τη συμμετοχή της χώρας στην Ευρωπαϊκή Ενοποίηση. Οι βασικές του προτεραιότητες είναι οι ίδιες με αυτές της ΝΔ, προτείνει όμως "όλα με μέτρο" και με "εθνικό συμβόλαιο". Παράλληλα η συγκυρία στην οποία καλείται να κυβερνήσει και η ανάγκη να μην οξυνθούν άλλο οι αντιθέσεις του συστήματος του επιβάλλουν διαφοροποιήσεις από τη διαχειριστική γραμμή της ΝΔ.

Η επί της ουσίας αναβολή της διαδικασίας οικονομικής ενοποίησης της ΕΟΚ, δίνει τη δυνατότητα στη νέα κυβέρνηση να μην επιβάλει παραπέρα μείωση του εισοδήματος των εργαζόμενων και να πάρει κάποια μέτρα για τη μείωση της ανεργίας. Αλλά το πρόγραμμα σύγκλισης με την ΕΟΚ που το ΠΑΣΟΚ έχει ήδη παρουσιάσει και οι πιέσεις που θα ασκηθούν από τους "εταίρους" δεν θα επιτρέψουν τελικά σημαντική βελτίωση της κατάστασης της εργατικής τάξης. Δεν υπάρχει βέβαια καμία περίπτωση να ακολουθηθεί αναπτυξιακή πολιτική, τουλάχιστον τέτοια που να δημιουργήσει θέσεις εργασίας και να βοηθήσει τους μικρομεσαίους. Τα οικονομικά μέτρα που έχουν ήδη εξαγγελθεί - για μείωση του πληθωρισμού και διεύρυνση της φορολογικής βάσης - είναι στην αντίθετη κατεύθυνση.

Το ΠΑΣΟΚ θα προχωρήσει στην εκποίηση προβληματικών και άλλων κρατικών επιχειρήσεων. Η διαφοροποίησή του από τη ΝΔ αφορά στις μεγάλες κρατικές επιχειρήσεις, για τις οποίες υποστηρίζει ότι μπορούν να γίνουν κερδοφόρες με άλλους τρόπους, που έχουν κοινό παρανομαστή τη συμμετοχή του ιδιωτικού κεφαλαίου και τη λειτουργία τους με ιδιωτικοοικονομικά κριτήρια, που σημαίνει απολύσεις και αύξηση του βαθμού εκμετάλλευσης των εργαζόμενων, τα βασικά συστατικά δηλαδή του νεοσυντηρητισμού. Το "κράτος στρατηγός" που προτείνει δεν έχει καμία ομοιότητα με το "κράτος πρόνοιας" και το μεγάλο δημόσιο τομέα των προηγούμενων δεκαετιών. Εκφράζει την πρόθεση να παρεμβαίνει το κράτος διορθωτικά όπου η εφαρμογή του νεοσυντηρητισμού δημιουργεί τραγικά προβλήματα στην εργατική τάξη και προκαλεί τη δυναμική αντίδραση των εργαζόμενων.

Ο τρόπος με τον οποίο το ΠΑΣΟΚ προτίθεται να ασκήσει την κυβερνητική εξουσία συμπυκνώνεται στο "εθνικό συμβόλαιο" κι αυτό έχει κεφαλαιώδη σημασία για το εργατικό κίνημα. Αυτές οι δύο λεξούλες που αντικατέστησαν το γνωστό "συμβόλαιο με το λαό" είναι η νέα πρόταση του ΠΑΣΟΚ για τη διαχείριση της κρίσης του ελληνικού καπιταλισμού. Αφού λοιπόν δεν πρόκειται να εξαλείψει τις αιτίες που οδηγούν τους εργαζόμενους στην αντίσταση και στα τόσο ενοχλητικά κι επικίνδυνα για την αστική τάξη βίαια ξεσπάσματα, προτιμά να έχουν την υπογραφή τους - μετά φυσικά τις "αμοιβαίες υποχωρήσεις" κτλ. - οι αποφάσεις που τους αφορούν. Καλεί λοιπόν τους "κοινωνικούς εταίρους" να καθίσουν στο ίδιο τραπέζι και να συζητήσουν για τις "διεξόδους από την κρίση", για την ανάπτυξη και τον εκσυγχρονισμό της χώρας. Έτσι ο εκσυγχρονισμός των εκμεταλλευτικών σχέσεων, οι απολύσεις, η λιτότητα, οι νέοι φόροι θα έχουν προκαταβολικά εξασφαλισμένη κι "ενυπόγραφη" τη συναίνεση των εργαζομένων. Και δεν πρόκειται για σχήμα λόγου, αλλά για σχέδιο θεσμοθέτησης του "κοινωνικού διαλόγου", της ολοκλήρωσης δηλαδή της ενσωμάτωσης του συνδικαλιστικού κινήματος, τη μετατροπή του σε "συμμέτοχο" στην εξουσία. Δεν χρειάζεται τώρα πια να εξηγήσουμε γιατί αυτός ο διάλογος είναι μία απάτη και ποια σχέση έχει η συναίνεση της συνδικαλιστικής γραφειοκρατίας με τους κυβερνητικούς παράγοντες και τους εκπροσώπους του κεφαλαίου με τα συμφέροντα των εργαζομένων. Το ένιωσαν όλοι "στο πετσί τους" με τις τελευταίες εθνικές συλλογικές συμβάσεις εργασίας.

Πολύ αλλαγμένη λοιπόν και πολύ επιθετική επέστρεψε η Αλλαγή στην κυβερνητική εξουσία. Αλλά διαφορετική από το '81 ήταν και η ψήφος που πήρε, χωρίς πολλές ελπίδες για καλύτερες μέρες, με τη λογική του μικρότερου κακού, αλλά και με την αγωνία των χιλιάδων απολυμένων κι εξαθλιωμένων εργατών. Ο λαός δεν παίρνει πια στα σοβαρά τα μεγάλα λόγια περί "κοινωνικής δικαιοσύνης", αλλά και τα όρια αντοχής του στην κοινωνική αδικία εξαντλούνται.

 

3. Η γωνία που στενεύει


Εμείς, πάλι, καθόλου δεν λυπηθήκαμε που ο ΣΥΝ έμεινε έξω από τη βουλή. Αυτή η συνάθροιση "αριστερών" παραγόντων, που έψαχναν δεξιές σοσιαλδημο- κρατικές προτάσεις για να τις παρουσιάσουν ως "ανανέωση της αριστεράς" κι "αριστερή διέξοδο από την κρίση", άξιζε μόνο την περιφρόνηση των αριστερών ανθρώπων και την είχε. Ήταν η φυσιολογική κατάληξη μιας πολιτικής παρουσίας χωρίς λόγο ύπαρξης, απ' τη στιγμή που το ΠΑΣΟΚ διατήρησε τη συνοχή του κι επιχείρησε τον "εξευρωπαϊσμό" του.

Όμως κανένας αριστερός δεν μπορεί να είναι ικανοποιημένος από την πορεία της Αριστεράς τα τελευταία χρόνια. Όσο κι αν ισχύουν τα περί αντικειμενικών δυσκολιών λόγω κατάρρευσης του υπαρκτού σοσιαλισμού κτλ. που υποστήριξε η ΚΕ του ΚΚΕ στην τελευταία σύνοδό της για το εκλογικό αποτέλεσμα, οι αιτίες της κρίσης της Αριστεράς στη χώρα μας δεν είναι μόνο αντικειμενικές. Η αλήθεια για την πορεία και το μέλλον του κομμουνιστικού κινήματος της χώρας δεν μπορεί να αποκρύπτεται με τέτοιες γενικολογίες και "αντικειμενικολογίες". Δεν είναι άμοιρο ευθυνών το ΚΚΕ για τη σημερινή κατάσταση και πολύ περισσότερο η σημερινή ηγεσία του. Η σημερινή κατάσταση της Αριστεράς είναι σε μεγάλο βαθμό η κατάληξη της πορείας του ΚΚΕ μετά τη μεταπολίτευση, της πορείας διολίσθησης της πολιτικής του στο μεταρρυθμισμό κι εγκλωβισμού του στα πλαίσια του συστήματος. Είναι κυρίως το αποτέλεσμα της πολιτικής γραμμής που δεν προωθούσε τους στρατηγικούς στόχους του εργατικού κινήματος, αντίθετα συσκότιζε τη στρατηγική με τακτικισμό, κοινοβουλευτική και ρεφορμιστική αντίληψη. Οδηγούσε το εργατικό κίνημα στην αστική επιρροή, διευκόλυνε την αστική τάξη στην ενίσχυση του αστικού ρεφορμισμού και στη σταθεροποίηση του πολιτικού συστήματος. Οδήγησε στο ξεπεσμό του '89, στον κυβερνητισμό, στην ενεργητική συμμετοχή στα σχέδια της αστικής τάξης για το ξεπέρασμα της κρίσης του κομματικού της συστήματος και το άνοιγμα του δρόμου για να ξεκινήσει τη νεοσυντηρητική επίθεσή της ενάντια στους εργαζόμενους.

Για όσους εναντιώθηκαν στην ίδρυση του ΣΥΝ και μετά στην κυβέρνηση Τζαννετάκη υπήρχε τότε η στερρεότυπη απάντηση: "Να βγει η Αριστερά από τη γωνία". Τώρα πια, μετά τη διάσπαση του ΣΥΝ και την εκλογική (κι όχι μόνο) συρρίκνωση της Αριστεράς, η ηγεσία του ΚΚΕ στριμώχνεται στην ίδια γωνία, που είναι τώρα πολύ πιο στενή και προσπαθεί να μας πείσει πως είναι αντικειμενικοί οι λόγοι που την οδήγησαν εκεί, άσχετοι με την πολιτική γραμμή. Δεν αναγνωρίζει κανένα δρόμο εξόδου από τη γωνιά της εκτός από την τακτική της αριστερής κυβερνητικής πρότασης και των προτάσεων για τη σωτηρία της "εθνικής ανάπτυξης". Γι' αυτό δεν επιχείρησε καμιά αυτοκριτική για τις επιλογές της ίδρυσης του ΣΥΝ και της συμμετοχής στις αστικές κυβερνήσεις, αντίθετα τις υπερασπίζεται και σήμερα πεισματικά. Βολεύεται προς το παρόν στη γωνία του κομματικού συστήματος, αρκείται στην αντιπολίτευση μέσα στα πλαίσια του συστήματος, επαναδιατυπώνει τον αγωνιστικό ρεφορμισμό κι ας βλέπει πως οδηγεί το εργατικό κίνημα στην αποστράτευση και τη διάλυση.

Στην κυριαρχία των δυνάμεων του ΠΑΣΟΚ και της συνδικαλιστικής γραφειοκρατίας, που θέλουν το συνδικαλιστικό κίνημα σε ρόλο "κοινωνικού εταίρου", συνομιλητή της αστικής τάξης για την εξεύρεση τρόπων και μορφών εφαρμογής των νεοσυντηρητικών αναδιαρθρώσεων, δεν είναι δυνατό η Αριστερά ν' αντισταθεί ουσιαστικά με διαφοροποιήσεις στις διοικήσεις της ΓΣΕΕ και της ΑΔΕΔΥ και με ομιλίες στο κοινοβούλιο. Για τους περισσότερους κομμουνιστές αυτή η γωνία είναι πολύ στενή και δεν βολεύονται σε ρόλο αριστερού συμπληρώματος των δυνάμεων του συστήματος. Νιώθουν την ανάγκη ν' αντισταθούν αποτελεσματικά στο νεοσυντηρητισμό, αναζητούν δρόμους για την ανασύνταξη του εργατικού κινήματος. Η αγωνία αυτών των κομμουνιστών για το μέλλον του κινήματος, η επαναστατική κι αγωνιστική τους διάθεση είναι σήμερα η ελπίδα της Αριστεράς, η δική μας ελπίδα!

 

4. Έχουμε μόνο μία δυνατότητα...

 

Μια νέα δύσκολη και κρίσιμη περίοδος έχει πλέον αρχίσει για το εργατικό κίνημα της χώρας μας. Το συνδικαλιστικό κίνημα χτυπημένο από τη νεοσυντηρητική επίθεση, αποδυναμωμένο από τη χρόνια γραφειοκρατικοποίηση, διαβρωμένο από τις δυνάμεις της αστικής επιρροής, πρέπει τώρα ν' αντέξει το νέο χτύπημα του "εθνικού συμβολαίου". Πρέπει η εργατική τάξη ν' αντισταθεί στις δυνάμεις του συμβιβασμού, που θέλουν να ξεπουλήσουν τις διεκδικήσεις της σε διαλόγους για την "ανάπτυξη" και την "παραγωγικότητα". Πρέπει να επιλέξει το δρόμο του αγώνα κι όχι το δρόμο του "κοινωνικού διαλόγου", το δρόμο της επανασυσπείρωσης κι όχι της αποδιοργάνωσης και της αποστράτευσης. Μπροστά σ' ένα μέλλον λιτότητας, ανεργίας κι αυταρχισμού κι όταν η αστική τάξη μας προτείνει "εθνικά συμβόλαια", εμείς έχουμε μόνο μία δυνατότητα, να μην υπογράψουμε.

Δεν είναι δυνατό η Αριστερά ν' απαντήσει στην επιθετική γραμμή της σοσιαλδημοκρατίας και στις νέες ιδέες της συνδικαλιστικής γραφειοκρατίας με τη νοσταλγία των "παλιών καλών ημερών" του αγωνιστικού ρεφορμισμού. Η εποχή του αγωνιστικού ρεφορμισμού, της διεκδίκησης "κοινωνικά δίκαιων" μεταρρυθμίσεων που εξασφαλίζουν στην αστική τάξη την κοινωνική σταθερότητα, έχει περάσει ανεπιστρεπτί μαζί με την Κεϋνσιανιστική κρατικομονοπωλιακή ρύθμιση. Γι' αυτό η συνδικαλιστική γραφειοκρατία βρίσκει πολύ θελκτικούς τους "κοινωνικούς διαλόγους", αφού της εξασφαλίζουν νέους ρόλους και λόγο ύπαρξης. Γι' αυτό και οι δυνάμεις του αγωνιστικού ρεφορμισμού στο συνδικαλιστικό κίνημα βρίσκονται σε κρίση προοπτικής, οι νοσταλγοί των "φιλολαϊκών μεταρρυθμίσεων" ακούγονται γραφικοί, ονειροπόλοι κι αναποτελεσματικοί. Είναι μεγάλη η ευθύνη των κομμουνιστών τα επόμενα χρόνια. Η απάντηση στο νεοσυντηρητισμό από τους κομμουνιστές πρέπει να είναι αποτέλεσμα επαναστατικής γραμμής, στην κατεύθυνση της ανατροπής του καπιταλισμού, αλλιώς δεν πρόκειται να υπάρξει. Την απάντηση στη συνδικαλιστική γραφειοκρατία μπορεί να τη δόσει μόνο ο ταξικός συνδικαλισμός κι όχι ο ρεφορμισμός. Όλοι οι κομμουνιστές έχουμε πλέον μόνο μία δυνατότητα, να συμβάλλουμε στην επαναστατική ανασύνταξη του εργατικού κινήματος.