[2012-09-07] Απόφαση έκτακτης συνδιάσκεψης 1-2 Σεπτέμβρη

Απόφαση έκτακτης συνδιάσκεψης 1-2 Σεπτέμβρη

1. Η καπιταλιστική κρίση βαθαίνει και αγκαλιάζει όλο και περισσότερες χώρες στην ευρωζώνη και παγκόσμια. Το βάθεμα της καπιταλιστικής κρίσης ενισχύει τις φυγόκεντρες τάσεις στην ευρωζώνη και την Ε.Ε. Οι ενδο-ιμπεριαλιστικοί ανταγωνισμοί οξύνονται, εντείνεται η προσπάθεια των ισχυρότερων δυνάμεων να μετακυλήσουν τις συνέπειες της κρίσης στις πιο αδύναμες.

Η γερμανική αστική τάξη και από κοντά εξαναγκαζόμενες οι άλλες αστικές τάξεις της Ε.Ε., θέλουν να κερδίσουν χρόνο για να βρουν τρόπους σταθεροποίησης του ευρώ. Προσκρούουν στην αντιμετώπιση της κρίσης στην Ισπανία και την Ιταλία. Είτε θα εξαναγκαστούν οι αστικές τάξεις αυτών των χωρών σε μία πορεία αντίστοιχη της Ελλάδας (ηπιότερη και με δημοσιονομικό αποτέλεσμα αλλά με αντίστοιχες οικονομικές και κοινωνικές συνέπειες) και θα αποδεχτούν τον ιστορικό υποβιβασμό τους στην ιμπεριαλιστική αλυσίδα είτε πρέπει να διασωθούν από την Ε.Ε. με άλλους όρους. Οι όροι αυτοί στοιχίζουν πολύ στη Γερμανία και δεν είναι διατεθειμένη να τους αποδεχτεί η γερμανική αστική τάξη. Άρα συζητάμε για μία σύγκρουση που μπορεί να οδηγήσει σε διάλυση της ευρωζώνης όπως είναι σήμερα.

 

Η ευρωζώνη όμως μεταβάλλεται σε κάθε περίπτωση με όσα ήδη προωθούνται από το νέο σύμφωνο σταθερότητας. Οι χώρες που είναι ελλειμματικές πρέπει να αποδεχτούν ότι θα γίνουν υποκείμενο εκμετάλλευσης και επιτροπείας από τις πλεονασματικές – κυρίως από τη Γερμανία – αν δεν βρουν τρόπο να αντιμετωπίσουν τις δημοσιονομικές τους ανισομετρίες εντός του ευρώ. Θα πρέπει δηλαδή οι αστικές τάξεις αυτών των χωρών να στραφούν με κάθε τρόπο ενάντια στις εργατικές τους τάξεις, να αυξήσουν την παραγόμενη υπεραξία, να μειώσουν τους πραγματικούς μισθούς και να συρρικνώσουν τα δικαιώματα και τις κοινωνικές παροχές. Η ευρωζώνη θα είναι η ζώνη της επιτροπείας και θα προβλέπονται διαφόρων ειδών «γύψοι» για τους ανυπάκουους.

Ακόμα και αν όλα μπορέσουν να ισορροπήσουν στην υπόλοιπη ευρωζώνη – πράγμα εξαιρετικά αμφίβολο έως αδύνατο – για την Ελλάδα θα πρέπει να βρεθεί ειδικός για την περίπτωσή της, πρωτότυπος «γύψος». Γιατί είναι σε όλους γνωστό ότι ούτε το μνημόνιο θα επιφέρει μείωση του ελλείμματος, ούτε πρόκειται να εξυπηρετηθεί ποτέ το χρέος στο άμεσο και στο απώτερο μέλλον, ούτε θα επέλθει καμία ανάπτυξη με τα μέτρα-κοροϊδία που θα πάρει η Ε.Ε., ούτε θα αλλάξει τίποτα με «επιμήκυνση» όρων του μνημονίου. Η καταστροφή θα είναι καθολική εντός του επόμενου έτους. Από την άλλη, εντός αυτού του διαστήματος τουλάχιστον, η Γερμανία δεν προτίθεται να δώσει ούτε δεκάρα παραπάνω από τα συμφωνηθέντα και δεν θα κάνει πίσω σε καμία από τις απαιτήσεις. Στο τέλος αυτού του δρόμου (1-2 χρόνια) βλέπουν την Ελλάδα να μην έχει καμία δυνατότητα να ανταποκριθεί σε κανένα από τους στόχους του «προγράμματος» και να περιμένει πρόσθετη βοήθεια. Γι΄ αυτή την περίπτωση, όποτε κριθεί αναγκαίο εντός διετίας, συζητούν ήδη οι Γερμανοί και οι ευρωπαίοι γραφειοκράτες για ειδικά καθεστώτα, όπως επιβολή διπλού νομίσματος ή διατεταγμένης επιβολής εθνικού νομίσματος αλλά εντός της Ε.Ε. και τις διεθνείς «υποχρεώσεις» και συναλλαγές σε ευρώ. Αυτά θα επιβληθούν ως προσωρινά μέτρα δήθεν και με το καρότο της εξόδου από την ύφεση και της επιστροφής στο ευρώ, ίσως και με προοπτική κουρέματος του χρέους από ΕΚΤ και χώρες της ευρωζώνης. Αλλά ουδέν μονιμότερο του προσωρινού! Σε αυτήν την περίπτωση, η χώρα θα έχει γίνει επί της ουσίας οικονομικό προτεκτοράτο της Γερμανίας! Το μονοπωλιακό-χρηματιστικό κεφάλαιο της χώρας μας προτίθεται να αποδεχτεί στην ανάγκη μία τέτοια «λύση», αρκεί να εξασφαλίσει ότι θα μπορεί να εκμεταλλεύεται την εργατική τάξη της Ελλάδας με όρους ξένου κεφαλαίου, όπως μπορεί να γίνει στην περίπτωση του διπλού νομίσματος.

Η εξέλιξη της κρίσης στην Ελλάδα φαίνεται να οδηγεί σε εσωτερική στάση πληρωμών, αν όχι σε ανεξέλεγκτη χρεοκοπία. Η ύφεση βρίσκεται εκτός ελέγχου καθιστώντας αδύνατη τη διαχείριση του χρέους και βγάζοντας εκτός στόχων τον προϋπολογισμό.

Τα περιθώρια ελιγμών της αστικής τάξης είναι πλέον ασφυκτικά περιορισμένα. Σε οικονομικό επίπεδο δεν υπάρχει άλλη επιλογή από την εφαρμογή του μνημονίου μέχρι τέλους. Η παραμονή στην ευρωζώνη είναι κρίσιμο ζήτημα για τους έλληνες καπιταλιστές και γι’ αυτό κάνουν λυσσαλέα προσπάθεια για την παραμονή στο ευρώ, χρησιμοποιώντας σαν διαπραγματευτικό χαρτί και τη γεωστρατηγική θέση της χώρας και το ρόλο που μπορεί να παίξει στις κυοφορούμενες πολεμικές εκστρατείες.

Σε πολιτικό επίπεδο το ζήτημα της διακυβέρνησης λύθηκε προσωρινά με το σχηματισμό μιας αδύναμης κυβέρνησης που στηρίζεται σε κόμματα οργανωτικά αποδυναμωμένα. Η αστική τάξη εμφανίζεται σήμερα χωρίς πολιτικές εφεδρείες που θα μπορούσαν άμεσα να προσφέρουν εναλλακτική κυβερνητική λύση και γι’ αυτό θα στηρίξει την κυβέρνηση Σαμαρά μέχρι τέλους, έχοντας ως βασική προτεραιότητα την εφαρμογή του μνημονίου και συγκεκριμένα την ψήφιση και εφαρμογή του νέου πακέτου μέτρων.

Για την επιτυχία των στόχων τους οι καπιταλιστές δε θα διστάσουν να προσφύγουν σε ανοιχτά αντιδραστικές λύσεις, σε παραβίαση του συντάγματος, αναστολή άρθρων του, ακόμα και στην ανοιχτή βία. Είναι δηλαδή πιθανό, η συνθήκη της «σχετικής κοινοβουλευτικής ομαλότητας» να πάψει να ισχύει.

Στόχος της αστικής τάξης είναι να ξεπεράσει την κρίση σε βάρος της εργατικής τάξης, να εντείνει την εκμετάλλευση, να διαλύσει τις εργασιακές σχέσεις. Εκτός από τους οικονομικούς στόχους που υπηρετεί η εφαρμογή του μνημονίου, στόχος της αστικής τάξης είναι η διάλυση του εργατικού συνδικαλιστικού κινήματος, η καταστροφή των εργατικών οργανώσεων και ο αφοπλισμός της εργατικής τάξης.

Οι κομμουνιστές πρέπει να πρωτοστατήσουν στη μάχη ενάντια στο νέο πακέτο μέτρων, θέτοντας σαν βασικό τους καθήκον την πάλη για την ανατροπή της κυβέρνησης με γενική πολιτική απεργία διαρκείας και στόχο τη διαγραφή του χρέους προς τους τοκογλύφους δανειστές (εκτός αυτού προς τα ασφαλιστικά ταμεία). Πάνω σε αυτά τα ζητήματα θα κριθούν όλες οι δυνάμεις της Αριστεράς για τη στάση τους. Στο βαθμό που δεν συμβάλουν σε μια τέτοια άμεση απάντηση, δίνουν τον απαραίτητο χρόνο στην κυβέρνηση να υλοποιήσει τα αντεργατικά – αντιλαϊκά σχέδιά της. Δεν θα υπάρχει σε λίγο καιρό τίποτα να επαναδιαπραγματευθεί κανείς εντός Ε.Ε. ή με τους δανειστές. Παρά μόνο, εφόσον κάνει πρώτα μονομερή διαγραφή του χρέους και γίνει ο «νούμερο ένα καταζητούμενος» της ΕΚΤ, της Γερμανικής κυβέρνησης και του ΔΝΤ.

2. Τα αποτελέσματα των εκλογών της 17ης Ιούνη, αποτυπώνουν τη ρήξη των κοινωνικών συμμαχιών της αστικής τάξης. Σύσσωμη η αστική τάξη στήριξε σε αυτές τις εκλογές τη Ν.Δ., επιστρατεύοντας το σύνολο των δυνάμεών της, προκειμένου να αναδειχτεί πρώτο κόμμα. Και τα μεσαία στρώματα στην πλειοψηφία τους, όπως και τμήματα της εργατικής αριστοκρατίας, στήριξαν τη Ν.Δ. επηρεασμένα από το κλίμα τρομοκρατίας που εξελίχθηκε στο προσκήνιο και το παρασκήνιο. Υπερασπίστηκαν με αυτήν τους την επιλογή την παραμονή στο ευρώ και την Ε.Ε. που τους εξασφαλίζει την αξία των καταθέσεών τους και της περιουσίας τους και φτηνή εργασία για τα τμήματα εκείνα που εκμεταλλεύονται εργατική δύναμη. Στο αποτέλεσμα αποτυπώθηκε η θέληση της εργατικής τάξης για αλλαγή πολιτικής, για άμεση λύση και γι’ αυτό η εργατική τάξη στην πλειοψηφία της κατευθύνθηκε προς το ΣΥΡΙΖΑ. Ταυτόχρονα, αυξήθηκε η αποχή στις 17 Ιούνη σε σύγκριση με τις 6 Μάη, γεγονός που σε ένα βαθμό αντανακλά ότι ένα τμήμα της εργατικής τάξης δεν έβλεπε καμία πολιτική προοπτική μέσα από αυτές τις εκλογές. Η κομμουνιστική και κομμουνιστογενής Αριστερά, απέτυχε να απαντήσει στο διακύβευμα των εκλογών, το ζήτημα της κυβερνητικής εξουσίας, δεν μπόρεσε να διατυπώσει μια άμεση πολιτική πρόταση και γι’ αυτό γνώρισε τη συντριβή.

3. Η ανάδειξη των ναζιστών της Χρυσής Αυγής στο κοινοβούλιο και η σταθερότητα που παρουσίασε η εκλογική τους δύναμη στις δύο εκλογικές αναμετρήσεις, τους αναδεικνύει σε υπολογίσιμο παράγοντα του κομματικού σκηνικού. Η στήριξη της αστικής τάξης έπαιξε αποφασιστικό ρόλο για να εμφανιστούν οι ναζιστές στο πολιτικό προσκήνιο και να αποτελούν μια σχετικά μαζική αστική εφεδρεία, που θα αξιοποιηθεί για το χτύπημα του εργατικού κινήματος. Την περίοδο αυτή η Χ.Α. διευρύνει την επιρροή της και μετατρέπεται σταθερά -παρά τις υποκριτικές κραυγές των αστών πολιτικών περί μηδενικής ανοχής τους- σε συμπληρωματική δύναμη κρατικής καταστολής.

Επιπλέον η στοίχιση των κομμάτων της αστικής τάξης στην απαρέγκλιτη εφαρμογή του μνημονίου και η μετατροπή των πολιτικών ηγεσιών τους σε εντολοδόχους της τρόικας και της Ε.Ε., κάνει στα μάτια των μικροαστών και περιθωριοποιημένων κομματιών της εργατικής τάξης να φαντάζει η πολιτική του ναζιστικού αυτού μορφώματος σαν αντίπαλο δέος στην αστική πολιτική. Για να το πούμε καλύτερα, μοιάζει η πολιτική αυτή να είναι μια εθνική αστική πολιτική που θα φέρει πίσω τη χαμένη εθνική μας υπερηφάνεια.

Ο πιο ασφαλής και σίγουρος δρόμος για τον αποκλεισμό ή τον περιορισμό της εμβέλειας και της επίδρασης των φασιστών και ναζιστών, είναι η πρωτοπόρα και ενωτική δράση των κομμουνιστών στους χώρους δουλειάς για τα δικαιώματα και τις διεκδικήσεις της εργατικής τάξης καθώς και η πρωτοπόρα πάλη στις εργατικές και λαϊκές συνοικίες ενάντια στους φόρους, στα χαράτσια, στις διακοπές ρεύματος, τις εξώσεις κλπ. Η έμπρακτη εργατική αλληλεγγύη και δράση με πρωτοβουλίες σωματείων-Ομοσπονδιών-Εργατιών Κέντρων- γύρω από την παιδεία, για τη μόρφωση των παιδιών της εργατικής τάξης και των φτωχών λαϊκών στρωμάτων, τη διασφάλιση των παροχών στην υγεία αλλά και τη διατροφή και στέγαση της εργατικής τάξης αποτελούν επίσης αναγκαία πάλη που μπορεί να απομονώσει και να περιθωριοποιήσει τους φασίστες και τους ναζιστές. Οι κομμουνιστές πρέπει να απαντήσουν και σε αυτή την περίπτωση με την πολιτική του ενιαίου μετώπου, να μπουν μπροστάρηδες και να συσπειρώσουν γύρω τους δυνάμεις σε αυτή την πάλη, ξεκαθαρίζοντας τις απόψεις τους και προσπαθώντας να πείσουν για την ορθότητά τους, ότι μόνο ένα ενιαίο εργατικό μέτωπο πάλης και εξουσίας μπορεί να δώσει οριστική απάντηση στις δυνάμεις της αντίδρασης.

4. Σχετικά με τη στάση μας στις εκλογές της 6ης Μάη, εκτιμάμε ότι δεν μπορέσαμε να διαβλέψουμε την ανάγκη να εκπροσωπηθεί η άποψή μας - το μεταβατικό πρόγραμμα και η ανάγκη ανάδειξης εργατικής κυβέρνησης που θα το υλοποιήσει - με την ενεργό συμμετοχή μας στις εκλογές. Την ευθύνη γι’ αυτό φέρει κυρίως η Πολιτική Επιτροπή. Η μη συμμετοχή μας στην εκλογική αναμέτρηση, μας στέρησε τη δυνατότητα να διαδώσουμε πλατιά τη γραμμή μας. Η συμμετοχή μας στην εκλογική αναμέτρηση της 17ης Ιούνη εκτιμάμε ότι ενίσχυσε την επιρροή της οργάνωσης.

5. Παραμένει σε πλήρη ισχύ και αποκτά άμεσο και επείγοντα χαρακτήρα, η πολιτική του ενιαίου εργατικού πολιτικού μετώπου πάλης και εξουσίας με το σύνθημα δράσης της εργατικής κυβέρνησης, στη βάση του μεταβατικού προγράμματος. Η πρόταση αυτή πρέπει να απευθύνεται επιθετικά, προς όλες εκείνες τις δυνάμεις που έχουν αναφορά στην εργατική τάξη και στο μεταβατικό πρόγραμμα και να τις καλεί στην άμεση οικοδόμησή του, θέτοντάς τες μπροστά στις ευθύνες τους.

Παράλληλα ωστόσο, με δεδομένο το έλλειμμα επαναστατικού κόμματος της εργατικής τάξης, η πολιτική της Ενότητας των Κομμουνιστών είναι η άλλη πλευρά της προετοιμασίας της εργατικής τάξης για την επανάσταση και γι’ αυτό απολύτως απαραίτητο συστατικό της τακτικής του Ενιαίου Μετώπου στις παρούσες συνθήκες. Γνωρίζουμε ότι μόνο ένα κομμουνιστικό κόμμα μπορεί να υλοποιήσει αποτελεσματικά και μέχρι τέλους αυτήν την τακτική και να καθοδηγήσει την προλεταριακή επανάσταση και γι’ αυτό, παράλληλα με τη δράση μας στο υπάρχον κίνημα, πρέπει να αναπτύσσουμε δράση που στοχεύει στη διαμόρφωση προϋποθέσεων για την συγκρότηση κομμουνιστικού κόμματος.

Η ΠΕ δεσμεύεται να ανοίξει οργανωμένα και συστηματικά τη συζήτηση για τα ζητήματα του ενιαίου μετώπου, της εργατικής κυβέρνησης και της ενότητας των κομμουνιστών, ώστε αυτά να κατανοηθούν σε βάθος από το σύνολο της οργάνωσης. Δεσμεύεται να προχωρήσει στην εξειδίκευση της άμεσης τακτικής μας στα ζητήματα αυτά στο πλαίσιο των αποφάσεων της 3ης τακτικής συνδιάσκεψης και ενόψει της προετοιμασίας της οργάνωσης για την 4η τακτική συνδιάσκεψη που πρέπει να γίνει στο άμεσο μέλλον.

Αθήνα 2/9 2012

Κομμουνιστική οργάνωση ΑΝΑΣΥΝΤΑΞΗ